Στρεβλωμένη παρουσιάζεται από την επίσημη παιδεία τού σημερινού κράτους η εικόνα τής Μικράς Ασίας, σύμφωνα με την οποία, η περιοχή αυτή ήταν δήθεν πάντα ελληνική κι όσοι «βάρβαροι» εισέβαλαν σε αυτήν, αργά ή γρήγορα «μπολιάστηκαν με τον ελληνικό πολιτισμό» κι εξελληνίστηκαν. Έτσι, στους μικρασιατικής καταγωγής σημερινούς κατοίκους τού ελλαδικού χώρου, ειδικά στους πόντιους, έχει δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση, ότι είναι γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων ελλήνων και μάλιστα οι γνησιότεροι όλων.
Οι σημερινοί μικρασιάτες τής Ελλάδας όμως, κατάγονται από μια πανσπερμία ασιατικών φυλών, που έζησαν στην περιοχή στο πέρασμα των αιώνων. Οι συνδετήριοι κρίκοι, οι οποίοι τους ενώνουν με τους υπόλοιπους κατοίκους τού ελλαδικού χώρου, είναι η κοινή ορθόδοξη χριστιανική πίστη και η χρήση τής ρωμέικης γλώσσας (νεοελληνικής), που τους επιβλήθηκαν επί βυζαντινής περιόδου, αρκετές φορές δια τής βίας.
Οι μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα κι ιδίως οι πόντιοι στη Μακεδονία, δεν έχουν φυλετική σχέση με τους αρχαίους έλληνες αποίκους (και στη Μασσαλία π.χ. έκαναν αποικίες οι έλληνες, κανένας όμως σήμερα δεν ισχυρίζεται, ότι η Μασσαλία είναι ελληνική), αλλά αποτελούν πληθυσμιακό σύμφυρμα γεωργιανών, αρμένιων, σελτζούκων και κυρίως λαζών, ανάμικτο με τα αναρίθμητα γηγενή φύλλα τής περιοχής.
Πολυεθνική η Μικρά Ασία
την αρχαιότητα
Η μίξη λαών και πολιτισμών, που έχει γίνει στην Μικρά Ασία, στο μεγαλύτερο σταυροδρόμι λαών στη Γη, δεν έχει το όμοιό της ίσως πουθενά στον κόσμο. Κανείς δεν μπορεί να πει από ποιους λαούς, από ποιές εθνότητες κατοικείται η σημερινή Μικρά Ασία.
Αρχαίοι λαοί, που κατοικούσαν στην περιοχή: Χετταίοι, φρύγες, μυσοί, κιμμέριοι, τρήρες, βιθυνοί, καππαδόκες, λυδοί, πισίδες, λυκάονες, ίσαυροι, λέλεγες, κάρες, λύκιοι, ίωνες, αιολείς, γαλάτες (διαιρούνταν σε τρεις φυλές: τεκτόσαγες, τολιστοβόγιους και τρόκμους) κ.ά..
Οι αρχαίοι έλληνες διαιρούσαν τη Μικρά Ασία (η οποία τότε δεν καλούνταν έτσι, το όνομα αυτό εμφανίστηκε μετά τον 4ο-5ο μ.Χ. αιώνα) σε 15 χώρες, οι οποίες έφεραν κατά το πλείστον τα ονόματα των λαών, που κατοικούσαν σε αυτές, που ήταν, προς βορρά: Πόντος, Παφλαγονία, Βιθυνία, προς δυσμάς: Μυσία, Λυδία, Καρία, προς νότο: Λυκία, Πισιδία, Παμφιλία, Κιλικία και στο μέσον: Φρυγία, Ισαυρία, Λυκαονία, Γαλατία και Καππαδοκία.
Η Γαλατία για παράδειγμα, αποτελούσε χώρα ήδη από τον 3ο αι. π.Χ., που κατοικούταν από κελτικά φύλα. Αργότερα έγινε ρωμαϊκή επαρχία. Προς αυτούς τους κατοίκους απευθύνεται η «προς γαλάτας επιστολή» τού Απ. Παύλου.
Εδώ πρέπει να γίνει μια επισήμανση: Το όνομα τούρκοι, προέρχεται από τους τουρανούς, που κατοικούσαν στην κεντρική Ασία. Ο Κεμάλ Ατατούρκ ήταν εκείνος, που επέβαλε δια νόμου την κοινή ονομασία τούρκοι για όλους τους κατοίκους τής χώρας, στην οποία ζουν εκατοντάδες διαφορετικές φυλές. Το να ισχυρίζονται οι σημερινοί τούρκοι, ότι είναι «καθαροί τούρκοι», είναι φαινόμενο, που έχει σχέση με το δικό μας ισχυρισμό, ότι είμαστε «καθαροί έλληνες». Όσο πιο μπάσταρδος είναι κάποιος, τόσο πιο επίμονα επιδιώκει την αιματολογική καθαρότητα. Στο άρθρο αυτό, ο όρος «τούρκοι» χρησιμοποιείται συμβατικά με περισσότερο γεωγραφική, παρά εθνολογική χροιά.
Εισβάλλοντες λοιπόν στη Μικρά Ασία, βρήκαν εγκατεστημένους διάφορους λαούς τουρκικής καταγωγής, όπως τους τουρκομάνους, που είχαν έλθει από την κεντρική Ασία. Στη Γαλατία και στην Παφλαγονία υπήρχαν οι κυζυλμπάσηδες ή ταχτατζήδες. Ανάλογοι ήταν κι οι τσετμήδες. Άλλες φυλές είναι οι γιουρούκηδες, οι ζεϊμπέκηδες. Διαφορετικοί λαοί είναι οι λαζοί, οι κρομλήδες και οι οφλήδες. Άλλες μικρασιάτικες, αλλά μή τουρκικές φυλές είναι οι κιρκάσιοι ή τσερκέζοι, οι ίβηρες (γεωργιανοί), οι κούρδοι, οι τσιγγάνοι, οι αρμένιοι, οι εβραίοι κ.ά..
Ο πολυεθνικός Πόντος
Στον Πόντο κατοικούσαν κατά την αρχαιότητα: Καππαδόκες, ταόχοι, χάλυβες, μοσύνικοι, λευκοσύροι, δρίλες, μάκρωνες, σάσπειρες, τιβαρηνοί, λαζοί, κίλχοι, κερκίτες, φασιανοί, βέχεροι, βυζήρες, κίσσιοι, παφλαγόνες, αβασγοί, μαχελόνες, ζυνδρείδες, αψίλιοι κ.ά.. Για πολλούς από τους γηγενείς λαούς παρέχουν πληροφορίες οι Ξενοφών, Ηρόδοτος, Στράβων, Διόδωρος κ.ά..
Το περσικό βασίλειο τού Πόντου
Το Βασίλειο τού Πόντου (το βόρειο παράλιο τμήμα τής μικρασιατικής χερσονήσου), στο οποίο αναφέρονται οι ρωμιοί, είναι στην πραγματικότητα το βασίλειο τού πέρση βασιλιά Μιθριδάτη, το οποίο καταλύθηκε τον α΄αι. π.Χ. από τους ρωμαίους. Δεν είχε καμμία σχέση με τους έλληνες. Ο πληθυσμός του ήταν στην πλειοψηφία του μή ελληνικός. Αποτελούταν από διάφορα φύλα, που μιλούσαν 22 γλώσσες.
Οι ρωμαίοι κατόρθωσαν να το καταλύσουν μετά από μακρούς αγώνες και το μετέτρεψαν σε επαρχία τής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Βαθμιαία, όλα τα τμήματα τού Πόντου προσαρτήθηκαν στο ρωμαϊκό κράτος και αποτέλεσαν μέρος τής Γαλατίας. Ο εκχριστιανισμός των λαών άρχισε από τον 3ο αιώνα.
Σημαντικές εθνογραφικές μεταβολές
κατά τη βυζαντινή περίοδο
Η μεγαλύτερη από τις εθνογραφικές μεταβολές, που υπέστη το Βυζάντιο, ήταν μετά τον 6ο αιώνα, όταν έγινε μαζική εγκατάσταση των σλάβων στη βαλκανική. Παράλληλα, οι άραβες έκαναν συχνές επιθέσεις στη Μικρά Ασία όχι μια και δυο φορές, αλλά σχεδόν κάθε χρόνο επί διακόσια περίπου χρόνια. Αρκετές επιδρομές έφταναν ως τον Εύξεινο Πόντο, το Αιγαίο, ακόμα και την Κωνταντινούπολη.
Κάθε φορά, που έκαναν εισβολή, λεηλατούσαν κι έπαιρναν αιχμαλώτους, που πουλιούνταν στα σκλαβοπάζαρα, ενώ οι βυζαντινοί έκαιγαν τις σοδειές, για να στερούν τον εχθρό από εφόδια. Πολλές μικρασιατικές πόλεις δηώνονταν, καταστρέφονταν, ερημώνονταν. Η Πέργαμος για αιώνες ήταν ένα ασήμαντο πολίχνιο, η Νύσσα κι η Καππαδοκία έμειναν ερημωμένες έως τον 9ο αιώνα. Το ίδιο και στο Αιγαίο. Πολλά νησιά είχαν ερημωθεί ήδη από τα μέσα τού 7ου αιώνα, όταν ο αραβικός στόλος άρχισε να κυριαρχεί στην ανατολική Μεσόγειο με κορύφωση τής κυριαρχίας του την κατάληψη τής Κρήτης (823-828).
Ανάμεσα στους νέους εποίκους, οι πιο σημαντικοί ήταν οι αρμένιοι, των οποίων η ροή στην αυτοκρατορία κράτησε πολλούς αιώνες. Πολλοί εγκαταστάθηκαν στην Καππαδοκία και σε άλλες περιοχές τής ανατολικής Μικράς Ασίας, άλλοι στη Θράκη, άλλοι στην περιοχή τής Περγάμου.
Το 578, 10.000 αρμένιοι μεταφέρθηκαν στην Κύπρο για τον εποικισμό της, δεδομένου, ότι το νησί είχε σχεδόν ερημωθεί. («Ιστορία τού ελληνικού έθνους», έκδ. «Εκδοτική Αθηνών», τόμ. Η, σελ. 183-4).
Η γεωργιανή «αυτοκρατορία»
πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας
Μετά την κατάληψη τής Κωνσταντινούπολης από τους λατίνους, όταν η βυζαντινή αυτοκρατορία διαμελιζόταν κι εκθρονίστηκε ο παφλαγόνας αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄Κομνηνός, τα εγγόνια του, Αλέξιος και Δαβίδ, βρήκαν καταφύγιο κοντά στη γεωργιανή θεία τους, Θάμαρ. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Ούτε ένας έλληνας βυζαντινός αυτοκράτορας!).
Κατέλαβαν την Τραπεζούντα κι ίδρυσαν ανεξάρτητο κράτος με αυτοκράτορα τον Αλέξιο. Έτσι, ιδρύθηκε από παφλαγόνες με τη βοήθεια ιβήρων η αποκαλούμενη σήμερα «αυτοκρατορία τής Τραπεζούντας», η οποία κατοικούνταν από μια πανσπερμία φυλών (λαζούς, σελτσούκους, αρμένιους, κούδρους, παφλαγόνες κ.λπ.), που ουδεμία σχέση είχαν με την Ελλάδα ή κάποιο στοιχείο τού ελληνικού πολιτισμού, αλλά ούτε και με το Βυζάντιο, στο οποίο αρνήθηκαν να επανενταχθούν μετά την εκδίωξη των φράγκων. Ο βασιλιάς τους αποκαλούταν «πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας».
Οι τούρκοι χρησιμοποίησαν για τις μεταλλευτικές εργασίες τους χριστιανούς κατοίκους τής περιοχής, στους οποίους παραχώρησαν διάφορα προνόμια, οπότε με αυτό το κίνητρο μετοίκησαν στον Πόντο κι άλλοι χριστιανοί από τα γύρω μέρη. Οι τούρκοι, τους χριστιανούς τού πόντου τους διακρίνουν από τους ρωμιούς τής Ελλάδας ονομάζοντάς τους rum κι όχι γιουνανλή, όπως τους υπόλοιπους ρωμιούς.
Η πολυγλωσσία στη Μικρά Ασία
Δυο ήταν οι γλώσσες, που μιλούνταν στην ανατολική και δυτική ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τα ελληνικά και τα λατινικά. Τα όρια εξάπλωσής τής καθεμιάς δεν είναι παντού ξεκάθαρα. Σε γενικές γραμμές πάντως και με εξαίρεση τις βαλκανικές χώρες, όπου υπήρχε αρκετή γλωσσική ανάμειξη, το δυτικό τμήμα τής αυτοκρατορίας χρησιμοποιούσε αποκλειστικά τα λατινικά και το ανατολικό αποκλειστικά τα ελληνικά, με την έννοια, ότι αυτές ήταν οι γλώσσες τής διοίκησης και των καλλιεργημένων ανθρώπων. Σχεδόν όλοι οι μορφωμένοι στη Δύση μιλούσαν λατινικά, αλλά ένα μεγάλο μέρος των απλών ανθρώπων δεν μιλούσε ούτε τη μια ούτε την άλλη γλώσσα.
Η Κωνσταντινούπολη, που είχε ιδρυθεί ως κέντρο λατινισμού στην Ανατολή, όπως όλες οι πρωτεύουσες, ήταν ένα χωνευτήρι ετερόκλητων στοιχείων. Ανάμεσα στους κατοίκους της υπήρχαν ιλλυριοί, ιταλοί, αφρικανοί, των οποίων η μητρική γλώσσα ήταν τα λατινικά, όπως π.χ. και τού ίδιου τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Επαρχιώτες κάθε είδους είχαν εγκατασταθεί εκεί και πηγαινοέρχονταν για εμπορικές ή κυβερνητικές υποθέσεις. Ανάμεσα στους δούλους υπήρχαν πολλοί βάρβαροι. Πολλούς ξένους περιλάμβαναν και οι στρατιωτικές μονάδες, που από τον 6ο αιώνα αποτελούνταν είτε από γερμανούς, ούνους κ.ά είτε από μερικούς από τους πιο σκληροτράχηλους επαρχιώτες, όπως ήταν οι ίσαυροι, οι ιλλυριοί και οι θράκες. Σύροι, μεσοποτάμιοι και αιγύπτιοι μοναχοί, που μιλούσαν λίγο ή καθόλου ελληνικά, συνέρρεαν στην πρωτεύουσα εντυπωσιάζοντας τους ντόπιους με παράξενα κατορθώματα ασκητισμού. Οι πανταχού παρόντες εβραίοι κέρδιζαν τη ζωή τους ως τεχνίτες ή έμποροι.
Η εθνολογική σύνθεση τής απέναντι από την Κωνσταντινούπολη Μικράς Ασίας κατά τη βυζαντινή εποχή, όπως είδαμε, ήταν ένα εκπληκτικό μωσαϊκό από γηγενείς λαούς και θύλακες εποίκων, που υπήρχαν από παληά, όπως ήταν οι κέλτες στη Γαλατία, οι εβραίοι στη Φρυγία και αλλού, ομάδες περσών κ.λπ.. Πολλές από τις ιθαγενείς γλώσσες ήταν ακόμα ζωντανές κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο, όπως τα κελτικά στη Γαλατία και τα καππαδοκικά ανατολικότερα. Οι ατίθασοι ίσαυροι ήταν ένας λαός ξεχωριστός, που μιλούσαν τη δική τους διάλεκτο, συχνά χωρίς να γνωρίζουν καν ελληνικά. Βαθειές ρίζες είχαν αποκτήσει τα ελληνικά στην Κιλικία με εξαίρεση ίσως τις φυλές τής ενδοχώρας. Οι αρμένιοι, που έμελλε να παίξουν αποφασιστικό ρόλο στη μετέπειτα βυζαντινή ιστορία, έδειξαν μεγάλη αντίσταση στην αφομοίωση, όπως και άλλοι λαοί τού Καυκάσου. Η Κύπρος, εξ αιτίας τής γεωγραφικής της θέσης, είχε στενούς δεσμούς με τη Συρία, η οποία από τους σελευκίδες και για αρκετούς αιώνες μετά, βρισκόταν υπό ελληνόγλωσση διοίκηση.
http://www.youtube.com/watch?v=MDLWRNx7KAs&feature=player_embedded
Τα ρωμέικα (νεοελληνικά) είναι η γλώσσα, που επιβλήθηκε από τη βυζαντινή εξουσία με τον εκχριστιανισμό των επήλυδων στο σημερινό ελλαδικό χώρο και μέρος τής Μικράς Ασίας.
Η χρήση μιας γλώσσας δεν προϋποθέτει φυλετική καταγωγή. Όπως οι σημερινοί μαύροι κάτοικοι τής Αμερικής μιλούν αγγλικά χωρίς να έχουν καμμία φυλετική σχέση με τους εγγλέζους, έτσι και παλαιότερα, πολλοί λαοί μιλούσαν ελληνικά -τα «αγγλικά» τής εποχής τους- χωρίς να έχουν καμμία φυλετική σχέση με τους αρχαίους έλληνες.
Μέχρι και την Τουρκοκρατία, πριν επιχειρηθεί ο βίαιος και αυθαίρετος σε πολλές περιπτώσεις εξελληνισμός τού λεξιλογίου των ρωμέικων, υπήρχαν σε αυτό πολλές κυρίως τούρκικες, αλλά και άλλες ξένες λέξεις, που αντικαταστάθηκαν από ελληνικές (παλαιστής αντί πεχλιβάνης, ζωέμπορος αντί τσαμπάζης κ.λπ.). Η Τουρκορωμιοσύνη πάντως, χρησιμοποιεί ακόμα πλείστες τέτοιες λέξεις.
Υποστηρίζουν αυθαίρετα διάφοροι ρωμιοί θεωρητικοί, ότι τα ποντιακά συνδέονται απ’ ευθείας με τα αρχαία ελληνικά και το χρησιμοποιούν αυτό ως επιχείρημα για την τεκμηρίωση τής υπόθεσης περί δήθεν αρχαιοελληνικής καταγωγής των ποντίων. Τις αυθαιρεσίες τους τις στηρίζουν σε διάφορα «αρχαϊκά στοιχεία», που «ανακαλύπτουν» στα ποντιακά, όπως π.χ. στη χρήση τού απαρέμφατου.
Πλείστες λέξεις τής ποντιακής είναι κυρίως τουρκικές -αλλά και λαζικές, αρμένικες, κουρδικές και γεωργιανές- ενώ επίσης πολλές είναι τούρκικες με ελληνικές καταλήξεις, ενταγμένες στο κλιτικό σύστημα. Έτσι π.χ., η τούρκικη λέξη aramak (αναζητώ) στα ποντιακά έχει την κατάληξη -εύω και κλίνεται όπως π.χ. το γυρεύω. Απαρέμφατο ή άλλα «αρχαϊκά στοιχεία» χρησιμοποιείται και σε άλλες γλώσσες, όπως π.χ. στα αγγλικά, δεν σημαίνει όμως αυτό, ότι τα αγγλικά είναι ελληνικά κι οι άγγλοι κατάγονται από... τους αρχαίους έλληνες.
Οι σημερινοί μικρασιάτες τής Ελλάδας όμως, κατάγονται από μια πανσπερμία ασιατικών φυλών, που έζησαν στην περιοχή στο πέρασμα των αιώνων. Οι συνδετήριοι κρίκοι, οι οποίοι τους ενώνουν με τους υπόλοιπους κατοίκους τού ελλαδικού χώρου, είναι η κοινή ορθόδοξη χριστιανική πίστη και η χρήση τής ρωμέικης γλώσσας (νεοελληνικής), που τους επιβλήθηκαν επί βυζαντινής περιόδου, αρκετές φορές δια τής βίας.
Οι μικρασιάτες πρόσφυγες στην Ελλάδα κι ιδίως οι πόντιοι στη Μακεδονία, δεν έχουν φυλετική σχέση με τους αρχαίους έλληνες αποίκους (και στη Μασσαλία π.χ. έκαναν αποικίες οι έλληνες, κανένας όμως σήμερα δεν ισχυρίζεται, ότι η Μασσαλία είναι ελληνική), αλλά αποτελούν πληθυσμιακό σύμφυρμα γεωργιανών, αρμένιων, σελτζούκων και κυρίως λαζών, ανάμικτο με τα αναρίθμητα γηγενή φύλλα τής περιοχής.
Πολυεθνική η Μικρά Ασία
την αρχαιότητα
Η μίξη λαών και πολιτισμών, που έχει γίνει στην Μικρά Ασία, στο μεγαλύτερο σταυροδρόμι λαών στη Γη, δεν έχει το όμοιό της ίσως πουθενά στον κόσμο. Κανείς δεν μπορεί να πει από ποιους λαούς, από ποιές εθνότητες κατοικείται η σημερινή Μικρά Ασία.
Αρχαίοι λαοί, που κατοικούσαν στην περιοχή: Χετταίοι, φρύγες, μυσοί, κιμμέριοι, τρήρες, βιθυνοί, καππαδόκες, λυδοί, πισίδες, λυκάονες, ίσαυροι, λέλεγες, κάρες, λύκιοι, ίωνες, αιολείς, γαλάτες (διαιρούνταν σε τρεις φυλές: τεκτόσαγες, τολιστοβόγιους και τρόκμους) κ.ά..
Οι αρχαίοι έλληνες διαιρούσαν τη Μικρά Ασία (η οποία τότε δεν καλούνταν έτσι, το όνομα αυτό εμφανίστηκε μετά τον 4ο-5ο μ.Χ. αιώνα) σε 15 χώρες, οι οποίες έφεραν κατά το πλείστον τα ονόματα των λαών, που κατοικούσαν σε αυτές, που ήταν, προς βορρά: Πόντος, Παφλαγονία, Βιθυνία, προς δυσμάς: Μυσία, Λυδία, Καρία, προς νότο: Λυκία, Πισιδία, Παμφιλία, Κιλικία και στο μέσον: Φρυγία, Ισαυρία, Λυκαονία, Γαλατία και Καππαδοκία.
Η Γαλατία για παράδειγμα, αποτελούσε χώρα ήδη από τον 3ο αι. π.Χ., που κατοικούταν από κελτικά φύλα. Αργότερα έγινε ρωμαϊκή επαρχία. Προς αυτούς τους κατοίκους απευθύνεται η «προς γαλάτας επιστολή» τού Απ. Παύλου.
Πολυεθνική η Μικρά Ασία και τη βυζαντινή και οθωμανική περίοδο Κάτι ανάλογο παρατηρείται και την βυζαντινή περίοδο, οπότε τα εδάφη τής Μικράς Ασίας, που κατακτήθηκαν, οργανώθηκαν στα Θέματα των: Ανατολικού, Αρμενιακού, Θρακησίων, Οψικίου, Οπτιμάτου, Βουκελλαρίων, Παφλαγόνων, Χαλδίας, Κολώνειας, Σεβάστειας, Λυκανδού, Σελεύκειας, Κιβυρραιωτών, Κύπρου, Σάμου (περιλάμβανε και τη Σμύρνη) και Αιγαίου (των νησιών). Υποστηρίζονταν από δυνάμεις επαγγελματικού στρατού, που απαρτιζόταν από αρμένιους, σύρους κ.λπ. ντόπιους. Στο υψίπεδο, η καταγωγή των κατοίκων ήταν αρμενική, συριακή ή ανάμεικτη. Μετά τον 7ο αι. μ.Χ. εμφανίστηκαν οι άραβες, που έφτασαν μέχρι και την Κωνσταντινούπολη, ενώ, όπως θα εξετάσουμε αναλυτικότερα παρακάτω, έγιναν κι εκτεταμένοι σλάβικοι εποικισμοί, προκειμένου να καλύψουν πληθυσμιακά -λόγω πολέμων και λοιμών- κενά. Τον 11ο αι. εισέβαλαν μογγόλοι, οι οποίοι επικράτησαν υπό την ηγεσία των σελτσούκων. Μετά την παρακμή τού σελτσουκικού κράτους, εμφανίστηκαν τούρκοι οθωμανοί (οσμανλή), που το 1453 κατέκτησαν και την Κωνσταντινούπολη. Αργότερα, η Μικρά Ασία διαιρέθηκε σε βιλαέτια τής οθωμανικής αυτοκρατορίας. | konak meze hüner börek |
Εισβάλλοντες λοιπόν στη Μικρά Ασία, βρήκαν εγκατεστημένους διάφορους λαούς τουρκικής καταγωγής, όπως τους τουρκομάνους, που είχαν έλθει από την κεντρική Ασία. Στη Γαλατία και στην Παφλαγονία υπήρχαν οι κυζυλμπάσηδες ή ταχτατζήδες. Ανάλογοι ήταν κι οι τσετμήδες. Άλλες φυλές είναι οι γιουρούκηδες, οι ζεϊμπέκηδες. Διαφορετικοί λαοί είναι οι λαζοί, οι κρομλήδες και οι οφλήδες. Άλλες μικρασιάτικες, αλλά μή τουρκικές φυλές είναι οι κιρκάσιοι ή τσερκέζοι, οι ίβηρες (γεωργιανοί), οι κούρδοι, οι τσιγγάνοι, οι αρμένιοι, οι εβραίοι κ.ά..
Η Μικρά Ασία τον 12ο αι. μ.Χ.. |
Ο πολυεθνικός Πόντος
Στον Πόντο κατοικούσαν κατά την αρχαιότητα: Καππαδόκες, ταόχοι, χάλυβες, μοσύνικοι, λευκοσύροι, δρίλες, μάκρωνες, σάσπειρες, τιβαρηνοί, λαζοί, κίλχοι, κερκίτες, φασιανοί, βέχεροι, βυζήρες, κίσσιοι, παφλαγόνες, αβασγοί, μαχελόνες, ζυνδρείδες, αψίλιοι κ.ά.. Για πολλούς από τους γηγενείς λαούς παρέχουν πληροφορίες οι Ξενοφών, Ηρόδοτος, Στράβων, Διόδωρος κ.ά..
Το περσικό βασίλειο τού Πόντου
Το Βασίλειο τού Πόντου (το βόρειο παράλιο τμήμα τής μικρασιατικής χερσονήσου), στο οποίο αναφέρονται οι ρωμιοί, είναι στην πραγματικότητα το βασίλειο τού πέρση βασιλιά Μιθριδάτη, το οποίο καταλύθηκε τον α΄αι. π.Χ. από τους ρωμαίους. Δεν είχε καμμία σχέση με τους έλληνες. Ο πληθυσμός του ήταν στην πλειοψηφία του μή ελληνικός. Αποτελούταν από διάφορα φύλα, που μιλούσαν 22 γλώσσες.
Οι ρωμαίοι κατόρθωσαν να το καταλύσουν μετά από μακρούς αγώνες και το μετέτρεψαν σε επαρχία τής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Βαθμιαία, όλα τα τμήματα τού Πόντου προσαρτήθηκαν στο ρωμαϊκό κράτος και αποτέλεσαν μέρος τής Γαλατίας. Ο εκχριστιανισμός των λαών άρχισε από τον 3ο αιώνα.
Ο βυζαντινός Πόντος Η περίοδος τής ρωμαιοκρατίας και τής επικράτησης τού χριστιανισμού σηματοδότησε την απώλεια τού ονόματος «έλληνας» -το οποίο εξ άλλου σε ορισμένες περιπτώσεις είχε αποκτήσει θρησκευτική σημασία δηλώνοντας τον παγανιστή- και την παράλληλη επικράτηση τού ονόματος «ρωμαίος», δηλαδή ρωμιός, που επιβιώνει μέχρι σήμερα. Κατά τη βυζαντινή περίοδο κυριότερος λαός τής περιοχής ήταν οι λαζοί, οι οποίοι ανήκουν στην ιβηρική ομοφυλία τού Καυκάσου. Οι λαζοί εκχριστιανίστηκαν επί Ιουστινιανού (6ος αι.), όπως κι οι φυλές των κόλχων, και των τζάνων. Αποδεκατισμοί των πληθυσμών από λοιμούς Σημαντικές απώλειες στους πληθυσμούς προκαλούσαν οι επιδημίες, όπως π,χ, η μεγάλη πανώλη τού 541/542. Λοιμοί συκλόνισαν την αυτοκρατορία κι άλλες φορές, όπως το 558, το 560/1, το 585, το 602, 746-747 κ.λπ.. Σύμφωνα με υπολογισμούς, το ποσοστό απωλειών από τους λοιμούς φτάνει το 40% για τη Μικρά Ασία. | arabaci ekmek derbeder raki kadayif |
Σημαντικές εθνογραφικές μεταβολές
κατά τη βυζαντινή περίοδο
Η μεγαλύτερη από τις εθνογραφικές μεταβολές, που υπέστη το Βυζάντιο, ήταν μετά τον 6ο αιώνα, όταν έγινε μαζική εγκατάσταση των σλάβων στη βαλκανική. Παράλληλα, οι άραβες έκαναν συχνές επιθέσεις στη Μικρά Ασία όχι μια και δυο φορές, αλλά σχεδόν κάθε χρόνο επί διακόσια περίπου χρόνια. Αρκετές επιδρομές έφταναν ως τον Εύξεινο Πόντο, το Αιγαίο, ακόμα και την Κωνταντινούπολη.
Κάθε φορά, που έκαναν εισβολή, λεηλατούσαν κι έπαιρναν αιχμαλώτους, που πουλιούνταν στα σκλαβοπάζαρα, ενώ οι βυζαντινοί έκαιγαν τις σοδειές, για να στερούν τον εχθρό από εφόδια. Πολλές μικρασιατικές πόλεις δηώνονταν, καταστρέφονταν, ερημώνονταν. Η Πέργαμος για αιώνες ήταν ένα ασήμαντο πολίχνιο, η Νύσσα κι η Καππαδοκία έμειναν ερημωμένες έως τον 9ο αιώνα. Το ίδιο και στο Αιγαίο. Πολλά νησιά είχαν ερημωθεί ήδη από τα μέσα τού 7ου αιώνα, όταν ο αραβικός στόλος άρχισε να κυριαρχεί στην ανατολική Μεσόγειο με κορύφωση τής κυριαρχίας του την κατάληψη τής Κρήτης (823-828).
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τις συνέπειες αυτής τής μακρόχρονης διαδικασίας: μεγάλο μέρος τής Μικράς Ασίας είχε καταστραφεί κι είχε μειωθεί ο πληθυσμός της σχεδόν ανεπανόρθωτα. Είχε δημιουργηθεί ένα τεράστιο δημογραφικό κενό. Τη μείωση των πληθυσμών μαρτυρεί η εποικιστική πολιτική των αυτοκρατόρων. Σλαβοβουλγαρικοί και αρμενιακοσυριακοί πληθυσμοί χρησιμοποιήθηκαν σε μεγάλη κλίμακα για την εφαρμογή τής πολιτικής αυτής. Η αυτοκρατορία χρειαζόταν επειγόντως γεωργούς και στρατιώτες. Ο Κώνστας Β΄ (7ος αι.) μετέφερε στη Μικρά Ασία σλάβους αιχμαλώτους. Ο Ιουστινιανός Β΄ μετακίνησε μεγάλο πλήθος σλαβοβούλγαρων στη Βιθυνία. Κατ΄αρχή στάθηκε άτυχος, γιατί οι περισσότεροι από αυτούς λιποτάκτησαν προς τον εχθρό, με αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας να επιβάλει σκληρά αντίποινα στις οικογένειές τους. (Θεοφάνης: «Χρονογραφία», έκδ. C. de Boor, Λειψία, 1883, σελ. 365). Παρ΄όλα αυτά, μαθαίνουμε, ότι 208.000 σλάβοι μετανάστευσαν στη Βιθυνία με τη θέλησή τους στη δεκαετία τού 760. (Νικηφόρος Πατριάρχης: «Ιστορία σύντομος», έκδ. C. de Boor, Λειψία, 1880, σελ. 68-9). Τον 8ο αιώνα εγκαταστάθηκαν σύροι στη Θράκη. |
zorba
köşk kütük ciğer |
Ανάμεσα στους νέους εποίκους, οι πιο σημαντικοί ήταν οι αρμένιοι, των οποίων η ροή στην αυτοκρατορία κράτησε πολλούς αιώνες. Πολλοί εγκαταστάθηκαν στην Καππαδοκία και σε άλλες περιοχές τής ανατολικής Μικράς Ασίας, άλλοι στη Θράκη, άλλοι στην περιοχή τής Περγάμου.
Το 578, 10.000 αρμένιοι μεταφέρθηκαν στην Κύπρο για τον εποικισμό της, δεδομένου, ότι το νησί είχε σχεδόν ερημωθεί. («Ιστορία τού ελληνικού έθνους», έκδ. «Εκδοτική Αθηνών», τόμ. Η, σελ. 183-4).
Τον αρμένιο φεουδάρχη Γκάβρας (Γαβράς), ο οποίος επαναστάτησε κατά τού Βυζαντίου κι έγινε δούκας τής Τραπεζούντας, τον ανακήρυξαν άγιο τής ποντιακής χριστιανοσύνης. |
Η γεωργιανή «αυτοκρατορία»
πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας
Μετά την κατάληψη τής Κωνσταντινούπολης από τους λατίνους, όταν η βυζαντινή αυτοκρατορία διαμελιζόταν κι εκθρονίστηκε ο παφλαγόνας αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄Κομνηνός, τα εγγόνια του, Αλέξιος και Δαβίδ, βρήκαν καταφύγιο κοντά στη γεωργιανή θεία τους, Θάμαρ. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Ούτε ένας έλληνας βυζαντινός αυτοκράτορας!).
Στα τέλη τού 13ου αιώνα καθιερώθηκε -σε αντιδιαστολή με το βυζαντινό δικέφαλο- ως έμβλημα τής αυτοκρατορίας Ιβήρων, Περατείας και πάσης Ανατολής (αυτοκρατορία τής Τραπεζούντας), ο μονοκέφαλος αετός, που ήταν στραμμένος προς την Κωνσταντινούπολη (κι όχι προς την Ελλάδα). |
Κατέλαβαν την Τραπεζούντα κι ίδρυσαν ανεξάρτητο κράτος με αυτοκράτορα τον Αλέξιο. Έτσι, ιδρύθηκε από παφλαγόνες με τη βοήθεια ιβήρων η αποκαλούμενη σήμερα «αυτοκρατορία τής Τραπεζούντας», η οποία κατοικούνταν από μια πανσπερμία φυλών (λαζούς, σελτσούκους, αρμένιους, κούδρους, παφλαγόνες κ.λπ.), που ουδεμία σχέση είχαν με την Ελλάδα ή κάποιο στοιχείο τού ελληνικού πολιτισμού, αλλά ούτε και με το Βυζάντιο, στο οποίο αρνήθηκαν να επανενταχθούν μετά την εκδίωξη των φράγκων. Ο βασιλιάς τους αποκαλούταν «πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ πάσης Ανατολής, Ιβήρων και Περατείας».
Η «αγάπη» των ρωμιών ποντίων για τις ελληνικές αρχαιότητες.
Κατεστραμένα αρχαία μάρμαρα στον αυλόγυρο τής εκκλησίας τής «μικρής» Αγίας Σοφίας, η οποία ανοικοδομήθηκε από τον Μανουήλ Κομνηνό στο χώρο, όπου προϋπήρχε αρχαίος ναός τού Απόλλωνα.
(Και η «μεγάλη» Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη, επί κατεδαφισμένων αρχαίων ελληνικών ναών έχει κτιστεί, βλ. Η Θαμμένη Ελλάδα, βιβλίο, που μπορείτε να κατεβάσετε ολόκληρο δωρεάν από την «Ελεύθερη Έρευνα» κάνοντας κλικ εδώ).
Κατεστραμένα αρχαία μάρμαρα στον αυλόγυρο τής εκκλησίας τής «μικρής» Αγίας Σοφίας, η οποία ανοικοδομήθηκε από τον Μανουήλ Κομνηνό στο χώρο, όπου προϋπήρχε αρχαίος ναός τού Απόλλωνα.
(Και η «μεγάλη» Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη, επί κατεδαφισμένων αρχαίων ελληνικών ναών έχει κτιστεί, βλ. Η Θαμμένη Ελλάδα, βιβλίο, που μπορείτε να κατεβάσετε ολόκληρο δωρεάν από την «Ελεύθερη Έρευνα» κάνοντας κλικ εδώ).
Οι τούρκοι χρησιμοποίησαν για τις μεταλλευτικές εργασίες τους χριστιανούς κατοίκους τής περιοχής, στους οποίους παραχώρησαν διάφορα προνόμια, οπότε με αυτό το κίνητρο μετοίκησαν στον Πόντο κι άλλοι χριστιανοί από τα γύρω μέρη. Οι τούρκοι, τους χριστιανούς τού πόντου τους διακρίνουν από τους ρωμιούς τής Ελλάδας ονομάζοντάς τους rum κι όχι γιουνανλή, όπως τους υπόλοιπους ρωμιούς.
Εγκατάσταση ρωμιού επίσκοπου σε χριστιανικό ναό (χαλκογραφία Thomas Allom). |
Η πολυγλωσσία στη Μικρά Ασία
Δυο ήταν οι γλώσσες, που μιλούνταν στην ανατολική και δυτική ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τα ελληνικά και τα λατινικά. Τα όρια εξάπλωσής τής καθεμιάς δεν είναι παντού ξεκάθαρα. Σε γενικές γραμμές πάντως και με εξαίρεση τις βαλκανικές χώρες, όπου υπήρχε αρκετή γλωσσική ανάμειξη, το δυτικό τμήμα τής αυτοκρατορίας χρησιμοποιούσε αποκλειστικά τα λατινικά και το ανατολικό αποκλειστικά τα ελληνικά, με την έννοια, ότι αυτές ήταν οι γλώσσες τής διοίκησης και των καλλιεργημένων ανθρώπων. Σχεδόν όλοι οι μορφωμένοι στη Δύση μιλούσαν λατινικά, αλλά ένα μεγάλο μέρος των απλών ανθρώπων δεν μιλούσε ούτε τη μια ούτε την άλλη γλώσσα.
Η Κωνσταντινούπολη, που είχε ιδρυθεί ως κέντρο λατινισμού στην Ανατολή, όπως όλες οι πρωτεύουσες, ήταν ένα χωνευτήρι ετερόκλητων στοιχείων. Ανάμεσα στους κατοίκους της υπήρχαν ιλλυριοί, ιταλοί, αφρικανοί, των οποίων η μητρική γλώσσα ήταν τα λατινικά, όπως π.χ. και τού ίδιου τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Επαρχιώτες κάθε είδους είχαν εγκατασταθεί εκεί και πηγαινοέρχονταν για εμπορικές ή κυβερνητικές υποθέσεις. Ανάμεσα στους δούλους υπήρχαν πολλοί βάρβαροι. Πολλούς ξένους περιλάμβαναν και οι στρατιωτικές μονάδες, που από τον 6ο αιώνα αποτελούνταν είτε από γερμανούς, ούνους κ.ά είτε από μερικούς από τους πιο σκληροτράχηλους επαρχιώτες, όπως ήταν οι ίσαυροι, οι ιλλυριοί και οι θράκες. Σύροι, μεσοποτάμιοι και αιγύπτιοι μοναχοί, που μιλούσαν λίγο ή καθόλου ελληνικά, συνέρρεαν στην πρωτεύουσα εντυπωσιάζοντας τους ντόπιους με παράξενα κατορθώματα ασκητισμού. Οι πανταχού παρόντες εβραίοι κέρδιζαν τη ζωή τους ως τεχνίτες ή έμποροι.
Η -πολυεθνική- Κωνσταντινούπολη παρουσιάζεται από την παιδεία μας ως δήθεν ελληνική. Μια διασκεδαστική εικόνα τής πολυγλωσσίας της μάς δίνει ο ποιητής Ιωάννης Τζέτζης κατά τα μέσα τού 12ου αιώνα. (G. Moravcsik: «Barbarische Sprachreste in der Theogonie des Iohannes Tzetzes», Byzantinisch-neugriechische Jahrbücher 7, 1928-9, 352 κ.ε.). |
Η εθνολογική σύνθεση τής απέναντι από την Κωνσταντινούπολη Μικράς Ασίας κατά τη βυζαντινή εποχή, όπως είδαμε, ήταν ένα εκπληκτικό μωσαϊκό από γηγενείς λαούς και θύλακες εποίκων, που υπήρχαν από παληά, όπως ήταν οι κέλτες στη Γαλατία, οι εβραίοι στη Φρυγία και αλλού, ομάδες περσών κ.λπ.. Πολλές από τις ιθαγενείς γλώσσες ήταν ακόμα ζωντανές κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο, όπως τα κελτικά στη Γαλατία και τα καππαδοκικά ανατολικότερα. Οι ατίθασοι ίσαυροι ήταν ένας λαός ξεχωριστός, που μιλούσαν τη δική τους διάλεκτο, συχνά χωρίς να γνωρίζουν καν ελληνικά. Βαθειές ρίζες είχαν αποκτήσει τα ελληνικά στην Κιλικία με εξαίρεση ίσως τις φυλές τής ενδοχώρας. Οι αρμένιοι, που έμελλε να παίξουν αποφασιστικό ρόλο στη μετέπειτα βυζαντινή ιστορία, έδειξαν μεγάλη αντίσταση στην αφομοίωση, όπως και άλλοι λαοί τού Καυκάσου. Η Κύπρος, εξ αιτίας τής γεωγραφικής της θέσης, είχε στενούς δεσμούς με τη Συρία, η οποία από τους σελευκίδες και για αρκετούς αιώνες μετά, βρισκόταν υπό ελληνόγλωσση διοίκηση.
Παρατηρείστε στα αποσπάσματα από πρόσφατο ντοκυμαντέρ τής ΕΤ3, ότι ακόμη και σήμερα, οι ρωμιοί τής Κωνσταντινούπολης αυτοαποκαλούνται ρωμιοί κι όχι έλληνες. |
Την κοινή αλεξανδρινή, δηλαδή μια απλοποιημένη μορφή τής αρχαίας ελληνικής γλώσσας σε όλα τα επίπεδα (φωνητική / προφορά, γραμματική, σύνταξη, λεξιλόγιο), την έφτιαξαν οι λόγιοι τής Αλεξάνδρειας για τις γραφειοκρατικές ανάγκες των κρατών των επιγόνων τού Μ. Αλεξάνδρου, αλλά και τις ανάγκες των μή ελλήνων σοφών και λογίων. Ήταν τότε, που καθιερώθηκαν τα πεζά γράμματα και το πολυτονικό, ώστε να προφέρουν και να τονίζουν σωστά κάθε λέξη και να διευκολύνονται οι μή έλληνες. Οι χριστιανοί βρήκαν έτοιμη αυτή τη διεθνή γλώσσα, τα «αγγλικά» τής εποχής, και την έκαναν δική τους. Σημειώστε, πως την κοινή αλεξανδρινή δεν την μιλούσαν οι κυρίως έλληνες, αλλά οι ελληνόφωνοι μή έλληνες (ιουδαίοι, σύροι, πέρσες κ.λπ.). Εξέλιξη αυτής τής γλώσσας υιοθέτησαν κι όλοι οι μή έλληνες ρωμιοί επήλυδες στον ελλαδικό χώρο (σλάβοι, αρβανίτες, βλάχοι κ.λπ.). Τα σημερινά ελληνικά, που μιλάμε δηλαδή (ρωμέικα, για την ακρίβεια), είναι παραλλαγή τής αλεξανδρινής (τής γλώσσας των ευαγγελίων, των Πατέρων τής Εκκλησίας, τής λειτουργίας και τής υμνολογίας) κι όχι τής κυρίως ελληνικής των ελλήνων, όπως νομίζουμε φαντασιωνόμενοι φυλετικές συνέχειες. Είναι αντιεπιστημονική η απευθείας σύνδεση της σημερινής γλωσσικής κατάστασης των ρωμέικων με την αρχαιότητα χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψη η υπερδισχιλιετής ενδιάμεση γλωσσική ιστορία. | baklava bakir palamut meydan |
Τα ρωμέικα (νεοελληνικά) είναι η γλώσσα, που επιβλήθηκε από τη βυζαντινή εξουσία με τον εκχριστιανισμό των επήλυδων στο σημερινό ελλαδικό χώρο και μέρος τής Μικράς Ασίας.
Στο απόσπασμα αυτό από την ταινία «Πολίτικη Κουζίνα», αποτυπώνεται με εύστοχο τρόπο η διαφορά ρωμιού - έλληνα. Μικρασιάτης πρόσφυγας εξηγεί στη δασκάλα τού γιού του στην Ελλάδα, ότι στο σπίτι δεν μιλάνε τούρκικα, αλλά ρωμέικα (κι όχι ελληνικά). |
Η χρήση μιας γλώσσας δεν προϋποθέτει φυλετική καταγωγή. Όπως οι σημερινοί μαύροι κάτοικοι τής Αμερικής μιλούν αγγλικά χωρίς να έχουν καμμία φυλετική σχέση με τους εγγλέζους, έτσι και παλαιότερα, πολλοί λαοί μιλούσαν ελληνικά -τα «αγγλικά» τής εποχής τους- χωρίς να έχουν καμμία φυλετική σχέση με τους αρχαίους έλληνες.
Μέχρι και την Τουρκοκρατία, πριν επιχειρηθεί ο βίαιος και αυθαίρετος σε πολλές περιπτώσεις εξελληνισμός τού λεξιλογίου των ρωμέικων, υπήρχαν σε αυτό πολλές κυρίως τούρκικες, αλλά και άλλες ξένες λέξεις, που αντικαταστάθηκαν από ελληνικές (παλαιστής αντί πεχλιβάνης, ζωέμπορος αντί τσαμπάζης κ.λπ.). Η Τουρκορωμιοσύνη πάντως, χρησιμοποιεί ακόμα πλείστες τέτοιες λέξεις.
Υποστηρίζουν αυθαίρετα διάφοροι ρωμιοί θεωρητικοί, ότι τα ποντιακά συνδέονται απ’ ευθείας με τα αρχαία ελληνικά και το χρησιμοποιούν αυτό ως επιχείρημα για την τεκμηρίωση τής υπόθεσης περί δήθεν αρχαιοελληνικής καταγωγής των ποντίων. Τις αυθαιρεσίες τους τις στηρίζουν σε διάφορα «αρχαϊκά στοιχεία», που «ανακαλύπτουν» στα ποντιακά, όπως π.χ. στη χρήση τού απαρέμφατου.
Πλείστες λέξεις τής ποντιακής είναι κυρίως τουρκικές -αλλά και λαζικές, αρμένικες, κουρδικές και γεωργιανές- ενώ επίσης πολλές είναι τούρκικες με ελληνικές καταλήξεις, ενταγμένες στο κλιτικό σύστημα. Έτσι π.χ., η τούρκικη λέξη aramak (αναζητώ) στα ποντιακά έχει την κατάληξη -εύω και κλίνεται όπως π.χ. το γυρεύω. Απαρέμφατο ή άλλα «αρχαϊκά στοιχεία» χρησιμοποιείται και σε άλλες γλώσσες, όπως π.χ. στα αγγλικά, δεν σημαίνει όμως αυτό, ότι τα αγγλικά είναι ελληνικά κι οι άγγλοι κατάγονται από... τους αρχαίους έλληνες.
Το άρθρο λόγω έκτασης έχει αναρτηθεί σε δύο μέρη.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου