Ο Ίων με αναφορές του απ’ το Προξενείο Μοναστηρίου έβαλε τη φλόγα κι ο άντρας της αδερφής του, ο Παύλος Μελάς, το…Μαρτύρων καί Ηρώων Αίμα όπως ήτο κι ο τίτλος του βιβλίου του, με τ’ οποίο καλούσε επιπρόσθετα την Αθήνα να κινητοποιηθεί, για να προλάβει τον αφελληνισμό της Μακεδονίας.
Ήτανε βαθιά κι αγνός πατριώτης, που δεν περιοριζότανε στα ευχολόγια και τη θεωρία, διότι κατά αυτό τον τρόπο όλοι είναι πατριώτες.
Ο πατριωτισμός του ήταν έμπρακτος κι εκδηλωνόταν σε κάθε φάση της ζωής του. Το καλό της Ελλάδας και το θάρρος της γνώμης του τον έφερνε συχνά σε σύγκρουση μ’ όλους, ακόμα και με τους δικούς του.
Προείχε γι’ αυτόν η Ιδέα της Πατρίδος και θυσίαζε για αυτήν αδίστακτα τα προσωπικά οφέλη. “Τα πρόσωπα δεν παίζουν κανένα ρόλο όταν πρόκειται να σώσουμε την Πατρίδα“ έλεγε πάντα, παραμένοντας στη γραμμή Μακρυγιάννη, που μιλούσε για το εμείς και όχι για το εγώ.
Ακόμα κι εξόριστος στη Κορσική, ποτέ δεν έπαψε να εργάζεται και να προβληματίζεται για τα βάσανα της Ελλάδας ‐ κι ας τον εξόρισαν ‐ δεν έλεγε: “Έχω το πρόγραμμά μου το οποίον εγώ θα εφαρμόσω”, αλλά ʺέχω τας ιδέας αυτάς και ελάτε να συνεργασθούμε δια να επιβάλωμεν, αν είναι ορθαί, την εφαρμογήν τωνʺ…
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Σεπτέμβρη 1878, Μακεδών, με καταγωγή από το Βογατσικό Καστοριάς.
Ο πατέρας του Στέφανος Δραγούμης ήτανε δικαστικός, βουλευτής κι Υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης Χ. Τρικούπη και μετέπειτα Πρωθυπουργός της Επανάστασης στο Γουδί.
Μεγάλωσε σε περιβάλλον που πίστευε στα εθνικά ιδεώδη κι εμπνεόταν από ένθερμο πατριωτισμό.
Οι ρίζες της πατριωτικής ιδεολογίας του θα πρέπει να αναζητηθούν στο οικογενειακό του περιβάλλον και την ελληνοκεντρική του ανατροφή.
Ήταν η εποχή που η Ελλάδα δονείτο απ’ τη Μεγάλη Ιδέα, την απελευθέρωση των αλύτρωτων πατρίδων και των υποδούλων Ελλήνων, ενώ υψωνόταν η απειλή της Μεγάλης Βουλγαρίας και του Πανσλαβισμού.
Την ίδια εποχή επηρεάζεται από τη σκέψη του Νίτσε και του Μπαρρές. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στην αρχή και μετά συνέχισε στο Παρίσι.
Από το 1899 ακολούθησε τον διπλωματικό κλάδο στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Το 1897 κατατάχτηκε εθελοντής στο μέτωπο του ελληνοτουρκικού πολέμου που κατέληξε σε συντριπτική ήττα του ελληνικού στρατού.
Με τον πόλεμο του ’97 η Ελληνική κυβέρνηση θα θεωρήσει τη Μεγάλη Ιδέα μεγάλο ψέμα και θ’ απεμπολήσει το ιδανικό της απελευθέρωσης των υπολοίπων τμημάτων του Ελληνισμού.
Γράφει στον “Ελληνικό Πολιτισμό”: «Οι Ελλαδίτες πολιτικοί κατάντησαν να συναντήσουν με το νου τους κράτος και έθνος ή καλλίτερα μη μπορώντας να φτάσουν στην γενικότητα του «έθνους» έκαμαν την ανικανότητά τους θεωρία. Το κράτος δεν ήταν πιο πρόσκαιρο, δεν είχε δημιουργηθεί για να περιμαζέψει το έθνος γύρω του δεν ήταν σταθμός παρά τέλος. Συνέβηκε τούτο το παράδοξο, τούτοι, οι εξωμερίτες, περίμεναν την Ελλάδα να τους γλιτώσει και η Ελλάδα περίμενε μήπως τύχη και σηκωθούν μοναχοί τους να γλιτώσουν τον εαυτό τους».
Αυτό το κράτος των υποχωρήσεων και των συμβιβασμών, στηλιτεύτηκε τόσο από τον Δραγούμη όσο κι από τον συνοδοιπόρο και φίλο του Περικλή Γιαννόπουλο, που αυτοκτόνησε το 1910.
Αφού η κυβέρνηση δεν ήθελε να σώσει το Έθνος τότε ο Δραγούμης αναλαμβάνει να σώσει τον Ελληνισμό στη Μακεδονία με μυστική δράση.
Το 1902 τοποθετήθηκε με δική του αίτηση υποπρόξενος στο Προξενείο Μοναστηρίου και με την συνεργασία του πατέρα του και του γαμπρού του Παύλου Μελά δημιουργεί την Οργάνωση Αγώνα στη Μακεδονία, για να τη σώσει από τις ορδές των Βουλγάρων κομιτατζήδων που λυμαίνονταν τη περιοχή.
Ο ίδιος γράφει: «Ο καθένας πρέπει να φαντάζεται πως αυτός πρέπει να σώσει το έθνος του. Πρέπει να φαντάζομαι πως από μένα μόνον εξαρτάται η σωτηρία του έθνους. Να μην κοιτάζω τι κάνουν οι άλλοι και να φαντάζομαι πως εγώ έχω το μεγάλο χρέος της σωτηρίας».
Και προσθέτει: «Δεν δουλεύω για την κυβέρνηση, δουλεύω για τον Ελληνισμό. Δεν αγαπώ την κυβέρνηση, αγαπώ τον Ελληνισμό. Σιχαίνομαι την κυβέρνηση, δεν σιχαίνομαι τον Ελληνισμό. Άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση πέφτω, σηκώνομαι όταν νιώθω τον Ελληνισμό. Πονώ για τον Ελληνισμό, για την κυβέρνηση μου έρχεται καταφρόνια. Για να ζήσω περισσότερο πρέπει να συνδεθώ με το Έθνος μου. Συνδέομαι με το Έθνος μου, όταν προσπαθώ να το δυναμώσω, διοχετεύοντας όλες τις δυνάμεις μου εκεί, δηλαδή σ΄ αυτόν τον σκοπό».
Έδινε έτσι τον ορισμό του τόσο περιφρονημένου ελληνικού πατριωτισμού.
Το 1904 σκοτώνεται ο γαμπρός κι ίνδαλμά του Παύλος Μελάς.
Γράφει στο «Μαρτύρων & Ηρώων Αίμα» απευθυνόμενος στη νεολαία που καλούσε ν’ ασχοληθεί με τα εθνικά θέματα: «Φτάνουν πια οι Μάρτυρες. Χρειάζονται τώρα ήρωες. Γενείτε ήρωες. Να ξέρετε πως αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει».
Όμως αυτό δεν άρεσε στη κυβέρνηση και μετατίθεται κατά σειράν ως πρόξενος, στις Σέρρες (1903), στον Πύργο Βουλγαρίας στη Φιλιππούπολη (1904), την Αλεξάνδρεια και το Δεδεαγάτς (Αλεξανδρούπολη).
Το 1907 τοποθετήθηκε στη πρεσβεία Κωνσταντινούπολης. Στα 1907‐1908 δουλεύει στο Ελληνικό Προξενείο της Κωνσταντινούπολης και συναντά τον άλλο μεγάλο συνοδοιπόρο του, τον αξιωματικό Αθανάσιο Σουλιώτη‐Νικολαΐδη.
Τη περίοδο αυτή καταγράφει στο « Όσοι Ζψντανοί ».
Μαζί δημιουργούν την Οργάνωση Κωνσταντινούπολης για υπεράσπιση των δικαιωμάτων των Ελλήνων κι αυτονομία στον Πόντο, στη Καππαδοκία, τα παράλια της Μ. Ασίας.
Μαζί οραματίζονται το ανατολικό ιδανικό όπου θα ενώνονταν όλοι οι λαοί τη Ανατολής κι οι Έλληνες ως γνήσιοι κληρονόμοι του Βυζαντίου θα γίνονταν σιγά‐σιγά κυβερνήτες ή συγκυβερνήτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εις βάρος των Τούρκων.
Αυτό προϋπόθετε εναντίωση στην επιρροή των Μεγάλων Δυνάμεων που θέλανε διάλυση.
Όμως η εξέλιξη του Νεοτουρκικού κινήματος θα διαλύσει τα οράματα των δύο φίλων όπου ο Μ. Αλέξανδρος συναντούσε το όραμα του Ρήγα Φεραίου.
Το 1909 υπηρέτησε διαδοχικά στις πρεσβείες της Ρώμης και Λονδίνου. Πραγματοποίησε περιοδεία σε πρεσβείες και προξενεία στα Βαλκάνια.
Την ίδια χρονιά ξεσπά κι η Επανάσταση στο Γουδί με προσωρινό πρωθυπουργό τον Στέφανο Δραγούμη, αλλά πραγματικό κυβερνήτη αργότερα τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Ο Βενιζέλος υπήρξε φιλελεύθερος, ενώ ο Δραγούμης εθνικιστής.
Έτσι η σύγκρουση των δύο πολιτικών θα είναι αναπόφευκτη.
Το 1910 συνέπραξε στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου.
Το 1911, όταν κατέλαβαν τα Δωδεκάνησα οι Ιταλοί, συγκρότησε στη Πάτμο πανδωδεκανησιακό συνέδριο, που πρόλαβε να διακηρύξει τον πόθο της Ένωσης με την Ελλάδα.
Επίσης επανατοποθετήθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών υπό τον Βενιζέλο, με τον οποίο άρχισε να διαφωνεί.
Το 1912, δεκανέας, υπηρέτησε στο επιτελείο του αρχιστράτηγου.
Μαζί με τον Β. Δούσμανη και τον Ι. Μεταξά στάλθηκε να διαπραγματευτεί με τον Ταχσίν πασά την παράδοση της πόλης και συντάσσει το πρωτόκολλο παράδοσης της Θεσσαλονίκης, στην οποία και πρώτος ύψωσε την Ελληνική Σημαία.
Το 1914 με την έκρηξη του Α’ Παγκ. Πολ., διορίσθηκε επιτετραμμένος στη Βιέννη και το Βερολίνο, θέση από την οποία αρνήθηκε να διαπραγματευθεί την ανταλλαγή των ελληνικών πληθυσμών Θράκης και Τουρκίας με τους τουρκικούς πληθυσμούς της Μακεδονίας.
Αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του ήταν να μετατεθεί δυσμενώς στην πρεσβεία της Πετρούπολης. Αρχικά αμφιταλαντεύεται αλλά καταλήγει ανταντ‐ό‐φιλος γιατί φοβόταν κυριαρχία των Ρώσων στη Κωνσταντινούπολη και τα Στενά.
Στο μεταξύ κυκλοφορεί το βιβλίο του «Ελληνικός Πολιτισμός» όπου καθορίζει τους στόχους του ελληνικού έθνους.
Κατ’ αρχή θα ‘πρεπε να υπάρξει πολιτική ένωση όλης της φυλής. Δεύτερος ο σκοπός του έθνους είναι η δημιουργία πολιτισμού.
Πολιτισμού όμως που βασίζεται σε 3χιλιετή παράδοση κι όχι μίμηση ξένων προτύπων. Αντίθετα οι ηγέτες της αριστοκρατίας του έθνους «θα πρέπει να λουστούν στα φεγγερά και διάφανα νερά της λαϊκής ψυχής» για να συνταράξουν τον λαό και να τους ακολουθήσει.
Γι’ αυτό πιστεύει στο κτύπημα της σχολαστικής παράδοσης, στη μελέτη της δημοτικής παράδοσης και την επιβολή της δημοτικής ως γνήσιας γλώσσας του λαού.
Ο δημοτικισμός του όμως δε συνδεόταν με τα εθνοδιαλυτικά ιδεώδη της πάλης των τάξεων και του σοσιαλισμού.
Ακόμα κι αυτό τον σοσιαλισμό τον ήθελε χωρίς πάλη των τάξεων κι όσο του το επέτρεπε ο βυζαντινός κοινοτισμός του και χωρίς κρατικό παρεμβατισμό. Η σύγκρουση με τον Σκληρό έχει μείνει κλασσική.
Κι εδώ ερχόμαστε σε μιαν άλλη σημαντική πλευρά της σκέψης του: τη πίστη στην αναβίωση του ελληνικού κοινοτισμού, της διοίκησης των αυτονόμων κοινοτήτων του Βυζαντίου και της Τουρκοκρατίας, βασισμένη στο κοινοβιακό ιδεώδες της Ορθοδοξίας.
Γράφει: «Όταν έγινε κράτος η Ελλάς, δεν ήταν ανάγκη, δεν έπρεπε να καταστρέψουν τις κοινότητες και να κάμουν δήμους. Οι κοινότητες ήταν αποτέλεσμα ζωής ελληνικής πολλών ετών, ήταν τύπος ελληνικής υπάρξεως. Χαλνώντας τις κοινότητες χαλάσαμε κάτι στερεό, κάτι που ζούσε, κάτι που ήταν φυσικό».
Πίστευε στην οικονομική και διοικητική αυτονομία, με το κράτος να ασχολείται με τα γενικότερα εθνικά θέματα.
Ο Κοινοτισμός όμως δεν μπορούσε να υπάρξει δίχως Ορθοδοξία.
Γι’ αυτό γράφει: «Υποστηρίζω την θρησκεία μας, επειδή είναι αχώριστη από την ιστορία μας, είναι η Ιστορία μας, είναι η συνέχεια της Ιστορίας του γένους».
Μέσα λοιπόν απ’ αυτά προσπαθούσε να ελληνοποιήσει τον σοσιαλισμό ή καλύτερα τη σοσιαλδημοκρατία.
Κι αυτή τη σοσιαλδημοκρατία την έβλεπε πάντα σε συνδυασμό με εθνικισμό, αντιδυτικισμό και το ανατολικό ιδεώδες της δυαδικής ελληνο‐οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Πιστεύει ότι οι Έλληνες δε πρέπει να επιτεθούν στο κοινό τους σπίτι, την Ανατολή. Αυτός είναι ο λόγος που επιτίθεται στην φιλελεύθερη πολιτική του Βενιζέλου, αλλά και στη Μικρασιατική εκστρατεία.
Είχε τη γνώμη ότι ο Ελληνισμός θα μπορούσε, πολιτικά κι οικονομικά, να επιβληθεί στη Τουρκία.
Τελικά η Μεγάλη Ιδέα και το Ανατολικό Ιδεώδες θα πνιγούνε στο λιμάνι της Σμύρνης. Το 1915 παραιτήθηκε από το διπλωματικό σώμα κι εκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής στον νομό Φλώρινας.
‘Αρχισε να κατηγορεί τον βασιλιά Κωνσταντίνο για τη πολιτική στο χώρο της Μακεδονίας, που οδήγησε στην παράδοση των ανατολικών περιοχών στους Βούλγαρους, συχρόνως όμως αντιτάχτηκε και στη πολιτική του Βενιζέλου που οδήγησε στην έξωση του Κωνσταντίνου.
Ο Δραγούμης, η σάλπιγγα του Ένοπλου Μακεδονικού Αγώνα, που δε δίστασε, βλέποντας αργότερα τους αιώνιους συμμάχους και φίλους να προβαίνουν σ’ 6μηνο αποκλεισμό των ελληνικών λιμανιών προκαλώντας πείνα και ταπείνωση, να εισβάλουνε φιλικά στην Ελλάδα, να καταλύουνε την εθνική κυριαρχία, τη τάξη, τη λαϊκή βούληση και την ανεξαρτησία της χώρας, να καταγγείλει με επιστολή-καταπέλτη το απαράδεκτο των ενεργειών.
Αυτή ακριβώς η καταγγελία στις 16 Ιουνίου 1917, θα προκαλέσει την οργή του τότε ελλαδικού και συμμαχικού κατεστημένου, με αποτέλεσμα την άμεση εξόρισή του στη Κορσική όπου κάνει παρέα με τον μαθητή του Ιωάννη Μεταξά.
Η επίσημη δικαιολογία για την εξορία του είναι για τα… φιλογερμανικά δήθεν αισθήματά του, ξεχνώντας οι συντάκτες της λίστας των εξορίστων ότι 1 χρόνιο πριν όταν κατελήφθη από γερμανοβουλγάρους το οχυρό Ρούπελ, τον Μάη του 1916, στη συζήτηση που ‘γινε στη Βουλή, υπήρξε καταπέλτης κατά των Γερμανών σε μιαν αξέχαστη αγόρευση, γεμάτη αγνά πατριωτικά αισθήματα.
‘Αλλωστε ήταν εκείνος που από τη θέση του ως Πρέσβης στη Πετρούπολη, υποστήριξε την έξοδο της Ελλάδας από την ουδετερότητα στο πλευρό της Αντάντ, αλλά με συμφωνίες και συμβάσεις ‐κι όχι με πλιάτσικο, επεμβάσεις, αυθαιρεσία και προχειρότητα‐ που θα καθόριζαν σαφέστατα τ’ ανταλλάγματα που θα ‘παιρνε η Ελλάδα και θα παρείχανε σαφείς και γερές εγγυήσεις ότι θα τα κρατούσε κιόλας.
Αν χρησιμοποιούνταν ο νομικός και πολιτικός τρόπος του, ίσως η Ελλάδα δεν αντιμετώπιζε τον όλεθρο και τη συμμαχική ενίσχυση του Κεμάλ.
Και μιλώντας στους συνεξόριστους συντρόφους του, εξέθετε τις ιδέες του, τις οποίες πλαισίωνε πάντα με τα εθνικά όνειρα περί μίας Μεγάλης Ελλάδος, που να περιελάμβανε: ʺ…τη Βόρεια Ήπειρο με τον Αυλώνα, το αγαπημένο του Μοναστήρι, όπου διετέλεσε υποπρόξενος της Αθήνας, τις περιφέρειες Γευγελής‐ Δοϊράνης Στρωμνίτσης με σύνορα Δεμίρ‐Καπού Μάλες, το Πετρίτσι, το Νευροκόπι και το θρυλικό Μελένοικο, όλη τη Θράκη με την Πρωτεύουσα του Έθνους την Πόλη, με τον Πόντο και την Μικράν Ασίαν μέχρι αυτής της Αλεξανδρέτας με την Κύπρο, δηλαδή Ελλάδα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ισχυράν και μεγάλην, παράγοντα σοβαρό προοόδου και πολιτισμού στην Ανατολήʺ!
Αυτό δυστυχώς τον άνθρωπο, την εξαίσια μορφή του Ελληνισμού, τον πρώτο διπλωμάτη του Μακεδονικού Αγώνα, το πρώτο φυτίλι των σκλαβωμένων, τον ονόμασαν γερμανόδουλο, βουλγαρόδουλο και προδότη.
Ο Ίων παρ’ ότι είχε ευρύτατη μόρφωση και γνώριζε πολλές ξένες γλώσσες, εν τούτοις ήταν εχθρός της ξενομανίας αδυσώπητος.
Κι αλίμονο σε κείνο που θα ‘πεφτε στην αντίληψή του να ρέπει προς κάτι ξενικό, που δεν θα ‘χε σχέση με τις Εθνικές Παραδόσεις, τα ήθη κι έθιμα Ελληνικά.
Όταν πάλι άκουγε κανένα να μεταχειρίζεται γαλλικές ή άλλες ξενικές φράσεις, έσπευδε να τον παρατηρήσει: ‐Μα έχουμε Ελληνικάς λέξεις, φίλε μου…
Αυτό και μόνο δείχνει, πόσο επίκαιρος είναι ακόμη και σήμερα. Πράγματι ανοίγει κανείς τη τηλεόραση και νομίζει ότι βρίσκεται στην Αγγλία!..
Αυτός ο εξοργιστικός πιθηκισμός, φοβάμαι ότι θα κάνει σε λίγα χρόνια τους πολιτικούς, να εκφωνούν προεκλογικούς λόγους στ’ αγγλικά, όπως γίνεται σε αρκετές τριτοκοσμικές χώρες!..
Γι’ αυτό κι ο Δραγούμης ήταν εναντίον κάθε ανάμιξης ξένων στα εσωτερικά της Ελλάδας.
Στα υπομνήματα διαμαρτυρίας που έστελνε από τη Κορσική υποστήριζε με πάθος πως: “…δεν δύναται να νοηθεί Κράτος αυτοτελές και ανεξάρτητον όταν μία μερίς πολιτική προς επικράτησίν της καλεί τους ξένους εις βοήθειάν της!”
Το πόσο δίκιο είχε γι’ αυτές του τις απόψεις, δε το ‘μαθε ποτέ, γιατί απλούστατα δολοφονήθηκε!
Η ανάμιξη των ξένων οδήγησε στον ξεριζωμό του Μικρασιατικού Ελληνισμού!
Κάτι που δεν έζησε για να γευθεί.
Αλλά κι από την εξορία του δεν ησύχαζε.
Έστελνε επιστολές σε ξένες προσωπικότητες ώστε να επηρεάσει υπέρ των Ελληνικών Θέσεων τη στάση και τη σκέψη τους, κάτι που τον έκανε ακόμα πιο επικίνδυνο για τα συμμαχικά συμφέροντα, όπως τα υπομνήματα που έστειλε στους Πρωθυπουργούς Αγγλίας, Γαλλίας κι Ιταλίας, στον Πρόεδρο των ΗΠΑ, καθώς και στον Κλεμανσώ, που αξίωνε “κατά το δόγμα των Εθνοτήτων“ την εθνική δικαίωση του Μικρασιατικού Ελληνισμού και την πρόσδεσή του στον εθνικό κορμό, χωρίς να παραγνωρίζει τις άλλες εθνότητες.
Μπροστά του, ακόμη και από τη πίκρα της εξορίας, είχε μονάχα την Ελλάδα και τ’ όραμά του!..
Κάποτε, μετά 23 μήνες εξορίας στη Κορσική, ζητήθηκε από τους εξορίστους να δηλώσουν αν επιθυμούσαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, για εσωτερική εξορία ή να παραμείνουν έξω.
Ο Δραγούμης διάλεξε την επιστροφή, μαζί με τον Ιωάννη Μαλλώση.
Αυτός είχε κι ένα σκύλο που τον έλεγε Ροκ κι όταν ανέβηκαν στο ατμόπλοιο “Εσπερία” ο ανθυποπλοίαρχος Καζαντζής, αντελήφθηκε τον Ροκ κι έδωσε διαταγή: -”Πετάξτε στη θάλασσα το σκυλί αυτό”, είπε σ’ ένα ναύτη.
-”Μπα. Από τώρα αρχίζετε τις θανατικές εκτελέσεις”, επενέβη σαρκαστικώτατα ο Δραγούμης και σώθηκε ο Ροκ, για να δηλητηριασθεί αργότερα στην εξορία της Σκοπέλου, ως σκύλος αντιδραστικού…
Όταν έφτασαν στον Πειραιά τους επιβίβασαν σ’ ένα σκυλοπνίχτη, σ’ ένα μικρό ατμόπλοιο ονόματι “Κατίνα” για τη νέα εξορία, όπου και θα τους ελέγχαν καλύτερα, στη Σκόπελο. Κι από κει αδύνατον να ησυχάσει.
Η πατρίδα και το συμφέρον της ήταν πολύ ψηλά, όπως φαίνεται πεντακάθαρα και από την παρακάτω επιστολή που έστειλε στον Μαλλώση στις 26 Ιουλίου 1919: “…Ένα μόνο θέλω να πω γι΄ αυτούς (σ.σ. εννοεί αυτούς που δεν παλεύουν για το κοινό καλό επειδή έχουν…οικογενειακές υποχρεώσεις…).Ότι καμιά προστυχιά άλλων και καμμιά αναποδιά που συναντούμε στο δρόμο μας είτε από φίλους, είτε από εχθρούς, είτε από ξένους είτε από δικούς μας, δεν επιτρέπεται να μας κάμουν να ʺμουντζώσουμε πατρίδα κι εθνικές υποθέσειςʺ για την οικογένειά μας και τα μικροσυμφέροντάς μας. Να ξέρεις ότι πάντα καλύτερα κυτάζει κανείς την οικογένειά του και τα συμφέροντά του, άμα κάνει εκείνο που πρέπει για την πατρίδα του και τις εθνικές υποθέσεις. Γίνεται οδηγός και φωτίζει και εμπνέει όλους τους τριγυρινούς του και υποτάζει τα συμφέροντά του σ΄ ένα γενικότερον συμφέρον και βρίσκει τη χαρά του μέσα στην αποστολή του αυτή, και η χαρά είναι το ανώτερο συμφέρον του”.
Με αγάπη Ίων Δραγούμης
Τελικά, επιστρέφει στην Αθήνα στις 8 Νοέμβρη 1919, υποστηρίζοντας πως “όταν μιλάμε για τα εθνικά ωφελήματα δεν πρέπει να ζητάμε να μάθουμε ποιος τάκαμε, αλλά να εξετάζουμε πώς γίνανε…”
Από το 1915 που πολιτευόταν ήταν ο υποσχόμενος επόμενος αρχηγός της Ελλάδας.
Η πολιτική δολοφονία στέρησεν ίσως το μοναδικό άνθρωπο που θ’ απέτρεπε τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ο θεωρητικός του λαϊκού εθνικισμού έπεφτε νεκρός από τις σφαίρες του μεγαλοαστικού οικονομικού κατεστημένου των Βενιζέλου και Μπενάκη.
Ο κόσμος του ατομικισμού και των ταξικών συμφερόντων δολοφονούσε ένα από τους τελευταίους οραματιστές του Ελληνικού Κοινοβίου.
Στις 20 Αυγούστου 1920 ο Βενιζέλος υπέγραψε στο Παρίσι τη Συνθήκη των Σεβρών “περί προστασίας των εν Ελλάδι μειονοτήτων”.
Η συνθήκη που υπογράφηκε μεταξύ Ελλάδας και των συμμάχων αυτής, αφορούσε μεταξύ άλλων τη μειονοτική προστασία των Βουλγάρων, Αλβανών και Τούρκων που ζούσανε στο ελληνικόν έδαφος. Ουσιαστικά ανεγνώριζε την ύπαρξη ισχυρών μειονοτικών ομάδων εντός Ελλάδας (άρθρ.2).
Με βάση την συνθήκη αυτή η Ελληνική κυβέρνηση αναγνώρισε το 1925, βουλγαρική μειονότητα στη Βόρεια Ελλάδα κι υποχρεώθηκε να τη προστατεύει.
Ο Δραγούμης εξοργίστηκε θεωρώντας τη προδοτική και φέρεται να ‘χε συμμετοχή στην απόφαση κι οργάνωση της δολοφονικής απόπειρας εναντίον του Βενιζέλου.
Δύο απότακτοι αξιωματικοί οι Τσερέπης και Κυριάκης, στις 30 Ιουλίου του 1920 στο Παρίσι πυροβόλησαν 10 φορές και τραυμάτισαν τον Βενιζέλο στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών.
Οι φήμες ότι πέθανε κυκλοφορούν στην Αθήνα.
Το απόγευμα της επομένης, ο βουλευτής και μακεδονολάτρης Δραγούμης, που πήγαινε από το σπίτι της Μαρίκας Κοτοπούλη στη Κηφισιά, στα γραφεία του περιοδικού του Πολιτική Επιθεώρηση, συλλαμβάνεται από τα βενιζελικά τάγματα χωροφυλακής -του τότε βενιζελικού αρχηγού Γ. Ζυμβρακάκη-, μ’ επικεφαλής τον αστυνόμο Παύλο Γύπαρη κι εκτελείται στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας, εκεί που ήταν άλλοτε οι στρατώνες του πεζικού κι όπου στήθηκε αναμνηστική στήλη.
Η πολιτική δολοφονία του σοκάρει τον πολιτικό κόσμο και στερεί την Ελλάδα έναν δυνητικά λαμπρό υποψήφιο αρχηγό του Έθνους.
Ο Ίων Δραγούμης αντιπροσωπεύει τη συμμετοχή του πνευματικού κόσμου στην προσπάθεια να σηκωθεί ο τόπος απ’ το γονάτισμα του 1897 για να φτάσει ως την περήφανη εξόρμηση του 1912.
Έργα του: “Μαρτύρων Κι Ηρώων Αίμα” 1907,
”Σαμοθράκη” 1908,
“Όσοι Ζωντανοί” 1911,
“Ελληνικός Πολιτισμός” 1914,
“Το Σταμάτημα” 1918.
‘Αφησε επίσης μερικά έργα ημιτελή κι ανέκδοτα
(όπως το «Ημερολόγιο» και το μυθιστόρημα “Οι Τρεις Φίλοι”).
Παρακάτω παρατίθεται απόσπασμα για τον Μακεδονικό αγώνα.
Το απόσπασμα αυτό μιλά για τον Παύλο Μελά.
Φεύγοντας από τα σύνορα έγραφε στη γυναίκα του: «Αναλαμβάνω αυτόν τον αγώνα με όλην μου την ψυχήν και με την ιδέαν ότι είμαι υποχρεωμένος να τον αναλάβω» ‘Αλλοτε όμως τον συνέπαιρνε η ιδιαίτερη τρυφερότητα της αγάπης του για τη γυναίκα και τα παιδιά του. «Κλαίω ακόμη καμιά φορά, αλλά μην ανησυχείς, θα περάση γρήγορα κι αυτό… Όλους τους πόνους θα τους συνηθίσω πριν φθάσω εκεί… Δια σε και τα παιδιά μου αισθάνομαι τρυφερότητα, την οποίαν δεν μπορώ να περιγράψω». Και πάλι έγραφε: «Πού και που κανένα δάκρυ κι αμέσως μετά μία Μεγάλη Ιδέα κι έτσι στεγνώνει το δάκρυ».
Φοβότανε τους Σλάβους περισσότερο από τους Τούρκους γι’ αυτό και σκεφτόταν τη δημιουργία μιας Ανατολικής Ομοσπονδίας στα πρότυπα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που θα τους αναχαίτιζε και θ’ απαλλάσσονταν από την κηδεμονία των ξένων δυνάμεων. Το κράτος αυτό θ’ άρχιζε από την Αδριατική και θα ‘φτανε ως τη Συρία. Επεδίωκε μ’ αυτό τον τρόπο ο Ελληνισμός να παραμείνει στις εστίες του κυριαρχώντας πολιτισμικά στην Ανατολή. Περιέγραψε ξεκάθαρα το όραμα του Νέου Ελληνισμού.
Ήθελε ο νεοελληνικός πολιτισμός να βασισθεί στη γλώσσα, στα έθιμα, στον τρόπο ζωής του απλού ελληνικού λαού ώστε να μεγαλουργήσει και πάλι.
Απεχθανόταν την εισαγόμενη βαυαρική κρατική οργάνωση, τον λογιοτατισμό με τη καθαρεύουσα και την στείρα αρχαιολαγνία.
Επιθυμούσε την οργάνωση των Ελλήνων σε Κοινότητες -θεσμό κατ’ εξοχήν ελληνικό- θεωρώντας ότι το κράτος που φροντίζει για όλες τις ανάγκες των πολιτών καταστρέφει τις δημιουργικές του δυνάμεις.
Έτσι ο πολίτης θα πάψει να ενδιαφέρεται για τα κοινά και θα τα περιμένει όλα από το κράτος. “Θέλω να είμαι ωραίο δείγμα ανθρώπουΈλληνος. Να σκοπός μιας ζωής! Δουλεύοντας για τον Ελληνισμό, δουλεύω για τον εαυτό μου. Θέλω να ξοδέψω τη ψυχή μου μέσα στο έθνος μου, σε μια αλληλεγγύη με τους ομοφύλους μου”.
Ο Δραγούμης ήτανε γνήσιος πατριώτης χωρίς όμως ολοκληρωτικές προκαταλήψεις.
Ο Ελληνισμός δεν χάνεται σε στενά εθνικά έργα, θέλει έργα ανθρώπινα.
Η Ελληνική ιδέα είναι πλατύτερη της Ελληνικής γης και υπερβαίνει τα καθαρώς εθνικά όρια του Ελληνισμού.
Η ιδέα του Έθνους τονε συνεπαίρνει.
Μαζί με τον εαυτό του είναι τα μοναδικά ζωντανά πράγματα για τον άνθρωπο που μονάχα μαζί τους υπάρχουν όλα τ’ άλλα.
Η εθνική πίστη, η αγάπη προς το έθνος ξεπερνάει κάθε άλλο δυνατό προσωπικό συναίσθημα.
Είναι μεγαλύτερη ακόμα και από την αγάπη προς την οικογένεια.
Δε παντρεύτηκε ποτέ, ωστόσο υπήρξε πλατωνικός εραστής της ομοϊδεάτισσάς του Πηνελόπης Δέλτα (γνωστή συγγραφέα αντιβουλγαρικών μυθιστορημάτων που αυτοκτόνησε με δηλητήριο το 1941) κι αργότερα εραστής της Τερέζας Δαλαμά μετέπειτα ερωμένης του Ερνεστ Χεμινγουέι.
Ο Δραγούμης -μαζί με τον Περικλή Γιαννόπουλο- διατύπωσε στην εποχή του μια ουτοπική ελληνική πρόταση που ελάχιστα κατανοήθηκε από τους συμπατριώτες του αλλά ήταν αρκετή να τον κατατάξει ανάμεσα στους εκλεκτούς. “Μου αρέσει να ζω μέσα στο έθνος μου για τον εαυτό μου κι ακουμπώντας επάνω του να γίνομαι πιο άνθρωπος, δηλαδή κάτι περισσότερο ή τελειότερο από τον άνθρωπο. Ο καθένας γεννήθηκε σωτήρας του έθνους του. Λίγοι όμως ξέρουν πως γεννήθηκαν τέτοιοι, δηλαδή πως αυτοί θα το σώσουν, αν θέλουν. Πρέπει να φαντάζομαι πως από μένα μόνο εξαρτάται η σωτηρία του έθνους. Και αν δεν ήμουν εγώ, δεν θα ήταν κανένας άλλος που να το σώσει. Ή να μην κοιτάζω τι κάνουν οι άλλοι και να φαντάζομαι πως μόνο εγώ έχω το μεγάλο χρέος της σωτηρίας”.
Το Ανατολικό Κράτος όμως που ονειρεύοντανε, με τη πολιτιστική κυριαρχία των Ελλήνων έμεινε απλώς ως σκέψη.
Εκεί τώρα πια, στην “εξορία” των Ουρανών, βουτάει ακούραστα το φτερό του σε μελάνι κόκκινο από το αίμα του και γράφει.
Γράφει για τη Κύπρο!
Για τη συνεχή υποχωρητικότητά μας στο Αιγαίο!
Για τις εθνικές ταπεινώσεις!
Για τη Θράκη!
Για αυτό που καίει τους Μακεδόνες που τόσο αγάπησε και τόσο αγωνίστηκε. Για την παραχάραξη και το ξεπούλημα της Μακεδονίας.
Δυστυχώς, ο Ίδιος έφυγε νωρίς…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου