Σε
διάλεξή του στους φοιτητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, ο Θεόδωρος
Πάγκαλος, χαρακτήρισε, προ μηνών, τους επαναστάτες του 1821 «ένα μάτσο αδαείς χωρικούς…»,ενώ τόνισε ότι «μετά από την απελευθέρωση ψήφιζαν
οποιονδήποτε θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά τους (συγγενείς,
γνωστούς, φίλους), λογική που διατηρείται μέχρι σήμερα».
Όσα
είπε ο πληθωρικός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ξεσήκωσαν αχό και έγιναν
πρώτο θέμα σε τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και πρωτοσέλιδα σε εφημερίδες.
Μια προσεκτική, όμως, μελέτη της ιστορίας, αποδεικνύει ότι ο Πάγκαλος
δεν είχε, εν πολλοίς, άδικο. Είναι βέβαιο, ότι η ελληνική ιστορία έχει
γραφτεί στρεβλωμένα κι έτσι την έχουμε μάθει γενιές και γενιές Ελλήνων.
Το πιο χαρακτηριστικό σημείο είναι, ότι έχουμε ηρωοποιήσει και τιμάμε
πρόσωπα, τα οποία σαφώς και δεν άξιζαν τέτοια τιμή. Πρόσωπα που είχαν –
αν μη τι άλλο- θολό ή σκοτεινό παρελθόν και ζωή που επ’ ουδενί μπορούν
να χαρακτηριστούν ήρωες. Η δε πολιτική ζωή τους, ήταν πλήρης ιδιοτέλειας
που …χαρακτηρίστηκε ηρωισμός! Ακόμη και θρύλοι – όπως του Κρυφού
Σχολειού- από πουθενά δεν προκύπτει ότι ήταν έτσι όπως έμειναν και
γράφτηκαν στην ιστορία.
Θα
επιχειρήσουμε μια όσο το δυνατόν πιο εμπεριστατωμένη καταγραφή κάποιων
από εκείνους που η ιστορία μας καταγράφει ως ήρωες. Δεν έχουμε πρόθεση
να απομυθοποιήσουμε κανέναν, παρά μόνο να μπορέσουμε να
συνειδητοποιήσουμε ότι η ιστορία που μας διδάσκουν έχει πάμπολλες
στρεβλώσεις και αναλήθειες.
Μέρος πρώτο: Παπαφλέσσας
Ο
Γρηγόριος Δικαίος Φλέσσας (ήταν το κοσμικό του όνομα), είναι ένα από τα
πλέον αμφιλεγόμενα πρόσωπα. Γεννημένος στο χωριό Πολιανή της Αρκαδίας,
τάχθηκε από πολύ μικρός στην καλογερική. Η ζωή του για μεγάλο διάστημα
ήταν προσευχή και νηστεία.
Μια
διένεξή του, όμως, με κάποιον Τούρκο της περιοχής του, τον ανάγκασε να
φύγει και να πάει στην Κωνσταντινούπολη, για να γλιτώσει τον θάνατο.
Παρ’
ότι είχε γίνει Αρχιμανδρίτης, δημιούργησε γρήγορα τη φήμη του πότη, του
γυναικά, του πορνόβιου, του αδίστακτου και του απατεώνα.
Η συμπεριφορά του, ενοχλούσε πολλούς, αλλά εθεωρείτο ένας γραφικός ιερωμένος.
Οι
απλοί άνθρωποι, έχοντας οι ίδιοι πάθη και έρποντες στην «αμαρτία», του
συγχωρούσαν πολλά. Όταν μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία, αντί να διατηρεί
εχεμύθεια και να κινείται συνωμοτικά, φαφλατάς όπως ήταν, άρχισε να
κάνει και να λέει οτιδήποτε που θα εξόργιζε τους Τούρκους. Κι όχι μόνο
αυτό. Άρχισε να διασπαθίζει τα χρήματα που είχε συγκεντρώσει η Φιλική
Εταιρεία, νοικιάζει μεγαλύτερο σπίτι κι αρχίζει εκεί τα καθημερινά
γλεντοκόπια με γυναίκες και μουσικές. Οι γείτονές του διαμαρτυρήθηκαν
στις αρχές και οι Τούρκοι τον συνέλαβαν « δια την άτοπον και ανοίκειον διαγωγήν του, δίδοντος παράδειγμα διαφθοράς εις την συνοικίαν αυτού»,
όπως γράφει ο Δημ. Αινιάν στην σελίδα 13 του «Άτλαντα» το 1962. Ο
ιστορικός Δ. Φωτάκος στη σελίδα 20 του βιβλίου του με τίτλο «Βίος
Παπαφλέσσα», αναφέρεται στις προσβολές που του έκαναν οι Τούρκοι που τον
συνέλαβαν: «Ε, παπά, δεν ντρέπεσαι το σχήμα σου, να φέρνεις κάθε νύχτα γυναίκες στο σπίτι σου;». Αυτά, ως προς την κοινωνική του ζωή.
Αργότερα,
τον Ιανουάριο του 1821, φτάνει στη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο) για να
συναντήσει την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του Μοριά, με στόχο να
τους πείσει να ξεσηκωθούν εναντίον των Τούρκων. Τους αναφέρει απίστευτα
ψέματα. Ότι, δηλαδή, …ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με την συγκατάθεση του
Τσάρου, ετοιμάζεται να εκστρατεύσει κατά της Κωνσταντινούπολης…. Ότι…ο
ρωσικός στόλος φτάνει όπου νάναι στο Αιγαίο… Ότι…μέσα στην
Κωνσταντινούπολη είναι 50 χιλιάδες τζελέπηδες (εκτελεστές –δολοφόνοι)
που ετοιμάζονται να σφάξουν τον Σουλτάνο… Οι προεστοί του Μοριά, είναι
επιφυλακτικοί με όσα τους λέει. Μάλιστα, ο Ανδρέας Ζαΐμης, χαρακτηρίζει
όσα λέει ο Παπαφλέσσας «άστατα, απελπισμένα, στασιαστικά, ιδιοτελή και μπερμπάντικα…». Ο
πιο αυστηρός απέναντι στον Παπαφλέσσα, ήταν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός,
όπως ο ίδιος γράφει στη σελίδα 9 των απομνημονευμάτων του, που
δημοσιεύθηκαν το 1975.
Γράφει ο Παλαιών Πατρών Γερμανός: «Όθεν
οι μεν Πελοποννήσιοι έμειναν εν αμηχανία περί του πρακτέου βλέποντες τι
παράκαιρον και ανέτοιμον, ο δε Δικαίος άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος
περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω να ερεθίση την ταραχή του
Έθνους δια να πλουτίσει εκ των αρπαγών, τους εβεβαίωσεν ότι όλα είναι
έτοιμα….».
Στη
συγκεκριμένη συγκέντρωση των προεστών του Μοριά, ο Πετρόμπεης
Μαυρομιχάλης είχε τόσο πολύ θιχτεί και θυμώσει, ώστε διέταξε ένα
πρωτοπαλίκαρό του, τον Κωνσταντή Πιεράκο, «να δολοφονήσει τον Παπαφλέσσα, να κόψει την κεφαλήν του και να την στείλει στην Τριπολιτζάν», όπως
αναφέρει και ο Σπηλιάδης στη σελίδα 23 του Α’ τόμου της ιστορίας του.
Γλίτωσε, επειδή κατέφυγε στο Μέγα Σπήλαιο, στα Καλάβρυτα. Ίσως, αυτή η
οργή του Πετρόμπεη, να είχε σχέση με τη πληροφορία που είχε, ότι ο
Παπαφλέσσας είχε επιχειρήσει να σκοτώσει, στην Κωνσταντινούπολη, τον
Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, που τον είχε μυήσει στην Φιλική Εταιρεία,
επειδή δεν του αποκάλυπτε ποιος είναι ο αρχηγός και τι σχέδια είχε! Ο
Αναγνωστόπουλος αρνήθηκε και ο Παπαφλέσσας τράβηξε μαχαίρι να τον
σφάξει. Τις λεπτομέρειες αναφέρει ο Μ. Οικονόμου στη σελίδα 43 του Α΄
τόμου, του έργου του «Ιστορικά της ελληνικής παλιγγενεσίας»: «Καιροφυλακτήσας
εσπέραν τινά τον Αναγνωστόπουλον μόνον εν τω δωματίω του, εισελθών
ασφαλίσας έσωθεν την θύραν, επανέλαβε τας παρακλήσεις του, προσθείς και
απειλάς ότι, εάν δεν του φανερώσει (την Αρχήν) ήθελε δήθεν τον φονεύσει,
λάβη τα έγγραφα όσα εύρει και παραδώσει αυτά εις την Υψηλήν Πύλην».
Κι
αν όσα γράψαμε μέχρι τώρα, αφορούν το προσωπικό του ήθος και την
κοινωνική συμπεριφορά, που λίγο πρέπει να απασχολεί την ιστορία, δεν
συμβαίνει το ίδιο με τα επόμενα, που αφορούν την επαίσχυντη πολιτική του
συμπεριφορά. Αργότερα, λοιπόν, μετά την επανάσταση του 1821, στην
μεγάλη διχόνοια που προέκυψε το 1824 (λίγα πράγματα αναφέρει για αυτήν η
επίσημη ιστορία μας) και τη φυλάκιση του Κολοκοτρώνη από την κυβέρνηση
Κουντουριώτη και Μαυροκορδάτου, Κωλέττη, ο Παπαφλέσσας πρωτοστάτησε.
Ήταν η περίοδος κατά την οποία οι Ρουμελιώτες εισέβαλαν στον Μοριά και
…κατεδίωξαν τους οπλαρχηγούς του, έκαψαν, έκλεψαν γυναίκες, κατέστρεψαν
και δημιούργησαν μεγάλο ζήτημα στην επαναστατημένη Ελλάδα. Είναι
χαρακτηριστικό ότι ο σύντροφός του, τότε, Ιωάννης Μακρυγιάννης, τον
στολίζει κανονικά για την εκστρατεία και σύλληψη του «αντάρτη»
Κολοκοτρώνη και των λοιπών καπεταναίων του Μοριά. Είναι χαρακτηριστικά
όσα γράφει στον τόμο Α΄ σελίδα 216, στα «Απομνημονέυματα» των εκδόσεων
Βαγιονάκη (1947): «Ο
Παπαφλέσσας πήρε μίαν γυναίκα μ’ ένα ντέφι και έναν με βιολί και πήγαμε
εις το Λιοντάρι…Και τον γενναίον Παπαφλέσσα όπου εγλένταγε με ταις
γυναίκες και τα λαλούμενα…Γύρευε τις επιδέξες (δηλαδή πόρνες)…έζη ως
σατράπης με τρυφάς και αναπαύσεις…». Ο
Παπαφλέσσας, λοιπόν, ως υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης
Κουντουριώτη, συνέλαβε και φυλάκισε τον Κολοκοτρώνη στην Ύδρα! Αυτό ήταν
το μεγαλύτερο στίγμα που ακολουθούσε τη ζωή του. Ο θάνατός του στο
Μανιάκι, στη μάχη κατά του εχθρού, τον κατέστησε ήρωα και έτσι μας τον
παρέδωσε η ιστορία, παραβλέποντας όλα τα άλλα. Αν δεν συνέβαινε, ο
πράγματι ηρωικός του θάνατος, ο Παπαφλέσσας δεν θα αναφερόταν καν στο
πάνθεον των αγωνιστών του 1821.
Κάποιοι
σημαντικοί ιστορικοί, ισχυρίζονται ότι ο Παπαφλέσσας είχε μετανιώσει
για όλα είχε κάνει στον βίο και τη πολιτεία του και για αυτό πήγε ως
πρόβατο επί σφαγή στη μάχη με τον Ιμπραήμ.
Ο Φραντζής, γράφει ότι ο Παπαφλέσσας εγκαταλείπει το Ναύπλιο και εκστρατεύει κατά του Ιμπραήμ «με
τοιαύτην απόφασιν, ώστε ή να επιστρέψει νικητής ή να φονευθεί υπέρ
πατρίδος μαχόμενος, δια να απαλύνει τον ρύπον όλων εκείνων δια όσα
κατελαλείτο».
Ο Σπηλιάδης υποστηρίζει ότι ότι ο Παπαφλέσσας εκστρατεύει εναντίον του Ιμπραήμ «με σκοπόν να αποθάνει μαχόμενος ή να νικήσει και αν νικήση, να επανορθώσει τα εσφαλμένα».
Κι ο Φωτάκος, όμως, περίπου τα ίδια αναφέρει: «Είχε
μετανοήσει δια τας πρότερον πράξεις και ενεργείας του προς καταστροφήν
των λεγομένων ανταρτών (σ.σ. δηλαδή του Κολοκοτρώνη). Και αν εφαίνετο
νικητής, να ζητήσει έπειτα την απόλυσιν των εξορίστων και ιδίως του
Κολοκοτρώνη…επιθυμών δε προσέτι να φανή ότι αυτός επέβαλε την θέλησίν
του εις τον Κουντουριώτην και λοιπούς, ελευθερώνων τους φυλακισμένους».
Είναι,
όμως έτσι, όπως αναφέρουν οι τρεις ιστορικοί; Δύσκολο, αν αναλογιστεί
κάποιος ότι όλοι αναφέρουν ότι ήταν άνθρωπος χωρίς αρχές και ηθικούς
φραγμούς. Η λογική λέει, ότι δεν τον ενδιέφεραν οι φυλακισμένοι, αλλά η
εξόντωσή τους. Όμως, ως υπουργός εσωτερικών, βρέθηκε μπροστά σε
απίστευτες αντιδράσεις του απλού κόσμου, που έβλεπε ότι ο πιο μεγάλος
ήρωας της ελληνικής επανάστασης, ο Κολοκοτρώνης, και οι λοιποί
καπετάνιοι του Μοριά, ήταν φυλακισμένοι, ενώ ο Κουντουριώτης, ο
Ματροκορδάτος, ο Κωλέττης κι ο Παπαφλέσσας, μηχανορραφούσαν συνεχώς. Από
την άλλη πλευρά, αν είχε μετανοήσει, πριν εκστρατεύσει εναντίον του
Ιμπραήμ, θα μπορούσε να εισηγηθεί την αποφυλάκιση και την από κοινού
αντιμετώπιση του εχθρού. Κι αν οι Κουντουριώτηδες, Μαυροκορδάτοι και
Κωλέττηδες διαφωνούσαν, τότε μπορούσε να παραιτηθεί και να εκστρατεύσει
μόνος του εναντίον του Ιμπραήμ. Δεν το έπραξε. Άρα, πως είχε μετανιώσει;
Κι αυτό είναι πολιτική πράξη που κρίνεται. Να αναφέρουμε και κάτι
ακόμη, το οποίο συνηγορεί στην άποψη ότι ο Παπαφλέσσας δεν είχε
μετανιώσει. Ισχυρίζεται στην ιστορία του ο Φωτάκος, ότι πήγε στη μάχη
και αν γύριζε νικητής θα εισηγείτο την απελευθέρωση των φυλακισμένων.
Αυτό, όμως, συμφώνως με τον χαρακτήρα του Παπαφλέσσα, δύσκολα θα
μπορούσε να γίνει, αφού αν γύριζε νικητής και στεφανωμένος με τη δόξα,
θα ισχυριζόταν ότι ο λαός δεν έχει ανάγκη τον Κολοκοτρώνη… Θα είχε
αποδείξει ότι ο Μοριάς μπορούσε να επιβιώσει, να πολεμήσει και να
νικήσει χωρίς τον φυσικό του αρχηγό.
Και
κάτι τελευταίο. Ο θάνατος του Παπαφλέσσα, χαροποίησε φίλους και
εχθρούς, όσο κι αν είναι οξύμωρο με την εν γένει στάση της ιστορίας
απέναντί του. Αυτό φαίνεται μέσα από δημοσιεύματα της εποχής. Ο
Μακρυγιάννης στα απομνημονεύματά του (σελ.214), γράφει όλες κι όλες δυο
γραμμές: «Εις
το χάνι ηύραμεν και τον Παπαφλέσσα με καμπόσους. Πάγαινε εναντίον του
Μπραίμη. Πέρασε από το Λιοντάρι και ήταν ενθουσιασμένος. Πήγε και
χάθηκε».
Στο αρχείο του Κουντουριώτη (τόμος Δ΄ σελ.505), ο γραμματέας του, του έχει στείλει επιστολή που γράφει:
«Κανείς δεν εδάκρυσε από τον θάνατο του Παπαφλέσσα…». Στα
ίδια αρχεία (τόμος Γ΄ σελίδα 13), βρίσκουμε και επιστολή του Κανέλλου
Δεληγιάννη, που κι αυτός είχε εκδιωχθεί από τον Παπαφλέσσα.
Αποδεικνύοντας την μεγαθυμία του, ίσως και το ρητό «ο θανών δεδικαίωται», ο μεγάλος οπλαρχηγός γράφει:
«Ο
ένδοξος αυτού θάνατος, απέπλυνε όλους τους ρύπους του ιδιωτικού και
πολιτικού του βίου και χρεωστεί η πατρίς να τον συγκατάξει και αυτόν
μεταξύ των λοιπών ενδόξων αθανάτων αυτής προμάχων». Έτσι,
ηρωοποιήθηκε ο Γρηγόριος Δικαίος Φλέσσας, που έμεινε στην ιστορία ως
Παπαφλέσσας. Ένας άνθρωπος, οι πολιτικές πράξεις του οποίου και κυρίως η
συμμετοχή του στην ανηλεή καταδίωξη και φυλάκιση του Κολοκοτρώνη και
των καπετάνιων του Μοριά, στον καταστροφικό εμφύλιο, επέφεραν δεινά για
την Ελλάδα και τον λαό της.
Βεβαίως,
δεν είναι ο μόνος με αμφιλεγόμενη παρουσία στον απελευθερωτικό αγώνα
του 1821. Είναι και πολλοί άλλοι, που οι φωτογραφίες τους είναι
αναρτημένες σε σχολεία και χαρακτηρίζονται ήρωες του Έθνους. Γι αυτούς,
έχουμε συνέχεια….
Μέρος δεύτερο: Ο εμφύλιος του 1824
Πρωταγωνιστές
του μένους των Ρουμελιώτικών ορδών, ο Καραϊσκάκης και ο Γκούρας, που
έτσι έλαβαν από τον Κωλέττη, τον βαθμό του στρατηγού. Οι βιασμοί, τα βασανιστήρια, οι αρπαγές και οι καταστροφές ήταν στην ημερησία διάταξη.
Για
τον εμφύλιο του 1824, η επίσημη ιστορία που διδασκόμαστε στα σχολεία
δεν αναφέρει σχεδόν τίποτα. Όσα μάθαμε οφείλονται σε κάποιους
ιστορικούς, αρχεία αγωνιστών και περιηγητών. Τι συνέβη, αλήθεια, τότε;
Να τα πάρουμε από την αρχή. Όταν έγινε η επανάσταση του 1821, η καρδιά
της ήταν στον Μοριά. Οι Μοραΐτες, με μεγάλο στρατηγό τον Κολοκοτρώνη,
κατάφεραν πολύ γρήγορα να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και να
απελευθερώσουν σχεδόν το σύνολο της Πελοποννήσου, ενώ κατέλαβαν την
Τριπολιτσά, πρωτεύουσα του Μοριά. Στο Ναύπλιο, δυο τρία χρόνια μετά, η
κυβέρνηση του Κουντουριώτη, Κωλέττη, Μαυροκορδάτου, Μπότσαρη,
Παπαφλέσσα, είχε εξαπολύσει ανηλεές κυνηγητό εναντίον όσων δεν την
προσκυνούσαν (κατά τις συνήθειες των Οθωμανών). Αυτοί ήταν ο Υψηλάντης, ο
Κολοκοτρώνης, ο Νικηταράς και πολλοί άλλοι επιφανείς καπετάνιοι της
επανάστασης, τους οποίους οι άμαχοι κυβερνητικοί
αποκαλούσαν…αντιπατριώτες! Τον εμφύλιο ξεκίνησαν οι μηχανορραφίες του
Κωλέττη (τον οποίο έχουμε αναγάγει σήμερα σε ήρωα!). Ψάχνοντας να βρει
συμμάχους στον αγώνα του κατά των μη προσκυνημένων σε εκείνον και την
κυβέρνηση οπλαρχηγών του Μωριά, γράφει και στέλνει μια επιστολή στους
Ρουμελιώτες.
Γράφει ο Κωλλέτης: «Οι
Μοραΐτες ελύσαξαν από τα πολλά πλούτη, τα οποία ήρπασαν από τους
Τούρκους της Τριπολιτσάς, του Ναυπλίου, του Λάλα, της Κορίνθου, της
Μονεμβασιάς, του Νεοκάστρου και των λοιπών μερών και έγιναν ντερμπέηδες
και προσπαθούν να αντικαταστήσουν τον Κιαμήλ Μπέη και τους λοιπούς
μπέηδες και αγάδες. Και εσείς τρέχετε αυτού, χωρίς ψωμί, χωρίς τσαρούχι, χωρίς φορέματα, με μια παλιοκάπα, καταβασίνεζσθε. Τι λοιπόν περιμένετε; Άλλην
αρμοδιωτέραν και ευτυχεστέραν δια σας περίστασιν δεν θέλει εύρητε ποτέ
δια να πλουτίσετε μικροί και μεγάλοι. Τώρα άνοιξαν δια εσάς δυο πηγαί
πλούτου, οι λίρες του δανείου και τα πλούσια λάφυρα του Μωρέως.Τι άλλο πλέον επιθυμείτε;»
Την
επιστολή τη μάθαμε, εμείς οι νεοέλληνες, από τα αρχεία του Κανέλλου
Δεληγιάννη, ο οποίος την αναφέρει στη σελίδα 201 του δεύτερου τόμου. Ο
Κωλέττης, προχωράει κι άλλο. Γράφει στον Κουντουριώτη ότι έτοιμος για να
ξεκινήσει τον εμφύλιο:«Εκλαμπρότατε,
φθάνει να κινηθούν φανερά (σ.σ. εννοεί ο Κολοκοτρώνης και οι λοιποί
Μοραΐτες) και τότε ο διάβολος θα τους πάρει». Οι προτροπές του
Κωλέττη ήταν το μάνα εξ ουρανού για τους ορεσιβίους και πεινασμένους
Ρουμελιώτες. Ο Μοριάς, ήταν για εκείνους η γη της επαγγελίας.
Στα
τέλη Νοεμβρίου του 1824, περνάνε τον Ισθμό και εκστρατεύουν εναντίον
του Μοριά! Επικεφαλής ενός άτακτου σώματος 3.000 ανθρώπων, ο Πανουργιάς,
ο Γκούρας, ο Καρατάσος, ο Δυοβουνιώτης και ο Γάτζος. Αμέσως μετά, στις
αρχές του 1825, αποβιβάζονται στο Αίγιο, άλλες 2.000 άνθρωποι, με
επικεφαλής τον Κίτσο Τζαβέλλα , τον Κίτσο Μπότασρη και τον Γεώργιο
Καραϊσκάκη, ο οποίος παρά το αρχικό του κυνηγητό από τους κυβερνητικούς,
υπέγραψε δήλωση μετάνοιας και δήλωσε υποταγή σε αυτούς!
Προηγουμένως,
ο Κωλέττης με τον Μαυροκορδάτο, είχαν προσεταιριστεί τους Υδραίους και
την πιο εύπορη οικογένεια του τόπου, αυτή του Κουντουριώτη, η οποία είχε
πολλούς λόγους να διεκδικεί από τους Μοραΐτες την εξουσία και ήθελε να
αποδυναμώσει τις πολιτικές βλέψεις που είχαν οι οικογένειες του
Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, του Κανέλλου Δεληγιάννη, του Ζαΐμη, του Νοταρά
κλπ. Ο ιστορικός Ν. Σπηλιάδης, στα «Απομνημονεύματα δια να χρησιμεύσωσιν
εις την Νέαν Ελληνικήν Ιστορίαν» που ανατυπώθηκαν το 1972, γράφει στη
σελίδα 150 του δεύτερου τόμου: «…οι
νησιώται εφαντάζοντο, ότι αφανιζόμενον των δυνατών της Πελοποννήσου και
ταπεινωμένου του φρονήματος αυτών, ήθελον δυνηθή και καυποβάλωσιν εις
τας ναυτικάς νήσους και την Πελοπόννησον, ενώ είχον δια της ναυτικής των
δυνάμεως υποτελές το Αιγαίον και δια των χρημάτων και των όπλων των
Ρουμελιωτών, ήθελον άρχει αυτοί αποκλειστικώς των Ελλήνων, και άρχοντες
άνευ προσκομμάτων των…να απολάβωσι την δόξαν των σωτήρων και ελευθερωτών
του έθνους».
Όπως
είπαμε προηγουμένως, ο αρχιτέκτονας του σχεδίου, ήταν ο Κωλέττης, ο
οποίος ανέλαβε με κυβερνητική απόφαση αρχηγός όλων των στρατευμάτων που
θα επιτίθοντο στον Μοριά! Ξεκινάει από την Κόρινθο κι ας δούμε το γράφει
στον δεύτερο τόμο, σελίδα 212 των απομνημονευμάτων του, ο Κανέλλος
Δεληγιάννης: «Επήρε
μεθ’ αυτού και υπέρ τας δυο χιλιάδας διπλώματα βαθμών στρατιωτικών,
ανοικτά, χωρίς όνομα, όπως με αυτά και με τας λίρας εξαπατήση τους
Πελοποννησίους να κινηθώσιν εναντίον ημών. Από την Κόρινθο δε ώστε να
φθάσει στα Καλάβρυτα εχειροτόνησεν υπέρ τους διακοσίους στραηγούς,
αντιστρατήγους, χιλιάρχους και υποχιλιάρχους Ρουμελιώτας, Σουλιώτας,
Κρήτας, και άλλους οι περισσότεροι εξ αυτών δεν υπήρξαν ποτέ
στρατιωτικοί και των οποίων έδωσε μισθούς δεκαπλασίους αφ’ όσους είχεν
έκαστος…». Θησαυροφύλακας του Κωλέττη, ήταν ο Ιωάννης Μακρυγιάννης, που γράφει στη σελίδα 226 των απομνημονευμάτων του: «…διόρισε
η κυβέρνηση τον Κωλλέτη διευθυντή και εμένα φρουρά του να φυλάμε τα
χρήματα οπούχε μαζί του για μιστούς…Και γιόμωσε τον Γκούρα ο Κωλέττης
λίρες».
Έτσι, λοιπόν, ξεκίνησε ο εμφύλιος κι οι Ρουμελιώτες έγιναν οι μισθοφόροι της κυβέρνησης εναντίον του Μοριά!
Με
τα χρήματα δανείου 800.000 λιρών, που πήρε η κυβέρνηση από τους
Άγγλους! Αυτές οι λίρες, κατάφεραν όσα δεν μπόρεσαν τα τουρκικά στίφη.
Οι μισθοφόροι, έχοντας στο μυαλό τους και τα λάφυρα που θα άρπαζαν,
ξεχύθηκαν στην Πελοπόννησο και δεν άφησαν τίποτα όρθιο. Η Γαστούνη
καταστράφηκε ολοσχερώς. Το ίδιο και το Αίγιο, τα Καλάβρυτα, η Κόρινθος, η
Γορτυνία. Ο γιος του Κολοκοτρώνη, ο Πάνος, σκοτώνεται έξω από την
Τριπολιτσά και ο γέρος καταρρέει. Παραδίδεται και φυλακίζεται στην Ύδρα!
Ο Μοριάς χάνει τον φυσικό αρχηγό του! Κι όσα ακολουθούν, δεν τα μάθαμε
ποτέ στο σχολείο. Ο Μακρυγιάννης, όμως, γράφει στα απομνημονεύματά του,
τόμος Α΄, σελίδες 198,227, παρ’ ότι κι εκείνος ήταν εισβολέας: «Γύμνωσαν
τα χωρία. Κατεβαίνομεν εις το ποτάμι. Ήταν καβασμένο, οτ’ ήταν
χειμώνας, των Χριστουγέννων. Εγώ με το άτι μου τα άλλα ζώα δυνατά,
κινδυνέψαμε να περάσουμε…Εις τον δρόμο εύρανε τέσσερους Πελοποννήσιους
και τους πιάνουν και με την αράδα περάσαν τους μισούς από το ασκέρι εις
το νώμο…. Σηκωθήκαμε και πήγαμε πίσω στ’ Ανάπλι, αφού γυμνώνσαμε τους δυστυχισμένους κατοίκους και τους φάγαμε τα σφαχτά τους…».
Πρωταγωνιστές
του μένους των Ρουμελιώτικών ορδών, ο Καραϊσκάκης και ο Γκούρας, που
έτσι έλαβαν από τον Κωλέττη, τον βαθμό του στρατηγού. Οι βιασμοί, τα
βασανιστήρια, οι αρπαγές και οι καταστροφές ήταν στην ημερησία διάταξη. Ο
Φ. Φωτάκος, στα «Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής επαναστάσεως», που
κυκλοφόρησαν το 1962, αναφέρει στις σελίδες 300 και 549 του Α΄ τόμου: «Υπέφεραν
μύρια κακά, επειδή οι στρατιώται του Εκτελεστικού δεν έβαλαν σύνορον
δια να διακρίνουν διατούτου τον φίλον και τον εχθρόν της Διοικήσεως.
Ήρκει μόνον ότι όλοι ησαν Μωραϊται και όλους τους εγύμνωσαν και τους
εκαταφρόνουν. Δεν άκουε τις τότε άλλο τίποτα, παρά στεναγμούς,
χουχουλητά και κλάθματα. Οι δε στρατιώται, δια να βασανίσουν τον κόσμον
περισσότερον, εις τα σπίτια όπου κατέλυον εζήτουν από υους οικοδεσπότας
σουσάμι ψητόν εις την σούβλαν, αυγά ψητά εις την σούβλαν, γάλα εις την
σούβλαν, ψητόν και ζάχαρι, ελιαίς τηγανισμέναις, χαβιάρι έγκαιρον δια
την όρεξιν και άλλα τοιαύτα αλλόκοτα και ασυνήθιστα φαγητά, τα οποία οι
χωρικοί δεν ήτο δυνατόν να έχουν και πολύ υπέφερον. Τα στρατεύματα του
Γκούρα και των λοιπών της Διοικήσεως εδόθησαν εις την μέθην και τας
άλλας ηδονάς. Δεν αφήκον καμμιάς γυναικός σκουλαρίκια ούτε κασέλλαν
κλειδωμένην. Οι στρατιώται δε ούτοι ΄σαν κακοήθεις και βλάσφημοι εις τον
Θεόν και αυτοί και οι καπεταναίοι των, δια τούτο όχι μόνο από τους
ανθρώπους, αλλά και τας εκκλησίας εγύμνωσαν, διότι πολλοί από αυτούς
ήσαν μαζώματα, αλλόφυλοι και αλλόθρησκοι. Δεν ήσαν μέλη Ελληνικά, αλλά
μάλλον θηρία…».
Αυτά
τα θηρία, λοιπόν, εξαγόρασε ο …ήρωας Κωλέττης για να νικήσει τον μη
υποταγμένο Κολοκοτρώνη και τους καπετάνιους του Μοριά. Ο σημαντικός
κληρικός, ιστορικός και πολιτικός Αμβρόσιος Φραντζής, γράφει στη σελίδα
215 του Β’ τόμου της «Επιτομής της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος
1715-1837», που εξεδόθη το 1841: «Έδραμον
εις την Πελοπόννησον αγεληδόν,,, ως εχθροί άσπονδοι… τα όσα εποίησαν
εις τους αθώους κατοίκους είναι απερίγραπτα… δεν δύναται ο ιστορικός
κάλαμος να σιωπήσει, έφθανον να ζητώσιν γάλα εξιγμένον από τας όρνιθας
και τυρόν από λαγωούς… απεγύμνωσαν απάσας τας οικίας, με τον πλέον
σκληρότερον (παρά τον πθωμανικόν) τρόπον… όσα εις την επαρχίαν εκείνην
επράχθησαν εναντίον των κατοίκων αυτής από αδικίας, αρπαγάς κλπ είναι
μέγιστον αίσχος τα πραχθέντα παρά των Στερεοελλαδιτών, διαμένοντος του
Κωλέττη…το να εξιστορήσει κάλαμος ανθρώπινος τας αρπαγάς, τας κακώσεις,
τας βιαιοπραγίας, τας παραβιάσεις (σ.σ. δηλαδή βιασμούς) υπάνδρων και
παρθένων γυναικών τας οποίας διέπραξαν ο Γκούρας, ο Τζαβέλας, ο
Καραϊσκάκης και συντριφία εις τας επαρχίας… μήτε αυτοί οι Τούρκοι επί
της επαναστάσεως μας έπραξαν τοιαύτας αθεματουργίας τα οποία αυτά
εφόβισαν τους δυστυχείς κατοίκους των επαρχιών όλων της Πελοποννήσου,
όθεν διέβαινον τα κωλέττικα στρατεύματα και έφευγον με τας οικογενείας
των εις τα όρη, εις τα δάση και εις τα σπήλαια εν καιρώ χειμώνος δια
σωθώσιν από τας ανοσιουργίας αυτών των ανθρωπομόρφων τεράτων…».
Αυτά
τα ανθρωπόμορφα τέρατα, αιχμαλώτισαν και τον Παλαιών Πατρών Γερμανόν,
του πήραν τα άμφια, τον έδεσαν και τον τριγύριζαν στα βουνά και τα
λαγκάδια, ξυπόλυτο και νηστικό. Ο Σπύρος Τρικούπης, στη σελίδα 175 του
Γ’ τόμου της «Ιστορίας της Ελληνικής Επαναστάσεως», που εξεδόθη το 1860
στο Λονδίνο, γράφει: «…Ηνάγκαζον
τον Αρχιερέα να παρακολουθή αυτούς πεζός εν καιρώ χειμώνος, πάγων και
χιόνων και εξέθεσαν αυτόν απανθρώπως εις ανηκούστους ταλαιπωρίας και
βασάνους».
Αυτή
η κυβέρνηση, των Κουντουριώτη, Κωλέττη, Μαυροκορδάτου, Παπαφλέσσα, ήταν
εθνικό μίασμα. Πλέον του ότι φέρθηκε σκληρότερα κι από τους Τούρκους,
κατέστρεψε σχεδόν όλη την Πελοπόννησο, αφού έπρεπε να μη μείνει τίποτα
όρθιο, για να εξυπηρετηθούν τα σχέδια των εκείνων που κυβερνούσαν με τα
δάνεια και τις ευχές της Αγγλίας. Ο σκοπός τους έγινε πραγματικότητα. Η
αληθινοί ήρωες φυλακίστηκαν και η δύναμή τους καταλύθηκε. Το δε μίσος
που δημιουργήθηκε ανάμεσα σε Μοραΐτες και Ρουμελιώτες, εξυπηρετούσε
απολύτως τους Άγγλους – σε σχέση με τις επιδιώξεις τους στο υπό
δημιουργία νέο κράτος- και τους υπόδουλους σε αυτούς Έλληνες
συνοδοιπόρους τους, που εμείς …ονομάσαμε ήρωες!
Για
την ιστορία που δεν μας μάθανε, να πούμε ότι μαζί με τον Κολοκοτρώνη
φυλακίστηκαν στην Ύδρα ο Μητροπέροβας, ο Αναστασόπουλος, ο Γρίβας, ο
Παπατσώνης, ο Νοταράς, οι Δεληγιανναίοι και πολλοί άλλοι καπετάνιοι.
Και
κάτι τελευταίο από αυτόν τον θλιβερό εμφύλιο. Όταν τα Ρουμελιώτικα
φουσάτα κορέστηκαν από αίμα και χρυσάφι, γύρισαν στην περιοχή τους.
Ακριβώς τότε, έκανε την εμφάνισή του στην Ελλάδα, ο Ιμπραήμ, ο οποίος
βρήκε έναν τόπο κατεστραμμένο και τον αποκατέστρεψε, αφού οι ηγέτες του
ήταν φυλακισμένοι και ο κόσμος ματωμένος, φοβισμένος, τσακισμένος και
απογοητευμένος.Μετά και τις δικές του καταστροφές στην Πελοπόννησο,
γύρισε στην Αίγυπτο με χιλιάδες αιχμαλώτους, κυρίως γυναίκες, τις οποίες
πούλησε σε σκλαβοπάζαρα της Αλγερίας και της Μικράς Ασίας. Κι όπως
γράφει κι ο Θεόδωρος Παναγόπουλος, στη σελίδα 139, του βιβλίου του «Τα
ψιλά γράμματα της ιστορίας», «όλες αυτές οι ανθρώπινες θυσίες, έγιναν
για να ικανοποιηθούν οι μωροφιλοδοξίες δυο –τριών ηλιθίων ανθρώπων.
Τούτο είναι αρχαία συνήθεια. Του ενός η βλακεία, των πολλών η
τιμωρία….».
Μέρος τρίτο: Γεώργιος Καραϊσκάκης
Ο
Γεώργιος Καραϊσκάκης, είναι κι αυτός μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του
απελευθερωτικού αγώνα, κυρίως με τη στάση του στον εμφύλιο του 1824και
το συγχωροχάρτι που έλαβε από τον Κωλέττη. Χώρια τις θηριωδίες που
διέπραξε εις βάρος των Μοραϊτών. Η μητέρα του Ζωή, μόλις πέθανε ο άνδρας
της κλείστηκε σε μοναστήρι και ασπάστηκε τον μοναστικό βίο. Εκεί, ενώ
ήταν καλόγρια, γέννησε τον Γεώργιο, που ήταν καρπός του Αρματολού
Καραΐσκου, εξ ου και το βρέφος ονομάστηκε Καραϊσκάκης. Ο πατέρας του δεν
τον αναγνώρισε ποτέ και το παιδί μεγαλώνοντας, διαλαλούσε εδώ κι εκεί
ότι ήταν νόθος. Η αθυροστομία του ήταν παροιμιώδης, ενώ στο στόμα του
δεν έβαζε φραγμούς ούτε όταν επρόκειτο για την μητέρα του. Είναι
χαρακτηριστικό ότι στο «Λεξικό της Επαναστάσεως» που εξεδόθη στα
Ιωάννινα το 1972, αναφέρεται: « …ασυστόλως κηρύττων εαυτόν νόθον, έλεγε ότι η μάνα του έφαγε σαράντα χιλιάδες πούτζες έως να τον γεννήσει…».
Από
μικρός μπήκε στην υπηρεσία του Αλή Πασά και λίγο αργότερα παντρεύτηκε
ένα από τα κορίτσια του χαρεμιού του, την Γκόλφω Ψαρογιαννοπούλου. Έτσι,
έλαβε τον τίτλο του Αλημπασαλή, όπως λεγόντουσαν εκείνοι που
υπηρετούσαν τον Αλή Πασά. Έχοντας ελληνική συνείδηση, δεν άργησε να
βρεθεί απέναντι στους Τούρκους και όταν ξεκίνησε η επανάσταση άρχισε να
διακρίνεται στις μάχες. Ήταν τόσο προκλητικός με τους Τούρκους, ώστε σε
μια μάχη στο Κομπότι της Άρτας κατέβασε το σώβρακό του κι έδειχνε τα
οπίσθιά του! Οι Τούρκοι τον πυροβόλησαν, τον πλήγωσαν κι έκανε τρεις
μήνες να γιατρευτεί. Το γεγονός αυτό, το αναφέρουν τόσο ο Αινιάν στην
βιογραφία του Καραϊσκάκη (σελ. 43), όσο και ο Μακρυγιάννης στη σελίδα
167 των απομνημονευμάτων του. Λίγο αργότερα, έπεσε κι αυτός θύμα του
μηχανορράφου Μαυροκορδάτου, ο οποίος τον κατηγόρησε ότι συνεργάζεται με
τους Τούρκους. Συνελήφθη, την ανάκριση την έκαναν άνθρωποι του
Μαυροκορδάτου, που τον προσήγαγαν σε δίκη, την πρωταπριλιά του 1824. Η
δίκη έγινε μέσα στην εκκλησία της Παναγίας στο Μεσολόγγι. Γράφει ο
Μακρυγιάννης (τόμος Α΄, σελίδα 156):
«
Ηύρε πρόφασιν η εκλαμπρότης του (σ.σ. ο Μαυροκορδάτος) εις το Μεσολόγγι
ότι ο Καραϊσκάκης αγρικήθη με τους Τούρκους. Έβαλεν ανθρώπους του, τους
έκαμε κριτάς να τον περάσουνε από το κανάλι της δικαιοσύνης του, να τον
σκοτώσουνε. Τον κρίναν και τον είχανε χαζίρι. Κι αν δεν τον γλιτώνανε
οι σύντροφοί του, θα τον σκότωναν. Ακούτε εσείς; Ο Καραϊσκάκης από δέκα
χρόνων παιδί κλέφτης θα γύριζε με τους Τούρκους όπου τους σκότωνε μέσα
στους λόγγους και περπάταγε ξυπόλητος από μικρό παιδί για την λευτεριά. Ο
εκλαμπρότατος, το ζυμάρι των Τούρκων, ο δουλευτής αυτήνων των Τούρκων, ο
Μαυροκορδάτος, ο αγαπημένος των τυράννων, κατέτρεχε τον Καραϊσκάκη να
τον καταδικάσει εις θάνατον».
Την ώρα της δίκης, ο Καραϊσκάκης σηκώθηκε κι έφυγε σαν κύριος, υπό την προστασία των ένοπλων ανδρών του.
Εκείνη την ώρα, όπως γράφει ο Κ. Παπαγεώργης στο βιβλίο του «Τα καπάκια», που εξεδόθη από τον Καστανιώτη, ο Καραϊσκάκης φώναξε: «Ε
ρε Μαυροκορδάτο. Εσύ την προδοσία μου την εγραψες στο χαρτί και εγώ
γρήγορα ελπίζω να στη γράψω εις το μέτωπόν σου. Να φανεί ποιος είσαι».
Λίγο
αργότερα, ο άλλος μηχανορράφος, ο Κωλέττης, έκανε τη δική του κίνηση.
Πλησίασε και προσεταιρίστηκε τον Καραϊσκάκη, με στόχο την πρόκληση του
εθνικού διχασμού, που κατέληξε στον εμφύλιο του 1824, με την εισβολή των
Ρουμελιωτών στον Μοριά, την φυλάκιση του Κολοκοτρώνη (βλέπε δεύτερο
μέρος της ιστορίας στο blog) και τις απίστευτες αγριότητες που
διεπράχθησαν.
Μέρος τέταρτο: Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Υπήρξε
ένας από τους πλέον επιφανείς Φαναριώτες – Φαρισαίους, με σκοτεινό- αν
όχι άθλιο- ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή. Στο χοντρό του πρόσωπο, με
τις φαβορίτες που έφταναν στην άκρη του μουστακιού του, «έλαμπε» η
ραδιουργία και οι φιλοδοξίες για την εξουσία, για την οποία, όπως και ο
Κωλέττης, μπορούσε να κάνει τα πάντα. Στόχος του, η απελευθέρωση (;) της
Ελλάδας και η ανάληψη της εξουσίας από τον ίδιο, με λογική σουλτάνου. Ο
πατέρας του Νικόλαος, παντρεύτηκε την Σμαράγδα, κόρη του ηγεμόνα της
Βλαχίας Νικ. Καρατζά και έγινε ένας μικρομεσαίος αξιωματούχος. Ο γόνος
τους Αλέξανδρος, σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και έμαθε …11
γλώσσες! Η οικογένειά του, αλλά και ο ίδιος είχαν στόχο την ευρύτατη
μόρφωσή του, ούτως ώστε να αναλάβει διοικητικές θέσεις στην οθωμανική
αυλή. Το 1812, ο Ιωάννης Καρατζάς (εξάδελφος της μητέρας του),
διορίστηκε από τον σουλτάνο ηγεμόνας της Βλαχίας και πήρε μαζί του τον
ανιψιό του Αλέξανδρο, ως γραμματέα του. Λίγο μετά, προήχθη σε Μέγα
Ποστέλνικο (δηλαδή υπουργό Εξωτερικών) και αρχίζει να έρχεται σε επαφή
με Έλληνες της Δύσης. Το 1819, ο θείος του Ιωάννης Καρατζάς, φοβούμενος
για τη ζωή του μετά από πληροφορίες που είχε για δυσαρέσκεια του
σουλτάνου στο πρόσωπό του, φεύγει από το Βουκουρέστι. Μαζί του αναχωρεί
και ο ανιψιός του Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, που βλέπει να χάνονται οι
ελπίδες του για ανάληψη κάποιας σπουδαίας θέσης στον διοικητικό
μηχανισμό των Οθωμανών. Από τότε, αρχίζει να εμφανίζεται φιλικά
διακείμενος στην ιδέα της επανάστασης στην Ελλάδα. Αρχικά εγκαθίσταται,
στη Γενεύη και ύστερα στην Πίζα της Ιταλίας που παρακολουθεί μαθήματα
ιατρικής, ενώ, μάλλον το 1819, μυείται στην Φιλική Εταιρεία., πιθανότατα
από τους Τσακάλωφ και Αναγνωστόπουλο, που τότε είχαν επισκεφτεί την
Πίζα. Στην Ελλάδα, έφτασε για πρώτη φορά το 1821 φορώντας τουρκική
στολή! Αμέσως, έβγαλε τα τούρκικα ρούχα και φόρεσε ευρωπαϊκό κουστούμι.
Όπως είπε ο Καποδίστριας, αντικατέστησε το σαρίκι με πίλον ευρωπαϊκόν.
Οι φιλοδοξίες του είναι απεριόριστες και, μορφωμένος όπως είναι, θεωρεί
ότι θα διαδραματίσει ηγετικό ρόλο, πολύ περισσότερο αφού οι Έλληνες
είναι αγράμματοι και ακοινώνητοι. Είναι, μάλιστα χαρακτηριστικό, ότι
προσεταιρίστηκε τον τίτλο του Πρίγκηπα, ενώ δεν ήταν. Ένα άλλο
χαρακτηριστικό ήταν, ότι ενώ κατά τους χρόνους της σκλαβιάς απαγορευόταν
στους υπόδουλους Έλληνες να φορούν ευρωπαϊκές φορεσιές, τον
Μαυροκορδάτο, ουδείς Τούρκος τον πείραξε.
Μετά
την έναρξη της επανάστασης, ο Μαυροκορδάτος, κάποιοι Έλληνες συνεργάτες
του και μαζί οι Γάλλοι και Ιταλοί που έφερε μαζί του, εγκαταστάθηκαν
στο Μεσολόγγι και ξεκίνησαν τη «λαμπρή» δράση τους! Λίγο πριν
αποβιβαστεί εκεί, ο Μαυροκορδάτος βύθισε το πλοίο που τον μετέφερε με
την δικαιολογία ότι θα αιχμαλωτιζόταν από τον τουρκικό στόλο που έπλεε
στην περιοχή.Κατ’ άλλους η κίνηση αυτή του Μαυροκορδάτου έγινε για να
καταχραστεί τις χρηματικές εισφορές των Ελλήνων ομογενών από την Ιταλία,
τις οποίες μετέφερε το πλοίο. Ήταν ξεκάθαρο ότι στόχευε την εξουσία,
την οποία ασκούσε στην Πελοπόννησο η Πελοποννησιακή Γερουσία, η οποία
ήταν ένα είδος επαναστατικής κυβέρνησης, με τέσσερις προκρίτους και τον
Άγιο Βρεσθαίνης. Από τότε, βλέπετε, η Εκκλησία και οι…Άγιοί της, ήταν
μέρος της κοσμικής εξουσίας. Από το Μεσολόγγι, κάνει αμέσως δήλωση
νομιμοφροσύνης στον Δημήτριο Υψηλάντη, ο οποίος είναι στην Ελλάδα ως
πληρεξούσιος του Γενικού Επιτρόπου της Αρχής, αδελφού του Αλέξανδρου,
που εθεωρείτο ο αρχηγός του επαναστατημένου Έθνους. Άλλωστε, τον
Δημήτριο Υψηλάντη, είχαν αναγνωρίσει όλοι οι Έλληνες, νησιώτες, Μοραΐτες
και Ρουμελιώτες. Ο Μαυροκορδάτος, στη συνέχεια, ζητάει από τον Υψηλάντη
την άδεια να οργανώσει με επικεφαλής τον ίδιο και τον φίλο του Θεόδωρο
Νέγρη, πολιτικά και στρατιωτικά τη Στερεά Ελλάδα. Ο Δημ. Υψηλάντης,
χωρίς να φαντάζεται που μπλέκει, του δίνει την άδεια που ζητούσε. Παρ’
ότι ήταν άνθρωπος καλής θέλησης και αγαθών προθέσεων, ο Υψηλάντης
συνέστησε στον Μαυροκορδάτο να μη χρησιμοποιήσει τον Νέγρη, επειδή ήξερε
ότι επρόκειτο περί δόλιου ανθρώπου. Ο Μαυροκορδάτος, παράκουσε τον Δημ.
Υψηλάντη και έστειλε τον Νέγρη στα Σάλωνα (σημερινή Άμφισσα) και ο
ίδιος έμεινε στο Μεσολόγγι. Αμέσως, έφτιαξαν ένα είδος Συντάγματος,
κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους, με σκοπό να διοικήσουν ως απόλυτοι
μονάρχες στην περιοχή. Δημιούργησαν, δηλαδή, με την ανοχή του Υψηλάντη,
ένα νέο κράτος μέσα στην ξεσηκωμένη Ελλάδα! Ο μεν Μαυροκορδάτος έφτιαξε
Γερουσία που την ονόμασε τον «Οργανισμό Προσωρινής Διοικήσεως της
Δυτικής Ελλάδας», με έδρα το Μεσολόγγι, ο δε Νέγρης έφτιαξε τον Άρειο
Πάγο που ονομάτισε «Νομικήν Διάταξιν Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος», με έδρα
την Άμφισσα. Ουσιαστικός αρχηγός των δυο σωμάτων ήταν ο Μαυροκορδάτος,
που θέλησε πλέον να καθυποτάξει τους τοπικούς οπλαρχηγούς και να τους
καταστήσουν υποχείριά τους. Λίγο μετά, παραμέρισε τον Νέγρη και
αυτοαναγορεύτηκε αρχηγός της Στερεάς Ελλάδας και ξεκίνησε την
αμφισβήτηση του Δημητρίου Υψηλάντη! Έφτασε, μάλιστα, στο σημείο να
αμφισβητήσει και τον Δημήτριο και τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, με μια αισχρή
επιστολή που έστειλε στον πρώτο και παρουσιάζει ο Κωνσταντίνος
Παπαρρηγόπουλος στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», που εξεδόθη το
1925: Στην
επιστολή αυτή ο Μαυροκορδάτος γράφει ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης
εξαπατήθηκε από τους Φιλικούς (σ.σ.!!!) κι ότι τόσο εκείνος, όσο και ο
Μητροπολίτης Ουγγαροβλαχίας Ιγνάτιος (σ.σ άλλο μπουμπούκι αυτό), είναι
αντίθετοι με τον ξεσηκωμό και προσπάθησαν να τον αποτρέψουν. Στη
συνέχεια της επιστολής, ο Μαυροκορδάτος αναφέρει σκαιότατα, ότι δεν
αναγνωρίζει τον Υψηλάντη για αρχηγό, διότι δεν εκπροσωπεί κανέναν, ούτε
φυσικά το Έθνος, ούτε μπορεί να είναι πληρεξούσιος επιτρόπου μιας
ανύπαρκτης αρχής, η οποία κι αν ακόμη υπήρχε, δεν μπορούσε να έχει
δικαιώματα επάνω στο Έθνος!
Το αποκορύφωμα στην επιτολή ήταν ο επίλογος. Σ’
αυτόν, ο Μαυροκορδάτος, γράφει ότι ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κι όλοι οι
άλλοι που προκάλεσαν τον ξεσηκωμό, είναι ένοχοι και το έκαναν από
ιδιοτέλεια και μόνο, για το δικό τους συμφέρον και όχι γιατί ήθελαν την
ελευθερία της πατρίδας.
Δεν
σταματά, όμως, στην αμφισβήτηση και κατεδάφιση του Υψηλάντη. Πιάνει
τους προκρίτους του Μοριά και κάνει πρόταση να καλέσουν για αρχηγό των
Ελλήνων τον πρίγκιπα της Γαλλίας Ευγένιο, που ήταν θετός γιός του
Μεγάλου Ναπολέοντα. Τους λέει ακόμη, ότι αν δεν θέλουν τον Ευγένιο, να
φέρουν τον Καποδίστρια ή κάποιον ικανότερο των Υψηλάντηδων. Αυτή ήταν η
αρχή του ελληνικού δράματος μεσούσης της επανάστασης. Αυτή ήταν η αρχή
του εμφυλίου που ακολούθησε.Όταν δε, αργότερα, ήρθε ο Καποδίστριας που ο
ίδιος είχε προτείνει, τον αντιπολιτεύθηκε σφοδρότητα και για πολλούς
ήταν ο ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του. Και μη ξεχνάμε κάτι ακόμη
πολύ σημαντικό. Από τη δολοφονία του Καποδίστρια κι ύστερα, άνοιξε ο
δρόμος για τις θλιβερές ξενόφερτες βασιλείες που τόσο ταλαιπώρησαν τον
τόπο μέχρι το 1974, όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με το δημοψήφισμα που
προκάλεσε για το Πολιτειακό τους…έστειλε στον αγύριστο!
Όλοι
σχεδόν οι ιστορικοί, πλην των εκείνων που γράφουν τα σχολικά βιβλία από
τα οποία διδασκόμαστε, χαρακτηρίζουν τον Μαυροκορδάτο μοιραίο πρόσωπο
της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Οπαδός του δόγματος των Φαναριωτών,
διαίρει και βασίλευε, δεν υπολόγιζε τίποτα και δεν άφησε δολιότητα και
παγαποντιά, την οποία να μη κάνει. Αμέσως μετά την αμφισβήτηση των
Υψηλάντηδων, με τα χρήματα που διέθετε προσεταιρίστηκε κάποιους
καπετάνιους της Ρούμελης και σε σύντομο διάστημα αναγνωρίστηκε ένας
άτυπος άρχοντας της περιοχής. Ο τρόπος της διοίκησής του, ήταν
χαρακτηριστικός του τρόπου που σκεφτόταν. Διαβάστε ένα χαρακτηριστικό
περιστατικό:
Στο
Ξηρόμερο, διόρισε σκοπίμως δυο οπλαρχηγούς. Τον Γρίβα και τον Τσόγκα.
Όπως ήταν αναμενόμενο οι δυο τους άρχισαν να διαφωνούν και να
ανταγωνίζονται. Τότε, κάποιος Ξηρομερίτης, πήγε και βρήκε τον
Μαυροκορδάτο και του ανέφερε τα καθέκαστα, συμπληρώνοντας ότι έτσι όπως
πάει, σύντομα κάποιος εκ των δυο θα σκοτωθεί από τον άλλον. Τότε, ο
Μαυροκορδάτος, με τον κυνισμό που τον διέκρινε, απάντησε: «Το ηξεύρω.
Αλλά όποιος εκ των δυο και αν λείψει, θα λείψει ένας χαλές…». Το
συγκεκριμένο περιστατικό, αποκαλύπτεται στο βιβλίο με τίτλο «Οδυσσέας
Ανδρούτσος», του Κάρπου Παπαδόπουλου, που κυκλοφόρησε το 1957 από τις
εκδόσεις Τσουκαλά. Σημειωτέον, ότι ο ένας εκ των δυο οπλαρχηγών που είχε
διορίσει στο Ξηρόμερο, ο Τσόγκας, ήταν προσωπικός του φίλος και
άνθρωπός του για…επικίνδυνες αποστολές! Κι όμως, το φίλο του, τον
αποκαλούσε…χαλέ, που στα Αρβανίτικα σημαίνει αποχωρητήριο! Λίγο
αργότερα, τακίμιασε με τον Υδραίο Κουντουριώτη, πάμπλουτο προύχοντα της
Ύδρας. Έγινε ο άνθρωπός του. Πιόνι στην αρχή κι όταν απέκτησε επιρροή,
άρχισε να …έρπει για την αναρρίχησή του. Υπάρχει επιστολή του, στο
αρχείο Κουντουριώτη, στον οποίο γράφει: «Τι μ’ έγραψες και δεν
ενήργησα…εις την άκρην του κόσμου αν θέλεις να υπάγω, εκεί υπάγω…Δεν
ηξεύρω τι άλλο μπορώ να σε είπω…».
Μ’
αυτά και με τούτα, ο Μαυροκορδάτος, τον Ιανουάριο του 1822, γίνεται
πρωθυπουργός και τον Μάιο και αρχιστράτηγος. Εξοπλίζεται με δικτατορικές
εξουσίες και λαμβάνει ότι μέτρο θέλει, πολιτικό ή στρατιωτικό, κατά την
απόλυτη κρίση του και συμφώνως με τα συμφέροντά του. Ο στόχος ήταν ένας
και μεγάλος. Ο θρόνος της Ελλάδας, μετά την απελευθέρωση. Ο άνθρωπος
που ήταν τουρκοαναθρεμένος, τουρκοπροσκυνημένος, τουρκοδιορισμένος,
σκόπευε να βασιλεύσει την Ελλάδα! Όποιος ήταν αντίθετος στα σχέδιά του,
γινόταν εχθρός του. Έκανε συμμαχίες που δεν είχαν καμιά λογική, πέραν
των προσωπικών του επιδιώξεων. Οι ενέργειές του εξόργισαν τον
Κολοκοτρώνη, ο οποίος τον απείλησε λέγοντάς του «μην καθίσεις πρόεδρος, ότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη βελάδα όπου ήρθες». Έτσι,
ο μεγαλύτερος ήρωας της ελληνικής επανάστασης, έγινε εχθρός του
μηχανορράφου Μαυροκορδάτου! Ο Μαυροκορδάτος, κατέφυγε στην Ύδρα, στον
προστατευόμενο του Κουντουριώτη κι έστησε τον εμφύλιο! Αιματοκύλισε την
Πελοπόννησο, βάζοντας τους Ρουμελιώτες να επιτεθούν εναντίον του Μοριά,
τη στιγμή που η επανάσταση ήταν στην κορύφωσή της κι ο Ιμπραήμ ετοίμαζε
τ’ ασκέρια του να επιτεθούν για να την καταπνίξουν.
Τότε
ήταν, που με μπροστάρη τον φίλο του Κωλέττη και πύρινα λόγια εναντίον
των Μοραϊτών, ξεσήκωσε τους Ρουμελιώτες, που μπήκαν στον Μοριά και «δεν
άφησαν λίθον επί λίθου, καίγοντας, βιάζοντας, λεηλατώντας, κλέβοντας,
αφανίζοντας τον τόπο και τον άμαχο πληθυσμό, για να γραφτεί μια από τις
μελανότερες σελίδες της ελληνικής ιστορίας», όπως γράφει και ο Θεόδωρος
Παναγόπουλος στο βιβλίο του «Υα ψιλά γράμματα της ιστορίας».
Στη
συνέχεια, σε συνεννόηση με τον Κουντουριώτη, τον Κωλέττη και τον
Παπαφλέσσα, διέλυσε τα στρατιωτικά τμήματα του Μοριά, ενώ ο Ιμπραήμ ήταν
στο Αίγιο, φυλάκισε τον Κολοκοτρώνη και τους άλλους καπετάνιους του
Μοριά ως…προδότες (σ.σ.!!!!) και δεν τους αποφυλάκισε, παρά μόνο όταν ο
Ιμπραήμ είχε ερημώσει την Πελοπόννησο.
Οι
μηχανορραφίες του, συνεχίστηκαν και μετά την ανάδειξη της Ελλάδας σε
ελεύθερο κράτος. Πάντα δίπλα στους ισχυρούς, έψαχνε καρέκλες και οφίτσια
για να δικαιώνει τη ματαιοδοξία του. Έγινε υπουργός Οικονομικών και
Στρατιωτικών της αντιβασιλείας Όθωνα, ενώ στάλθηκε και πρεσβευτής στην
Κωνσταντινούπολη, το Μόναχο και το Λονδίνο. Μετά τη φυγή του όθωνα με
την επανάσταση του 1843, ξαναβρήκε τον δρόμο προς την εξουσία και έγινε
αντιπρόεδρος της Βουλής και πρωθυπουργός. Τότε ήταν, που ανετράπη από
τον παλιό του φίλο, τον Κωλέττη!
Σήμερα, η φωτογραφία αυτού του υποκείμενου, κρέμεται στα σχολεία για να μη ξεχάσουμε την φάτσα του!
Σήμερα,
χαρακτηρίζεται ως… ήρωας της επανάστασης του 1821! Λες και θέλουμε να
διδάξουμε στα παιδιά την πολιτεία του. Και μη χειρότερα…
Μέρος πέμπτο: Οι μπέηδες της Μάνης –
Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης
Μετά
την αποτυχία της εξέγερσης των Ελλήνων που έμεινε στην ιστορία ως
Ορλωφικά, το 1770 και τη συνθήκη Κιουτσούκ- Καϊναρτζή με την οποία οι
ρωσικές δυνάμεις αποχώρησαν εγκαταλείποντας τους Έλληνες, το χάος που
ακολούθησε στην σκλαβωμένη Ελλάδα ήταν απερίγραπτο. Ειδικά η Μάνη, που
συνεργάστηκε με τους αδελφούς Ορλώφ, έφτασε σε απελπιστικό σημείο. Οι
Μανιάτες, για να μπορέσουν να επιβιώσουν, ανακάλυψαν την πειρατεία. Τη
στάση τους αυτή, όμως, την πλήρωνε όλος ο Μοριάς, αφού με βάση το
τουρκικό δόγμα περί συλλογικής ευθύνης, για κάθε πλοίο που κούρσευαν οι
Μανιάτες, πλήρωνε όλος ο Μοριάς τεράστιο πρόστιμο. Για να μπορέσουν να
επιβιώσουν οι υπόλοιποι Μοραΐτες, ζήτησαν από τον σουλτάνο να αποσχισθεί
η Μάνη από την υπόλοιπη Πελοπόννησο. Κάτι που τελικά συνέβη και η Μάνη
ενώθηκε διοικητικά με το Αιγαίο. Ταυτοχρόνως, διορίστηκε από τον
σουλτάνο, ένας από τους τοπικούς αρχηγούς για να έχει την ευθύνη
καταπολέμησης της πειρατείας, με αρμοδιότητες πολιτικές και
στρατιωτικές, ίδιες μ’ εκείνες που είχαν οι μπέηδες, δηλαδή οι
αξιωματούχοι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Έτσι, ο κάθε διορισμένος απ’
τον σουλτάνο, τοπικός αρχηγός της Μάνης, δεν άργησε να αισθάνεται ότι
δεν διαφέρει από Τούρκο αξιωματούχο, ενώ δίπλα στο όνομά του πρόσθεσε
και τον τίτλο του Μπέη! Έτσι, ο Πέτρος Μαυρομιχάλης έγινε Πετρόμπεης
Μαυρομιχάλης κι έμεινε μ’ αυτό το όνομα στην ιστορία.
Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης
Η
ιστορία του έχει μια γκρίζα και μια μαύρη σκιά. Η γκρίζα, όπως θα
αναφέρουμε λίγο πιο κάτω, αφορά τον τρόπο που έγινε μπέης της Μάνης και
είναι εκείνη που δεν είναι ευρύτερα γνωστή. Η μαύρη, αφορά την ιστορία
που όλοι ξέρουμε, με τη δολοφονία του Καποδίστρια από μέλη της
οικογένειάς του. Οι ρίζες της οικογένειας Μαυρομιχάλη ξεκινούν από την
Ανατολική Θράκη. Κάποιοι Μαυρομιχαλαίοι εγκαταστάθηκαν στην Αδρανούπολη,
κάποιοι άλλοι ήλθαν κι εγκαταστάθηκαν στη Μάνη. Το επίθετό τους οι
Μανιάτες Μαυρομιχαλαίοι, το πήραν από έναν πρόγονό τους, που ονομαζόταν
Μιχάλης. Αυτός έμεινε σε πολύ μικρή ηλικία ορφανός και μια που τα ορφανά
παιδιά στη Μάνη τα αποκαλούσαν «μαύρα», έμεινε ως επίθετό του το
Μαυρομιχάλης. Πατέρας του Πετρόμπεη, ήταν ο Πιέρρος και παππούς του ο
καπετάν Γιωργάκης. Θείος του πατέρα του, ήταν ο καπετάν Γιάννης, ο
οποίος μαζί με τον 12χρονο γιο του Γιώργη, αιχμαλωτίστηκαν από τους
Τούρκους, μετά από μια μάχη έξω από την Πύλο. Ο μικρός Γιώργης,
αλλαξοπίστησε, άλλαξε το όνομά του σε Μεχμέτ, ανέβηκε τα αξιώματα της
Οθωμανικής αυτοκρατορίας κι έφτασε στο σημείο να επηρεάζει τον σουλτάνο.
Για την ιστορία, να πούμε ότι ο μικρός Γιώργης Μαυρομιχάλης, ο
αλλαξοπιστήσας Μεχμέτ, είναι ο μετέπειτα φοβερός και τρομερός Σουκιούρμπεης.
Ο
Σουκιούρμπεης, λοιπόν, το 1816, καθαίρεσε τον μέχρι τότε μπέη της
Μάνης, τον Θεοδωρόμπεη Γρηγοράκη και στη θέση του έβαλε τον…εξάδελφό του
Πέτρο Μαυρομιχάλη, ο οποίος προσπαθούσε για πολλά χρόνια να γίνει μπέης
της Μάνης. Μάλιστα, από το 1811, είχε ζητήσει προς τούτο, τη βοήθεια
του Γάλλου πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, να αντικαταστήσει τον μπέη
της Μάνης Κωνσταντήμπεη, υποσχόμενος σ’ αυτόν και τη Γαλλία, τη ματαίωση
των σχεδίων που είχαν οι Άγγλοι για την Ελλάδα! Όμως, παρά τα παρακάλια
του, μπέης στη Μάνη έγινε ο Θεόδωρος Γρηγοράκης, που μετονομάστηκε σε Θεοδωρόμπεη!
Γρήγορα, όμως, άρχισαν να φτάνουν στη Πύλη, πληροφορίες ότι ο νέος
μπέης της Μάνης…προδίδει τον σουλτάνο, έχοντας συνάψει σχέσεις με τον
Αλή Πασά της Ηπείρου! Στα 1816, ο σουλτάνος έστειλε στη Μάνη τον Μεχμέτ
Σιουκιούρμπεη, για να φέρει στην Κωνσταντινούπολη τον Θεοδωρόμπεη
Γρηγοράκη. Ο προσκυνημένος εξάδελφος του Πέτρου Μαυρομιχάλη, έφτασε στη
Μάνη και με μπαμπεσιά κάλεσε, δήθεν, στο πλοίο του για να φιλέψει τον
προγραμμένο Θεοδωρόμπεη! Μόλις εκείνος έφτασε, ανύποπτος και φορτωμένος
δώρα, ο προσκυνημένος τον συνέλαβε, τον μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη,
όπου καθαιρέθηκε κι εκτελέστηκε! Αμέσως, ο εξωμότης Σιουκιούρμπεης,
μεσολάβησε κι έγινε μπέης της Μάνης, ο άνθρωπος από την οικογένειά του,
Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ο οποίος μετονομάστηκε σε Πετρόμπεη! Έκτοτε και
μέχρι τη σύγκρουσή του με τον Καποδίστρια για προσωπικούς λόγους, ο
Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, έδειξε πράγματι φιλοπατρία.
Ήταν
ο άνθρωπος που τυπικά κήρυξε την επανάσταση του 1821, επικεφαλής πέντε
χιλιάδων Μανιατών στην Καλαμάτα, στις 23 Μαρτίου του 1821. Τώρα, γιατί
γιορτάζουμε την επανάσταση στις 25 Μαρτίου και γιατί φέρεται ως κηρύξας
αυτήν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, μόνο οι ηγήτορες του Θεοκρατικού μας
κράτους μπορούν να απαντήσουν. Ο Πετρόμπεης, δεν έκρυψε ποτέ ότι όνειρό
του ήταν να γίνει βασιλιάς της ελεύθερης Ελλάδας! Είναι χαρακτηριστικό,
ότι μόλις έγινε κυβερνήτης της Ελλάδας ο Καπιδίστριας, ο Πετρόμπεης
Μαυρομιχάλης είπε; «Ο τόπος (σ.σ. δηλαδή ο θρόνος) που κάθησαι μου ανήκει…».
Φυσικά,
ήταν κι εκείνος ένας από τους διεκδηκητές, όπως αυτοπροβαλλόντουσαν και
οι Μαυροκορδάτος, Κωλέττης, Γεώργιος Κουντουριώτης, μέχρι κι ο Λόρδος
Μπάιρον! Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, όμως, σε σχέση με τους υπόλοιπους
υποψηφίους…βασιλείς της Ελλάδας, είχε πλούσια δράση και στον στρατιωτικό
τομέα, αφού ήταν εξέχων μέλος της άλωσης της Τριπολιτσάς, ενώ
διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και στην άμυνα της Μάνης από την επίθεση του
Ιμπραήμ. Στη διάρκεια του αγώνα, έχασε δυο γιούς του, τον Ηλία και τον
Ιωάννη. Μια άλλη, όμως σκοτεινή του πλευρά, ήταν η διένεξή του με τον
Καποδίστρια, ο οποίος όταν έγινε κυβερνήτης και θέλησε να περιορίσει
τους προκρίτους της Πελοποννήσου, ένιωσε θιγμένος που έχανε δικαιώματα.
Το Πάσχα του 1830, ο αδελφός του Τζαννής, ξεσήκωσε τη Μάνη εναντίον του
Καποδίστρια. Μετά την αποτυχία του κινήματος, ο Πετρόμπεης επιχείρησε να
διαφύγει στη Ζάκυνθο, αλλά συνελήφθη και φυλακίστηκε στο Ιτς Καλέ
(Ακροναυπλία), για εννέα μήνες. Λίγο μετά, μέλη της οικογένειας
Μαυρομιχάλη, έστησαν ενέδρα στον Καποδίστρια και τον δολοφόνησαν.
Μέρος έκτο: Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας
Ο Δεσπότης Ιγνάτιος αναφέρεται στην ιστορία –συμφώνως με τον Πάπυρο Λαρούς (τόμος 7ος σελίδα
596)- ως «μητροπολίτης Άρτης και Ναυπάκτου, εκ των επιφανεστέρων ανδρών
της προεπαναστατικής περιόδου με εξόχως πατριωτικήν δράσιν». Κι όμως,
πρόκειται για έναν από τα πιο σκοτεινά πρόσωπα εκείνης της
περιόδου. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη, το 1765, από οικογένεια καταγόμενη από
τα Χρύσαφα Λακωνίας. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ιωάννης Μπάμπαλος ή
Κακουγδός. Τη στοιχειώδη παιδεία την έλαβε από το θείο του, ιερομόναχο
Γεράσιμο, ο οποίος και τον παρότρυνε να συνεχίσει τις σπουδές του στην
Κωνσταντινούπολη. Εκεί, υπό την εποπτεία του μετέπειτα μητροπολίτη
Εφέσου Σαμουήλ, ο οποίος τον έκανε διάκο, ακολούθησε ανώτερες σπουδές,
αποφοιτώντας από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά
της Ιεραρχίας της Εκκλησίας και έφτασε να γίνει Μητροπολίτης Άρτας, από
τη σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας, με την οποία είχε δημιουργήσει ισχυρούς
δεσμούς. Στην Άρτα, γίνεται αμέσως άνθρωπος του Αλή Πασά και
καταδυναστεύει την περιοχή του, αφού αναλαμβάνει να εισπράττει τους
φόρους. Σημαντικό μέρος αυτών, καταλήγει στο πουγκί του, με αποτέλεσμα
να ζει μεγαλοπρεπώς και εκτός των ορίων της Εκκλησίας. Με θρησκευτική
ηγεμονία και στη Ναύπακτο, έρχεται σε σύγκρουση με τους Κλέφτες και
Αρματολούς της Ρούμελης, ενώ απειλεί να …αφορίσει τους Σουλιώτες, επειδή
επιζητούν την ελευθερία τους! Αργότερα, γίνεται Μητροπολίτης
Ουγγροβλαχίας και εγκαθίσταται στο Βουκουρέστι. Από εκεί, όταν
αυτοεξορίστηκε ο Καρατζάς και ο ανιψιός του Μαυροκορδάτος στην Πίζα,
πήγε μαζί τους και μάλιστα φιλοξενούσε τον δεύτερο στο σπίτι του. Εκεί,
οι δυο τους, γίνονται συνεταίροι στις φιλοδοξίες τους για την…μελλοντικά
ελεύθερη Ελλάδα. Συχνά
εξαπολύει τους κεραυνούς του κατά της λαϊκής εξέγερσης των Ελλήνων που
αναζητούν την ελευθερία τους, βρίζει την Φιλική Εταιρεία και τον
Αλέξανδρο Υψηλάντη, ενώ χαρακτηρίζει ανταρσία την επανάσταση και τους
αγωνιστές τυχοδιώκτες!
Επιπλέον,
για να έχει καλυμένα τα νώτα του από τους Τούρκους, σε συνεργασία μαζί
τους, επαινεί την προσπάθεια των κοτσαμπάσηδων και των μητροπολιτών του
Μοριά, για να ματαιωθεί η επανάσταση. (Θεόδωρος Παναγόπουλος, «Τα ψιλά
γράμματα της ιστορίας»). Για όλα αυτά υπάρχουν μαρτυρίες και
ντοκουμέντα, τα οποία μόνο οι ιστορικοί που συγγράφουν τα σχολικά βιβλία
δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τους. Στο βιβλίο του Εμμανουήλ Πρωτοψάλτη, με
τίτλο Ιγνάτιος μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, που εξεδόθη το 1959,
αναφέρεται στις σελίδες 3,5,7:
«Εγκατεστάθη
εν Άρτη μεγαλοπρεπώς (σ.σ. μετά την εκλογή του ως μητροπολίτης) ως
ελληνικόν και χριστιανικόν αντίβαρον των Τούρκων αγάδων. Εν τω οίκω του
ενεφανίζετο μετ’ ανατολίτικης μεγαλοπρεπείας, την οποίαν διετήρησεν και
αργότερον, ότι η Πρέβεζα υπήχθη υπό τον Αλή…».
Στο βιβλίο του με τίτλο «Ιστορία Πάργας και Σουλίου» (1955 σελ. 5,9 και 236), ο Χριστ. Περραιβός, αναφέρει:
«Η αστυνομία και τα οικονομικά βρίσκονται στα χέρια του Έλληνα αντιπροσώπου του Αλή (σ.σ.που είναι ο Ιγνάτιος)…Στο
Μητροπολιτικό μέγαρο βλέπεις ανατολίτικα μεγαλεία. Κανένας Μουσουλμάνος
δεν θα τολμούσε τέτοια ζωή στην επικράτεια του βεζύρη. Αν εξαιρέσεις
την απουσία όπλων και το παπαδίστικο ράσο, που βρίσκονται σε αντίθεση με
τις πλούσιες οθωμανικές ενδυμασίες, το παλάτι του δεσπότη, σου θυμίζει
κατοικία, πλούσιου αγά».
Στον Δ΄ τόμο, σελίδα 37, των «Γενικών Αρχείων του Κράτους, του Ι. Λαμπρίδη, αναφέρεται:
«Μένων
εν Άρτη δεν εκαλλιέργει το πνεύμα, εκτελών τας σκληράς διαταγάς του
τυράνου, φοβούμενος περί της υπάρξεώς του. Όργανον εγένετο πολλάκις του
Αλή αρπαγών και πολιτικών αντικειμένων. Δεν διέφυγεν δε και την
αργυρολογίαν…».
Ο
Αλή πασάς του είχε παραχωρήσει μεγάλη πολιτική και οικονομική εξουσία
κι εκείνος κατέφευγε σε τόσο σκληρά καταπιεστικά μέτρα, ώστε σημειώθηκε
εξέγερης των κατοίκων και χρειάστηκε η διαμεσολάβηση του ίδιου του Αλή
για να επέλθει η ηρεμία.
Στο βιβλίο « Ανέκδοτες επιστολές και έγγραφα του 1821» του Γ. Λάιου, σελίδα 251, δημοσιεύεται μια επαίσχυντη επιστολή του:
«Μια
μυστική εταιρεία αποτελούμενη από ημιμαθείς τυχοδιώκτες και άμυαλους
νέους, έχοντες επικεφαλής τον πρίγκιπα Υψηλάντη, έδωκε το σύνθημα της
εθνεγερσίας στις ηγεμονίες της Μολδοβλαχίας».
Το
1822, καταμεσής της επανάστασης, στέλνει άλλη επιστολή στην ελληνική
κυβέρνηση και την…μαλώνει γράφοντας ότι πρέπει να αποκυρήξει την Φιλική
Εταρεία:
«…να παύσει το όνομα της Εταιρείας, διότι αυτή η φωνή ενώνει όλας τας δυνάμεις της Ευρώπης εναντίον μας…».
Ο ιστορικός Ιωάννης. Φιλήμων, έγραψε στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως (σελίδες 515-516), το 1959:
«Βλασφημίας
φρικωδεστέρας κατά της αληθείας των πραγμάτων και κατά του εθνικού
πνέυματος εξεφώνει ο Ιγνάτιος, αναιρών την κυρίαν αρχήν του υπέρ της
ανεξαρτησίας ελληνικού αγώνος και καταδικάζων την επανάστασιν ως απλούν
έργον απάτης. Τίνα έφυγον έπη εκ του έρκους οδόντων του ιεράρχου αυτού;
Δι’ απάτης συνώμοσαν οι Έλληνες κατά του τυράννου αυτών ή εκ
προαιρέσεως; …Ευρίσκομεν τον μητροπολίτην Ιγνάτιον βαττολογήσαντα μετά
πολλής θρασύτητος…».
Τέλος,
πρέπει να καταγράψουμε ότι στην άμεσο επιρροή του, ήταν δυο άνθρωποι
που βυσσοδομούσαν εναντίον της Ελλάδας και της επανάστασης.
Ο Κωνσταντίνος Πολυχρονιάδης και ο Παναγιώτης Κροκιδάς.
Ο
Πολυχρονιάδης αποκαλούσε τους Έλληνες επαναστάτες «ληστές», όπως
ακριβώς έκαναν οι Τούρκοι, ενώ εξέφραζε συχνές απορίες για το πώς ήταν
δυνατόν ο ευγενικής καταγωγής πρίγκιπας Υψηλάντης, να καταδέχεται να
ασχολείται με την Αλβανική Ελλάδα (σ.σ.!!!).
Αυτά καταγράφονται,στη σελίδα 491 του βιβλίου του Κ. Σιμόπουλου «Πως είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ‘21», που εξεδόθη το 1987.
Ο
έτερος φίλος του Ιγνάτιου, ο Παναγιώτης Κροκιδάς, από τη Γαλλία που
ζούσε την ώρα που η επανάσταση ήταν στην κορύφωσή της, έγραφε, όπως
αποκαλύπτει ο Γ. Λάιος στη σελίδα 258 του βιβλίου του «Ανέκδοτες
επιστολές και έγγραφα του 1821»:
«…η Εταιρεία και το άδοξον τέλος της έκαμε περισσότερο κακό από ότι ήθελαν να μας κάνουν οι εχθροί μας». Δηλαδή,
άκρως προδοτική θέση. Καλύτερα οι…Τούρκοι, παρά η Φιλική
Εταιρεία… Αυτός ήταν ο Ιγνάτιος και μακάρι κάποτε, να βρεθούν άνθρωποι
χωρίς δεσμεύσεις, δογματισμούς και θρησκευτικές προκαταλήψεις, που θα
βάλουν τις αλήθειες στα στόματα και στα μυαλά των νεοελλήνων, οι οποίοι
παραμυθιάζονται για τον αγώνα…του κλήρου στην επανάσταση του 1821!
Μέρος έβδομο: Ο Μύθος του κρυφού σχολειού!
Είναι
γνωστή η στάση της Εκκλησίας στα χρόνια του Βυζαντίου, άλλωστε
οι…βυζαντινισμοί που κυριαρχούν και σήμερα συνεχίζονται από εκείνα τα
χρόνια. Στη συνέχεια και σε όλα τα χρόνια της σκλαβιάς, ο κλήρος έπαιξε
καταλυτικά αρνητικό ρόλο, σε κάθε ιδέα ξεσηκωμού. Κι ας μαθαίνουμε
σήμερα το αντίθετο. Έχουμε να πούμε και να γράψουμε πολλά. Αντικείμενο
αυτού του σχολίου ο μύθος του κρυφού σχολειού!
Ο
λαός μας, έχει φτάσει να έχει στο υποσυνείδητό του το…κρυφό σχολειό, το
οποίο δεν υπήρξε ποτέ και ο μύθος του ξεκίνησε από τον εκπληκτικό
πίνακα ζωγραφικής του μεγάλου ζωγράφου Νικηφόρου Λύτρα, προϊόν της
καλλιτεχνικής φαντασίας του, το 1885.
Κάποιοι
θρησκόληπτοι πολιτικάντηδες, με τη συνεργασία του κλήρου και της
Εκκλησίας, μετά την δημιουργία του περίφημου έργου, το καπηλεύτηκαν και
το πέρασαν στη συνείδηση των Ελλήνων, ως πραγματικό γεγονός!
Γενιές
και γενιές μεγάλωσαν με τον συγκεκριμένο μύθο και το γνωστό παιδικό
τραγουδάκι…φεγγαράκι μου λαμπρό φέγγε μου να περπατώ να πηγαίνω στο
σχολειό να μαθαίνω γράμματα…
Όμως,
κρυφό σχολειό δεν υπήρχε, για τον απλούστατο λόγο ότι οι Τούρκοι δεν
απαγόρευαν την μάθηση, έστω κι αν αυτή έφτανε περιορισμένα –λόγω
έλλειψης μέσων και δασκάλων – στους σκλαβωμένους Έλληνες.
Άλλωστε,
πως γίνεται να είναι απαγορευμένη η ελληνική γλώσσα και η μάθηση των
Ελλήνων και από την άλλη να λειτουργεί απρόσκοπτα η Μεγάλη του Γένους
Σχολή στην καρδιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη;
Πως
γίνεται από τη μια να ισχυρίζεται η Εκκλησία ότι ήταν εκείνη που
διέσωσε την ελληνική γλώσσα και δίδαξε το πνεύμα και την αγάπη στο
Έθνος, με θυσίες και διωγμούς και από την άλλη να λειτουργεί νομίμως και
απρόσκοπτα στη Σμύρνη η Ευαγγελική Σχολή;
Πως
γίνεται να υπάρχουν σχολεία σε όλα τα νησιά του Αιγαίου, στα οποία
φοίτησαν επιφανείς Έλληνες και ειδικά στη Χίο, όπου οι συνθήκες της
τουρκικής κατοχής ήταν ιδιαιτέρως σκληρές και βάρβαρες;
Ο ιστορικός και αγωνιστής του 1821 Ιωάννης Φιλήμων στο βιβλίο του «Δοκίμιον ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας» που
εξεδόθη το 1834, αναφέρει ειδικότερα ότι η ελεύθερη σύσταση ελληνικών
σχολείων οφειλόταν στη γενικότερη αμάθεια των Τούρκων, οι οποίοι,
αγνοούσαν ποιά μέτρα θα ωφελούσαν το πολιτικό σύστημά τους, υπονοώντας
την απαγόρευση των σχολείων.
Λέξη για κρυφό σχολειό!
Επιπλέον,
τόσο ο Ματθαίος Παρανίκας, στο «Σχεδίασμα» που εξεδόθη το 1867, όσο και
ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, αρνούνται την ύπαρξη κρυφών σχολειών
και αναφέρουν την ίδρυση πολλών νόμιμων σχολείων σε πολλές περιοχές της
σκλαβωμένης Ελλάδας.
Μια
άλλη απόδειξη αφορά τον διαγωνισμό με αντικείμενο την ιστορία της
ελληνικής παιδείας από την άλωση της Κωνσταντινύπολης μέχρι το 1821, που
προκήρυξε το 1865 ο «Ροδοκανάκειος Φιλολογικός Αγών», έντυπο της
«Ροδοκανάκειου Ιερατικής Σχολής». Υπεβλήθησαν εργασίες από τους
Παναγιώτη Αραβαντινό και Κωνσταντίνο Σάθα, με τον τελευταίο να
βραβεύεται για το μέρος της έρευνάς του που αφορούσε στους λογίους και
στο γλωσσικό ζήτημα, καθώς θεωρήθηκε ότι η μελέτη του Παρανίκα, που είχε
ήδη δημοσιευθεί, κάλυπτε επαρκώς τα θέματα που άπτονταν των ελληνικών
σχολείων.
Σε καμία από αυτές τις εργασίες δε συναντάται αναφορά στην ύπαρξη Κρυφού Σχολειού.
Συμπληρωματική της εργασίας του Παρανίκα είναι και η μελέτη του Τρύφωνος Ευαγγελίδου, «Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας» (1936), όπου κατέγραψε ακόμα περισσότερα σχολεία, βασισμένος σε πρόσθετες πηγές στις οποίες δεν είχε πρόσβαση ο Παρανίκας.
Είναι
τόσο μεγάλη η σύγχυση που έχει προκαλέσει η Εκκλησία για το
συγκεκριμένο ζήτημα, που έχει φτάσει στο σημείο πολλά μοναστήρια ανά την
Ελλάδα, να «πουλάνε» κάποιες κατακόμβες ή υπόγειά τους, ως …κρυφά
σχολειά!
Η Μονή Ντίλιου στο Νησάκι των Ιωαννίνων, έχει… κρυφό σχολειό και εκατοντάδες επισκέπτες!
Όπως και στη Βέργοια της Λακωνίας, και η Μονή Παναγίας Βαρνάκοβας στη Φωκίδα.
Αποκορύφωμα,
όμως, του μύθου που έπλασε και καλλιέργησε η Εκκλησία, είναι ότι ακόμη
και στην Τήνο, υπάρχει χώρος που παρουσιάζεται ως…κρυφό σχολειό!
Όμως, στην Τήνο, οι Τούρκοι δεν πάτησαν ποτέ το πόδι τους, ούτε κι όταν περιήλθε στην κατοχή τους το 1718!
Άρα, γιατί να υπάρχει κρυφό σχολειό;
Επιπροσθέτως, στη Μονή Φιλοσόφου στη Δημητσάνα, λειτουργεί σήμερα τουριστική ατραξιόν με χώρο που…δήθεν ανήκε στο κρυφό σχολειό.
Όμως,
είναι γνωστό ότι στη συγκεκριμένη Μονή, σπούδασε ο Μιχαήλ Οικονόμου, ο
γραμματικός του Κολοκοτρώνη και βασικός ιστορικός του Αγώνα, που είχε
γεννηθεί εκεί. Φυσικά, ο Μιχαήλ Οικονόμου δεν σπούδασε στο…κρυφό
σχολειό, αφού ο ίδιος γράφει, το 1873, στα «Ιστορικά περί της Ελληνικής
Παλιγγενεσίας», ότι κατά την τουρκοκρατία «η λατρεία των χριστιανών
εξησκείτο ελευθέρως και δημοσία και επροστατεύετο μάλιστα και από τους
Τούρκους [...] επροστατεύετο δε και ελευθέρως ενηργείτο και η
εκπαίδευσις».
Κουβέντα για κρυφό σχολειό…στην ιδιαίτερη πατρίδα του και στη Μονή που σπούδασε υπό το φως του ηλίου.
Ποιος λέει αλήθεια και ποιος δημιούργησε τον μύθο;
Ένα
άλλο χαρακτηριστικό του…μύθου, είναι ότι μέχρι τη δεκαετία του 1960 τα…
«κρυφά σχολειά» στην Ελλάδα μετριόντουσαν σε έξι – επτά!
Από τις αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα, τα «ανακαλυπτόμενα κρυφά σχολειά», ξεπέρασαν τα εκατό!
Η Εκκλησία και οι καλόγεροι, όποιο ανήλιαγο κελί ή κατακόμβη ή κρύπτη είχαν στα μοναστήρια τους, τα βάφτιζαν… κρυφά σχολειά!
Έχουν
βαφτίσει κρυφά σχολειά, ακόμη και κελιά που βρίσκονται μέσα σε κάστρα
(που τότε ήταν υπό οθωμανική κυριαρχία και διοίκηση) στην Κορώνη και στο
Άργος!
Και κάνουν Ιερές μπίζνες!
Κι όμως! Στα σχολεία μας διδασκόμαστε για το κρυφό σχολειό…!
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου