800 σελίδες ανώνυμων πληροφοριών, εκθέσεων και κουτσομπολίστικων σημειωμάτων, που αποκαλύπτουν τη μυστική δράση του Αριστοτέλη Ωνάση, υπήρχαν στο γραφείο του πανίσχυρου αρχηγού του FBI Εντγκαρ Χούβερ.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης σκανδάλιζε το αμερικανικό κατεστημένο από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ως τον γάμο του με την Τζάκι Κένεντι, που ήταν και η κορυφαία «προσβολή» του έλληνα πλοιοκτήτη στο αμερικανικό υποσυνείδητο. «Το Βήμα» ανακάλυψε τα αρχεία της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ερευνών των ΗΠΑ, της γνωστής ως FBI, για τον Ωνάση.
Μερικά από τα έγγραφα ανασύρθηκαν από τους φακέλους όταν ο Ωνάσης φιλοξένησε αρχικά την Τζάκι στο γιοτ του και κατόπιν την παντρεύτηκε. Για τον Χούβερ, που είχε τη μανία να συλλέγει πληροφορίες και κουτσομπολιά για όλους τους ισχυρούς, ήταν προφανώς ιδιαίτερα ευχάριστο να έχει στοιχεία για τον άνθρωπο που παντρεύτηκε τη χήρα της δικής του νέμεσης. Ο Χούβερ είχε ανοιχτή κόντρα τόσο με τον Τζον Κένεντι όσο και πολύ περισσότερο με τον αδελφό του Ρόμπερτ, που ήταν πολιτικός προϊστάμενός του, ως υπουργός Δικαιοσύνης.
Ενα γεγονός είναι σαφές από τα αρχεία της αμερικανικής υπηρεσίας: ο Ωνάσης είχε ορκισμένους εχθρούς από τα πρώτα βήματα της καριέρας του στο Μπουένος Αϊρες. Το FBI και άλλες υπηρεσίες ήταν αποδέκτες αλλεπάλληλων ανώνυμων και μη σημειωμάτων που κατηγορούσαν τον σμυρνιό επιχειρηματία για τα πιο απίθανα πράγματα.
Ο Χούβερ είχε στην κατοχή του πληροφορίες που συνέδεαν τον Ωνάση με συνεργασία με τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια του πολέμου ως συμμετοχή στον σχεδιασμό της δολοφονίας του προέδρου Τζον Κένεντι για λογαριασμό της μαφίας. Οι περισσότερες «πληροφορίες» έπειτα από ενδελεχείς έρευνες των αμερικανικών υπηρεσιών αποδείχθηκαν αναληθείς. Παρ' όλα αυτά οι προσωπικοί αντίπαλοί του στην ελληνική κοινότητα της Αργεντινής και αργότερα ο αντίζηλός του Σταύρος Νιάρχος κατάφερναν να κινητοποιούν τις αμερικανικές διωκτικές αρχές προκαλώντας σοβαρά ζητήματα γύρω από τις δραστηριότητες του Ωνάση.
Το δεύτερο παράδοξο που προκύπτει από τα αμερικανικά αρχεία είναι η εκπληκτική ικανότητά του να ξεγλιστράει μέσα από τις δαγκάνες του FBI, της CIA, ακόμη και της Υπηρεσίας Ερευνών του αμερικανικού ναυτικού (ΟΝΙ, Office of Naval Investigations). Κάθε φορά που τα πράγματα δυσκόλευαν για τον Ωνάση, κατάφερνε με κάποιον τρόπο να ξεγελάσει τις αμερικανικές διωκτικές αρχές και να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από αυτές. Ακόμη και τη δεκαετία του '50, όταν ανακηρύχθηκε σε «ύψιστο κίνδυνο για την αμερικανική εθνική ασφάλεια» ύστερα από συστηματικές πιέσεις του Νιάρχου, ο έλληνας εφοπλιστής κατάφερε να ξεφύγει με μικρό σχετικά κόστος.
Ιστορικό το κάρφωμα
Αύγουστος 1942. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη και ο Ωνάσης έχει αρχίσει την επιχειρηματική δραστηριότητά του στο Μπουένος Αϊρες και στη Νέα Υόρκη. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ του είχε δώσει ειδική βίζα διαμονής στις ΗΠΑ από το καλοκαίρι του 1942.
Η Αργεντινή υποτίθεται ότι διατηρούσε ουδέτερη στάση στον πόλεμο, αλλά οι Σύμμαχοι θεωρούν ότι έκλινε προς τον Αξονα. Το Μπουένος Αϊρες είναι γεμάτο από πράκτορες και των δύο πλευρών που προσπαθούν να συλλέξουν πληροφορίες και να χρησιμοποιήσουν αργεντινές εταιρείες για δικούς τους σκοπούς. Οι γερμανοί πράκτορες χρησιμοποιούσαν την πόλη ως ορμητήριο για το λαθρεμπόριο προϊόντων που αγόραζαν μέσω τρίτων από συμμαχικές χώρες προκειμένου να σπάσουν το εμπάργκο τους.
Ο Ωνάσης είχε ξεκινήσει πριν από μία δεκαετία την καριέρα του στη ναυτιλία και δεν είχε την πρόθεση να δει τα πλοία του επιταγμένα από το αμερικανικό ναυτικό.
Το καλοκαίρι του 1942 προσπαθούσε να πουλήσει δύο τάνκερ ονόματι «Καλλιρρόη» και «Αντιόπη» προτού προλάβουν να τα κατασχέσουν για τις δικές τους πολεμικές ανάγκες οι υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Το Γραφείο Ερευνών του ναυτικού παίρνει την εντολή να διεξαγάγει έρευνα για το παρελθόν, τις απόψεις και τις δραστηριότητες του Ωνάση προτού υπογραφεί η συμφωνία του με την αμερικανική κυβέρνηση. Το σημείωμα που ετοίμασαν οι πράκτορες του αμερικανικού ναυτικού στην Αργεντινή έγραφε: «Η αμερικανική πρεσβεία στο Μπουένος Αϊρες έχει λάβει πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο ύποπτος έχει εκφράσει απόψεις εναντίον των πολεμικών προσπαθειών των ΗΠΑ και των συμμαχικών χωρών. Πιστεύεται ότι οι δραστηριότητές του ενόσω θα βρίσκεται στην Αμερική πρέπει να γίνουν αντικείμενο παρακολούθησης από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ γνωρίζει την κατάσταση και συμφωνεί».
Το σημείωμα εστάλη στον Χούβερ από τον αρχηγό της Υπηρεσίας Στρατιωτικής Κατασκοπείας. Ο Χούβερ σε απόρρητη επιστολή του προς τον ναύαρχο Λαντ, επικεφαλής της υπηρεσίας Διοίκησης Ναυτικού που είχε την ευθύνη για τα εμπορικά πλοία στη διάρκεια του πολέμου, έγραφε στις 16 Ιουλίου: «Εχουμε λάβει πληροφορίες από εμπιστευτικές πηγές ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης που φέρεται ως ιδιοκτήτης των τάνκερ "Καλλιρρόη" και "Αντιόπη" σχεδιάζει να αναχωρήσει με αμερικανική αεροπορική εταιρεία από το Μπουένος Αϊρες για τη Νέα Υόρκη την Πέμπτη 12 Ιουνίου 1942...
Στόχος του είναι να διαπραγματευθεί με τις αμερικανικές αρχές την πώληση των τάνκερ. Ο πληροφοριοδότης μάς ενημέρωσε ότι δεν πρέπει να υπάρχει άλλος σκοπός για το ταξίδι αυτό αλλά ανέφερε ότι ο Ωνάσης έχει εκφέρει απόψεις εναντίον των αμερικανικών πολεμικών προσπαθειών και ότι οι κινήσεις και δραστηριότητές του ενόσω βρίσκεται στις ΗΠΑ πρέπει να παρακολουθούνται στενά».
Αμέσως ξεκίνησε μια επιχείρηση παρακολούθησης του Ωνάση, που βρισκόταν στη Νέα Υόρκη από το καλοκαίρι του 1942, και του συνεταίρου του Νίκου Κονιαλίδη, που είχε την έδρα του στο Λος Αντζελες. Οι ομοσπονδιακοί πράκτορες δεν μπόρεσαν να συλλέξουν ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες εκτός από την επισήμανση ότι ο μεν Ωνάσης έμενε σε σουίτα στο ξενοδοχείο «Ριτζ» στη λεωφόρο Παρκ του Μανχάταν, ο δε Κονιαλίδης στο εξίσου πολυτελές «Μπέβερλι Χιλς Hotel» στην ομώνυμη περιοχή της Καλιφόρνιας. Ο Κονιαλίδης εμφανίζεται σε σχετική αναφορά ως «πλεϊμπόι που δεν έχει ιδιαίτερες επαφές με ξένους ούτε και εμφανίζεται αναμεμειγμένος σε αντιαμερικανικές δραστηριότητες».
Οι σχέσεις του με τον Αξονα
Ενας άλλος πληροφοριοδότης των αμερικανικών υπηρεσιών έδωσε τις δικές του εξηγήσεις για όσα φερόταν να έχει δηλώσει ο Ωνάσης εναντίον των Αμερικανών. Σχετική έκθεση του FBI έγραφε: «Ο πληροφοριοδότης μάς ενημερώνει ότι ο ύποπτος δεν λειτουργεί εναντίον των αμερικανικών συμφερόντων. Οι δηλώσεις που του αποδίδονται εναντίον των συμμαχικών εθνών μπορεί να προκλήθηκαν από την οργή του λόγω της αποτυχίας της προσπάθειάς του να πάρει άδεια από τις αμερικανικές αρχές για να πουλήσει τα δύο τάνκερ "Καλλιρρόη" και "Αντιόπη", τα οποία είχε μεταφέρει από αμερικανικό στο παναμέζικο νηολόγιο».
Το 1943 οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφορήθηκαν ότι ο πλοίαρχος ενός εκ των πλοίων του Ωνάση είχε δεχθεί προτάσεις από γερμανούς πράκτορες για να κατασκοπεύει για λογαριασμό τους στα ταξίδια τους στον Ατλαντικό. Για μία ακόμη φορά οι Αμερικανοί δεν μπόρεσαν να βρουν στοιχεία που να αναμειγνύουν τον Ωνάση σε παράνομες ενέργειες.
Με το τέλος του πολέμου το FBI άρχισε συστηματική έρευνα για το ποιοι ξένοι επιχειρηματίες με δραστηριότητες στην Αμερική είχαν συνεργασθεί με τους Γερμανούς. Ο Χούβερ σε σημείωμα που έστειλε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ αποκάλυπτε: «Το γραφείο μας έχει λάβει πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Ωνάσης ήταν συνεταίρος σε διάφορες ύποπτες εταιρείες στη διάρκεια του πολέμου και επιδιδόταν συστηματικά στο λαθρεμπόριο καπνού προκειμένου να αποφύγει τους υψηλούς δασμούς. Εχουμε ακόμη ενημερωθεί για κατηγορίες σύμφωνα με τις οποίες συνεργάστηκε σε επιχειρηματικές δραστηριότητες με γερμανικές και ιταλικές εταιρείες κατά τη διάρκεια του πολέμου». Ο Χούβερ ακολουθούσε την αγαπημένη του τακτική σε σχέση και με τον Ωνάση. Πρώτα αναφερόταν σε οποιαδήποτε πληροφορία εξακριβωμένη ή μη και κατόπιν συμπλήρωνε στο τέλος του σημειώματός του: «Η υπηρεσία μας δεν έλαβε ποτέ στοιχεία ή αποδείξεις που να στοιχειοθετούν τις παραπάνω κατηγορίες».
Τα όσα ανέφερε ο Χούβερ βασίζονταν σε μια ανώνυμη επιστολή που έλαβε το FBI από το Μπουένος Αϊρες στις 28 Δεκεμβρίου 1944. Η επιστολή ήταν γραμμένη στα ρωσικά και στα αγγλικά ενώ το FBI δεν μπόρεσε να βρει τον αποστολέα της.
Μεταξύ άλλων ο ανώνυμος πληροφοριοδότης έγραφε: «Πριν από λίγο καιρό πράκτορές σας μου ζήτησαν να σας δώσω πληροφορίες για άτομα που έχουν αναπτύξει αντισημιτικές δραστηριότητες και έχουν συνεργασθεί με τις δυνάμεις του Αξονα». Ενα τμήμα της επιστολής έχει σβησθεί εσκεμμένα από το ιστορικό τμήμα του FBI. Στη συνέχεια ο πληροφοριοδότης από την Αργεντινή έγραφε: «Οσον αφορά τον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Νίκο Κονιαλίδη, πρέπει να σας ενημερώσω ότι έχουν δημιουργήσει διάφορες εταιρείες χρησιμοποιώντας άλλα ονόματα. Ηταν μικροί έμποροι καπνού, κατόπιν εκπρόσωποι ναυτιλιακών συμφερόντων και από τότε που άρχισε ο πόλεμος έχουν βγάλει ασύλληπτα πολλά χρήματα. Προκειμένου να μην αποκαλυφθούν οι δραστηριότητές τους,χρησιμοποιούν ονόματα φίλων ενώ οι ίδιοι κάνουν δωρεές στον ελληνικό και στον βρετανικό Ερυθρό Σταυρό. Την ίδια στιγμή βγάζουν όλο και περισσότερα χρήματα συνεργαζόμενοι με εταιρείες που βρίσκονται στη συμμαχική μαύρη λίστα».
Ο πληροφοριοδότης δίνει κατόπιν στοιχεία, διευθύνσεις κτλ. για τους δύο συνεταίρους και προσθέτει: «Μέσω της εταιρείας τους Frutos Argentina αγοράζουν καπνό από τη Ροδεσία και διάφορα άλλα προϊόντα από την Αμερική και τη Βρετανία. Μετά τα πουλάνε σε γερμανικές και ιταλικές εταιρείες μέσω ψεύτικων εταιρειών χρησιμοποιώντας πλαστά χαρτιά και ονόματα».
Η έκθεση προς τον Χούβερ
Ο αρχηγός του FBI ζήτησε από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες συλλογής πληροφοριών να συντάξουν μια συνολική έκθεση για το ποιος ήταν ο Ωνάσης. Πρόκειται για ένα αποκαλυπτικό έγγραφο που καταγράφει την πορεία του έλληνα επιχειρηματία μέσα από εμπιστευτικά στοιχεία πληροφοριοδοτών που συναντήθηκαν με αμερικανούς πράκτορες σε μπαρ και γραφεία του Μπουένος Αϊρες και της Νέας Υόρκης.
Η έκθεση που συνέταξαν έγραφε τα εξής:
«Επίσημες συμμαχικές πηγές στο Μοντεβίδεο αναφέρουν ότι οι αδελφοί Κονιαλίδη,ιδιοκτήτες των τάνκερ "Καλλιρρόη" και "Αντιόπη", έχουν συνεταιρισθεί με άλλους επιχειρηματίες όπως ο Ωνάσης και προσπαθούν τώρα να παραλάβουν ένα νέο τάνκερ ονόματι "Αργεντινή" που μόλις κατασκευάστηκε σε σουηδικό ναυπηγείο.
Οι πληροφοριοδότες μάς αναφέρουν ότι το πλοίο θα πλεύσει υπό αργεντινή σημαία και οι ιδιοκτήτες του ασκούν πίεση στην κυβέρνηση της Αργεντινής για να εξασφαλίσει την άδεια των συμμαχικών κυβερνήσεων ώστε να μπορέσει να φθάσει στο Μπουένος Αϊρες. Οι ιδιοκτήτες ελπίζουν ότι με τον τρόπο αυτό θα αποφύγουν τον έλεγχο των συμμαχικών κυβερνήσεων σε ένα πλοίο που ουσιαστικά ανήκει σε έλληνες πολίτες (σ.σ.: εννοεί ότι θα μπορούσε να αποφύγει την αναγκαστική επίταξη για πολεμικές αποστολές)...
... Οι Νίκος και Κωνσταντίνος Κονιαλίδης έχουν δημιουργήσει την εταιρεία Frutos Argentinos μαζί με τον εξάδελφό τους Αριστοτέλη Ωνάση.
Ο Ωνάσης έφυγε από την Ελλάδα ύστερα από έναν μεγάλο οικογενειακό καβγά πριν από 20 χρόνια. Εργάστηκε αρχικά ως βοηθός σε ένα εστιατόριο και στη συνέχεια ως παραπαίδι στο ταχυδρομείο μαζί με τον Νίκο Κονιαλίδη.
Ο οικογενειακός καυγάς διευθετήθηκε όταν ένας φίλος των Ωνάσηδων επισκέφθηκε το Μπουένος Αϊρες μεταφέροντας μήνυμα εκ μέρους του πατέρα του Αριστοτέλη που ήταν καπνέμπορος. Ο εν λόγω "μεσολαβητής" πρόσφερε εκ μέρους του πατέρα του στον νεαρό Αριστοτέλη ποσότητα καπνού για να την πουλήσει στην Αργεντινή. Η πρώτη αυτή αρχική ποσότητα συνοδεύθηκε από άλλες και η επιχείρηση μεγάλωσε, με αποτέλεσμα ο Ωνάσης να εξασφαλίσει ένα συμβόλαιο για την προμήθεια τουρκικού καπνού στην εταιρεία Piccard.
Ο καπνός ερχόταν μέσω της πόλης Γένοβα όπου έμπαινε σε πλοία για την Αργεντινή. Εκεί ο Ωνάσης ανακάλυψε την εξής ιδέα: ραντίζοντας τα φορτία του καπνού με θαλασσινό νερό ενόσω βρίσκονταν στη Γένοβα περιμένοντας τη φόρτωσή τους μπορούσε να παίρνει αποζημίωση από τους ασφαλιστές ισχυριζόμενος ότι καταστράφηκαν από τη θάλασσα κατά τη μεταφορά τους. Οι αποζημιώσεις αποδείχθηκαν ένα πολύ καλό συμπλήρωμα στα νόμιμα κέρδη του. Ορισμένοι υπάλληλοι των ασφαλιστικών εταιρειών ήταν αναμειγμένοι στην υπόθεση ως την στιγμή που κάποιος υπάλληλος τους κάρφωσε. Ο Νίκος Κονιαλίδης βρισκόταν εκείνες τις ημέρες στη Γένοβα και πέρασε ένα διάστημα στη φυλακή.
Ο φάκελος της υπόθεσης εστάλη στην Ελλάδα αλλά "χάθηκε" χάρη στη στενή σχέση του Ωνάση με έναν υπουργό της ελληνικής κυβέρνησης ονόματι Μιχαλόπουλος.
Χάρη στην επιρροή τού εν λόγω υπουργού, ο Ωνάσης διορίστηκε πρόξενος της Ελλάδας στο Μπουένος Αϊρες και όταν ταξίδευε τον αντικαθιστούσε ο Νίκος Κονιαλίδης. Ο διορισμός απεδείχθη ιδιαίτερα κερδοφόρος γιατί ως πρόξενος μπορούσε να εξασφαλίζει μεγάλα ποσά σε συνάλλαγμα με την επίσημη τιμή και στη συνέχεια να τα πουλάει με σημαντικό κέρδος στη μαύρη αγορά που ανθούσε την εποχή εκείνη.
Γύρω στο 1932 ο Ωνάσης και ο εξάδελφός του ξεκίνησαν τη δική τους ναυτιλιακή εταιρεία αγοράζοντας δύο πλοία από την καναδική κυβέρνηση, τα οποία ονόμασαν "Ωνάσης - Πηνελόπη" και "Ωνάσης - Σωκράτης". Το 1934 αγόρασαν ένα πλοίο από την κυβέρνηση της Ουραγουάης, το οποίο ύστερα από λίγο καιρό... χάθηκε έξω από τις ακτές της Γένοβας...
... Το 1941 ο Ωνάσης είχε πλέον αρκετά πλοία στην κατοχή του υπό παναμαϊκή σημαία. Η αμερικανική κυβέρνηση απαίτησε να τεθούν υπό τον έλεγχο των υπηρεσιών της,απειλώντας μάλιστα ότι θα τα κατασχέσει. Ο Ωνάσης προσπάθησε να τα πουλήσει αλλά οι αμερικανικές αρχές το απαγόρευσαν.
Ενα από τα τάνκερ που είχε παραγγείλει ο Ωνάσης βρέθηκε ημιτελές στη Σουηδία όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν τη γειτονική Νορβηγία. Ο Ωνάσης το πούλησε αλλά οι αγοραστές ακύρωσαν το συμβόλαιο όταν οι Γερμανοί απαγόρευσαν την αναχώρησή του από το ναυπηγείο».
Ο Ωνάσης δεν είχε τις καλύτερες σχέσεις με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση που βρισκόταν στο Κάιρο στη διάρκεια του πολέμου. Οταν μάλιστα έχασε τη θέση του προξένου, ενεπλάκη σε μια σκληρή διαμάχη με τον εκπρόσωπό της στην Αργεντινή, που μετετράπη σε πληροφοριοδότη των αμερικανικών υπηρεσιών. Η έκθεση του Γραφείου Ερευνών ανέφερε συγκεκριμένα: «... Οταν η ελληνική κυβέρνηση και ο βασιλεύς διόρισαν τον Δενδραμή ως πρέσβη στην Αργεντινή, εκείνος διόρισε τον βοηθό του πρόξενο.Ενοχλημένος που έχασε την κερδοφόρα θέση, ο Ωνάσης άρχισε μια αδίστακτη καμπάνια εναντίον του Δαρδαμή με πενιχρά αποτελέσματα στο Μπουένος Αϊρες αλλά σημαντικά αποτελέσματα στους φτωχότερους Ελληνες του Μοντεβίδεο».
Ενα συμπληρωματικό σημείωμα που έφθασε στο γραφείο του Χούβερ αποκάλυπτε ότι μια από τις πηγές που εμφάνιζαν τον Ωνάση ως προχιτλερικό ήταν ο ίδιος ο Δαρδαμής:«Σύμφωνα με πληροφορίες από τον έλληνα πρέσβη ο ύποπτος υποστηρίζει τις δυνάμεις του Αξονα».
Μερικά από τα έγγραφα ανασύρθηκαν από τους φακέλους όταν ο Ωνάσης φιλοξένησε αρχικά την Τζάκι στο γιοτ του και κατόπιν την παντρεύτηκε. Για τον Χούβερ, που είχε τη μανία να συλλέγει πληροφορίες και κουτσομπολιά για όλους τους ισχυρούς, ήταν προφανώς ιδιαίτερα ευχάριστο να έχει στοιχεία για τον άνθρωπο που παντρεύτηκε τη χήρα της δικής του νέμεσης. Ο Χούβερ είχε ανοιχτή κόντρα τόσο με τον Τζον Κένεντι όσο και πολύ περισσότερο με τον αδελφό του Ρόμπερτ, που ήταν πολιτικός προϊστάμενός του, ως υπουργός Δικαιοσύνης.
Ενα γεγονός είναι σαφές από τα αρχεία της αμερικανικής υπηρεσίας: ο Ωνάσης είχε ορκισμένους εχθρούς από τα πρώτα βήματα της καριέρας του στο Μπουένος Αϊρες. Το FBI και άλλες υπηρεσίες ήταν αποδέκτες αλλεπάλληλων ανώνυμων και μη σημειωμάτων που κατηγορούσαν τον σμυρνιό επιχειρηματία για τα πιο απίθανα πράγματα.
Ο Χούβερ είχε στην κατοχή του πληροφορίες που συνέδεαν τον Ωνάση με συνεργασία με τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια του πολέμου ως συμμετοχή στον σχεδιασμό της δολοφονίας του προέδρου Τζον Κένεντι για λογαριασμό της μαφίας. Οι περισσότερες «πληροφορίες» έπειτα από ενδελεχείς έρευνες των αμερικανικών υπηρεσιών αποδείχθηκαν αναληθείς. Παρ' όλα αυτά οι προσωπικοί αντίπαλοί του στην ελληνική κοινότητα της Αργεντινής και αργότερα ο αντίζηλός του Σταύρος Νιάρχος κατάφερναν να κινητοποιούν τις αμερικανικές διωκτικές αρχές προκαλώντας σοβαρά ζητήματα γύρω από τις δραστηριότητες του Ωνάση.
Το δεύτερο παράδοξο που προκύπτει από τα αμερικανικά αρχεία είναι η εκπληκτική ικανότητά του να ξεγλιστράει μέσα από τις δαγκάνες του FBI, της CIA, ακόμη και της Υπηρεσίας Ερευνών του αμερικανικού ναυτικού (ΟΝΙ, Office of Naval Investigations). Κάθε φορά που τα πράγματα δυσκόλευαν για τον Ωνάση, κατάφερνε με κάποιον τρόπο να ξεγελάσει τις αμερικανικές διωκτικές αρχές και να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από αυτές. Ακόμη και τη δεκαετία του '50, όταν ανακηρύχθηκε σε «ύψιστο κίνδυνο για την αμερικανική εθνική ασφάλεια» ύστερα από συστηματικές πιέσεις του Νιάρχου, ο έλληνας εφοπλιστής κατάφερε να ξεφύγει με μικρό σχετικά κόστος.
Ιστορικό το κάρφωμα
Αύγουστος 1942. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη και ο Ωνάσης έχει αρχίσει την επιχειρηματική δραστηριότητά του στο Μπουένος Αϊρες και στη Νέα Υόρκη. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ του είχε δώσει ειδική βίζα διαμονής στις ΗΠΑ από το καλοκαίρι του 1942.
Η Αργεντινή υποτίθεται ότι διατηρούσε ουδέτερη στάση στον πόλεμο, αλλά οι Σύμμαχοι θεωρούν ότι έκλινε προς τον Αξονα. Το Μπουένος Αϊρες είναι γεμάτο από πράκτορες και των δύο πλευρών που προσπαθούν να συλλέξουν πληροφορίες και να χρησιμοποιήσουν αργεντινές εταιρείες για δικούς τους σκοπούς. Οι γερμανοί πράκτορες χρησιμοποιούσαν την πόλη ως ορμητήριο για το λαθρεμπόριο προϊόντων που αγόραζαν μέσω τρίτων από συμμαχικές χώρες προκειμένου να σπάσουν το εμπάργκο τους.
Ο Ωνάσης είχε ξεκινήσει πριν από μία δεκαετία την καριέρα του στη ναυτιλία και δεν είχε την πρόθεση να δει τα πλοία του επιταγμένα από το αμερικανικό ναυτικό.
Το καλοκαίρι του 1942 προσπαθούσε να πουλήσει δύο τάνκερ ονόματι «Καλλιρρόη» και «Αντιόπη» προτού προλάβουν να τα κατασχέσουν για τις δικές τους πολεμικές ανάγκες οι υπηρεσίες των ΗΠΑ.
Το Γραφείο Ερευνών του ναυτικού παίρνει την εντολή να διεξαγάγει έρευνα για το παρελθόν, τις απόψεις και τις δραστηριότητες του Ωνάση προτού υπογραφεί η συμφωνία του με την αμερικανική κυβέρνηση. Το σημείωμα που ετοίμασαν οι πράκτορες του αμερικανικού ναυτικού στην Αργεντινή έγραφε: «Η αμερικανική πρεσβεία στο Μπουένος Αϊρες έχει λάβει πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο ύποπτος έχει εκφράσει απόψεις εναντίον των πολεμικών προσπαθειών των ΗΠΑ και των συμμαχικών χωρών. Πιστεύεται ότι οι δραστηριότητές του ενόσω θα βρίσκεται στην Αμερική πρέπει να γίνουν αντικείμενο παρακολούθησης από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ γνωρίζει την κατάσταση και συμφωνεί».
Το σημείωμα εστάλη στον Χούβερ από τον αρχηγό της Υπηρεσίας Στρατιωτικής Κατασκοπείας. Ο Χούβερ σε απόρρητη επιστολή του προς τον ναύαρχο Λαντ, επικεφαλής της υπηρεσίας Διοίκησης Ναυτικού που είχε την ευθύνη για τα εμπορικά πλοία στη διάρκεια του πολέμου, έγραφε στις 16 Ιουλίου: «Εχουμε λάβει πληροφορίες από εμπιστευτικές πηγές ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης που φέρεται ως ιδιοκτήτης των τάνκερ "Καλλιρρόη" και "Αντιόπη" σχεδιάζει να αναχωρήσει με αμερικανική αεροπορική εταιρεία από το Μπουένος Αϊρες για τη Νέα Υόρκη την Πέμπτη 12 Ιουνίου 1942...
Στόχος του είναι να διαπραγματευθεί με τις αμερικανικές αρχές την πώληση των τάνκερ. Ο πληροφοριοδότης μάς ενημέρωσε ότι δεν πρέπει να υπάρχει άλλος σκοπός για το ταξίδι αυτό αλλά ανέφερε ότι ο Ωνάσης έχει εκφέρει απόψεις εναντίον των αμερικανικών πολεμικών προσπαθειών και ότι οι κινήσεις και δραστηριότητές του ενόσω βρίσκεται στις ΗΠΑ πρέπει να παρακολουθούνται στενά».
Αμέσως ξεκίνησε μια επιχείρηση παρακολούθησης του Ωνάση, που βρισκόταν στη Νέα Υόρκη από το καλοκαίρι του 1942, και του συνεταίρου του Νίκου Κονιαλίδη, που είχε την έδρα του στο Λος Αντζελες. Οι ομοσπονδιακοί πράκτορες δεν μπόρεσαν να συλλέξουν ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες εκτός από την επισήμανση ότι ο μεν Ωνάσης έμενε σε σουίτα στο ξενοδοχείο «Ριτζ» στη λεωφόρο Παρκ του Μανχάταν, ο δε Κονιαλίδης στο εξίσου πολυτελές «Μπέβερλι Χιλς Hotel» στην ομώνυμη περιοχή της Καλιφόρνιας. Ο Κονιαλίδης εμφανίζεται σε σχετική αναφορά ως «πλεϊμπόι που δεν έχει ιδιαίτερες επαφές με ξένους ούτε και εμφανίζεται αναμεμειγμένος σε αντιαμερικανικές δραστηριότητες».
Οι σχέσεις του με τον Αξονα
Ενας άλλος πληροφοριοδότης των αμερικανικών υπηρεσιών έδωσε τις δικές του εξηγήσεις για όσα φερόταν να έχει δηλώσει ο Ωνάσης εναντίον των Αμερικανών. Σχετική έκθεση του FBI έγραφε: «Ο πληροφοριοδότης μάς ενημερώνει ότι ο ύποπτος δεν λειτουργεί εναντίον των αμερικανικών συμφερόντων. Οι δηλώσεις που του αποδίδονται εναντίον των συμμαχικών εθνών μπορεί να προκλήθηκαν από την οργή του λόγω της αποτυχίας της προσπάθειάς του να πάρει άδεια από τις αμερικανικές αρχές για να πουλήσει τα δύο τάνκερ "Καλλιρρόη" και "Αντιόπη", τα οποία είχε μεταφέρει από αμερικανικό στο παναμέζικο νηολόγιο».
Το 1943 οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφορήθηκαν ότι ο πλοίαρχος ενός εκ των πλοίων του Ωνάση είχε δεχθεί προτάσεις από γερμανούς πράκτορες για να κατασκοπεύει για λογαριασμό τους στα ταξίδια τους στον Ατλαντικό. Για μία ακόμη φορά οι Αμερικανοί δεν μπόρεσαν να βρουν στοιχεία που να αναμειγνύουν τον Ωνάση σε παράνομες ενέργειες.
Με το τέλος του πολέμου το FBI άρχισε συστηματική έρευνα για το ποιοι ξένοι επιχειρηματίες με δραστηριότητες στην Αμερική είχαν συνεργασθεί με τους Γερμανούς. Ο Χούβερ σε σημείωμα που έστειλε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ αποκάλυπτε: «Το γραφείο μας έχει λάβει πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Ωνάσης ήταν συνεταίρος σε διάφορες ύποπτες εταιρείες στη διάρκεια του πολέμου και επιδιδόταν συστηματικά στο λαθρεμπόριο καπνού προκειμένου να αποφύγει τους υψηλούς δασμούς. Εχουμε ακόμη ενημερωθεί για κατηγορίες σύμφωνα με τις οποίες συνεργάστηκε σε επιχειρηματικές δραστηριότητες με γερμανικές και ιταλικές εταιρείες κατά τη διάρκεια του πολέμου». Ο Χούβερ ακολουθούσε την αγαπημένη του τακτική σε σχέση και με τον Ωνάση. Πρώτα αναφερόταν σε οποιαδήποτε πληροφορία εξακριβωμένη ή μη και κατόπιν συμπλήρωνε στο τέλος του σημειώματός του: «Η υπηρεσία μας δεν έλαβε ποτέ στοιχεία ή αποδείξεις που να στοιχειοθετούν τις παραπάνω κατηγορίες».
Τα όσα ανέφερε ο Χούβερ βασίζονταν σε μια ανώνυμη επιστολή που έλαβε το FBI από το Μπουένος Αϊρες στις 28 Δεκεμβρίου 1944. Η επιστολή ήταν γραμμένη στα ρωσικά και στα αγγλικά ενώ το FBI δεν μπόρεσε να βρει τον αποστολέα της.
Μεταξύ άλλων ο ανώνυμος πληροφοριοδότης έγραφε: «Πριν από λίγο καιρό πράκτορές σας μου ζήτησαν να σας δώσω πληροφορίες για άτομα που έχουν αναπτύξει αντισημιτικές δραστηριότητες και έχουν συνεργασθεί με τις δυνάμεις του Αξονα». Ενα τμήμα της επιστολής έχει σβησθεί εσκεμμένα από το ιστορικό τμήμα του FBI. Στη συνέχεια ο πληροφοριοδότης από την Αργεντινή έγραφε: «Οσον αφορά τον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Νίκο Κονιαλίδη, πρέπει να σας ενημερώσω ότι έχουν δημιουργήσει διάφορες εταιρείες χρησιμοποιώντας άλλα ονόματα. Ηταν μικροί έμποροι καπνού, κατόπιν εκπρόσωποι ναυτιλιακών συμφερόντων και από τότε που άρχισε ο πόλεμος έχουν βγάλει ασύλληπτα πολλά χρήματα. Προκειμένου να μην αποκαλυφθούν οι δραστηριότητές τους,χρησιμοποιούν ονόματα φίλων ενώ οι ίδιοι κάνουν δωρεές στον ελληνικό και στον βρετανικό Ερυθρό Σταυρό. Την ίδια στιγμή βγάζουν όλο και περισσότερα χρήματα συνεργαζόμενοι με εταιρείες που βρίσκονται στη συμμαχική μαύρη λίστα».
Ο πληροφοριοδότης δίνει κατόπιν στοιχεία, διευθύνσεις κτλ. για τους δύο συνεταίρους και προσθέτει: «Μέσω της εταιρείας τους Frutos Argentina αγοράζουν καπνό από τη Ροδεσία και διάφορα άλλα προϊόντα από την Αμερική και τη Βρετανία. Μετά τα πουλάνε σε γερμανικές και ιταλικές εταιρείες μέσω ψεύτικων εταιρειών χρησιμοποιώντας πλαστά χαρτιά και ονόματα».
Η έκθεση προς τον Χούβερ
Ο αρχηγός του FBI ζήτησε από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες συλλογής πληροφοριών να συντάξουν μια συνολική έκθεση για το ποιος ήταν ο Ωνάσης. Πρόκειται για ένα αποκαλυπτικό έγγραφο που καταγράφει την πορεία του έλληνα επιχειρηματία μέσα από εμπιστευτικά στοιχεία πληροφοριοδοτών που συναντήθηκαν με αμερικανούς πράκτορες σε μπαρ και γραφεία του Μπουένος Αϊρες και της Νέας Υόρκης.
Η έκθεση που συνέταξαν έγραφε τα εξής:
«Επίσημες συμμαχικές πηγές στο Μοντεβίδεο αναφέρουν ότι οι αδελφοί Κονιαλίδη,ιδιοκτήτες των τάνκερ "Καλλιρρόη" και "Αντιόπη", έχουν συνεταιρισθεί με άλλους επιχειρηματίες όπως ο Ωνάσης και προσπαθούν τώρα να παραλάβουν ένα νέο τάνκερ ονόματι "Αργεντινή" που μόλις κατασκευάστηκε σε σουηδικό ναυπηγείο.
Οι πληροφοριοδότες μάς αναφέρουν ότι το πλοίο θα πλεύσει υπό αργεντινή σημαία και οι ιδιοκτήτες του ασκούν πίεση στην κυβέρνηση της Αργεντινής για να εξασφαλίσει την άδεια των συμμαχικών κυβερνήσεων ώστε να μπορέσει να φθάσει στο Μπουένος Αϊρες. Οι ιδιοκτήτες ελπίζουν ότι με τον τρόπο αυτό θα αποφύγουν τον έλεγχο των συμμαχικών κυβερνήσεων σε ένα πλοίο που ουσιαστικά ανήκει σε έλληνες πολίτες (σ.σ.: εννοεί ότι θα μπορούσε να αποφύγει την αναγκαστική επίταξη για πολεμικές αποστολές)...
... Οι Νίκος και Κωνσταντίνος Κονιαλίδης έχουν δημιουργήσει την εταιρεία Frutos Argentinos μαζί με τον εξάδελφό τους Αριστοτέλη Ωνάση.
Ο Ωνάσης έφυγε από την Ελλάδα ύστερα από έναν μεγάλο οικογενειακό καβγά πριν από 20 χρόνια. Εργάστηκε αρχικά ως βοηθός σε ένα εστιατόριο και στη συνέχεια ως παραπαίδι στο ταχυδρομείο μαζί με τον Νίκο Κονιαλίδη.
Ο οικογενειακός καυγάς διευθετήθηκε όταν ένας φίλος των Ωνάσηδων επισκέφθηκε το Μπουένος Αϊρες μεταφέροντας μήνυμα εκ μέρους του πατέρα του Αριστοτέλη που ήταν καπνέμπορος. Ο εν λόγω "μεσολαβητής" πρόσφερε εκ μέρους του πατέρα του στον νεαρό Αριστοτέλη ποσότητα καπνού για να την πουλήσει στην Αργεντινή. Η πρώτη αυτή αρχική ποσότητα συνοδεύθηκε από άλλες και η επιχείρηση μεγάλωσε, με αποτέλεσμα ο Ωνάσης να εξασφαλίσει ένα συμβόλαιο για την προμήθεια τουρκικού καπνού στην εταιρεία Piccard.
Ο καπνός ερχόταν μέσω της πόλης Γένοβα όπου έμπαινε σε πλοία για την Αργεντινή. Εκεί ο Ωνάσης ανακάλυψε την εξής ιδέα: ραντίζοντας τα φορτία του καπνού με θαλασσινό νερό ενόσω βρίσκονταν στη Γένοβα περιμένοντας τη φόρτωσή τους μπορούσε να παίρνει αποζημίωση από τους ασφαλιστές ισχυριζόμενος ότι καταστράφηκαν από τη θάλασσα κατά τη μεταφορά τους. Οι αποζημιώσεις αποδείχθηκαν ένα πολύ καλό συμπλήρωμα στα νόμιμα κέρδη του. Ορισμένοι υπάλληλοι των ασφαλιστικών εταιρειών ήταν αναμειγμένοι στην υπόθεση ως την στιγμή που κάποιος υπάλληλος τους κάρφωσε. Ο Νίκος Κονιαλίδης βρισκόταν εκείνες τις ημέρες στη Γένοβα και πέρασε ένα διάστημα στη φυλακή.
Ο φάκελος της υπόθεσης εστάλη στην Ελλάδα αλλά "χάθηκε" χάρη στη στενή σχέση του Ωνάση με έναν υπουργό της ελληνικής κυβέρνησης ονόματι Μιχαλόπουλος.
Χάρη στην επιρροή τού εν λόγω υπουργού, ο Ωνάσης διορίστηκε πρόξενος της Ελλάδας στο Μπουένος Αϊρες και όταν ταξίδευε τον αντικαθιστούσε ο Νίκος Κονιαλίδης. Ο διορισμός απεδείχθη ιδιαίτερα κερδοφόρος γιατί ως πρόξενος μπορούσε να εξασφαλίζει μεγάλα ποσά σε συνάλλαγμα με την επίσημη τιμή και στη συνέχεια να τα πουλάει με σημαντικό κέρδος στη μαύρη αγορά που ανθούσε την εποχή εκείνη.
Γύρω στο 1932 ο Ωνάσης και ο εξάδελφός του ξεκίνησαν τη δική τους ναυτιλιακή εταιρεία αγοράζοντας δύο πλοία από την καναδική κυβέρνηση, τα οποία ονόμασαν "Ωνάσης - Πηνελόπη" και "Ωνάσης - Σωκράτης". Το 1934 αγόρασαν ένα πλοίο από την κυβέρνηση της Ουραγουάης, το οποίο ύστερα από λίγο καιρό... χάθηκε έξω από τις ακτές της Γένοβας...
... Το 1941 ο Ωνάσης είχε πλέον αρκετά πλοία στην κατοχή του υπό παναμαϊκή σημαία. Η αμερικανική κυβέρνηση απαίτησε να τεθούν υπό τον έλεγχο των υπηρεσιών της,απειλώντας μάλιστα ότι θα τα κατασχέσει. Ο Ωνάσης προσπάθησε να τα πουλήσει αλλά οι αμερικανικές αρχές το απαγόρευσαν.
Ενα από τα τάνκερ που είχε παραγγείλει ο Ωνάσης βρέθηκε ημιτελές στη Σουηδία όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν τη γειτονική Νορβηγία. Ο Ωνάσης το πούλησε αλλά οι αγοραστές ακύρωσαν το συμβόλαιο όταν οι Γερμανοί απαγόρευσαν την αναχώρησή του από το ναυπηγείο».
Ο Ωνάσης δεν είχε τις καλύτερες σχέσεις με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση που βρισκόταν στο Κάιρο στη διάρκεια του πολέμου. Οταν μάλιστα έχασε τη θέση του προξένου, ενεπλάκη σε μια σκληρή διαμάχη με τον εκπρόσωπό της στην Αργεντινή, που μετετράπη σε πληροφοριοδότη των αμερικανικών υπηρεσιών. Η έκθεση του Γραφείου Ερευνών ανέφερε συγκεκριμένα: «... Οταν η ελληνική κυβέρνηση και ο βασιλεύς διόρισαν τον Δενδραμή ως πρέσβη στην Αργεντινή, εκείνος διόρισε τον βοηθό του πρόξενο.Ενοχλημένος που έχασε την κερδοφόρα θέση, ο Ωνάσης άρχισε μια αδίστακτη καμπάνια εναντίον του Δαρδαμή με πενιχρά αποτελέσματα στο Μπουένος Αϊρες αλλά σημαντικά αποτελέσματα στους φτωχότερους Ελληνες του Μοντεβίδεο».
Ενα συμπληρωματικό σημείωμα που έφθασε στο γραφείο του Χούβερ αποκάλυπτε ότι μια από τις πηγές που εμφάνιζαν τον Ωνάση ως προχιτλερικό ήταν ο ίδιος ο Δαρδαμής:«Σύμφωνα με πληροφορίες από τον έλληνα πρέσβη ο ύποπτος υποστηρίζει τις δυνάμεις του Αξονα».
Πηγή: athensmagazine.gr
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου