Ιερά τα χώματα μας, ιερά και αιματοβαμμένα, βαρύς όμως και ο φόρος της Ελευθερίας.
Ποία τα διαδραματισθέντα ιστορικά γεγονότα, και πώς συνετελέσθη το από αιώνων ποθούμενο;
Τον Οκτώβριο του 1912, στρατός και λαός, άρρηκτα ενωμένοι, κάτω από μια Εθνική Πολιτική ηγεσία με χαλύβδινη πίστη και βούληση και μια άξια Στρατιωτική ηγεσία, ανέλαβαν την μεγάλη εξόρμηση της εκδίωξης των Οθωμανών από εδάφη που ανέκαθεν κατοικούντο από συμπαγείς Ελληνικούς πληθυσμούς. Έγραψαν χρυσές σελίδες δόξας, ηρωισμού και αυτοθυσίας, δίδοντας το δίδαγμα της ομοψυχίας, η οποία όσες φορές υπήρξε, το Έθνος μας μεγαλούργησε.
Ο Ελληνικός στρατός, εκφραστής των δυνατοτήτων και των ηθικών αξιών της μεγαλοσύνης του έθνους, με υψηλό φρόνημα, επέτυχε να μεταφέρει τα σύνορα του μικρού Ελληνικού Κράτους στα εθνικά του Όρια, σε όση έκταση κατέστη τούτο δυνατό, και να απελευθερώσει τους αλύτρωτους αδελφούς οι οποίοι στέναζαν κάτω από τον Τουρκικό ζυγό.
Την 5η Οκτωβρίου άρχισαν οι πολεμικές επιχειρήσεις. Ο Ελληνικός Στρατός εντός δύο μηνών διήνυσε περισσότερα από 500 χιλιόμετρα, συνήψε πολλές και κρίσιμες μάχες και επέτυχε να απελευθερώσει το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας μας.
Πρώτος στόχος, η διάσπαση της αμυντικής τοποθεσίας του Σαρανταπόρου η οποία, οργανωθείσα από Γερμανούς Επιτελείς Αξκους, εθεωρείτο από πολλούς απόρθητος. Δύο μόνο ημέρες χρειάστηκαν για να καταρρεύσει ο μύθος αυτός. Μπροστά στην επιθετική ορμή των τσολιάδων μας, πανικόβλητοι οι Τούρκοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους, τον οπλισμό τους, πλήθος εφοδίων και καταδιωκόμενοι συμπτύχθηκαν προς βορράν.
Όταν η Ελληνική Στρατιά διέβη την πόλη της Κοζάνης δημιουργήθηκε θέμα μεταξύ στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας για την περαιτέρω πορεία των επιχειρήσεων.
Ο Αρχιστράτηγος εξέδωσε διαταγή καταδίωξης του προς βορράν συμπτυσσομένου εχθρού, με το σύνολο περίπου της Στρατιάς, αποβλέποντας στην πλήρη καταστροφή αυτού και την κάμψη της θέλησης της Τουρκικής Κυβέρνησης συνέχισης του πολέμου.
Όμως η εκτίμηση αυτή στην παρούσα χρονική συγκυρία δεν ήταν μονόδρομος, διότι τα Βαλκανικά Κράτη που συμμάχησαν και πολέμησαν κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήσαν ανταγωνισταί στη διανομή των απελευθερωμένων εδαφών. Συγκεκριμένα, ενώ η Βουλγαρία, με τη Γιουγκοσλαβία είχαν συμφωνήσει για τα εδάφη τα οποία θα κατοχύρωνε εκάστη , απέφυγαν να δεσμευτούν ως προς τα εδάφη που θα περιήρχοντο στην Ελλάδα. Για την ιστορία αναφέρεται ότι η Ελληνική Κυβέρνηση καθυστερούσε να υπογράψει Αμυντική Συνθήκη με τη Βουλγαρία, εξ αιτίας της μη επίλυσης του θέματος διανομής των απελευθερωμένων εδαφών. Τελικά απεφάσισε να υπογράψει , διότι εκτιμήθηκε από την Στρατιωτική ηγεσία ότι η απελευθέρωση της Μακεδονίας, μέχρι της γραμμής των εθνικών μας ορίων προς βορράν δηλ. ΠΕΡΛΕΠΕΣ-ΔΡΑΜΑ, ήταν στις δυνατότητες του αναδιοργανωθέντος Ελληνικού Στρατού.
Μπροστά στον κίνδυνο να καταληφθεί η Θεσσαλονίκη από το Βουλγαρικό Στρατό, το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης, διέταξε τη Στρατιά να μετακινηθεί ταχέως προς αυτή. Πράγματι η Στρατιά εστράφη προς τη Θεσ/νίκη αναθέτοντας στην V Μεραρχία να καλύπτει τα νότας της απτήν κατεύθυνση της Κοζάνης και από βορρά.
Η V Μεραρχία, με βάση την παραπάνω αποστολή της, συνέχισε την επιθετική της προσπάθεια. Την 15η Οκτωβρίου κατέλαβε την Πτολεμαΐδα. Την επομένη αντιμετώπισε ισχυρά αντίσταση στο χωριό Περδίκα, την οποία μετά σκληρό αγώνα επέτυχε να ανατρέψει. Ο εχθρός υπεχώρησε προς το Αμύνταιο, αφήνοντας στα χαρακώματα πλήθος υλικών και εφοδίων που είχε εναποθέσει εκεί και από ότι εφαίνετο, ουδέποτε εφαντάζετο ότι τόσο γρήγορα θα τα εγκατέλειπε. Κυριεύτηκαν κατά τη μάχη αυτή πολλά όπλα και πυρομαχικά, τα περισσότερα των οποίων φορτώθηκαν σε 60 βοδάμαξες και απεστάλησαν στην Κοζάνη.
Το πρωί της 18ης Οκτωβρίου η V Μεραρχία, κινήθηκε προς βορράν και τις απογευματινές ώρες εισήλθε στο Αμύνταιο, άνευ αντιστάσεως των Τούρκων, όπου και διανυκτέρευσε.
Στην πόλη μας, φύσηξε αέρας ελευθερίας, οι καμπάνες του Ι.Ν. Αγίου Νικολάου, ανήγγελλαν ασταμάτητα το χαρμόσυνο γεγονός. Οι κάτοικοι του Αμυνταίου, όπως και των γύρω χωριών, μνήμονες της Ελληνικής καταγωγής των και διατηρήσαντες στα βάθη των ψυχών των τα Ελληνοχριστιανικά Ιδεώδη, πανηγύρισαν έντονα την απελευθέρωση τους και ξεχύθηκαν στους δρόμους, υποδεχόμενοι, με άκρατο ενθουσιασμό και αγάπη τους ελευθερωτές.
Ο πρόεδρος της επιτροπής Αμύνης της περιοχής, Αλέξης Χατζής, πατέρας του Θανάση Χατζή, Γεν. Γραμματέα του ΕΑΜ κατά την κατοχή 1941-1944 και πεθερός του Σχη Παπαπέτρου Ιωάννη, συνοδευόμενος από τον Ιερέα Παπαθανάση Χασιώτη, Αρχιερατικό Επίτροπο ,τον Ιατρό Μιχαήλ Τολίκα ,άλλα μέλη της επιτροπής Αμύνης και πλήθος κόσμου υπεδέχθησαν επίσημα τη Διοίκηση της Μεραρχίας.
Στη διασταύρωση του Ξινού Νερού, εκπρόσωποι του χωριού αυτού, με όργανα και πολλά κεράσματα υπεδέχθησαν τους άνδρες του 23ου ΣΠ που θα διανυκτέρευε στο χωριό. Οι κάτοικοι, εν μέσω φρενίτιδος ενθουσιασμού και απερίγραπτης χαράς, πανηγύρισαν με χορούς και τραγούδια, με κλαρίνα και γκάιντες, την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού. Είναι γνωστό βέβαια το μίσος των κατοίκων του Ξινού Νερού κατά των Τούρκων, λόγω της βαρβαρότητας την οποίαν επέδειξαν αυτοί κατά τον μήνα Ιούλιο του 1903 (Γεγονότα του Ιλιντεν).
Το ίδιο βράδυ, η Δκση της Μεραρχίας, έκρινε ότι ήταν απαραίτητος η κατάληψη του χωρίου της Βεύης στην έξοδο της στενωπού του Κιλί-Δερβέν, για να επιτηρεί την διασταύρωση των αμαξιτών οδών, φερουσών εκ Μοναστηρίου, αφενός προς Κοζάνη και αφετέρου προς Γιαννιτσά, όπου ενεργούσε ο όγκος του στρατού μας. Με τον τρόπο αυτό θα είχε το πλεονέκτημα να εμποδίσει την προέλαση του εχθρού προς τις αναφερόμενες κατευθύνσεις.
Η Μεραρχία προελαύνουσα από το πρωί της 19ης Οκτωβρίου επέτυχε, τις απογευματινές ώρες της ίδιας ημέρας ,να καταλάβει την αναφερθείσα αμυντική τοποθεσία και ελλείψει επαρκών πληροφοριών απεφάσισε να παραμείνει στη Βεύη. Εκεί τμήμα άτακτων Βουλγάρων υπό τον Τσακάλωφ, δυνάμεως περίπου 60 ανδρών, ανέφεραν ότι κατά τη διεξαχθείσα μάχη, έβαλον και αυτοί με πλευρικά πυρά κατά των Τούρκων, γεγονός το οποίο ουδείς αντελήφθη και ούτε επιβεβαιώθηκε από κανέναν.
(Από πανηγυρικό που εκφωνήθηκε στο Αμύνταιο σε επέτειο εορτασμο των Ελευθερίων του )