ΕΛΛΑΔΑ

ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΟΙ ΤΑΦΟΙ ΤΗΣ ΡΩΞΑΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Δ;

Μπροστά σε μια μεγάλη αρχαιολογική ανακάλυψη πιθανόν να βρίσκονται τα συνεργεία της ΚΗ’ Εφορείας Κλασσικών Αρχαιοτήτων Σερρών..... Μετά από έρευνες ετών και αξιοποιώντας την ιστοριογραφία και τις προφορικές παραδόσεις της περιοχής, οι αρχαιολόγοι κατέληξαν σε μία «τούμπα» σε αγροτική περιοχή του Δήμου Αμφίπολης.

ΟΔΗΓΟΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ

Πολλοί φίλοι και φίλες μου έχουν ζητήσει να γράψω ένα αρθρο με "Οδηγίες Επιβίωσης",γιατί μπορεί σύντομα να αντιμετωπίσουμε δύσκολες καταστάσεις που να οφείλονται σε διάφορους λόγους,όπως πτώχευση και στάση πληρωμών,περίεργα και πρωτόγνωρα γεωφυσικά φαινόμενα και εγώ δεν ξέρω τι άλλο.

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ 16/10/1912

Το έργο της απελευθέρωσης της Κατερίνης ανατέθηκε στην 7η Μεραρχία του Στρατού Θεσσαλονίκης, που είχε διοικητή το Συνταγματάρχη (ΠΒ) Κλεομένη Κλεομένους. Στις.. 15 Οκτωβρίου 1912 εκδόθηκε η Διαταγή των Επιχειρήσεων.

ΠΛΑΝΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Οι πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος είναι 8. Ερμής, Αφροδίτη, Γη, Άρης, Δίας, Κρόνος, Ουρανός και Ποσειδώνας. Και έχουνε όλοι αρχαία ελληνικά ονόματα προς τιμήν των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων που θεμελίωσαν την αστρονομία. Ας γνωρίσουμε λοιπόν τα μυθικά πρόσωπα των οποίων τα ονόματα πήραν οι πλανήτες.

Η ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

Αν καλούσαμε στις μέρες μας σ’ ένα γεύμα κάποιους αρχαίους Έλληνες όπως τον... Ηρόδοτο, τον Ηρακλή ή τον Αριστοφάνη..

Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

ΜΙΝΩΙΚΟ ΗΛΙΑΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ


Ο Κρητικός ερευνητής εκφράζει τη βεβαιότητα ότι «διάβασε» ένα μέρος των ιερογλυφικών των Μινωιτών και φέρνει στο φως νέα δεδομένα για το πρώτο μινωικό ηλιακό ημερολόγιο της 3ης χιλιετίας π.Χ., το οποίο προηγήθηκε των Βαβυλωνίων 19 αιώνες

Δεκαεννέα αιώνες πριν από τους Βαβυλώνιους είχαν ανακαλύψει το ηλιακό ημερολόγιο οι Μινωίτες, όπως αποκαλύπτει στο «Εθνος» ο καθηγητής Μηνάς Τσικριτζής.
Αποτύπωση ηλιακού ημερολογίου σε μινωικό σφραγιστικό εύρημα, κατασκευασμένο από δόντι ιπποποτάμου. «Οι 12 κοιλότητες που φέρει το σφράγισμα είναι συμβολισμοί σελήνης, είναι ο χρόνος, οι 12 μήνες»

Ο Κρητικός ερευνητής, ύστερα από πολύχρονη μελέτη και διασταύρωση στοιχείων, εκφράζει τη βεβαιότητα ότι «διάβασε» ένα μέρος των ιερογλυφικών των Μινωιτών και φέρνει στο φως νέα δεδομένα για το πρώτο μινωικό ηλιακό ημερολόγιο της 3ης χιλιετίας π.Χ.
Παράλληλα καταρρίπτει την πρώτη μέχρι σήμερα προσέγγιση που είχε γίνει το 538 π.Χ. από τον Βαβυλώνιο αστρονόμο Ναμπού ? Ριμανού, ότι οι Βαβυλώνιοι ήταν εκείνοι που είχαν ανακαλύψει το ηλιακό ημερολόγιο.

Η «πυξίδα» που οδήγησε στην αποκαλυπτική έρευνα του κ. Τσικριτζή ήταν ένα σπάνιο μινωικό σφραγιστικό εύρημα του 2200 π.Χ., το οποίο και αποτέλεσε, όπως λέει ο ίδιος, το?κλειδί της ανακάλυψης για το πρώτο μινωικό ηλιακό ημερολόγιο.

Η ανακάλυψη του Κρητικού ερευνητή καταγράφεται σε υπό έκδοση ερευνητικό βιβλίο, που αναφέρεται στην αστρονομία του κρητομυκηναϊκού πολιτισμού και αναμένεται να κυκλοφορήσει στις αρχές του 2011. Στο ίδιο βιβλίο πέρα από το ηλιακό ημερολόγιο γίνεται αναφορά στο σεληνιακό και το σεληνοηλιακό ημερολόγιο και στις ιδιαιτερότητές τους, όπως επίσης και στο μηνολόγιο-εορτολόγιο.

Το μινωικό σφραγιστικό εύρημα είναι, όπως αναφέρεται, κυλινδρικό και κατασκευασμένο από δόντι ιπποπόταμου. Ο αρχαιολόγος Σακελαράκης κατά την εύρεσή του πριν από 40 χρόνια στις Αρχάνες, στην ευρύτερη περιοχή της Κνωσού, το είχε περιγράψει «ως ένα ασυνήθιστο σφραγιστικό θέμα κοιλοτήτων».

Ομως από τη σύγχρονη έρευνα-μελέτη του ευρήματος ο Μηνάς Τσικριτζής υποστηρίζει ότι «οι 12 κοιλότητες που φέρει το σφράγισμα είναι συμβολισμοί σελήνης, είναι ο χρόνος, οι 12 μήνες».

Οπως ο ίδιος εξηγεί, στο σφράγισμα καταγράφονται οι ημέρες με χαραγμένες κάθετες γραμμές, ενώ στο κέντρο υπάρχει μια απεικόνιση που το σχήμα της θυμίζει με μια απλή ματιά αυτό της Κρήτης.

Αριθμητικές πράξεις

«Το σφράγισμα αποτυπώνει το νησί των Μινωιτών στο κέντρο και το πλήθος των ημερών που περνά γύρω γύρω τους. Πιστεύουμε ότι οι αριθμητικές πράξεις επαληθεύουν το αποτέλεσμα των 365,3 ημερών και αποδεικνύει ότι οι Μινωίτες είχαν από την παλαιοανακτορική περίοδο ένα σύγχρονο ηλιακό ημερολόγιο το οποίο προηγήθηκε των Βαβυλωνίων 19 αιώνες» αναφέρει στο «Εθνος» ο κ. Τσικριτζής.

Μάλιστα παραθέτει μαθηματική πράξη με βάση τα σύμβολα της Σελήνης, του μήνες και τις παρεμβαλλόμενες ημέρες, επισημαίνοντας ότι «οι Μινωίτες παρατηρώντας το χειμερινό ηλιοστάσιο τη φάση της σελήνης και καταγράφοντας κάθε ημέρα που περνούσε, θα διαπίστωναν μετά από 365,3 ημέρες ότι ο ήλιος είχε την ίδια ακριβή θέση στην ανατολή του σταματώντας την πορεία μετατόπισής του στον ουρανό». Ο κ. Μ. Τσικριτζής, ένθερμος οπαδός του Πυθαγόρα και του Ευκλείδη, ερευνά συστηματικά τα τελευταία 20 χρόνια τον μινωικό πολιτισμό, ενώ έχει εκδώσει το βιβλίο «Ο Δίσκος της Φαιστού: οδηγός στην αποκρυπτογράφησή του».

Πριν από δύο χρόνια αποκάλυψε μια άγνωστη επιγραφή, η οποία, όπως είπε, φέρει κλασματικά σύμβολα της γραμμικής Α’ και θα αποτελέσει πιθανότατα τον «μπούσουλα» για τη λύση του μυστικού.

Η επιγραφή αποκαλύφθηκε σε έπαυλη πλησίον του αρχαίου ανακτόρου της Φαιστού και αποτελεί φαινόμενο στην παγκόσμια ιστορία των μαθηματικών.

ΧΩΡΙΣ......ΛΟΓΙΑ



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΕΙΚΟΝΑΣ ΣΤΟ ΧΑΡΤΟΝΟΜΙΣΜΑ ΤΟΥ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ......... "ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΕΥΚΡΑΤΙΔΟΥ"!!!!!!

ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΗ ΑΨΙΔΑ, ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙ ΤΩΝ ΕΝΔΟΞΩΝ ΕΠΟΧΩΝ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ.

ΕΑΝ Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΕΛΛΗΝΑΣ ΔΕΝ ΘΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΣΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ, ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΚΑΤΑΛΟΙΠΑ ΣΥΝΑΝΤΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΗ.

ΟΥΔΕΙΣ ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ, ΜΕΓΑΛΟΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ, ΣΤΡΑΤΗΛΑΤΗΣ, ΚΑΤΑΚΤΑ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ... ΤΡΙΤΩΝ. ΤΙΣ ΚΑΤΑΚΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟΝ ΤΟΥ ΚΑΙ "ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ" ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΤΟΥ.


ΟΤΑΝ ΔΕ ΟΙ "ΚΑΤΑΚΤΗΜΕΝΟΙ" ΤΟ ΑΠΟΔΕΧΟΝΤΑΙ, ΚΑΙ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΥΟΝΤΑΙ ΓΙ' ΑΥΤΟ, ΤΟΤΕ ΑΥΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΑΔΙΑΣΕΙΣΤΟ ΤΕΚΜΗΡΙΟ ΟΤΙ ΤΟΝ ΕΔΕΧΘΗΣΑΝ ΩΣ ΕΚΠΟΛΙΤΙΣΤΗ

Ακόμα και οι Ταλιμπάν είναι περισσότερο «Μακεδόνες» από τους ΣλαβοΣκοπιανούς !

ΨΕΜΜΑΤΑ........


Εδώ και δύο περίπου αιώνες, η ιουδαιοχριστιανική προπαγάνδα αναπαράγει ανεμπόδιστα τα αυθαίρετα στερεότυπά της για την ερωτική ζωή των «ειδωλολατρών» Ελλήνων και Ρωμαίων, τους οποίους παρουσιάζει ως χυδαίους ηδονοθήρες, ακόλαστους και οργιαστές, συνεχίζοντας με πιο έντεχνες μεθόδους την δυσφημιστική εκστρατεία που πρώτοι είχαν αρκετά πιο πρωτόγονα και ωμά εγκαινιάσει, για προφανείς λόγους, οι λεγόμενοι «Πατέρες» από τον 2ο έως τον 4ο μεταχριστιανικό αιώνα. Αυτή η επιστημονική πια προπαγάνδα, μέσα από κινηματογραφικές και τηλεοπτικές εικόνες και κείμενα μυθιστορημάτων ή στρατευμένων δοκιμίων, βάζει μέσα στα ανυπεράσπιστα μυαλά των ανθρώπων εικόνες που ελάχιστα έχουν να κάνουν με την ιστορική πραγματικότητα, ωστόσο είναι επαρκώς έντονες και πολλές, ικανές δηλαδή να «πείσουν» αισθαντικά τα θύματά της ότι ο Χριστιανισμός «εξημέρωσε» τρόπον τινά τα ήθη της ανθρωπότητας, τραβώντας την έξω από μια «ζωώδη» υποτιθέμενη ακολασία της.

Όλη αυτή η ογκώδης επιχείρηση εμφύτευσης αρνητικών για την αρχαιότητα στερεοτύπων μέσα στα μυαλά των ανθρώπων του χριστιανικού κόσμου, επιχείρηση που ενισχύεται παραδόξως και από την ολιγομελή βεβαίως ακριβώς αντίθετη πλευρά, εκείνων δηλαδή που μέσα σε αυτόν τον χριστιανικό κόσμο έχουν διαφοροποιηθεί προς την ελευθεριότητα (με αρχή τους κάθε είδους ερωτικώς «αποκλίνοντες» της βικτωριανής Αγγλίας), δέχθηκε προσφάτως, τον Μάϊο που μας πέρασε, ένα ισχυρότατο πλήγμα, όταν ο Δρ Άλαστερ Μπλάνσαρντ (Dr Alastair J. L. Blanchard) του Πανεπιστημίου του Σύδνεϋ, εξέδωσε το τελευταίο βιβλίο του «Sex, Vice, and Love from Antiquity to Modernity», στο οποίο αναζητάει την πραγματική εικόνα της σεξουαλικότητας των εθνικών, πέρα από όλες τις σύγχρονες φαντασιώσεις, ονειροπολήσεις ή απλές προβολές των συγχρόνων μας.

Για αυτό που έχει κάνει έως τώρα τους τελευταίους δύο αιώνες το χριστιανοτραφές τμήμα της ανθρωπότητας αναφορικά με την απεικόνιση της σεξουαλικότητας των αρχαίων εθνικών, Ελλήνων και Ρωμαίων, ο Μπλάνσαρντ χρησιμοποιεί στην αρχή ακριβώς του προλόγου του βιβλίου του την λεξικογραφική ερμηνεία του όρου «factoid» («γεγονοειδές»), ενός νεολογισμού του γνωστού αμερικανού συγγραφέα Νόρμαν Μαίηλερ σε ένα δοκίμιό του τού 1973 για την Μαίριλυν Μονρόε: «κάτι που γίνεται αποδεκτό σαν γεγονός παρά το ότι δεν είναι ή μπορεί να μην είναι, μία υπόθεση ή αυθαίρετος ισχυρισμός που αναφέρεται και επαναλαμβάνεται τόσο συχνά ώστε από τον πολύ λαό να εκλαμβάνεται ως αλήθεια».

Ο Μπλάνσαρντ υπογραμμίζει ότι η κλασική αρχαιότητα, της οποίας η σεξουαλικότητα ερμηνεύθηκε αυθαίρετα από τις δύο πλευρές του χριστιανοτραφούς κόσμου, την πλειοψηφούσα σεμνότυφη και την μειοψηφούσα ελευθεριάζουσα, εξελήφθη πολύ λανθασμένα σαν «μητέρα» της σεξουαλικής υπερβολής, με αποκλειστική πρόθεση να δικαιολογηθούν οι όποιες σύγχρονες επιλογές, που κατά κανόνα τίποτε δεν έχουν να κάνουν με αυτό που επικρατούσε στον προχριστιανικό κόσμο. Και φυσικά ανενδοίαστα στηλιτεύει ως ανυπόστατα όλα τα «γεγονοειδή» που κυκλοφόρησαν και κυκλοφορούν περί δήθεν ομαδικών ερωτικών πράξεων, εξεζητημένων ακολασιών και «διονυσιακών» οργίων των εθνικών Ελλήνων και Ρωμαίων, των οποίων όμως στην πραγματικότητα η σεξουαλική ζωή ήταν μια εντελώς ιδιωτική υπόθεση.

Για τον συγγραφέα, πρόκειται περί απλών μυθευμάτων, κατασκευών συγκεκριμένων χριστιανών συγγραφέων, παλαιών και νεοτέρων, που κοινό τους χαρακτηριστικό είναι η εχθρότητα προς την ιδέα της ανεμπόδιστης, δηλαδή φυσικής, ερωτικής εκδήλωσης που λίγο - πολύ κυριαρχούσε απανταχού της γης πριν την επικράτηση στα έθνη του μονοθεϊσμού και της ιδιόρρυθμης κοσμοαντίληψής του που «τσακώνεται με την ζωή» (όσο και με την χαρά): «όλοι αυτοί οι ηθικολόγοι παρουσίαζαν την εθνική Ρώμη σαν μια αυτοκρατορία που δήθεν κατέρρευσε επειδή είχε ελευθέρια ήθη, ενώ το ίδιο ακριβώς μύθευμα αναπαράχθηκε από νεότερους, οι οποίοι επικαλέσθηκαν τα υποτιθέμενα ελληνικά και ρωμαϊκά όργια για να δικαιολογήσουν την δική τους διεκδίκηση για ελεύθερο έρωτα».

Οι «αποδείξεις» που προσκομίζουν οι παραπάνω, ακόμα και οι αρχαιολάτρες τύπου Βίνκελμαν (Johann Joachim Winckelmann, 1717 - 1768), δεν στηρίζουν τελικά την εικόνα που διαμόρφωσαν, εξέπεμψαν και μέχρι σήμερα αναπαράγουν: το φαλλόμορφο που γέμιζε από παντού την καθημερινή ζωή, είτε σε αποτροπαϊκά είτε σε χρηστικά αντικείμενα, δεν είχε την σεξουαλική σημασία που θέλει να τους αποδίδει το χριστιανικό ή αποχριστιανοποιημένο μυαλό των δύο αιώνων που ακολούθησαν την έκρηξη του ενδιαφέροντος για αρχαιογνωσία, το οποίο εγκαινίασε ο, όπως τον αποκάλεσαν, «προφήτης και ιδρυτής ήρως της σύγχρονης αρχαιολογίας» Βίνκελμαν. Σε αυτό το θέμα, ο Μπλάνσαρντ είναι κάτι περισσότερο από σαφής όταν λέει πως «όλα αυτά που στη σύγχρονη εποχή θεωρήθηκαν έντονα σεξουαλικά σύμβολα, εκείνη την εποχή δεν είχαν ερωτική σημασία». Η ψευδής άποψη περί δήθεν «σεξομανών» παγανιστών γεννήθηκε μέσα σε αντιδιαμετρικώς αντίθετα, πλην όμως παντελώς ξένα προς το έθος των αρχαίων εθνικών μυαλά. Όντως, όσο ξένο προς το έθος των αρχαίων εθνικών ήταν το μυαλό του στερημένου βορειοαφρικανού «πατέρα» Τερτυλλιανού (Quintus Septimius Florens Tertullianus, 155 - 240, πνευματικού ιδιοκτήτη των ανατριχιαστικών διατυπώσεων «πιστεύω επειδή είναι παράλογο» και «τι κοινό έχουν ο φιλόσοφος κι ο χριστιανός; ο μαθητής της Ελλάδος κι ο μαθητής του ουρανού; ο εργαζόμενος για τη φήμη κι ο εργαζόμενος για την ζωή; ο άνθρωπος των λόγων κι ο άνθρωπος των έργων, ο χαλαστής και ο οικοδόμος; ο φίλος κι ο εχθρός της πλάνης; ο διαφθορέας της αλήθειας και ο τηρητής κι εκφραστής της, ο κλέφτης και ο φρουρός της;»), άλλο τόσο ήταν του «κολασμένου» Ιρλανδού ηδονοθήρα της ύστερης βικτωριανής εποχής Όσκαρ Ουάϊλντ (1854 - 1900, «ο μόνος τρόπος για να απαλλαγείς από έναν πειρασμό είναι να ενδώσεις σε αυτόν») που αντίθετα από τον πρώτο είχε ένα υψηλό διανοητικό επίπεδο ικανό να παράσχει ωραία κυνικά αποφθέγματα όπως το «η μάζα είναι θαυμάσια ανεκτική. Συγχωρεί τα πάντα εκτός από τη μεγαλοφυϊα» ή το «όταν οι Θεοί επιθυμούν να μας τιμωρήσουν, απαντούν στις προσευχές μας».

Ο Μπλάνσαρντ είναι επίσης «κάθετος» σε ό,τι αφορά την απάντηση στο ερώτημα περί ιδιωτικότητας ή ομαδικότητας των ερωτικών συνευρέσεων των εθνικών Ελλήνων και Ρωμαίων, τονίζοντας ότι πουθενά δεν αποδεικνύεται σε κείμενα ένα ενδιαφέρον για ομαδικό σεξ. Σε μια πρόσφατη διάλεξή του στο αρχαιολογικό Μουσείο Νίκολσον (Nicholson Museum) του Σύδνεϋ, υπογράμμισε ότι οι σύγχρονοι ηδονοθήρες που αρέσκονται σε αυτό το «άθλημα» θα πρέπει να αναζητήσουν εκτός της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας την. «ιστορική δικαίωσή» τους.

Βλάσης Γ. Ρασσιάς

ΓΝΩΣΤΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ.....ΦΑΝΤΑΡΟΣ


Η διασημότερη φωτογραφία του Β΄Παγκοσμίου πολέμου και η ιστορία του φαντάρου της φωτογραφίας…
Είναι ίσως η διασημότερη φωτογραφία του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, τραβηγμένη από τον σπουδαίο Γιουτζίν Σμιθ. Δείχνει καλύτερα από κάθε άλλη τη γενναιότητα και το θάρρος του ανώνυμου Αμερικάνου φαντάρου που πολέμησε για την ελευθερία. Με το τσιγάρο να κρέμεται μάγκικα στα χείλη, και με ένα βλέμμα που τσακίζει κόκαλα, αυτός ο στρατιώτης έγινε το σύμβολο της Μεγαλύτερης Γενιάς των Αμερικάνων. Αυτός ο στρατιώτης, όμως, δεν είναι Αμερικανός.
Λέγεται Ευάγγελος Κλωνής. Είναι Έλληνας.Ο Ατλαντικός ήταν γκρίζος, και η συννεφιά ήταν βαριά. Υπήρχε παντού η μυρωδιά της θάλασσας, και το μόνο που ακουγόταν ήταν ο ήχος των κυμάτων. Είχε φουσκοθαλασσιά, και τα αποβατικά σκάφη, τα επονομαζόμενα «σκάφη Χίγκινς», από τον ιδιοφυή μπεκρή που τα είχε σχεδιάσει, λικνίζονταν σαν καρυδότσουφλα καθώς πλησίαζαν την ακτή. Πολλοί έκαναν εμετό. Μερικοί επειδή ζαλίζονταν από τη θάλασσα.Ο Βαγγέλης είχε στο πλάι του τον Ιρλανδό, όπως πάντα. Ήταν κολλητοί φίλοι εδώ και μήνες, απ’ το Σαουθάμπτον, όπου περίμεναν πότε θα έρθει η ώρα για την απόβαση. Στέκονταν στοιβαγμένοι μέσα στο Χίγκινς με καμιά τριανταριά άλλους, όλοι τους νέοι, ντυμένοι στα χακί, με τα κράνη στο κεφάλι, και ένα μεγάλο κόκκινο «1» στον ώμο, το σήμα της 1ης Μεραρχίας Πεζικού, της θρυλικής Big Red One.
Ήταν 6 Ιουνίου του 1944. D-DayΚαι ήταν 6:30 το πρωί. Αυτό ήταν το πρώτο κύμα της απόβασης της Νορμανδίας. Ο Βαγγέλης στεκόταν σιωπηλός δίπλα στον Ιρλανδό και σκεφτόταν την Κεφαλονιά. Και μετά ο πυθμένας του Χίγκινς έγδαρε την άμμο της Όμαχα Μπιτς, και η πόρτα άνοιξε, και οι φαντάροι της Big Red One ξεχύθηκαν στο σφαγείο.
Οι Κεφαλλονίτες είναι μια ιδιόμορφη κατηγορία Ελλήνων. Πολλοί τους αποκαλούν μουρλούς, και πολλοί το παραδέχονται κιόλας, αλλά το σίγουρο είναι ότι στην ιστορία τους έχουν να παρουσιάσουν τα πιο ασυνήθιστα επιτεύγματα από όλους τους Έλληνες. Ένας από αυτούς, για παράδειγμα, ο Κωνσταντίνος Γεράκης, έγινε αντιβασιλιάς στο Σιάμ. Ένας άλλος, ο Ιωάννης Φωκάς, έκανε το 1592 τον περίπλου του Καναδά και πέρασε στον Ειρηνικό, όπου το στενό ανάμεσα στο Βανκούβερ και την ηπειρωτική χώρα έχει ακόμα το όνομά του. Ένας άλλος, ο μηχανικός Μαρίνος Χαρμπούρης, κατάφερε εν έτει 1770 να μεταφέρει ένα βράχο βάρους 2000 τόνων από ένα έλος της Φινλανδίας στην Αγία Πετρούπολη. Από ότι φαίνεται, αυτή η εκλεκτή παρέα κεφαλλονιτών ηρώων πρόκειται να υποδεχτεί ένα νέο μέλος.
Ο Ευάγγελος Κλωνής γεννήθηκε στον Άγιο Γεώργιο της κοινότητας Πάστρας στις 28 Οκτωβρίου του 1916. Ήταν το δεύτερο παιδί μιας φτωχής οικογένειας που συνολικά θα αποκτούσε οκτώ. Ο Βαγγέλης άρχισε να καπνίζει όταν ήταν τεσσάρων, άρχισε να δουλεύει όταν ήταν πέντε, και παράτησε το σχολείο στην Τρίτη Δημοτικού. Στα 14 του μετακόμισε στην Αθήνα, όπου δούλευε ο μεγαλύτερος αδερφός του. Εκεί δούλεψε σαν εισπράκτορας στο λεωφορείο ενός άλλου Κεφαλλονίτη, του Γεράσιμου Αρσένη: Φορούσε την άσπρη του στολή και έκοβε τα εισιτήρια. Ότι έβγαζε το έστελνε στη μητέρα του, αλλά τα λεφτά ήταν λίγα. Μια μέρα, όταν ήταν 16 χρονών, το λεωφορείο είχε σταματήσει στον Πειραιά, και ο Βαγγέλης είδε κάτι ναύτες να βγαίνουν από ένα καράβι, να πηγαίνουν σε ένα κοντινό κρεοπωλείο, να φορτώνουν κομμάτια κρέας στον ώμο, και να τα μεταφέρουν στο καράβι. Οι ναύτες φορούσαν άσπρες στολές. Ο Βαγγέλης πήγε αμέσως στον Αρσένη, του έδωσε τις εισπράξεις της ημέρας και του είπε: «Εγώ φεύγω. Πες στη μάνα μου ότι θα της στείλω λεφτά από την Αμερική». Και πήγε στο κρεοπωλείο, και φορτώθηκε ένα κομμάτι κρέας, και μπήκε σκυφτός στο καράβι, και κρύφτηκε στα αμπάρια.
Έμεινε κρυμμένος τρεις μέρες, όταν η δίψα, η πείνα, και οι αρουραίοι τον ανάγκασαν να παραδοθεί. Είχαν ήδη περάσει το Γιβραλτάρ, και ο καπετάνιος δεν είχε επιλογή απ’ το να τον βάλει στη δουλειά, μέχρι να πιάσουν λιμάνι. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού συμπάθησε το νεαρό, και τον έβαζε τα βράδια να τους λέει τραγούδια απ’ το νησί. Ο καπετάνιος, βλέπετε, ήταν κι αυτός κεφαλλονίτης. Όταν έφτασαν στο Λος Άντζελες, ο καπετάνιος προσφέρθηκε να εξασφαλίσει χαρτιά στον Βαγγέλη, για να τον κάνει ναυτικό, αλλά αυτός δεν ήθελε. Έτσι τον αποχαιρέτησε δίνοντάς του ένα τελευταίο δώρο, που θα τον διευκόλυνε να περάσει από τον τελωνειακό έλεγχο. Ο Βαγγέλης δεν ήξερε λέξη αγγλικά, και δεν είχε κανένα χαρτί πάνω του, έτσι όταν ήρθε η σειρά του, έκανε τον κωφάλαλο, και δεν απαντούσε σε καμία ερώτηση. Οι υπάλληλοι τον άφησαν να περάσει, επειδή ήταν όμορφος και σοβαρός, και επειδή φορούσε ένα εντυπωσιακό, επίσημο κοστούμι.
Στο Λος Άντζελες έπιασε δουλειά στο ανθοπωλείο ενός άλλου κεφαλονίτη, του Σπύρου Στεφανάτου (ο οποίος σήμερα ζει στην Κεφαλονιά –είναι 94 χρονών). Η πόλη όμως δεν του άρεσε –είχε πολύ κόσμο, και δεν είχε συνηθίσει. Μετακόμισε στο Ντένβερ του Κολοράντο, όπου δούλευε σαν πιατάς σε ένα εστιατόριο, και κάποια στιγμή πήρε και μια δικιά του καντίνα με χοτ-ντογκ και τα πούλαγε στο δρόμο. Εκτός από την ωριμότητα που είχε αποκτήσει δουλεύοντας τόσα χρόνια, μια ωριμότητα που τον έκανε να φαίνεται πολύ μεγαλύτερος από ότι ήταν, είχε και τα γονίδια με το μέρος του. Καθώς άφηνε πίσω τον εφηβικό εαυτό του, μεταμορφωνόταν σε έναν πολύ εντυπωσιακό άντρα. Δεν ήταν πολύ ψηλός, ούτε ιδιαίτερα μεγαλόσωμος, αλλά είχε πολύ καθαρό, αρρενωπό πρόσωπο, και ένα έντονο βλέμμα που έκανε αμέσως εντύπωση στις κοπελιές. Μια ελληνοπούλα τον ερωτεύτηκε, και ήθελε να τον παντρευτεί. Αυτός όμως αρνήθηκε –υποστήριξε ότι ήταν μικρός ακόμα, και έπρεπε να βοηθήσει την οικογένειά του στην Ελλάδα. Οπότε αυτή τον απείλησε ότι θα τον καταδώσει στις Αρχές, καθώς εξακολουθούσε να ζει και να δουλεύει στη χώρα παράνομα.
Ο Βαγγέλης έφυγε από το Ντένβερ και πήγε στο Σικάγο, όπου δούλεψε σε εστιατόρια και μπαρ («μπάρες», όπως τα αποκαλεί ο γιος του Νίκος), αλλά δεν του άρεσε καθόλου το κρύο, έτσι έφυγε κι από εκεί και πήγε στο Χιούστον. Εκεί τον ενοχλούσε η υγρασία, οπότε επέστρεψε στο Ντένβερ, όπου το κλίμα του άρεσε, ελπίζοντας ότι η κοπελιά θα είχε βρει κάποιον άλλο, και θα τον άφηνε ήσυχο. Έτσι έγινε, αλλά δεν έμελλε να μείνει ούτε εκεί για πολύ. Ένας κεφαλλονίτης φίλος του πρότεινε να πάνε στη Σάντα Φε του Νιου Μέξικο για να βρούνε κάποιους φίλους (κεφαλλονίτες φυσικά), και τον ακολούθησε.
Η Σάντα Φε τότε είχε 8000 κατοίκους, από τους οποίους οι 800 ήταν Έλληνες. Η κοινότητα ήταν πολύ ζωντανή, και όλα τα εστιατόρια, τα μπαρ και τα κοσμηματοπωλεία ήταν ελληνικά. Ο Βαγγέλης λάτρεψε το μέρος –όλα εκεί, ακόμα και το κλίμα, του θύμιζαν Ελλάδα. Ένας Ζακυνθινός, ο Παναγιώτης Πομόνης, τον πήρε στη δουλειά του, σε ένα μπαρ-εστιατόριο που είχε. Αυτός και η γυναίκα του Ελένη τον δέχτηκαν σαν παιδί τους, και ο Βαγγέλης τους το ανταπέδωσε δουλεύοντας σκληρά. Οι δουλειές πήγαιναν καλά, και ο Βαγγέλης γρήγορα έγινε συνέταιρος στο μαγαζί. Υπήρχε όμως ένα πρόβλημα: Εξακολουθούσε να είναι παράνομος. Όταν άρχισε ο Πόλεμος, βγήκε ένα νέο διάταγμα που καλούσε τους παράνομους μετανάστες να καταταγούν, με αντάλλαγμα την αμερικανική υπηκοότητα. Έτσι ο Βαγγέλης Κλωνής αποφάσισε να πάει στον πόλεμο.
«Ο πατέρας μου ποτέ δεν μίλαγε για τον πόλεμο», λέει ο Νίκος Κλωνής, ο δεύτερος από τους τρεις γιους το Βαγγέλη. «Δεν του άρεσε να λέει ιστορίες γι’ αυτά τα πράγματα. Και μερικές φορές, όταν τον ρωτάγαμε επίμονα, μας μάλωνε».
Η θητεία του Βαγγέλη Κλωνή είναι ένα μεγάλο μυστήριο, όχι τόσο για τα (πολλά) πράγματα που δεν ξέρουν ούτε οι πιο κοντινοί του άνθρωποι, αλλά για τις λεπτομέρειες που είναι γνωστές και επιβεβαιωμένες, οι οποίες συνθέτουν μια ημιτελή, αλλά απίστευτη ιστορία. Αυτά που ξέρουμε, από τις ιστορίες που είπε στα παιδιά του, από τα αντικείμενα που άφησε πίσω του, και από διάφορα στοιχεία από επίσημα αρχεία που έχουν ανακαλύψει οι δικοί του, πληροφορίες ανεπιβεβαίωτες αλλά πιθανότατα αληθινές, είναι τα εξής: Ο Βαγγέλης Κλωνής, μετά την κατάταξή του, ταξίδεψε στο Fort Bliss στο Τέξας όπου εκπαιδεύτηκε με το στρατό ξηράς. Χάρη στις εντυπωσιακές του επιδόσεις (ήταν άριστος σκοπευτής) τον έστειλαν στην Βιρτζίνια, στη Βάση των Πεζοναυτών. Εκεί τον κορόιδευαν επειδή δεν ήξερε καλά αγγλικά και επειδή δεν ήταν μεγαλόσωμος, στο γνωστό πνεύμα της εκπαίδευσης και της σκληραγώγησης, αλλά ο Κλωνής ήταν πλέον 25 χρονών και από αυτά είχε δουλέψει στα 20, οπότε δεν ήταν ιδιαίτερα δεκτικός σε τέτοιου είδους εκπαίδευση, και δεν χρειαζόταν άλλη σκληραγώγηση. Πλακώθηκε με κάμποσους σκληροτράχηλους marines, και τελικά μετατέθηκε πίσω στο Στρατό Ξηράς. Φεύγοντας έκλεψε αυτά τα λουριά που χρησιμοποιούσαν οι πεζοναύτες για να δένουν το καμουφλάζ στα κράνη τους. Του άρεσαν πιο πολύ από το δίχτυ που έβαζαν στο στρατό ξηράς, κι αυτό ήταν το μόνο πράγμα που κράτησε από τους Πεζοναύτες.
Στη συνέχεια πήγε στη Γιούμα της Αριζόνα, όπου εκπαιδεύτηκε στην έρημο, και μετά επέστρεψε στη Βάση της Βιρτζίνια με το Στρατό. Η εκπαίδευσή του είχε πια τελειώσει, και περίμενε να ακούσει που θα τον στείλουν, πιθανότατα στον Ειρηνικό, όταν ένας βαθμοφόρος ήρθε και τον βρήκε και του ζήτησε να μιλήσουν ιδιαιτέρως. «Σου έχω άσχημα νέα», του είπε. «Οι Γερμανοί σκότωσαν την οικογένειά σου στην Ελλάδα. Δεν έζησε κανείς. Μπορείς, αν θέλεις, να πάρεις μια άδεια και να επιστρέψεις στο σπίτι σου στην Σαντα Φε». Ο Βαγγέλης δεν ήθελε να πάει στην Σάντα Φε, μπορούσε να κλάψει κι εκεί που ήταν. Ζήτησε μόνο ένα πράγμα: «Στείλτε με στην Ευρώπη. Θέλω να πάω στους Γερμανούς».
Ο πρώτος σταθμός του Κλωνή στον πόλεμο ήταν στην Βόρεια Αφρική. Πολέμησε στην Τυνησία, πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είχε ήδη ενσωματωθεί στην 1η Μεραρχία Πεζικού, η οποία «καθάρισε» αυτό το μέτωπο στις 9 Μαΐου του ’43, με την παράδοση 40.000 Γερμανών των «Afrika Korps». Στη συνέχεια η Big Red One προχώρησε στη Σικελία την οποία απελευθέρωσε, και μετά επέστρεψε στην Αγγλία, για να προετοιμαστεί για μια άλλη μεγάλη αποστολή: Την απόβαση στη Νορμανδία. Στο Σαουθάμπτον ο Κλωνής περνούσε την ώρα του κάνοντας βόλτες με τον Ιρλανδό φίλο του (το όνομα του οποίου παραμένει άγνωστο) και παίζοντας μπαρμπούτι. Πέρασε μερικούς μήνες σχετικά ξένοιαστους, με διαλείμματα έντασης όταν οι Γερμανοί αποφάσιζαν να βομβαρδίσουν. Σε έναν από τους βομβαρδισμούς, ο Βαγγέλης πήρε στα χέρια του ένα 12χρονο τραυματισμένο κορίτσι, και το πήγε στον Ερυθρό Σταυρό. Το κορίτσι πέθανε λίγα λεπτά αργότερα, και ο Βαγγέλης πήρε το θέμα προσωπικά: Καβάλησε ένα αντιαεροπορικό και άρχισε να ρίχνει Γερμανικά αεροπλάνα μόνος του.
Καθώς έμπαινε το καλοκαίρι του ’44, οι συμμαχικές δυνάμεις προετοιμάζονταν για την μεγάλη και κρίσιμη Επιχείρηση Overlord, που θα περιλάμβανε τη μαζική απόβαση στις ακτές τις Γαλλίας. Θα ήταν μια επιχείρηση δύσκολη, γιατί οι Γερμανοί την περίμεναν. Από την έκβασή της θα κρινόταν η πορεία του πολέμου. Στις 4 Ιουνίου του ’44, δύο μέρες πριν από την D-Day, ο Στρατηγός Άιζενχάουερ που είχε αναλάβει την διοίκηση της συμμαχικής στρατιάς, επισκέφθηκε τους στρατιώτες στο Σαουθάμπτον και κουβέντιασε μαζί τους. Ο Βαγγέλης έσπευσε να δώσει τα διαπιστευτήριά του, σε μια συνομιλία που μου μετέφερε ο γιος του: «Εγώ δεν είμαι Αμερικάνος», είπε. «Έρχομαι από την Ελλάδα. Οι Γερμανοί σκότωσαν όλη μου την οικογένεια. Θα πάω στη μάχη, και δεν με νοιάζει αν πεθάνω». «Είσαι Αμερικάνος γιατί φοράς τη στολή μας», του απάντησε ο Άικ. «Θα πολεμήσεις για την καινούρια σου πατρίδα, αλλά μετά θα γυρίσεις, για να γευτείς τους καρπούς της νίκης». Και ο Βαγγέλης Κλωνής έκανε ακριβώς αυτό.
Μετά την απόβαση, τα αμερικανικά στρατεύματα διέσχισαν τη Γαλλία. Ο Βαγγέλης πολέμησε στη Μάχη των Αρδεννών στο παγωμένο Βέλγιο, μια πολύ σημαντική σύγκρουση, όπου οι Σύμμαχοι κινδύνευσαν να χάσουν τον πόλεμο. Μέχρι εκείνο το σημείο πιθανότατα εξακολουθούσε να υπηρετεί με την Big Red One, αλλά στα πράγματά του οι δικοί του βρήκαν και ένα άλλο σήμα, το σήμα των Tigers, που επισήμως ήταν γνωστοί ως 10η Μεραρχία Τεθωρακισμένων και επίσης συμμετείχαν στη Μάχη. Στα προσωπικά του αντικείμενα βρέθηκαν ακόμα τρεις διαφορετικές στολές, και τα στοιχεία συμφωνούν ότι υπηρέτησε επίσης στην 82η ( AA – All American ) και την 101η ( Screaming Eagles ) Αερομεταφερόμενη Μεραρχία, και στην 654η Μεραρχία Πυροβολικού. Δεν υπάρχει ακόμα εξήγηση για το πώς ένας στρατιώτης θα μπορούσε να πολεμήσει με τόσες διαφορετικές Μεραρχίες. Οι ενδείξεις δείχνουν ότι η θητεία του Βαγγέλη Κλωνή δεν ήταν καθόλου τυπική ή φυσιολογική. Ο Κλωνής πολέμησε στην Αυστρία, την Πολωνία, τη Γερμανία, μπήκε στο Βερολίνο και το Παρίσι, ενώ υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι πήγε και στον Ειρηνικό. Για τίποτα από όλα αυτά δεν μιλούσε, όμως, δεμένος από όρκους και διαταγές. Υπάρχουν πολλά στοιχεία που συνηγορούν ότι δεν ήταν ένας απλός φαντάρος. Πήρε ασυνήθιστα πολλά μετάλλια (η οικογένειά του αυτό τον καιρό προσπαθεί να εντοπίσει ακριβώς πόσα και ποια), και δέχτηκε και μια θερμότατη ευχαριστήρια επιστολή από τον Πρόεδρο Τρούμαν με ιδιόχειρη υπογραφή. Ο Νίκος Κλωνής έχει ρωτήσει δεκάδες βετεράνους, αλλά ακόμα δεν έχει βρει κανένα που έλαβε τέτοια επιστολή μετά τον πόλεμο.
Κάτι άλλο που ξέρουμε είναι ότι κάποια στιγμή, το 1945, βρέθηκε έξω από το Βερολίνο και, υψηλόβαθμος πλέον, πήρε μια απόφαση που έμελλε να τον οδηγήσει στο στρατοδικείο. Σύμφωνα με την ιστορία που εξομολογήθηκε στους γιους του, η ομάδα του, που συνοδευόταν από τεθωρακισμένα, είχε αποκλειστεί από έναν ορμητικό χείμαρρο που είχε 6-7 μέτρα βάθος, και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Ήξεραν ότι μια μεγάλη δύναμη Γερμανών πλησίαζε –υπολόγιζαν ότι είχαν δύο ώρες να απομακρυνθούν πριν τους φτάσουν, αλλά δεν μπορούσαν να περάσουν το χείμαρρο. Σε εκείνο το σημείο είχε γίνει μια μάχη, και υπήρχαν πολλοί νεκροί τριγύρω. «Ήταν απάνθρωπο», ομολόγησε ο Βαγγέλης Κλωνής, «αλλά δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα άλλο. Δυο ώρες είχαμε. Κατ τότε το μυαλό μου πήρε μια κεφαλλονίτικη στροφή». Έδωσε τη διαταγή, και οι φαντάροι γέμισαν το χείμαρρο με πτώματα Αμερικάνων και Γερμανών, για να μπορέσουν να περάσουν τα τεθωρακισμένα από πάνω τους.
Λίγους μήνες αργότερα, στην οικογένεια του Πομόνη έφτασε ένα γράμμα από το Υπουργείο Αμύνης: Η κυβέρνηση, μετά λύπης, ενημέρωνε τους συγγενείς και τους φίλους ότι ο Βαγγέλης είχε σκοτωθεί. Στο εστιατόριο έγινε ένα μεγάλο μνημόσυνο, και όλοι οι Έλληνες περνούσαν από εκεί για να κλάψουν. Μόνο σε μια γωνιά καθόταν και έπινε ένας Κεφαλονίτης, ο Θεοδωράτος, και έμοιαζε να μην ασχολείται. Τον ρώτησαν γιατί δεν λυπάται για τον φίλο του, και αυτός τους κοίταξε και απάντησε: «Τι να σας πω ρε μαλάκες. Αυτός ζει. Μια των ημερών θα ανοίξει την πόρτα και θα μπει μέσα. Είναι μεγάλος κερατάς. Λένε μαλακίες αυτοί, δεν τον πιάνει σφαίρα το Βαγγέλη. Δεν του κάνω μνημόσυνο εγώ». Το Γενάρη του 1946, ο Βαγγέλης Κλωνής βγήκε μαζί με τους άλλους βετεράνους από το λεωφορείο και προχώρησε προς το μαγαζί του στη Σάντα Φε. Είχε χάσει την μεταλλική του ταυτότητα, και την είχαν βρει δίπλα σε ένα πτώμα.
Μετά τον πόλεμο ο Βαγγέλης συνέχισε να δουλεύει με τους Πομόνηδες, και πάντα έστελνε λεφτά στο θείο του, τον Γεράσιμο Στάβερη στην Ελλάδα. Ένα απόγευμα, όταν πήγε στο μαγαζί να δουλέψει, ένας άλλος κεφαλλονίτης που δούλευε εκεί τον πλησίασε και του έδωσε ένα γράμμα. Από την Ελλάδα.
Το γράμμα έγραφε: «Αγαπημένε μας Βαγγέλη. Δεν ξέρουμε που είσαι, εδώ και 6-7 χρόνια. Ο Στάβερης μας βοηθά, αλλά δεν ξέρουμε αν είσαι καλά και που βρίσκεσαι. Εμείς είμαστε καλά. Περάσαμε δύσκολες στιγμές στο πόλεμο, αλλά είμαστε όλοι καλά, και θέλουμε να σε δούμε. Οι γονείς σου». Ο Βαγγέλης δεν δούλεψε εκείνο το απόγευμα. Πήρε μια μπουκάλα ουίσκι και έκατσε σε μια γωνιά με ένα φίλο και έκλαιγε. Όπως είπε αργότερα: «Έκανα και ένα μνημόσυνο για τους Γερμανούς. Σκότωσα πολλούς που δεν έπρεπε να σκοτώσω».
Το 1950, ο Βαγγέλης γύρισε στην Κεφαλονιά και είδε ξανά την οικογένειά του. Ένα από τα πρώτα πράγματα που του είπε η μάνα του ήταν: «Ξέρω ότι κυνηγάς τις γυναίκες και αυτές σε κυνηγάνε, αλλά πρέπει να βρεις μια να παντρευτείς, για να μη γυρνάς σα ρεμάλι». Και βάλθηκε να τον παντρολογεί σε όλο το νησί, καθώς είχε φτάσει πια τα 34, και ήθελε να τον δει γαμπρό. Ο Βαγγέλης όμως είχε συνηθίσει τις πολλές και όμορφες γυναίκες, και της ξεκαθάρισε ότι θα πρέπει να βρεθεί κάτι πολύ ιδιαίτερο για να τον κάνει να παντρευτεί. Από όσες έβλεπε δεν του άρεσε καμία, μέχρι που πήγε στη Σκάλα και είδε την Κική.
«Όταν τον είδα, εμένα μου άρεσε», θυμάται η Κική Κλωνή, το γένος Κουρκουμέλη, η γυναίκα του. «Ήταν πολύ όμορφος, σαν movie star, σαν τον Κλαρκ Γκέιμπλ, και ακόμα καλύτερος. Ήταν κεφαλλονίτης μάγκας». Ο Βαγγέλης όταν την είδε ζήτησε να πάει αμέσως στο σπίτι του πατέρα της. Μέσα σε μια εβδομάδα είχαν αρραβωνιαστεί. Μέσα στο μήνα παντρεύτηκαν. Επέστρεψαν στην Αμερική, και έκαναν τρία παιδιά, στη Σάντα Φε. Κάποια στιγμή η JC Penney’s έκανε μια μεγάλη προσφορά και νοίκιασε το κτίριο του εστιατορίου του Πομόνη, έτσι ο Βαγγέλης έμεινε χωρίς δουλειά. Τα παιδιά πλησίαζαν και την σχολική ηλικία, οπότε πήρε την απόφαση: «Θέλω να πάω τα παιδιά στην Κεφαλονιά, να κάνουμε άλλη μια γενιά Έλληνες».
Η οικογένεια επέστρεψε στην ρημαγμένη από το σεισμό Κεφαλονιά, και πιθανότατα θα έμεναν για πάντα εδώ, αν δεν ερχόταν η χούντα. Το καθεστώς απαιτούσε τα παιδιά να πάνε στρατό, έτσι ο Κλωνής πήρε την οικογένεια και ξαναγύρισε στη Σάντα Φε. Ο Βαγγέλης είδε τα παιδιά του να μεγαλώνουν –ο μεγαλύτερος, ο Άγγελος, έχει σπουδάσει πυρηνική φυσική και δουλεύει στο Ναυτικό. Ο Νίκος, ο δεύτερος, κρατά το μπαρ Evangelo’s στο κέντρο του Σάντα Φε, που ο Βαγγέλης άνοιξε το ’70. Ο Δήμος, ο τρίτος, είναι καρδιολόγος. Όσο περνούσαν τα χρόνια, άρχισε να λέει ιστορίες από τη ζωή του στον πόλεμο, ψήγματα πληροφοριών που έδιναν στα παιδιά και τους φίλους του μια άλλη εικόνα για τον πατέρα τους.
Όσο κι αν προσπαθούσε να τις ξεχάσει, οι εμπειρίες του από τον πόλεμο τον είχαν σημαδέψει. «Μερικές φορές, όταν έβλεπε ταινίες για τον πόλεμο στην τηλεόραση, έκλαιγε», θυμάται η γυναίκα του. «Μερικές φορές γινόταν νευρικός και μόνο που τα σκεφτόταν». Ο Βαγγέλης δεν ξαναταξίδεψε με αεροπλάνο, και δεν συμπαθούσε τη φασαρία. «Την ηρεμία την έβρισκε μόνο στη Σάντα Φε και στα Κοριάνα, στην Κεφαλονιά», θυμάται η Πελαγία Στεφανάτου, η κόρη του Σπύρου. Παρ’ όλα αυτά, ο πόλεμος εξακολουθούσε να μοιάζει μια παρένθεση στη ζωή του, και οι γνωστοί του την αντιμετώπιζαν ως τέτοια, χωρίς να δίνουν πολλή σημασία. Είχαν τον Κλωνή στο μυαλό τους ως αυτό τον γλετζέ, γοητευτικό, εξωστρεφή Έλληνα, που βωμολοχούσε ακατάσχετα και λάτρευε τις παρέες και τα τραγούδια.
Ο Βαγγέλης Κλωνής πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου του 1989. Κηδεύτηκε στα Κοριάνα, και όλοι όσοι τον ήξεραν κράτησαν μαζί τους ο καθένας τη δική του, προσωπική εικόνα γι’ αυτόν. Υπήρχε όμως μια άλλη εικόνα, πολύ διάσημη, που κυκλοφορούσε εδώ και χρόνια, αλλά κανείς δεν την είχε συνδέσει με τον Βαγγέλη. Μέχρι το 1991. «Μια μέρα», θυμάται η Κική Κλωνή, «είχα πάει με το Νίκο και τα εγγόνια μου στο εμπορικό κέντρο. Ο Νίκος είχε πάει να πάρει περιοδικά, κι εγώ πήγα με τα εγγόνια για να τους πάρω παιχνίδια. Κάποια στιγμή βλέπω το Νίκο να έρχεται τρέχοντας. «Μάνα τρέχα!» φώναζε. «Ο πατέρας!» Και εκεί, στο εξώφυλλο του περιοδικού Life, ήταν ο άντρας μου, με στρατιωτικό κράνος και ένα τσιγάρο στο στόμα, και κοίταζε βλοσυρά προς τα πίσω».
Ο Γιουτζιν Σμιθ γεννήθηκε το 1918 στο Κάνσας, και εμφάνισε μια κλίση προς τη φωτογραφία από πολύ μικρή ηλικία. Μεγαλώνοντας έγινε ένας από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ που έζησαν ποτέ, δούλεψε για το Life, το Newsweek, και άλλες μεγάλες εκδόσεις, αποκτώντας τη φήμη του λεπτολόγου καλλιτέχνη, που ήταν πρόθυμος να δουλέψει ακόμα και δύο εβδομάδες πάνω σε μια φωτογραφία για να βγάλει το αποτέλεσμα που θέλει. Πήρε διάσημες φωτογραφίες από τον πόλεμο, ανάμεσα στις οποίες και δύο λήψεις του Βαγγέλη Κλωνή: Η φωτογραφία με το τσιγάρο, και η εικόνα με το παγούρι, η οποία πριν από λίγα χρόνια έγινε γραμματόσημο στις ΗΠΑ.
«Ο Γιουτζίν Σμιθ ήταν ένας πολύ δύσκολος άνθρωπος», μου εξηγεί ο Τζέιμς Ένιαρτ, καθηγητής φωτογραφίας στο Κολέγιο της Σάντα Φε, που τον ήξερε καλά. «Είχε δαίμονες που τον κατάτρεχαν σε όλη του τη ζωή. Ήταν μια ψυχή βασανισμένη, αλλά μπορεί αυτοί οι δαίμονες να τροφοδοτούσαν την ιδιοφυία του». Ο Ένιαρτ έζησε μαζί με τον Σμιθ τα τελευταία χρόνια της ζωής του, και ήταν δίπλα του όταν πέθανε. Έχει ήδη γράψει ένα μεγάλο βιβλίο για το έργο του, και τώρα έχει ξεκινήσει έρευνες για ένα νέο βιβλίο, στο οποίο θα μελετά τη ζωή του Σμιθ παράλληλα με τη ζωή ενός από τα θέματά του: Του Βαγγέλη Κλωνή.
«Αυτοί οι άντρες είχαν πολλές ομοιότητες», μου λέει. «Ήταν εικονοκλάστες, αψηφούσαν το θάνατο, ήταν πολύ συναισθηματικοί, διψούσαν για περιπέτεια». Είχαν ακόμα παρόμοια ηλικία και έζησαν από πολύ κοντά τον πόλεμο –και κάποια στιγμή, κατά τη διάρκειά του, συναντήθηκαν.
Αυτή η συνάντηση είναι άλλο ένα μεγάλο μυστήριο.
Οι δύο φωτογραφίες του Σμιθ φέρεται ότι πάρθηκαν στο νησί Σαϊπάν του Ειρηνικού, όπου έγινε μία από τις σημαντικότερες Αμερικανο-Ιαπωνικές μάχες του πολέμου. Υπάρχει ένα πρόβλημα, όμως: Η απόβαση στο Σαϊπάν έγινε στις 15 Ιουνίου του 1944, εννέα μέρες μετά την απόβαση στη Νορμανδία.
«Το πιο πιθανό είναι ότι ο Κλωνής έφτασε εκεί κάποια στιγμή σε μια μυστική αποστολή», λέει ο Ένιαρτ. «Αλλά δεν μπορούμε να ξέρουμε ακόμα. Ξέρω ότι ο Σμιθ ταξίδευε συχνά, και απλά πρέπει να ερευνήσουμε τα ταξίδια του και όποια στοιχεία μπορούμε να βρούμε για την θητεία του Κλωνή, ώστε να μάθουμε πότε και που πάρθηκαν οι φωτογραφίες». Στην πορεία, ο Ένιαρτ ελπίζει να μάθει περισσότερα για την υπηρεσία του Κλωνή στον πόλεμο. «Οπωσδήποτε δεν ήταν μια τυπική θητεία», μου λέει. «Συμμετείχε σε υπερβολικά πολλά θέατρα επιχειρήσεων, και είχε εκπαιδευτεί για να χρησιμοποιεί σχεδόν όλα τα όπλα και όλα τα οχήματα –μπορούσε να οδηγεί ακόμα και τανκ. Φαίνεται πως ήταν κομάντο στις Ειδικές Δυνάμεις». Τα παιδιά του Βαγγέλη Κλωνή έχουν αρχίσει ήδη να ψάχνουν όποια στοιχεία μπορούν να βρουν για τη θητεία του πατέρα τους, για να διευκολύνουν την έρευνα του Ένιαρτ, και για να μάθουν την αλήθεια. Το αποτέλεσμα, όποιο κι αν είναι, θα είναι συναρπαστικό: Θα είναι η πλήρης, αληθινή ιστορία ενός Έλληνα ήρωα.
Όλα ήταν ματωμένα. Το κύμα που έσκαγε στην αμμουδιά ήταν κόκκινο. Η αμμουδιά ήταν κόκκινη. Και μετά, όταν όλα τελείωσαν, η αμμουδιά δεν φαινόταν, είχε κρυφτεί από τα πτώματα, που στην άκρη της θάλασσας παρασέρνονταν από το κόκκινο κύμα σε ένα μακάβριο λίκνισμα.
Ο Ιρλανδός ήταν δίπλα του στην αρχή. Σέρνονταν μαζί, σαν ένας άνθρωπος, πάνω στην άμμο της Όμαχα Μπιτς, ενώ γύρω τους το μόνο που ακουγόταν ήταν οι σφαίρες: Σφαίρες που σφύριζαν στον αέρα, σφαίρες που καρφώνονταν στην παραλία με ένα κούφιο «παφ» τινάζοντας την άμμο, σφαίρες που έσκαγαν στο νερό και διαπερνούσαν τα σκάφη Χίγκινς, σφαίρες που έσκιζαν σάρκες και τσάκιζαν κόκαλα. Μία σφαίρα βρήκε τον Ιρλανδό στο μέτωπο και διέλυσε το κεφάλι του. Τα μυαλά του χύθηκαν πάνω στον Βαγγέλη.
Την 6η Ιουνίου του 1944, στην δεύτερη από τις πέντε παραλίες όπου θα γινόταν η απόβαση της Νορμανδίας, την επονομαζόμενη Όμαχα Μπιτς, μόνο ένας από τους λόχους του αμερικανικού στρατού αποβιβάστηκε στο σημείο που έπρεπε. Μόνο δύο από τα 29 τανκς που θα πλαισίωναν την απόβαση έφτασαν στην ακτή. Οι βομβαρδισμοί των προηγουμένων ημερών είχαν αστοχήσει τελείως, και έτσι πλήρεις Γερμανικές δυνάμεις φυλούσαν τους λόφους πάνω από την παραλία, και ξερνούσαν μολύβι στους αβοήθητους φαντάρους της Big Red One

Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΛΠΙΖΕΙ........


Ενώ η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική του κ. Παπανδρέου αποδομεί το ΠΑΣΟΚ και απονομιμοποιεί στη συνείδηση της κοινωνίας τον λαικό και πατριωτικό χαρακτήρα του -που του χάρισε την μακροχρόνια πολιτική ηγεμονία- τα πράγματα δεν είναι ρόδινα ούτε για τη ΝΔ. Ο κ. Σαμαράς κατάφερε να σώσει τη ΝΔ από την πλήρη κατάρρευση ακόμη όμως έχει πολύ δρόμο για να κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και να μπει σε τροχιά εξουσίας.
Ο κ. Σαμαράς δείχνει ότι με την έναρξη του 2011 θα υπογραμμίσει το ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα του κόμματος. Είναι αναγκαίο κάτι τέτοιο προκειμένου να κάνει σαφείς τις διαφορές του από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και από το κόμμα του κ. Γιώργου Καρατζαφέρη και της κ. Μπακογιάννη. Ο κ. Καρατζαφέρης επιδίδεται στις γνωστές πολιτικές του κυβιστίσεις για να προσεγγίσει ξανά την λαική του βάση την οποία πρόδωσε με την ψήφιση του μνημονίου. Με την κ. Μπακογιάννη πάλι η μόνη σαφής διαφορά περιορίζεται στην τοποθέτηση απέναντι στο μνημόνιο. Όσο ο κ. Σαμαράς δεν δίνει σαφές πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα επικρατεί το «όλοι ίδιοι είναι» και κινδυνεύει να τον συμπαρασύρει η συνολική απαξίωση του πολιτικού κόσμου.
Ανάγκη για καθαρό ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα
Στο πλαίσιο αυτό ο πρόεδρος της ΝΔ αναμένεται να επιμείνει στην αντιμνημονιακή πολιτική προσδίδοντας όμως απτό περιεχόμενο στον κοινωνικό φιλελευθερισμό που είναι ο ένας πυλώνας του προγράμματός του, ενώ παράλληλα θα υπογραμμίσει την πατριωτική πολιτική της ΝΔ που είναι ο δεύτερος πυλώνας. Με την αντιμνημονιακή και πατριωτική πολιτική έχει ελπίδες να προσελκύσει και να εκφράσει ευρύτερα λαικά στρώματα αλλά και την καινούργια κατηγορία των νεόπτωχων που δημιουργούν τα οικονομικά της ύφεσης και της εξαθλίωσης που εφαρμόζει η κυβέρνηση κατ εντολήν της τρόικας. Τα πληττόμενα λαικά στρώματα και οι μικρομεσαίοι που εκπίπτουν οικονομικά και κοινωνικά μπορούν να δώσουν στη ΝΔ την κοινωνική πλειοψηφία. Σε διαφορετική περίπτωση θα παραμείνουν στο περιθώριο και θα αποτελούν εύφλεκτο κοινωνικό υλικό που θα αναμένει την πυροδότηση. Ο κ. Σαμαράς έχει την ευκαιρία να ταυτίσει τις κοινωνικές διεκδικήσεις με τα εθνικά αιτήματα και να μεγιστοποιήσει τα πολιτικά του οφέλη. Μέχρι στιγμής τέτοια ταύτιση κοινωνικών και εθνικών αιτημάτων έχει πετύχει μόνο η κεντροαριστερά πρώτα στην δεκαετία του 1960 και μετά με το ΠΑΣΟΚ στην αρχή της δεκαετίας του 80. Ας μην ξεχνούμε ότι πατρίδα δεν είναι μόνο οι κάμποι και τα βουνά αλλά και η εθνική περιουσία του ΟΤΕ που τον ξεπούλησαν στους Γερμανούς και η ΔΕΗ και μία σειρά άλλοι φορείς και οργανισμοί. Πατριωτική πολιτική με εκχώρηση του στρατηγικής εθνικής σημασίας δημόσιου τομέα δεν γίνεται.
Με τον καινούργιο χρόνο ο κ. Σαμαράς έχει προαναγγείλει ότι θα κάνει αλλαγές στην δομή και στην λειτουργία του κόμματος αλλά και στα πρόσωπα που θα επανδρώσουν το ευρύτερο ηγετικό σχήμα(μέχρι τις 15 Ιανουαρίου που θα μετακομίσουν στα νέα γραφεία επί της Συγγρού). Με αυξημένο το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών στην ουσία ο κ. Σαμαράς θα συγκροτήσει το επιτελείο μάχης με στόχο βέβαια τη νίκη ή στην χειρότερη περίπτωση μικρή ήττα.
Αν και τα πρόσωπα πάντα παίζουν συμπληρωματικό ρόλο οι επιλογές του κ. Σαμαρά θα σηματοδοτήσουν τις πολιτικές του αποφάσεις. Εν ολίγοις θα πρέπει τα πρόσωπα που θα αποτελέσουν το στενό ηγετικό επιτελείο να μπορούν να υπηρετήσουν την στρατηγική του. Είναι αμφίβολο αν μία γενιά πολιτικών της ΝΔ που έχει διαφθαρεί από τον μεσαιοχωρίτικο καιροσκοπισμό του κ. Λούλη και στην συνέχεια με τον κυβερνητισμό της αποτυχημένης πενταετίας Καραμανλή μπορούν να υπηρετήσουν «τον κοινωνικό φιλελευθερισμό και τον νέο πατριωτισμό του κ. Σαμαρά». Συμβαίνει δε το παράδοξο να μην βρίσκονται πρόθυμοι βουλευτές να βγουν στα Μέσα Ενημέρωσης για να προβάλλουν την αντιμνημονιακή και εθνική πολιτική, ή όταν βγαίνουν να στρογγυλεύουν τις θέσεις του προέδρου.
Ομολογουμένως, ο “γαλάζιος ανασχηματισμός” δεν είναι εύκολη δουλειά για τον πρόεδρο της ΝΔ ο οποίος είναι αναγκασμένος όχι μόνο να προχωρήσει με «αυτούς που έχει», ενώ απο την άλλη, ως αρχηγός μεγάλου κόμματος εξουσίας, πρέπει να κάνει συνθέσεις. Απο την άλλη μεριά, η “καθαρότητα” είναι πάντα κακός σύμβουλος, αλλά και οι συμβιβασμοί έχουν όρια.
Ένας σημαντικός αριθμός βουλευτών της ΝΔ παραμένουν κωλυμμένοι στο νεφέλωμα του μεσαίου χώρου και στην νοοτροπία της διαχείρισης. Απόψεις του είδους ότι «και εμείς κάποιο μνημόνιο θα υπογράφαμε, θα πρέπει να δείξουμε υπεύθυνη στάση και να επιδιώξουμε συναίνεση και ήρεμα νερά στα εθνικά» αποτελούν αντανάκλαση του ασπόνδυλου μεσαιοχωριτισμού και έχουν πολλούς οπαδούς μέσα στη ΝΔ.
Πρόκειται για βουλευτές δέσμιους της πολιτικής τους διαδρομής αλλά και των σχέσεών τους με επιχειρηματικά κέντρα που πιέζουν τον κ. Σαμαρά να δώσει στον κ. Παπανδρέου αυτό που έχει ανάγκη: συναίνεση. Η κοντόφθαλμη λογική τους δεν αντιλαμβάνεται ότι αν η ΝΔ δεν διαχωρίσει την θέση της μέσα από ένα σαφές πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα και δεν πείσει ότι είναι εναλλακτική δύναμη θα απαξιωθεί και η ίδια, αλλά και θα καταρρεύσει συνολικά το οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Ο κ. Σαμαράς θα πρέπει να επιμείνει στα οικονομικά της ανάπτυξης σαν εναλλακτική λύση όταν θα αποτύχει η οικονομία της ύφεσης που εφαρμόζει η τρόικα και η κατοχική κυβέρνηση. Όπως σωστά έχουν επισημάνει αναγνώστες του Antinews «το όχι στο μνημόνιο» δεν είναι πλέον επαρκές πρέπει να διαχωρίσει πλήρως την θέση του από την Τρόικα.
Στο πλαίσιο αυτό αποκτούν σημασία και τα πρόσωπα. Είναι άλλο να πάρει πχ ο κ. Άρης Σπηλιωτόπουλος μία θέση τομεάρχη και άλλο να συμπεριληφθεί στο στενό ηγετικό επιτελείο. Για τις κρίσιμες θέσεις χρειάζονται ιδεολογικοί μαχητές και όχι μεσαιοχωρίτες διαχειριστές. Παρόμοια ισχύουν και για μία σειρά νέο-φιλελεύθερων βουλευτών που πάντα αλλοιθωρίζουν προς την πλευρά της κ. Μπακογιάννη αλλά και πρώην καραμανλικών που αρνούνται να προσαρμοστούν στην συνθήκη που επιβάλλει η εποχή. Επίσης οφείλει να ομογενοποιήσει την στενή ηγετική ομάδα που μέχρι τώρα εμφάνισε έλλειμμα συνοχής και αντικρουόμενες προσωπικές στρατηγικές. Παράλληλα να κάνει πιο αποτελεσματικό το επικοινωνιακό επιτελείο μοιράζοντας ρόλους. Δεν μπορεί για παράδειγμα ο Σαμαράς να προβάλλει την εθνική του πολιτική και στελέχη του ηγετικού επιτελείου να δίνουν διαβεβαιώσεις σε παράγοντες του εσωτερικού και του εξωτερικού ότι η ΝΔ θα κινηθεί συναινετικά στα εξωτερικά θέματα…

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ




Ο πρώτος στόχος των βίαιων μέτρων εις βάρος των εργαζομένων που λαμβάνονται από την ελληνική κυβέρνηση στο πλαίσιο του περιβόητου μνημονίου είναι, ως γνωστόν, οι δημόσιοι υπάλληλοι. Αυτοί ήταν οι πρώτοι που είδαν τις αποδοχές τους να περικόπτονται, τις συντάξεις τους να περιστέλλονται και τις θέσεις εργασίας τους να απειλούνται άμεσα.

Προκειμένου να γίνουν αποδεκτά αυτά τα σκληρά μέτρα ως «υποχρεωτική λύση» και «μονόδρομος» για να αντιμετωπιστεί το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας, έπρεπε πρώτα να βομβαρδιστεί η κοινή γνώμη με μια σειρά από απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για τον τρόπο διορισμού, το ρόλο και την απόδοση των εργαζομένων του δημόσιου τομέα. Αλλωστε, δεν είναι δύσκολο για μια χώρα με αυτό το επίπεδο δημόσιας διοίκησης και το πανίσχυρο πελατειακό σύστημα να πειστεί κάθε πολίτης να στρέψει τα πυρά του στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα. Ακόμα και οι ίδιοι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν τρέφουν την παραμικρή εκτίμηση για συναδέλφους τους άλλων κλάδων, γιατί έχουν κι αυτοί υποφέρει από τις ανεπάρκειες και τις αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης.

Ο στόχος, λοιπόν, της προπαγανδιστικής εκστρατείας ήταν εύκολος. Και κεντρικό στοιχείο του ο χιλιοδιατυπωμένος ισχυρισμός ότι στην Ελλάδα έχουμε υπερβολικό αριθμό δημόσιων υπαλλήλων και πάση θυσία πρέπει να τον μειώσουμε. Ομως ο λεγόμενος υπερπληθυσμός των δημόσιων υπαλλήλων είναι μια κοινοτοπία που δεν στηρίζεται στα πραγματικά δεδομένα. Είναι ένας ακόμα «αστικός μύθος» από τους πολλούς που κυκλοφορούν στη χώρα μας. Μόνο που αυτός ο μύθος καλύπτει και εξυπηρετεί συγκεκριμένα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.

Η κολοκυθιά του Δημοσίου

Για να συντηρηθεί ο μύθος του υπερπληθυσμού των δημόσιων υπαλλήλων υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι να διατηρείται μια σύγχυση για τον ακριβή τους αριθμό, τις επί μέρους κατηγορίες εργαζομένων που υπάγονται στο δημόσιο τομέα και τον τρόπο πληρωμής τους. Λες και υπάρχει ένα αξεδιάλυτο μυστήριο, το οποίο επί χρόνια αναπαράγεται χωρίς κανείς να μπορεί να το λύσει. «Κρύβουν τον αριθμό των υπαλλήλων» έγραφε για την προηγούμενη κυβέρνηση το «Βήμα», καταγγέλλοντας ότι «η κυβέρνηση δίνει ψεύτικα στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Ενωση για τους εργαζομένους στο Δημόσιο» (26.5.09).
Παρόμοιες καταγγελίες βλέπουν κάθε λίγο και λιγάκι το φως της δημοσιότητας, ενώ οι αριθμοί που αναφέρονται σπάνια συμπίπτουν.

Μιλώντας στο Συνέδριο του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Πληροφορικής και Επικοινωνιών ο πρωθυπουργός είχε προβεί στις αρχές Μαΐου σε μια αναπάντεχη ομολογία: «Οταν ήρθαν οι διαπραγματευτές της λεγόμενης τρόικας», διηγήθηκε ο κ. Παπανδρέου, «περνούσαν από τα υπουργεία και ρωτούσαν τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Ηταν αδύνατο να δοθεί σωστή απάντηση. Αδύνατον να γνωρίζει το ελληνικό κράτος πόσοι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Οπως καταλαβαίνετε, δεν βοηθάει σε μια διαπραγμάτευση, ούτε στην αξιοπιστία μας, όταν εμείς δεν μπορούμε να πούμε πόσοι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Αρα λοιπόν η Ενιαία Αρχή Πληρωμής θα μας επιτρέψει να καταγράψουμε καταρχήν τους δημόσιους υπαλλήλους. Αλλά επειδή αυτό δεν είναι απλό, διότι ξέρετε πόσο τα υπουργεία είναι φέουδα μεταξύ τους και μέσα στα υπουργεία υπάρχουν άλλα, μικρότερα φέουδα, περιμένουμε μια ημερομηνία από το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Εσωτερικών, οπότε θα γίνει απογραφή των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι θα ανεβάσουν τα στοιχεία τους στο Διαδίκτυο, βεβαίως με τη βοήθεια του διοικητικού προϊσταμένου της κάθε υπηρεσίας».

Από τα πιο επίσημα χείλη, λοιπόν, διατυπώθηκε η θεωρία της «άγνοιας» για τον αριθμό των δημόσιων υπαλλήλων. Κατόπιν αυτού, θα περίμενε κανείς να δοθεί με την ίδια επισημότητα η λύση του μυστηρίου με την ολοκλήρωση της απογραφής που έφερε σε πέρας η κυβέρνηση το καλοκαίρι. Πού τέτοια τύχη! Με χαμηλούς τόνους ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα της απογραφής από τους κυρίους Ραγκούση και Παπακωνσταντίνου στις 30 Ιουλίου. Αντίθετα από όσα τερατώδη νούμερα ακούγονταν μέχρι τότε, τα αποτελέσματα της απογραφής αποδείκνυαν ότι ο λεγόμενος «υπερπληθυσμός» του Δημοσίου δεν στηρίζεται στα πραγματικά δεδομένα. Το σύνολο των υπαλλήλων που καταγράφτηκε έφτασε τους 768.009, περιλαμβάνοντας τους μόνιμους υπάλληλους, τους δικαστικούς και τους δημόσιους λειτουργούς (625.738), τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (53.833), τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου (44.811), τους συμβασιούχους έργου (14.345), τους αιρετούς (12.609) και άλλες πιο ολιγάριθμες κατηγορίες. Μάλιστα και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των απογραφέντων υπαλλήλων ήταν πολύ ικανοποιητικά, με το 39% να έχει πανεπιστημιακή εκπαίδευση και το 28% δευτεροβάθμια, ενώ το 9% έχει τεχνολογική εκπαίδευση. Υπάρχει και ένα αξιοπρόσεκτο 10% με μεταπτυχιακό ή διδακτορικό δίπλωμα.

Οι αριθμοί αυτοί δεν είναι τελικοί, επειδή μπορεί να έχουν γίνει λάθη και γι’ αυτό ελέγχονται. Σύμφωνα, όμως, με τις δηλώσεις των αρμόδιων, τα «λάθη» αυτά προέρχονται κυρίως από ορισμένους που δεν έπρεπε να απογραφούν (συνταξιούχοι ή «υποψήφιοι» υπάλληλοι) και έσπευσαν να το κάνουν για να μη χάσουν. Σε κάθε περίπτωση τα τελικά νούμερα δεν προβλέπεται να αποκλίνουν σημαντικά.

Και ποιο είναι τώρα το συμπέρασμα; Η κυβέρνηση δεν σχολίασε το τελικό νούμερο, το οποίο η ίδια είχε δηλώσει ότι δεν γνώριζε. Οι μόνιμοι επικριτές του δημόσιου τομέα και οι λάτρεις του μνημονίου απέφυγαν κι αυτοί να τοποθετηθούν άμεσα.


Το αποτέλεσμα της απογραφής δεν προκαλεί καμιά έκπληξη. Ο ισχύων προϋπολογισμός του κράτους έχει -όπως είναι φυσικό- υπολογίσει τον αριθμό των δημόσιων υπαλλήλων που πρέπει να πληρώσει. Ο σχετικός πίνακας που περιλαμβάνεται στη σελίδα 74 της εισηγητικής του έκθεσης καταγράφει τους υπαλλήλους (τακτικούς-μόνιμους, αορίστου και ορισμένου χρόνου) και ανεβάζει τον αριθμό τους σε 511.913 στις 30.6.09, ελάχιστα αυξημένο από τον αντίστοιχο των δύο προηγουμένων χρόνων (506.680 το 2008 και 503.170 το 2007). Αν συνυπολογιστεί ο αριθμός των στρατιωτικών και ορισμένων μικρότερων κατηγοριών που καταγράφονται σε άλλα σημεία του προϋπολογισμού, φτάνουμε στον ίδιο αριθμό, δηλαδή 760.000.
Οπως, μάλιστα, επισημάνθηκε πρόσφατα («Το Παρόν», 6.9.10), ο τελικός αριθμός της απογραφής ταυτίζεται με τον ήδη γνωστό αριθμό των υπαλλήλων που περιλαμβάνεται στον πίνακα του τελευταίου τριμήνου του 2009 του υπουργείου Εσωτερικών. Σύμφωνα μ’ αυτόν τον πίνακα, αν προστεθούν οι μόνιμοι υπάλληλοι και οι υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (οι δύο κατηγορίες δηλαδή που αφορούν το 80% των δημόσιων υπαλλήλων) εμφανίζονται να υπηρετούν 689.966 υπάλληλοι στο τέλος του 2009. Ο αντίστοιχος αριθμός της απογραφής είναι 679.571, διαπιστώνουμε δηλαδή μια εντυπωσιακή προσέγγιση των δύο υπολογισμών, αν ληφθεί υπόψη ότι σχεδόν 10.000 υπάλληλοι συνταξιοδοτήθηκαν σ’ αυτό το διάστημα και βέβαια δεν αντικαταστάθηκαν από νέους.

Το μόνο που δεν μπορεί, λοιπόν, να πει κανείς είναι ότι όλα αυτά ήταν άγνωστα.

Το ΕΒΕΑ και οι «εκτιμήσεις» του

Μόλις τέσσερις μήνες πριν από την απογραφή, τον Απρίλιο, είχαν κυκλοφορήσει σε πολλές εφημερίδες ταυτόχρονα μία ακόμα φορά εντυπωσιακά πρωτοσέλιδα για τον αριθμό των δημόσιων υπαλλήλων. Πιο γλαφυρή η «Ημερησία»: «Εφτασαν το 1,1 εκατ. οι δημόσιοι υπάλληλοι. Γέμισε το Δημόσιο με υπαλλήλους. Το αδιαχώρητο προκλήθηκε σταδιακά όλα τα τελευταία χρόνια και οι δημόσιοι υπάλληλοι έφτασαν σήμερα τους 1.100.000». Σε άλλο σημείο η εφημερίδα αναφέρει ότι «ο αριθμός του συνολικού αριθμού (sic) των απασχολουμένων στο Δημόσιο προκαλεί ίλιγγο και δικαιολογεί τη δεινή θέση που έχει περιέλθει η οικονομία της χώρας».
Οπως επισήμαινε η εφημερίδα, «τα στοιχεία σοκ για την κατάσταση στον δημόσιο τομέα περιλαμβάνονται σε Εκθεση του Κέντρου Μελετών και Ερευνών του ΕΒΕΑ», την οποία έδωσε στη δημοσιότητα ο πρόεδρός του Κ. Μίχαλος. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι κυμαίνονται γύρω στο 40% του συνόλου, ενώ οι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου ξεπερνούν το 50% και φτάνουν τους 550.000.

Παρόμοια ρεπορτάζ, βασισμένα στην έρευνα του ΕΒΕΑ, φιλοξενήθηκαν σε όλο το φάσμα του τύπου. «Στη χώρα μας», έγραφε το «Εθνος» (24.4.10), «ένας στους δέκα Ελληνες έχει εργασιακή σχέση με το Δημόσιο, είτε ως μόνιμος υπάλληλος είτε ως εποχικός, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξήγαγε το Κέντρο Μελετών και Ερευνών του ΕΒΕΑ. Το υπεράριθμο των δημόσιων υπαλλήλων χαρακτηρίζεται από το ΕΒΕΑ ως βασική αιτία της δεινής δημοσιονομικής κατάστασης που έχει περιέλθει η χώρα αφού, σύμφωνα με εκτιμήσεις, το δημόσιο έλλειμμα διογκώνεται λόγω της υψηλής μισθοδοσίας των κρατικών υπαλλήλων που αγγίζει το 40% του ΑΕΠ, σε συνδυασμό με τη χαμηλή παραγωγικότητα του δημόσιου τομέα. Η συγκεκριμένη έρευνα ανεβάζει τον αριθμό των πάσης φύσης συμβασιούχων υπαλλήλων του Δημοσίου για το 2009 σε 550.000, οι οποίοι είναι συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου ή έργου, απασχολούμενοι μερικής απασχόλησης ή με προγράμματα μαθητείας (Stage) και ωρομίσθιοι».

Πιο προσεκτική η «Καθημερινή» (2.5.10), αποφεύγει να υιοθετήσει τον αριθμό 1.100.000, αλλά δεν παραλείπει την έμμεση αναφορά του: «Στη χώρα μας σχεδόν 1 στους 10 Ελληνες έχει εργασιακή σχέση με το Δημόσιο, είτε ως μόνιμος υπάλληλος, είτε ως συμβασιούχος, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα που διεξήγαγε το Κέντρο Μελετών και Ερευνών του ΕΒΕΑ (Εμπορικό και Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθηνών)». Ο πίνακας, βέβαια, που παραθέτει η εφημερίδα περιλαμβάνει τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας και καταλήγει σε ένα σύνολο 759.084 ατόμων, πολύ κοντά δηλαδή στον αριθμό της απογραφής.
Δύο βδομάδες μετά την έκθεση του ΕΒΕΑ υπογραφόταν από την ελληνική κυβέρνηση το μνημόνιο.

Μετά τα αποτελέσματα της απογραφής που δεν επιβεβαιώνουν τα «στοιχεία σοκ» αναζητήσαμε την Εκθεση του Κέντρου Μελετών και Ερευνών του ΕΒΕΑ. Για λόγους που στην αρχή δεν καταλάβαμε η έκθεση αυτή δεν έχει αναρτηθεί στον ενημερωμένο και πλούσιο ιστότοπο του επιμελητηρίου. Το γραφείο τύπου του ΕΒΕΑ είχε την καλοσύνη να μας τη στείλει, με τη διακριτική παρατήρηση ότι πρόκειται «για συλλογή στοιχείων από το ΚΕΜΕ – ΕΒΕΑ μέσω των αρμόδιων δημοσίων υπηρεσιών -και όχι μελέτη- για τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων στην Ελλάδα». Μόλις την πήραμε στα χέρια μας διαπιστώσαμε ότι πρόκειται για ένα κείμενο μιας σελίδας και 250 λέξεων. Φέρει τη σφραγίδα του «Κέντρου Μελετών και Ερευνας του ΕΒΕΑ» και τιτλοφορείται «Οι υπάλληλοι του δημοσίου τομέα στην Ελλάδα». Στην πρώτη παράγραφο το κείμενο επαναλαμβάνει τα περί άγνωστων στοιχείων: «Εντονη φημολογία και ατέρμονες εκτιμήσεις επικρατούν σχετικά με τον αριθμό των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα εδώ και αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Τα επίσημα στοιχεία που παρουσιάζονται σε κρατικούς και διεθνείς στατιστικούς φορείς τείνουν να είναι ελλιπή καθώς στον συνολικό αριθμό δεν συγκαταλέγονται οι εποχικοί υπάλληλοι, οι υπάλληλοι με συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου και οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου».

Αξιόπιστες… πηγές

Στη δεύτερη παράγραφο αντιγράφονται τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας που οδηγούν στο μετριοπαθές νούμερο των 370.517 (χωρίς τους στρατιωτικούς που υπολογίζει σε 177.600) και στο τέλος υπάρχει το «ζουμί». Το κείμενο παρατηρεί ότι σ’ αυτούς τους αριθμούς «δεν συμπεριλαμβάνονται οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου οι οποίες υπερβαίνουν τις 550.000». Προσθέτοντας αυτό τον αριθμό στον πρώτο, το κείμενο οδηγείται στο συμπέρασμα ότι «το σύνολο των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα ανέρχεται, κατά προσέγγιση, στο 1.100.000». Και το ΕΒΕΑ καταλήγει με μια αυτοεπιβεβαίωση: «Τα αποτελέσματα αυτά αποδεικνύουν ότι οι εκτιμήσεις πως ο συνολικός αριθμός των υπαλλήλων που απασχολούνται στο δημόσιο τομέα υπερβαίνει το 1.000.000 είναι ακριβείς».

Οσο για τις πηγές του ΕΒΕΑ, εκτός από τη Στατιστική Υπηρεσία εμφανίζονται δύο δικτυακές εγκυκλοπαίδειες, η «Wikipedia» και η «Encyclopedia of the Nations». Με πηγή, μάλιστα την «Wikipedia», το ΕΒΕΑ συγκαταλέγει στους δημόσιους υπαλλήλους όλο το «ενεργό στρατιωτικό προσωπικό» (177.600), μαζί δηλαδή και τους στρατεύσιμους! Αλλά για τον κρίσιμο αριθμό των 550.000 το ΕΒΕΑ δεν δίνει καμιά εξήγηση. Σε υποσημείωση αναφέρει μόνο ότι προκύπτει «βάσει εκτιμήσεων». Ποιες εκτιμήσεις; Ποιανού; Αγνωστο. Το σίγουρο είναι ότι ακριβώς οι ίδιοι αριθμοί είχαν δημοσιευτεί ένα χρόνο νωρίτερα στο «Βήμα» (26.5.09). Και εκεί διαβάζουμε τον αριθμό 550.000, ο οποίος αναφέρεται και πάλι «κατ’ εκτίμηση».

Αλλά και μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων της απογραφής μεγάλη μερίδα του τύπου εξακολουθούσε να μιλά για 950.000 ή και 1.000.000. «Ολοταχώς προς το εκατομμύριο οι δημόσιοι υπάλληλοι» σχολίαζε η «Ημερησία» (31.7.10), ενώ το «Εθνος» πριν ακόμα από την ολοκλήρωση της απογραφής (23.7.10) πρόβλεπε ότι «Η απογραφή δείχνει κράτος μαμούθ».
Μάταια η Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ επιχειρούσε να πει τα αυτονόητα, ότι δηλαδή «οι αριθμοί διαψεύδουν μια συστηματική και χρόνια παραποίηση, διαστρέβλωση της πραγματικότητας με τα περί ενάμιση, δύο, ακόμη και δυόμισι εκατομμύρια δημοσίων υπαλλήλων». Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της απογραφής, η ΑΔΕΔΥ σημείωνε ότι «αποδεικνύεται ότι τόσο σε αριθμό όσο και σε μισθολογική δαπάνη είμαστε κάτω από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης».

Οσοι εξακολουθούν να μιλούν για τεράστια νούμερα βασίζονται στο γεγονός ότι δεν περιελήφθησαν στην απογραφή εργαζόμενοι σε ΔΕΚΟ και Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου. Αλλά αυτό που ονομάζεται σήμερα «ευρύτερος δημόσιος τομέας» είναι από καιρό μόνο κατ’ όνομα δημόσιος. Χαρακτηριστικό ότι σ’ αυτό το ένα εκατομμύριο που υπολογίζεται από μεγάλη μερίδα του τύπου ότι θα φτάσουν οι δημόσιοι υπάλληλοι αν υπολογιστούν κι αυτές οι κατηγορίες, περιλαμβάνονται «μισθοδοτούμενοι ή μη από τον κρατικό προϋπολογισμό» («Το Βήμα», 1.8.10). Αλλά αν δεν μισθοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό, με ποια λογική συγκαταλέγονται στους δημόσιους υπαλλήλους;

Μήπως είναι λίγοι;

Η ΑΔΕΔΥ έχει δίκιο. Ο απόλυτος αριθμός των δημόσιων υπαλλήλων στην κάθε χώρα δεν μπορεί να κριθεί αν δεν συγκριθεί με τον αντίστοιχο αριθμό υπαλλήλων σε ομοειδείς χώρες. Προς μεγάλη απογοήτευση των προπαγανδιστών του μνημονίου, η σύγκριση αυτή αποδεικνύει ότι ο ισχυρισμός περί «υπερπληθυσμού» των δημόσιων υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι εντελώς έωλος. Το επιβεβαιώνει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο μια επιστημονική έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της «Εκθεσης Ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής» και υπογράφεται από τέσσερις ερευνητές του Αυστριακού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών και των Πανεπιστημίων του Στρασβούργου και του Μαγδεμβούργου («The size and performance of public sector activities in Europe»).

Τα συμπεράσματα της έρευνας αυτής, όπως αποτυπώνονται και στα διαγράμματα που δημοσιεύουμε, εμφανίζουν την Ελλάδα σε μια σχετικά χαμηλή θέση ως προς τον αριθμό των δημόσιων υπαλλήλων που διατηρεί σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ εξίσου χαμηλή είναι η επίδοση της χώρας μας στο ποσοστό των εργαζομένων στο Δημόσιο σε σχέση με το σύνολο των εργαζομένων. Και μάλιστα αυτά τα στοιχεία ισχύουν για τις τελευταίες τρεις δεκαετίες!

Στον πίνακα που καταγράφει το ποσοστό των δημόσιων υπαλλήλων επί του συνόλου των εργαζομένων κάθε χώρας, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 14η θέση επί συνόλου 17 ευρωπαϊκών κρατών, με επίδοση 11,4%. Βρίσκεται δηλαδή πολύ κάτω από την πρώτη στην κατάταξη Σουηδία (30%) ή τη Δανία (29%), τις χώρες που υποτίθεται ότι αποτελούσαν το προεκλογικό πρότυπο του σημερινού πρωθυπουργού. Αλλά η Ελλάδα υπολείπεται πολύ και από τη Γαλλία (21,2%) και τη Μεγάλη Βρετανία (17,8%), παρά τις έντονες περικοπές της τελευταίας. Η χώρα μας ξεπερνά -και μάλιστα ελάχιστα- μόνο την Ιρλανδία (11,0%), την Ολλανδία (10,7%) και τη Γερμανία (10,2%). Οπως παρατηρεί η μελέτη, η θέση της Ελλάδας στην κατάταξη αυτή παραμένει τις τελευταίες δεκαετίες σταθερή.

Ανάλογα ευρήματα δείχνει η έρευνα και όταν συγκρίνει τις δημόσιες δαπάνες στην Ευρώπη ως ποσοστό του ΑΕΠ κάθε χώρας. Και εδώ η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά σε χαμηλότερη θέση από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, αυτό που παρατηρείται στην Ελλάδα δεν είναι ούτε εξαιρετική διόγκωση του αριθμού των δημόσιων υπαλλήλων ούτε η αδυναμία καταμέτρησής τους. Υπάρχει μια σκόπιμη σύγχυση μεταξύ των διάφορων τύπων εργασιακών σχέσεων που έχουν αρχίσει να εισάγονται στο Δημόσιο από τη στιγμή που ιδιωτικοποιούνται με τον έναν ή άλλο τρόπο διάφοροι τομείς, υπηρεσίες ή κλάδοι του Δημοσίου. Αυτός ο περίφημος αριθμός 550.000, τον οποίο όλοι επικαλούνται με βάση «εκτιμήσεις τους», δεν είναι τίποτα άλλο παρά το φάντασμα όλων αυτών των νέων «ελαστικών» θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν στο περιθώριο και εις βάρος του δημόσιου τομέα (stages, διμηνίτες, εποχικοί, κ.λπ.). Αλλά αυτοί είναι τα πρώτα θύματα της νέας πολιτικής. Οι ίδιοι οι εκπρόσωποι των δύο κυβερνητικών κομμάτων ανακοινώνουν ότι ο αριθμός των συμβασιούχων αυτών μειώνεται, αλλά τα παπαγαλάκια τους δεν τους πιστεύουν. Ο Προκόπης Παυλόπουλος δήλωνε λίγο πριν από τις εκλογές ότι «ο αριθμός των συμβασιούχων παρά τις προκλητικά παραπλανητικές ανακοινώσεις του ΠΑΣΟΚ συνεχώς μειώνεται» («Real News», 8.9.09). Και ο διάδοχός του Γιάννης Ραγκούσης επαναλάμβανε λίγους μήνες αργότερα: «Οι θέσεις συμβασιούχων είναι μειωμένες κατά 35%» («Το Βήμα», 21.3.10).
Κάτω από την πίεση των μύθων που οι ίδιοι συντηρούσαν τόσα χρόνια, οι κυβερνώντες υιοθετούν την πιο σκληρή εφαρμογή του μνημονίου, περικόπτοντας με κάθε τίμημα θέσεις εργασίας.

Από ειρωνεία της τύχης, η αιφνίδια διόγκωση του αριθμού των μελών του υπουργικού συμβουλίου κατά τον πρόσφατο ανασχηματισμό προσφέρει ένα σοβαρό αντεπιχείρημα σε όσους πιπιλίζουν την καραμέλα του μικρού και «οικονομικού» δημόσιου τομέα -κι ανάμεσά τους βέβαια συγκαταλέγεται και ο πρωθυπουργός.

Τα 48 μέλη της νέας κυβέρνησης υποδείχτηκαν ήδη ως αντίφαση από την αντιπολίτευση.
Αλλά είναι κάτι περισσότερο απ’ αυτό. Η συγκριτική μελέτη για το «Μέγεθος και την απόδοση των δραστηριοτήτων του δημόσιου τομέα στην Ευρώπη», που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (βλ. διπλανές στήλες) καταλήγει σε ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με το πώς επιδρά στην απόδοση μιας διακυβέρνησης το μέγεθος του δημόσιου τομέα. Οπως ήταν αναμενόμενο, η μελέτη καταρχήν αποδέχεται τις διαπιστώσεις που κυριαρχούν στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης και συντηρητικής Ευρωπαϊκής Ενωσης, ότι δηλαδή κράτη με μικρό δημόσιο τομέα (όσα δηλαδή κρατούν τις δημόσιες δαπάνες τους κάτω από το 40% του ΑΕΠ) επιτυγχάνουν κατά κανόνα καλύτερες οικονομικές επιδόσεις από κράτη με δημόσιο τομέα μεσαίου μεγέθους (40-50% του ΑΕΠ) ή και μεγάλου (πάνω από 50% του ΑΕΠ). Το τι ακριβώς εννοούν οι συντάκτες με «καλύτερες επιδόσεις», το αναλύουν στη συνέχεια: «Οι μικροί δημόσιοι τομείς λειτουργούν καλύτερα στη διοίκηση, τη σταθερότητα και την οικονομική επίδοση, ενώ οι μεγάλοι δημόσιοι τομείς εξασφαλίζουν καλύτερη διανομή των εισοδημάτων». Μ’ άλλα λόγια, το μέγεθος του δημόσιου τομέα έχει ένα σαφή ταξικό χαρακτήρα.
Αναφερόμενοι και σε άλλες προγενέστερες μελέτες οι τέσσερις συντάκτες της έρευνας που παρουσιάζουμε διαπιστώνουν ότι «η συγκριτική ανάλυση διάφορων δεικτών υποδεικνύει ότι χώρες με μεγάλο δημόσιο τομέα είναι λιγότερο διεφθαρμένες, παρουσιάζουν λιγότερες γραφειοκρατικές καθυστερήσεις, διαθέτουν καλύτερες παροχές δημόσιων αγαθών, αλλά επίσης και υψηλότερα ποσοστά φορολόγησης. Το πιο ενδιαφέρον αποτέλεσμα αυτών των συσχετίσεων είναι ότι κατά μέσο όρο οι διακυβερνήσεις με μεγάλο δημόσιο τομέα αποδίδουν καλύτερα (ακόμα και στα ζητήματα επιχειρηματικών ρυθμίσεων, γραφειοκρατικών καθυστερήσεων και ποιότητας στις υποδομές)».
Οι διαπιστώσεις αυτές της μελέτης μοιάζουν εντυπωσιακά με τα επιχειρήματα που επικαλείται ο πρωθυπουργός για να δικαιολογήσει τη συγκρότηση του νέου πολυπληθούς υπουργικού συμβουλίου. Μόνο που αυτά τα επιχειρήματα τα ξεχνούν τα στελέχη της κυβέρνησης όταν αναφέρονται στο σύνολο του κρατικού μηχανισμού και όχι μόνο στο επιτελείο του.
Η σχέση μεγέθους και αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα γίνεται περισσότερο κατανοητή όταν εξετάσει κανείς κάθε συγκεκριμένο κλάδο χωριστά. Ας περιοριστούμε στο παράδειγμα του πιο πολυπληθούς κλάδου, του χώρου δηλαδή της εκπαίδευσης, στον οποίο υπηρετούν πάνω από 125.000 άτομα (σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν πριν ακόμα συμπληρωθεί η απογραφή). Είναι σίγουρο ότι ο χώρος της εκπαίδευσης είναι το πρώτο θύμα της νέας πολιτικής. Η συρρίκνωσή του είναι δεδομένη, όπως δεδομένες είναι και οι βλαβερές συνέπειες της μείωσης του αριθμού των εκπαιδευτικών ή της αντικατάστασής τους σε μεγάλο βαθμό από «εποχικούς» ωρομίσθιους.
Σε μια από τις πρόσφατες έρευνές μας είχαμε διαπιστώσει ότι φέτος για πρώτη χρονιά καθυστερούσαν οι αποσπάσεις των εκπαιδευτικών για τα ΣΔΕ (Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, βλ. «Σχολεία ενός κατώτερου Θεού», «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» 18.7.10). Το υπουργείο αντέδρασε και υποσχέθηκε ότι οι αποσπάσεις θα πραγματοποιηθούν πριν από την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου και απέδωσε σε «φήμες» κάθε άλλη σκέψη. Τελικά το ρεπορτάζ επιβεβαιώθηκε. Οι αποσπάσεις υπογράφτηκαν μόλις την περασμένη Τρίτη αφού πρώτα εκατοντάδες ειδικευμένοι εκπαιδευτικοί υποχρεώθηκαν να παρουσιαστούν στα σχολεία όπου είχαν οργανικές θέσεις πριν αποσπαστούν στα ΣΔΕ. Το ίδιο συνέβη και με τα Κέντρα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Ο λόγος της καθυστέρησης ήταν να εμφανιστεί μια εικονική πληρότητα στα σχολεία με την παρουσία των αποσπασμένων στις οργανικές τους θέσεις. Βέβαια μόλις γίνουν οι αποσπάσεις η πλασματική αυτή εικόνα θα ανατραπεί, με αποτέλεσμα νέα και μεγαλύτερη αναστάτωση.
Μπορεί οι αλχημείες του υπουργείου να έσωσαν την εικόνα της πρώτης μέρας στα σχολεία, αλλά οι χειρισμοί αυτοί σε συνδυασμό με την επικείμενη αποχώρηση λόγω εσπευσμένης συνταξιοδότησης δασκάλων και καθηγητών θα προκαλέσει σοβαρά κενά. Τότε ίσως αναθεωρήσουν τις απόψεις τους και οι καλόπιστοι που έχουν πειστεί από το μύθο του υπερπληθυσμού των δημοσίων υπαλλήλων. Αλλά τότε ίσως να είναι αργά.

ΚΑΙ ΕΓΕΝΙΚΕ........ΜΟΙΡΑΣΜΑ


Η μυστική διπλωματία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για τη συνεκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου του Αιγαίου, έκανε το θαύμα της!

Παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, στο ταξίδι του Γιώργου Παναδρέου στην Τουρκία την Πέμπτη 6 Ιανουαρίου, ανήμερα των Φώτων, το θέμα της συνδιαχείρισης του Αιγαίου, περιλαμβάνεται στην μυστική ατζέντα!

Ο έλληνας πρωθυπουργός, θα βρεθεί μπροστά στους σκληροπυρηνικούς του κεμαλικού κατεστημένου, στην πόλη από την οποία ο Ατατούρκ ξεκίνησε την πορεία του προς την εξουσία! Η συνάντησή του με τον Ερντογάν έχει πυροδοτήσει έντονη φημολογία στην Τουρκία για το θέμα της συνεκμετάλλευσης στο Αιγαίο.

Οι επίσημες ανακοινώσεις που θα γίνουν είναι σαφές ότι δεν θα περιλαμβάνουν καθόλου το ζήτημα του υποθαλάσσιου ορυκτού πλούτου, τουλάχιστον από ελληνικής πλευράς, αφού ο κ.Νταβούτογλου τις τελευταίες ημέρες έδειξε να κρατάει διαφορετική στάση με την περίφημη δήλωσή του "κάνουμε ήδη μπίζνες στο Αιγαίο, με τους Ελληνες"! Το τι θα συζητηθεί και κυρίως τι θα συμφωνηθεί μεταξύ των δύο ηγετών, θα το μάθουμε αργότερα!

Εν τω μεταξύ νέες αποκαλύψεις για το θεμα των πετρελαίων της Ελλάδας, οι οποίες έρχονται για πρώτη φορά στο φως της δημοσιότητας περιλαμβάνει το ντοκιμαντέρ- ντοκουμέντο του Κώστα Χαρδαβέλλα που κυκλοφορεί στα περίπτερα όλης της χώρας.

Η ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ



Αν καλούσαμε στις μέρες μας σ’ ένα γεύμα κάποιους αρχαίους Έλληνες όπως τον... Ηρόδοτο, τον Ηρακλή ή τον Αριστοφάνη, σίγουρα θα τους τρομάζαμε με τον πλούτο και την ποικιλία των εδεσμάτων που θα τους προσφέραμε. Εξαιτίας του ότι δεκάδες από τις σημερινές τροφές ήταν εντελώς άγνωστες στους αρχαίους Έλληνες, όπως η πατάτα λ.χ. από τα βασικότερα είδη της σημερινής διατροφής έγινε γνωστή στους Ευρωπαίους το 1530 και οι Έλληνες γεύτηκαν τη νοστιμιά της 300 χρόνια αργότερα, το 1832.
Άγνωστα επίσης ήταν στους προγόνους μας και γενικά στους Μεσογειακούς λαούς, το ρύζι, η ζάχαρη, το καλαμπόκι, ο καφές, οι ντομάτες και τα ζαρζαβατικά (μελιτζάνες, πιπεριές, μπάμιες) τα πορτοκάλια και τα λεμόνια, το κακάο και διάφορα μπαχαρικά, τα ποικίλα ποτά, ακόμη και το ούζο- αφού φαίνεται να αγνοούσαν τον τρόπο της απόσταξης- τα ζυμαρικά, και ένα πλήθος από διάφορα αγαθά, που κατακλύζουν σήμερα τις αγορές μας.
Αλλά, παρ’ όλες τις ελλείψεις τόσων βασικών αγαθών, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν καλοφαγάδες.
Στα συμπόσιά τους τα τραπέζια ήταν βαρυφορτωμένα και το κρασί έρεε άφθονο.
Σ’ ένα πλούσιο δείπνο (περίπου τον 5ο π.Χ. αιώνα) μπορούσε κανείς να δει τυρί της Αχαΐας, σύκα και μέλι της Αττικής, «αίθοπα οίνο» από τη Χίο και τη Λέσβο, θαλασσινά από τις πλούσιες ακτές της Εύβοιας, δαμάσκηνα από τη Δαμασκό της Συρίας, κριθαρένιο ψωμί από την Πύλο, φάβα ή ζωμό από μπιζέλια, τηγανίτες βουτηγμένες στο λάδι και γαρνιρισμένες με μέλι, τυρί αλογίσιο, που έτρωγαν μόνο οι «πολεμοχαρείς», βραστούς βολβούς, ραπάνια για να φεύγει το μεθύσι και βέβαια τις πίτες της Αθήνας, καύχημα της πόλης, παραγεμισμένες με τυρί, μέλι και διάφορα «νωγαλεύματα».
Όλα αυτά τα εδέσματα της Αρχαίας Ελλάδας και ο «τρόπος» διατροφής των αρχαίων Ελλήνων προσελκύουν αρκετούς ανθρώπους της εποχής μας να αναζητούν λεπτομέρειες για την καθημερινή ζωή των αρχαίων Ελλήνων.

Λιτοδίαιτοι και Καλοφαγάδες.

Αν και υπήρχαν κάποιοι Έλληνες που στα συμπόσιά τους και γενικότερα η τροφή τους αποτελούνταν από ποικίλα εδέσματα, η Αθήνα και γενικότερα η Αρχαία Ελλάδα αντιμετώπιζε πάντα ένα μεγάλο πρόβλημα: την φτώχεια, η οποία είχε γίνει παντοτινός σύντροφος των Αρχαίων Ελλήνων.
Το άγονο έδαφος της Ελλάδας, η δυσκολία στις συγκοινωνίες και βέβαια οι πολύχρονοι πόλεμοι είχαν όπως ήταν φυσικό μεγάλη επίπτωση και στη διατροφή των αρχαίων.
Σ’ αυτό συντελούσε και η περιορισμένη παραγωγή της ελληνικής γης.
Η Αττική ήταν πολύ «λεπτόγεως» (άπαχη γη) και εξαιτίας του μεγάλου προβλήματος του νερού η παραγωγή της ήταν αρκετά μικρή. Τα κύρια γεωργικά προϊόντα της αρχαίας Ελλάδας ήταν το κριθάρι, το σιτάρι, το κρασί, το λάδι και οι ελιές. Στην Αττική έβγαινε επίσης μέλι και σύκα που ήταν το πιο εκλεκτό φρούτο για τους αρχαίους.
Το λάδι το χρησιμοποιούσαν όχι μόνο για τα φαγητά τους, αλλά και για το φωτισμό, για την παρασκευή φαρμάκων και καλλυντικών και ήταν απαραίτητο για τους αθλητές, που το άλειφαν στα κορμιά τους στις παλαίστρες.
Οι Αθηναίοι ήταν οι διασημότεροι για την ολιγοφαγία τους, γι’ αυτό βγήκε και η έκφραση «αττικηρώς ζην».
Γενικά όμως οι αρχαίοι ήταν λιτοδίαιτοι, γι’ αυτό και είχαν αυτοχριστεί «μικροτράπεζοι» και «φυλλοτρώγες».

Ο πολύτιμος άρτος των Αρχαίων.

Τα δημητριακά αποτελούσαν την κύρια βάση της διατροφής για τους αρχαίους. Αλλά τόσο το σιτάρι όσο και το κριθάρι δεν ήταν σε αφθονία για τους Αθηναίους, έτσι αναγκάζονταν να το εισάγουν από άλλα μέρη.
Το αλεύρι από κριθάρι, ζυμωμένο σε γαλέτες ήταν το πιο συνηθισμένο καθημερινό ψωμί και ονομαζόταν μάζα.
Στη ζύμη του ψωμιού έβαζαν διάφορα καρυκεύματα, όπως μάραθο, δυόσμο και μέντα ακόμη, για να πάρει το ψωμί μια διαφορετική νοστιμάδα. Και φυσικά, έβαζαν το απαραίτητο αλάτι.
Ακόμη οι αρχαίοι είχαν τα εξής είδη ψωμιού:
Το σιμιγδαλένιο, το ψωμί από χοντράλευρο, το ψωμί από διάφορα γεννήματα, από ένα είδος σίκαλης της Αιγύπτου και το «ψωμί από κεχρί».
Λόγω της μεγάλης «αγάπης» των Αθηναίων για το ψωμί, του έδιναν διάφορα ονόματα, ανάλογα με τον τρόπο που ψηνόταν, όπως:
«Ιπνίτης» ήταν το ψωμί που έψηναν μέσα σε θερμή σκάφη.
«Εσχαρίτης» το ψωμί που ψηνόταν στις σχάρες.
«Άρτο τυρόεντα» τυρόπιτα θα τον λέγαμε σήμερα.
«Κριβανίτης άρτος» γινόταν από σιμιγδάλι.
Το «όφωρος» ήταν ένα γλύκισμα από ζύμη, σουσάμι και μέλι. Βέβαια αναφέρονται και από τους αρχαίους και διάφορα άλλα είδη ψωμιού.
Γνωστές επίσης ήταν και οι λαγάνες.
Και οι Αθηναίοι φουρνάρηδες είχαν καλή φήμη, για τα γλυκίσματα και τις πίτες τους.
Οι αρχαίοι εκτιμούσαν πολύ περισσότερο από εμάς σήμερα την ύπαρξη του ψωμιού, και θεωρούσαν πως η μεγάλη ποικιλία του ψωμιού ήταν πολυτέλεια, αφού συνήθιζαν να τρώνε μόνο ένα κομμάτι κριθαρένια μπομπότα.
«Εγώ προσωπικά πιστεύω πως αυτή η αγαπητή συνήθεια των αρχαίων δηλαδή η μεγάλη ποικιλία ψωμιού που χρησιμοποιούσαν οφείλεται στο ότι το κριθάρι και το σιτάρι ήταν δύο από τα κύρια γεωργικά προϊόντα της Αρχαίας Ελλάδας και προσπαθούσαν να τα αξιοποιήσουν όσο καλύτερα μπορούσαν».

Εδέσματα και συνταγές.

Οι αρχαίοι Έλληνες φρόντιζαν στα γεύματα και στα δείπνα τους, τα τραπέζια να είναι πλούσια. Αποτελούνταν συνήθως από ψωμί, γλυκίσματα, φρούτα, ελιές, πίτες, κρέατα και χορταρικά. Φυσικά και από άφθονο κρασί.
Από τα όσπρια, γνωστά στους αρχαίους ήταν τα φασόλια, οι φακές, τα ρεβύθια ( που τα προτιμούσανε ψημένα), τα μπιζέλια και τα κουκιά, που τα έτρωγαν, συνήθως, σε πουρέ (έτνος).
Οι Αθηναίοι συνήθιζαν να έχουν στα σπίτια τους μεγάλη ποικιλία τροφών όπως ψωμί, λουκάνικα, σύκα, γλυκίσματα, μέλι, τυρί, τρυφερά χταπόδια, τσίχλες, σπουργίτια και άλλα πολλά.
Ένα σπίτι όμως με τόσα αγαθά θα ξεπερνούσε και τα σημερινά σούπερ-μάρκετς.
Ένα από τα πιο απαραίτητα αγαθά σ’ ένα σπίτι ήταν το λάδι. Κάτι που, όπως σημειώσαμε, ήταν απαραίτητο και στις παλαίστρες, για ν’ αλείφουν οι αθλητές τα κορμιά τους.
Φημισμένα ήταν τα λάδια της Σάμου και της Ικαρίας.
Οι αρχαίοι συνήθιζαν να βγάζουν λάδι από άγουρες ελιές, που το προτιμούσανε στις σαλάτες τους. Επίσης από τα αμύγδαλα και τα καρύδια έβγαζαν ένα είδος λαδιού, καλό για τα γλυκίσματά τους.
Από τα απαραίτητα επίσης στο καθημερινό τραπέζι των αρχαίων ήταν το γάλα και το τυρί, που ήταν όμως δύο σπάνια αγαθά. Μάλιστα οι διαιτολόγοι συνιστούσαν, για τους αθλητές, το μαλακό τυρί.
Πολλές φορές για να πήξει καλά το τυρί, έβαζαν μέσα στο γάλα, που έβραζε, ένα κωνοροειδές φυτό, κνήκον ή οκνήκος.
Φυσικά, τα σκόρδα και τα κρεμμύδια ήταν στο καθημερινό μενού. Ορισμένοι όμως θεωρούσαν αυτό το είδος διατροφής χωριάτικο (όπως το ίδιο γίνεται και σήμερα, στις μέρες μας, κάποιοι περιφρονούν πολύτιμες τροφές για τη ζωή μας, μόνο και μόνο από το άκουσμά τους, την εμφάνισή τους αλλά και την «διασημότητά» τους).
Από τα εκλεκτότερα εδέσματα ήταν οι κοχλιοί, τα σαλιγκάρια, που τα έτρωγαν οι Κρητικοί.
Τα μικρά πουλιά, σπίνους, τσίχλες, ακόμη και τους λαγούς, αφού τα ψήνανε, τα διατηρούσανε μέσα σ’ ευωδιαστό λάδι. Μάλιστα, το παραγεμίζανε με διάφορα καρυκεύματα, κάτι που συνηθίζεται και σήμερα στα χωριά της Μάνης.
Για τους φτωχούς ανθρώπους οι σούπες ήταν το πιο συνηθισμένο καθημερινό φαγητό. Έτρωγαν βέβαια και ψαρόσουπες, που η πλούσια όμως τάξη της απέφευγε!
Ένας ζωμός που ευχαριστούσε ιδιαίτερα τον Ηρακλή ήταν ο ζωμός από μπιζέλια.
Στα χορταρικά έριχναν μια σάλτσα φτιαγμένη από λάδι, δριμύ ξύδι, διάφορα καρυκεύματα, ακόμη και μέλι.
Τα θαλασσινά που προτιμούσε ο λαός, ήταν οι σαρδέλες του Φαλήρου, το πιο συνηθισμένο θαλασσινό, μαζί με κριθαρένιο ψωμί. Αντίθετα, τα χέλια, ήταν πανάκριβα, περίπου τον 5ο αι. π.Χ.
Οι Έλληνες έτρωγαν συχνότερα ψάρι από κρέας.
Το πιο διαδεδομένο πρωινό ρόφημα, αφού βέβαια αγνοούσαν τον καφέ, ήταν το γάλα, κυρίως το κατσικίσιο, κι ένα ανακάτεμα από χλιαρό νερό και μέλι, που προκαλούσε ιδιαίτερη ευχαρίστηση.
Στις κωμωδίες του Αριστοφάνη αναφέρονται εδέσματα που μας ξενίζουν.
Στους «Ιππείς» μιλάει για «ξίγκι βοδινό ψημένο μέσα σε συκόφυλλα». Αναφέρεται επίσης ο «κάνδυλος» ένα ανακάτεμα από μέλι, γάλα, τυρί και λάδι, του «μυττωτό», ένα είδος σκορδαλιάς με πράσα, σκόρδα, τυρί και μέλι.
Βέβαια πολλοί ήταν αυτοί που στα έργα τους πρόσθεσαν «μια γεύση κουζίνας» ανέφεραν δηλαδή συνταγές και εδέσματα της εποχής, γιατί γνώριζαν πως οι αρχαίοι έχουν αδυναμία σ’ αυτά, έτσι θα έβρισκαν τα έργα τους πιο ελκυστικά.
Στις θυσίες τους ετοίμαζαν και ένα είδος πλακούντος, κάτι δηλαδή σαν πίτα, που το’ λεγαν «πελανό». Ήταν ένα παχύρρευστο κράμα από αλεύρι, μέλι και λάδι.
Άλλα εδέσματα: «Έκχυτος», που αναφέρεται σ’ ένα επίγραμμα της Παλατινής Ανθολογίας, ήταν ένα μείγμα από αλεύρι και ψημένο τυρί, που το έριχναν σε ειδικά καλούπια και τα γέμιζαν με κρασί μελωμένο.
«Κάνδαυλος», ένα είδος φαγητού της Μικράς Ασίας, κυρίως στην περιοχή της Λυδίας, με ό,τι ερεθιστικό καρύκευμα κυκλοφορούσε.
«Μυττωτός» πίτα με τυρί, ανακατεμένο με μέλι και σκόρδα.
Βέβαια, οι πιο περίφημες πίτες ήταν της Αθήνας, καύχημα της πόλης, και γινόταν με μέλι, τυρί και λάδι, αλλά έβαζαν μέσα και διάφορα καρυκεύματα.
Ακόμη, οι Αθηναίοι απέφευγαν να αρχίζουν το γεύμα τους ή το δείπνο με σούπα (γιατί πολύ πιθανόν να τους κοβόταν η όρεξη για φαγητό).
Αν και οι Αθηναίοι φρόντιζαν να μη λείπει τίποτα από το σπίτι τους, δηλαδή χρήσιμα αγαθά, όπως τρόφιμα, δεν πρέπει να ξεχνούμε την φτώχεια που επικρατούσε στην Ελλάδα και ήταν ο παντοτινός σύντροφος των Ελλήνων. Η έλλειψη και η ακρίβεια των τροφίμων ανάγκαζε πολλούς να μην πετάνε τίποτα από τα περισσεύματα των δείπνων.
Το σπαρτιατικό μενού δεν συγκινούσε βέβαια τους Έλληνες. Ακόμη και στις γιορτινές μέρες δεν ήταν τίποτα σπουδαίο. Έφτανε ένα βραστό χοιρινό, λίγο κρασί και καμιά πίτα γλυκιά για να ενθουσιάσει τους Σπαρτιάτες, που το καθημερινό τους ήταν μια κούπα από «μέλανα ζωμό» κι ένα κομμάτι ψωμί.
Αλλά ελάχιστοι μπορούσαν να αντέξουν τη σπαρτιατική λιτότητα. Γι’ αυτό και οι Σπαρτιάτες, πολύ πιθανόν να φάνταζαν ήρωες μπροστά σε κάποιους άλλους Έλληνες και συγκεκριμένα Αθηναίους που ήθελαν να ζουν μέσα στην πολυτέλεια και να μην λείπει κανένα είδος τροφής και ποτού από τα σπίτια τους.

Λαχανικά και όσπρια.

Τα λαχανικά στην αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στην αρχαία Αθήνα, ήταν σε σπουδαία ζήτηση, κι όχι μόνο για τους οπαδούς του Πυθαγόρα, που τα προτιμούσαν, μια κι απέφευγαν να τρώνε όσα έχουν ζωή.
Ο Πλάτων, στην ιδιωτική του ζωή ακολουθούσε την «πυθαγόρειο δίαιτα». Που ήταν μια καθαρή χορτοφαγία κι έδειχνε ευχαριστημένος τρώγοντας λαχανικά. Πίστευε πως η δίαιτα, είναι η πηγή της υγείας και των καλών ηθών, δύο παραγόντων που κάνουν τα κράτη υγιή και ρωμαλέα, υλικώς, ηθικώς και ψυχικώς.
Οι αρχαίοι Αθηναίοι όμως δύσκολα θα μπορούσαν να ακολουθήσουν τις «φυτοφαγικές» οδηγίες του Πλάτωνα αφού τα λαχανικά είχαν γίνει για τους Αθηναίους από τα σπάνια αγαθά. Πολλά σπίτια όμως, κυρίως στα περίχωρα φρόντιζαν να έχουν χωράφια, κήπους, στους οποίους καλλιεργούσαν σκόρδα, κρεμμύδια, κουκιά, φασόλια, μπιζέλια, λούπινα, βολβούς, μαρούλια, αρακά, αγκινάρες, βλίτα, ρεβίθια και φακές. Τα μανιτάρια, τα μάραθα, τα σπαράγγια και διάφορα άλλα χορταρικά, τ’ αναζητούσαν στις ακροποταμιές, στα χωράφια και στις άκρες των δρόμων. Φαγώσιμες ήταν ακόμη και οι τρυφερές τσουκνίδες.
Φυσικά, είχαν σέλινο, άνηθο και δυόσμο, για να «καρυκεύουν» τα φαγητά τους. Μάλιστα στους αγώνες της Νεμέας γινόταν στεφάνωμα με σέλινο.
Τα κολοκυνθοειδή ήταν περισσότερο γνωστά στην Αίγυπτο, όπως τα πεπόνια (πέπων) και τ’ αγγούρια (σικυός). Μάλιστα υπήρχαν τριών ειδών αγγούρια, τα οποία είναι το λακωνικόν, ο σκυταλίας και το βοιωτικόν. Απ’ αυτά καλύτερα είναι τα λακωνικά όταν ποτίζονται, ενώ τ’ άλλα δεν πρέπει να ποτίζονται. Επίσης, τα αγγούρια έβγαιναν πιο δροσερά αν, πριν φυτευτούν οι σπόροι, μείνουν για λίγο μέσα στο γάλα ή σε διαλυμένο στο νερό μέλι.
Τα σκόρδα, ακόμη, ήταν απαραίτητα για τους αρχαίους αφού ήταν συμπλήρωμα για κάθε σαλάτα τους. Όπως επίσης και τα κρεμμύδια.
Γενικά τα χορταρικά τα σερβίρανε με μια σάλτσα φτιαγμένη από λαδόξυδο και διάφορα καρυκεύματα.
Οπωσδήποτε η απουσία της ντομάτας στερούσε πολλά από την Αθηναία νοικοκυρά. Τα μανιτάρια όμως, αν και ήταν νοστιμότατα και περιζήτητα, όλοι τα φοβούνταν για το δηλητήριό τους.
Παρόλα αυτά, ένα περιβολάκι γεμάτο με δέντρα και λαχανικά ήταν όνειρο για τους αρχαίους.
Ακόμη και οι βασιλιάδες το λαχταρούσαν. Συγκεκριμένα ο Άτταλος ο Γ΄, ο φιλότεχνος βασιλιάς της Περγάμου, που κληροδότησε το βασίλειό του στη Ρώμη (το 133 π.Χ.), εύρισκε ευχαρίστηση στο λαχανόκηπό του, όπου, εκτός των άλλων, καλλιεργούσε νοσκύαμο, ελλέβορο και κώνειο. Κάποιοι υποστηρίζουν πως καλλιεργούσε αυτά τα φυτά γιατί έκανε έρευνες για τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες. Άλλοι όμως παρατηρούν ότι αυτό που ενδιέφερε περισσότερο το φιλότεχνο βασιλιά ήταν η δραστικότητα τους ως δηλητηρίων, που, όπως λεγόταν φρόντιζε να στέλνει στους «φίλους» του.
Οι αρχαίοι Έλληνες φαίνεται να αγαπούσαν τα λαχανικά και γι’ αυτό να λαχταρούσαν να έχουν στο σπίτι τους ένα λαχανόκηπο. Βέβαια, αν θεωρήσουμε πως είναι αληθές αυτό που παρατήρησαν κάποιοι για το λαχανόκηπο του Αττάλου (πως, δηλαδή ενδιαφερόταν για τη δραστικότητα των φυτών), θα καταλάβουμε πως οι αρχαίοι δε λαχταρούσαν να έχουν στο σπίτι τους όλοι ένα λαχανόκηπο για τον ίδιο λόγο. Κάποιοι, -οι περισσότεροι- τους χρειάζονται για να τραφούν από αυτούς και να ζήσουν και άλλοι για να σκοτώσουν.
Βέβαια, τα λαχανικά ήταν απαραίτητα για τη ζωή τους.
Από τα λαχανικά όμως των αρχαίων τα κουκιά είτε βρασμένα, είτε ψημένα, είτε σε πουρέ (έτνος), ήταν το πιο αηδιαστικό φαγώσιμο, για τους οπαδούς του Πυθαγόρα. Κι όχι μόνο, τα κουκιά ήταν πρόβλημα και για τους Αιγύπτιους.
Τα υπόλοιπα όμως λαχανικά ήταν νόστιμα σε όλους, πιστεύω.

Νωγαλεύματα-μπαχαρικά.

Νωγαλεύματα έλεγαν οι αρχαίοι τα γλυκά φαγητά και γενικά κάθε λιχουδιά.
Οι Έλληνες φαίνεται να έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση στα αρτύματα και στα διάφορα καρυκεύματα, που έδιναν πικάντικες γεύσεις στα φαγητά τους. Έτσι ένα σπίτι της Αθήνας φρόντιζε, να έχει πάντα στα ράφια του, αλάτι (άλας), ρίγανη (ορίγανο), ξύδι (όξος), θυμάρι (θύμον), σουσάμι (σύσαμο), σταφίδες, κάππαρη, αυγά, αλίπαστα, κάρδαμο, συκόφυλλα, κύμινο, ελιές, σίλφιο, πετιμέζι, σκόρδα και διάφορα άλλα.
Ένα μενού με ορεκτικά και γλυκίσματα που θα ενθουσίαζε και τους σημερινούς καλοφαγάδες.
Ένα γλύκισμα τους ήταν βέβαια οι μελόπιτες, τις οποίες, έλεγαν γενικά «μελιτούττα». Σε προτίμηση όμως είχαν κι ένα γλύκισμα από λιναρόσπορους και μέλι, τη «χρυσόκολλα». Ένα άλλο γλύκισμα που λεγόταν «έκχυτο» φτιαχνόταν από αλεύρι και τυρί ψημένο, μέσα σε καλούπια και ήταν περιχυμένο με κρασί μελωμένο.
Επίσης ένα άλλο γλύκισμα γινόταν με αλευρωμένο γάλα, που, όταν έμπαινε σε ειδικά κύπελλα, γαρνιρόταν με μέλι και πασπαλιζόταν με σουσάμι.
Οπωσδήποτε όμως τα πιο συνηθισμένα γλυκίσματα ήταν οι γαλατόπιτες.
Από τα καρυκεύματα, το πιο περιζήτητο αλλά και το πιο σπάνιο ήταν το μαύρο πιπέρι. Επίσης στόλιζαν τα φαγητά τους με σμύρνα, κάππαρη, ρίγανη, δυόσμο, κύμινο και διάφορα άλλα.
Όμως εκείνοι οι έμποροι που τολμούσαν να φέρουν στην Αθήνα πιπέρι ή άλλα μπαχαρικά, από τις αγορές της Ανατολής, κινδύνευαν να κατηγορηθούν σαν κατάσκοποι του βασιλιά των Περσών.
Αφού παρατηρείται ακόμη πως το πιπέρι είναι ξενικό όνομα, γιατί κανένα ελληνικό όνομα, εκτός από το μέλι, δεν τελειώνει σε «ι».
Παρόλα αυτά όμως βλέπουμε πως οι Έλληνες έχουν πλούτο μπαχαρικών και γλυκισμάτων.

Το Μέλι.

Μια και η ζάχαρη ήταν άγνωστη στους αρχαίους, το μέλι ήταν κάτι από τα απαραίτητα για την καθημερινή διατροφή τους και βέβαια για τα γλυκίσματά τους που ήταν αγαπητά σε όλους.
Το μέλι ήταν γι’ αυτούς θείο δώρο, αφού πίστευαν πως έπεφτε από τον ουρανό, με την πρωινή δροσιά, πάνω στα λουλούδια και στα φύλλα και από εκεί το μάζευαν οι μέλισσες.
Την άποψη αυτή, σήμερα θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε αφελή, τότε όμως το μέλι ήταν τόσο πολύτιμο και απαραίτητο γι’ αυτούς, που κανείς δεν θα μπορούσε να σκεφθεί κάτι τέτοιο.
Τις θρεπτικές ιδιότητες του μελιού, δεν τις αγνοούσε φυσικά κανένας, γι’ αυτό, σε κάθε περίπτωση, όλο έπαινοι ακούγονταν. Κι εξυμνούσαν, κυρίως, το μέλι της Αττικής, το περίφημο θυμαρίσιο μέλι. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως μόνο στην Αττική υπήρχε μέλι.
Η μελισσοκομία ανθούσε σε πολλά μέρη, στα νησιά και στην Αίγυπτο.
Το μέλι ήταν τόσο σημαντικό για τους αρχαίους, που αρκετές φορές γέμιζαν μεγάλους αμφορείς με αυτό και τ’ ανακάτευαν με κρασί για να κάνουν τις σπουδές, τόσο στους θεούς που τιμούσαν, όσο και στις ψυχές των νεκρών.
Καταλαβαίνουμε έτσι, μετά από αυτό, πόσο πολύτιμη θεωρούσαν την αξία του.

Τα φρούτα.

Η αγάπη των αρχαίων για τα φρούτα θεωρείται φυσικά αναμφισβήτητη, αφού ήταν απαραίτητα για τη διατροφή τους. Για να υπάρχουν όμως τα φρούτα απαραίτητο ήταν το γλυκό μεσογειακό κλίμα που ευνοούσε την ανάπτυξη όλων σχεδόν των δέντρων.
Παρόλα αυτά, ορισμένα φρούτα, όμως, όπως είναι τα πορτοκάλια, τα βερίκοκα, τα μανταρίνια, τα ροδάκινα, τα τζάνερα και άλλα ήταν άγνωστα στο διαιτολόγιο των αρχαίων. Έτσι η πληθώρα των φρούτων, που κατακλύζουν σήμερα τις αγορές, ήταν βέβαια κάτι το αδιανόητο για αυτούς.
Η αγάπη για τα φρούτα όμως έπεισε πολλούς ποιητές, ότι αξίζει ν’ αφιερωθούν μερικοί στίχοι σ’ αυτά.
Ακόμη, οι αρχαίοι συγγραφείς έλεγαν κάρυα όλους τους καρπούς με τον σκληρό φλοιό.
Η Δαμασκός της Συρίας, αναφέρουν κάποιοι πως ονομάστηκε έτσι από τα καλά δαμάσκηνα που έβγαιναν στα μέρη της.
Οι Ρόδιοι και οι Σικελοί έλεγαν τα δαμάσκηνα «βράβυλα», άλλοι τα έλεγαν «κοκκύμπλα», ενώ ένας ποιητής-συγγραφέας ο Θεόφραστος ο Συρακόσιος μιλάει για «δαμάσκηνα και σποδιάς», ένα είδος από άγρια δαμάσκηνα.
Τα μήλα ήταν επίσης γνωστά στους αρχαίους, όχι όμως με την πλούσια ποικιλία που παρουσιάζονται σήμερα στην αγορά.
Τα γλυκά μήλα τα έλεγαν «Ορβικλάτα» και τα πιο ζουμερά «σητάνια» ή «πλατάνια».
Περίφημα ήταν τα μήλα της Κορίνθου, που παλαιότερα λέγονταν και Εφύρη ή Εφύρα.
Πάντως, η πορτοκαλιά, που πατρίδα της θεωρείται η νοτιοανατολική Ασία, ήταν άγνωστη για τους αρχαίους αφού έγινε γνωστή στην Ευρώπη το 16ο αιώνα.
Ένα άλλο φρούτο που υπήρχε, όμως, στην αρχαία Ελλάδα ήταν τα κυδώνια που τα έλεγαν «στρουθία» και «κοδύματα».
Τα ροδάκινα που ήταν γνωστά στους Πέρσες ονομάζονταν «κοκκύμπλα», με το ίδιο όμως όνομα αναφέρονται και τα δαμάσκηνα.
Από τα πιο περιζήτητα φρούτα ήταν βέβαια τα σταφύλια, αλλά όσοι τα καλλιεργούσανε τα βλέπανε περισσότερο σαν κρασί.
Το πιο αγαπημένο φρούτο των αρχαίων ήταν όμως τα σύκα. Και τα πιο περίφημα ήταν τα σύκα της Αττικής, κάτι που ύμνησαν αρκετοί. Γι’ αυτό και ο Ίστρος (ένας γραμματικός, ποιητής και ιστορικός από την Κυρήνη) λέει στα «Αττικά» ότι «τα σύκα της Αττικής, που θεωρούνται και τα καλύτερα, δεν πρέπει να εξάγονται, ώστε να τα απολαμβάνουν μόνο οι Αθηναίοι...». Ακόμη αναφέρει, πως πολλοί όμως έκαναν μυστικά την εξαγωγή.
Η αγάπη και η εκτίμηση των αρχαίων για τα σύκα ασφαλώς μας εντυπωσιάζει, αφού πολλοί ποιητές και συγγραφείς έχουν αναφερθεί με πολύ μεγάλο θαυμασμό σ’ αυτά.
Τα σύκα υπήρχαν σε αφθονία και σε μεγάλη, για εκείνη την εποχή, ποικιλία. Τα πιο γνωστά ήταν τα χελιδώνια σύκα, οι αγριοσυκιές γενικά, οι λευκοαγριοσυκιές, οι φιβαλέους και οι οπωροβασιλίδας. Γνωστά επίσης ήταν τα ασπρόσυκα τα οποία τα έλεγαν «λευκερινεά» και μερικά που είχαν ξινή γεύση «οξάλια».
Φημισμένα ήταν και τα ροδίτικα σύκα, που ο Σαμιώτης κωμωδιογράφος Λυγκεύς τα συγκρίνει, στις «Επιστολές» του, με τα σύκα της Αττικής.
Αλλά και τα σύκα της Πάρου τα σύγκριναν με άλλα αγριόσυκα για να φανεί η νοστιμάδα τους.
Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν διάφορα είδη σύκων.
Ο Φιλήμων, στις «Αττικές λέξεις», αναφέρεται στα βασιλικά σύκα.
Στην Αχαΐα ήταν συκιές που ωρίμαζαν το χειμώνα και οι καρποί τους λέγονταν «κοδώνια σύκα».
Μερικές συκιές καρποφορούσαν δύο φορές το χρόνο, και λέγονταν «δίφορες». Μερικοί μάλιστα συζητούσαν και για τρίφορη συκιά (φρούτα τρεις φορές το χρόνο) που έβγαινε όμως μόνο στη νήσο Κέα.
Το σύκο ήταν τόσο αγαπητό στους αρχαίους αλλά και στους απογόνους τους, που έχουν πάρει το όνομα του αρκετά χωριά στην εποχή μας.

Τα κρασιά.

Το κρασί ήταν κάτι το απαραίτητο στα γεύματα των αρχαίων και βέβαια στα συμπόσια, όπου έρεε άφθονο. Όμως δεν έπιναν το κρασί όπως εμείς, αλλά νερωμένο, όχι μόνο με γλυκό αλλά και με θαλασσινό νερό, αφού απέφευγαν να το πίνουν, όπως φαίνεται, ανέρωτο (άκρατος οίνος, όπως το έλεγαν). Βέβαια, έδιναν μεγάλη σημασία στην αναλογία του νερού με το κρασί αφού τους ήταν πολύ αγαπητό και δεν έπρεπε να γίνει κανένα απολύτως λάθος.
Η αναλογία λοιπόν με το νερό ήταν, συνήθως, στο μισό ή τρία μέρη νερό και δύο κρασί. Το νερό, ανάλογα με την εποχή, ήταν χλιαρό ή κρύο.
Μερικές φορές έριχναν μέσα και παγάκια, που τα έφερναν από τα βουνά και τα διατηρούσανε μέσα σε άχυρα.
Βέβαια, το παγωμένο κρασί ήταν μια πολυτέλεια. Τα δροσερά πηγάδια, έτσι, ήταν σχεδόν απαραίτητα αφού χρησίμευαν, φυσικά, για ψυγεία και τα καλά σπίτια φρόντιζαν να έχουν τους ειδικούς κάδους (ψυκτήρες) όπου έβαζαν και χιόνι για να παγώνει, όχι μόνο το κρασί αλλά και το νερό.
Οι αρχαίοι, ακόμη, έβαζαν συχνά μέσα στα κρασιά τους και διάφορα αρώματα, όπως θυμάρι, μέντα, γλυκάνισο, δεντρολίβανο, μυρτιά, ακόμη και μέλι, αλλά ποτέ ρετσίνη. Ένα τόσο ευωδιαστό κρασί έπαιρνε και το χαρακτηριστικό του όνομα, το έλεγαν «τρίμα».
Ακόμη, έφτιαχναν το κρασί με διαφορετικούς τρόπους, από τους σημερινούς, γεγονός που δείχνει πόσο εξελίχθηκε με τα χρόνια η παρασκευή του κρασιού.
Ο τρύγος λοιπόν γινόταν με συνοδεία αυλού που ρύθμιζε τις κινήσεις κι ήταν, όπως άλλωστε και σήμερα, ένα πολυήμερο πανηγύρι.
Τα σταφύλια τα έβαζαν σε μέρος που να τα βλέπει καλά ο ήλιος, για να φύγει το νερό που είχαν μέσα τους. Ύστερα τα πατούσαν, πάλι με χορούς και τραγούδια, κι άφηναν το μούστο να βράσει πέντε μέρες, μέσα σ’ ένα μεγάλο πιθάρι, τοποθετημένο σε σκιερό μέρος. Κατόπιν μάζευαν το γλυκό υγρό απ’ τον αφρό, που ήταν γεμάτο ζάχαρη, κι αποθήκευαν το μούστο σε πιθάρια που, πολλές φορές, τα έβαζαν μέσα στη γη. Τα σκέπαζαν και περίμεναν να μπει για καλά ο χειμώνας, για να τ’ ανοίξουν. Αρκετοί πάντως είχαν την υπομονή να περιμένουν μέχρι την άνοιξη, οπότε το κρασί ψηνόταν καλύτερα.
Ο τρύγος ήταν ένα από τ’ αγαπημένα θέματα για πολλούς αρχαίους. Αρκετοί συγγραφείς έχουν αφιερώσει στίχους και σ’ αυτόν.
Οι Αθηναίοι πάντως φρόντιζαν ν’ ανοίγουν τα πιθάρια τους την πρώτη μέρα των Ανθεστηρίων, και ο κάθε νοικοκύρης, με το πρώτο κιόλας ποτήρι, έκανε σπονδή στο Διόνυσο, τον αγαπητό τους θεό, του κρασιού.
Ο κάθε τόπος στην αρχαία Ελλάδα είχε και το δικό του τρόπο παρασκευής του κρασιού.
Για να διατηρήσουν το μούστο, όμως, όλοι έριχναν μέσα και νερό αλατισμένο, όπως και διάφορα αρώματα. Και πολλές φορές έψηναν το μούστο σε σιγανή φωτιά.
Στη ρόδο και στην Κω όμως έβαζαν μέσα στο μούστο θαλασσινό νερό, γιατί πίστευαν ότι το κρασί που θα γίνει μ’ αυτό τον τρόπο δεν θα φέρει εύκολα τη μέθη και θα είναι πιο εύκολο στη χώνεψη.
Η μέθοδος αυτή έγινε αιτία να υποστηριχθεί, από κάποιους αρχαίους συγγραφείς, ότι, κατά το μύθο «φυγή του Διονύσου» στη θάλασσα σήμαινε κι ένα τρόπο οινοποιίας, που ήταν γνωστός από παλιά. Δηλαδή, η ανάμειξη του γλεύκους (μούστου), που εκπροσωπείται από το θεό Διόνυσο ή Βάκχο, με το θαλασσινό νερό.
Πολλοί μάλιστα -όπως ο Όμηρος- επαινούν και το κρασί του Μάρωνος από τη Θράκη γιατί βάζουν μέσα πολύ νερό.
Στην αρχαία Ελλάδα όμως τα γνωστότερα είδη κρασιού ήταν τέσσερα. Το άσπρο, το κιτρινωπό, το μαύρο και το κόκκινο.
Το άσπρο κρασί ήταν το ελαφρότερο, αρκετά χωνευτικό και διουρητικό, το κιτρινωπό, προς το ξανθό, είχε πιο ξινή γεύση, ενώ το μαύρο και το κόκκινο, που συνήθως είχαν γλυκιά γεύση, ήταν και τα πιο περιζήτητα.
Φυσικά τα παλιά κρασιά ήταν και τα καλύτερα, όπως άλλωστε και σήμερα. Γενικά πάντως πιστεύανε ότι όσο πιο παλιό είναι ένα κρασί τόσο πιο χωνευτικό και πιο ελαφρύ είναι.
Η αγάπη των αρχαίων για το κρασί ήταν μεγάλη, έτσι φρόντιζαν να υπάρχει τις περισσότερες φορές στο τραπέζι τους. Συγκεκριμένα πριν από το δείπνο ή το γεύμα, οι αρχαίοι ανακάτευαν το κρασί με το νερό σ’ ένα μεγάλο αγγείο, τον κρατήρα. Και οι δούλοι έπαιρναν το κρασί απ’ τον κρατήρα με μακριές κουτάλες, πήλινες, ξύλινες ή μεταλλικές, αλλά και με μια κανάτα μπορούσαν να γεμίσουν τα κύπελλα ή ποτήρια των καλεσμένων σε ένα τραπέζι.
Το κρασί αφού ήταν τόσο αγαπητό στους αρχαίους χρησίμευε βέβαια και για τις σπουδές, στις διάφορες θρησκευτικές τελετές. Μερικές φορές όμως η λατρεία ορισμένων θεοτήτων απέκλειε το κρασί, οπότε οι σχετικές σπουδές γίνονταν ακόμη και με γάλα! Είχαν όπως φαίνεται και τις προλήψεις τους όταν έπιναν ή χρησιμοποιούσαν το κρασί.
Το γεγονός όμως ότι οι Έλληνες αγαπούσαν τόσο πολύ το κρασί εξηγεί το λόγο για τον οποίο υπήρχαν τόσοι σπουδαίοι κρασότοποι στην Ελλάδα.
Το χιώτικο κρασί, παράδειγμα, που τ’ ονόμαζαν «αριούσιο», ήταν από τα ακριβότερα κρασιά στο εμπόριο και είχε μεγάλη φήμη. Όπως και το κρασί της Λέσβου που θεωρείται πολύ καλό. Καλά κρασιά ήταν ακόμη, τα κρασιά της Μυτιλήνης που οι Μυτιληναίοι τους έδιναν γλυκιά γεύση και τα ονόμαζαν πρόδρομα (τα πρώιμα) και πρότροπα (από απάτητα σταφύλια). Πασίγνωστα ήταν ακόμη τα κρασιά της Μένδης (παραλία πόλης της δυτικής ακτής της χερσονήσου Παλλήνης) όπου ράντιζαν τα σταφύλια, πάνω στα κλήματα, με το ελατήριο ή καθάρσιο (χυμός από άγρια αγγούρια) για να βγει μαλακό το κρασί. Και τέλος σε σπουδαία ζήτηση ήταν το κρασί της Ικαρίας που λεγόταν πράμνιο και δεν ήταν ούτε γλυκό, ούτε παχύ, αλλά στυφό και άγριο, με ιδιαίτερα εξαιρετική οσμή.
Τα κορινθιακά κρασιά αντίθετα όμως δεν ήταν σε ζήτηση γιατί όπως έλεγαν ήταν κρασιά βασανιστήρια και παράξενα.
Καλή φήμη δεν είχε όμως και το κρασί που φτιαχνόταν στα περίχωρα της Κερυνίας της Αχαΐας, αφού δημιουργούσε προβλήματα στις εγκύους.
Αλλά και για το κρασί της Θάσου λεγόταν πως καταπολεμούσε την αϋπνία, αλλά έφερνε και ύπνο!
Παρόλα αυτά τα καλύτερα κρασιά όπως υποστήριζαν και οι Ρωμαίοι ήταν τα ελληνικά, και από τα πιο περίφημα, του κυρίως ελληνικού χώρου, ήταν της Πεπαρήθου (Σκοπέλου), της Νάξου, της Λήμνου, της Ακάνθου (Θράκης), της Ρόδου και, από τα μικρασιατικά, της Μιλήτου.
Εκτός της κυρίως Ελλάδας ξεχώριζαν ακόμη το «χαλυβώνιο» κρασί της Δαμασκού, με κύριο προμηθευτή τη βασιλική αυλή της Περσίας, καθώς και τα φοινικικά κρασιά.
Περίεργο πάντως είναι το γεγονός πως οι αρχαίοι Έλληνες αγνοούσαν ή απέφευγαν το ζύθο, το εθνικό ποτό των Αιγυπτίων, που γινόταν από κριθάρι ή σίκαλη και από χουρμάδες, παρά τις τόσες συναλλαγές που είχαν.
Πάντως, η αρχαία Ελλάδα όπως φαίνεται είχε μεγάλη ποικιλία κρασιών, έτσι, επόμενο ήταν τα κρασιά να παίρνουν μια από τις πρώτες θέσεις στις αγορές του αρχαίου κόσμου.
Η μεγάλη αυτή ποικιλία κρασιών οδήγησε πρώτα τους Έλληνες και στη συνέχεια τους Ρωμαίους να ιδρύσουν τα «εμπορεία», όπου μπορούσε κανείς ν’ ανταλλάξει σκλάβους με τα καλύτερα κρασιά.
Πολλές περιοχές που είχαν άφθονα κρασιά φρόντιζαν για την εξαγωγή τους.
Όσα κρασιά ήταν να περάσουν στο εμπόριο φυλάγονταν μέσα σε μεγάλα και κατάλληλα πιθάρια, ενώ τα σπιτικά κρασιά ή όσα πήγαιναν στην κοντινή αγορά τα έβαζαν σε ασκούς από χοιρινά ή κατσικίσια δέρματα.
Τα πιθάρια είχαν πάνω τους και μία ειδική σφραγίδα με τ’ όνομα του εμπόρου καθώς και των τοπικών αρχόντων της περιοχής.
Η εισαγωγή και η εξαγωγή όμως των κρασιών ήταν κανονισμένες, κυρίως στο νησί Θάσο, με ειδικούς νόμους που τιμωρούσαν τις απάτες και νοθείες, εξασφαλίζοντας έτσι ένα πραγματικό «προστατευτισμό».
Μέσα από όλα αυτά καταλαβαίνουμε πως το κρασί αντιπροσώπευε τους αρχαίους Έλληνες και αυτοί το λάτρευαν αφού ήταν απαραίτητο για τη ζωή τους.

Το κυνήγι.

Το κυνήγι, κυρίως με τα τόξα, το αγαπούσαν όλοι οι... πολεμιστές, αφού ήταν άφθονο στην αρχαία εποχή και υπήρχαν μεγάλες εκτάσεις όπου δεν πατούσε ανθρώπινο πόδι.
Τα δολώματα που χρησιμοποιούσαν ήταν κυρίως μικρά πιτσούνια και τυφλωμένα περιστεράκια!
Οι αρχαίοι έτρωγαν όχι μόνο τα περιστέρια αλλά όλα τα πετούμενα, ακόμη και τα μικρά σπουργίτια, εκτός απ’ τα κοράκια, με το σκληρό και στυφό κρέας τους. Απέφευγαν όμως να τρώνε και τα ορτύκια, αφού τα φυλάγανε για τις αξιολάτρευτες ορτυκομαχίες τους μια και το χρήμα είχε και αυτό την τιμητική του θέση στην κοινωνία.
Τα προϊόντα του κυνηγιού ήταν ακόμη, κυρίως, τσίχλες, συκοφάγοι, κοτσύφια, πέρδικες, ψαρόνια, αγριόπαπιες, χήνες κ.λ.π.
Αλλά από τα πιο ζηλευτά θηράματα ήταν οι αγριόχοιροι, τα ελάφια και τα ζαρκάδια, που ζούσαν τότε σ’ όλα τα ελληνικά βουνά.
Τέλος, τα αγαθά του κυνηγιού θεωρούνταν βέβαια από τους αρχαίους ως τα πιο νόστιμα.
Η διατροφή των αρχαίων Ελλήνων όπως φαίνεται ήταν πλήρης αν αναλογιστούμε τις τροφές που υπήρχαν τότε. Και οι Έλληνες δείχνουν να ήταν περισσότερο καλοφαγάδες παρά λιτοδίαιτοι, αφού στα συμπόσια τους τις περισσότερες φορές, αν όχι πάντα, τα τραπέζια ήταν γεμάτα από πλήθος διαφόρων τροφών, και γευμάτων.
Εξάλλου, οι αρχαίοι έλεγαν πως ένα υγιές και καλό μυαλό πρέπει να βρίσκεται μέσα σε ένα υγιές σώμα. Δηλαδή όσο σημαντικό θεωρούσαν την πνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου, τόσο σημαντικό θεωρούσαν και την καλή και σωστή διατροφή του.

Η εργασία αυτή με βοήθησε αρκετά να μάθω περισσότερα απ’ όσα γνώριζα για το διαιτολόγιο των προγόνων μας. Ήταν για μένα αρκετά σημαντική αφού μου πρόσφερε αρκετές πληροφορίες και γνώσεις για τη ζωή, γενικά, των αρχαίων Ελλήνων.
Και, πραγματικά, γνώρισα καλύτερα όχι μόνο τις διατροφικές επιλογές των αρχαίων Ελλήνων αλλά και τον τρόπο ζωής τους, γιατί πιστεύω πως μέσα από τη διατροφή κάποιου λαού μπορείς να καταλάβεις, λιγότερο ή περισσότερο, και τις καθημερινές του συνήθειες

ΔΙΕΔΩΣΕ ΤΟ

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More