Ανησυχεί τους εκπαιδευτικούς φορείς της ομογένειας ο τρόπος διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών στα πλαίσια του αυστραλιανού εθνικού αναλυτικού προγράμματος (ACARA), σύμφωνα με ανακοίνωση του Γραφείου Εκπαίδευσης του Ελληνικού Προξενείου της Μελβούρνης.
Όπως αναφέρει ο Βασίλειος Γκόκας, συντονιστής Εκπαίδευσης Αυστραλίας και Ν.Ζηλανδίας, το γραφείο έχει ενημερωθεί, για κάποιες εξελίξεις στο ζήτημα της διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών στα πλαίσια του αυστραλιανού εθνικού αναλυτικού προγράμματος (ACARA).
Όπως προκύπτει από επιστολή που απευθύνουν οι εμπλεκόμενοι στην Εκπαίδευση στον αρμόδιο φορέα, προτείνεται η ελληνική γλώσσα να διδάσκεται σε ένα επίπεδο για τους μαθητές που διαθέτουν πολιτισμικό υπόβαθρο ενώ οι εκπαιδευτικοί φορείς της ομογένειας αντιπροτείνουν να διδάσκεται χαρακτηριζόμενη ως δεύτερη ξένη γλώσσα.
Στην επιστολή μεταξύ άλλων αναφέρουν: «Χαιρετίζουμε και επικροτούμε τη συμπερίληψη της Νέας Ελληνικής ως μία από τις γλώσσες που θα αναπτυχθούν από το Αυστραλιανó Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών και Αξιολόγησης (ACARA).
Ωστόσο, θέλουμε να εκφράσουμε τις ανησυχίες μας σχετικά με την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της ACARA για την ανάπτυξη ενός επιπέδου διδασκαλίας για την ελληνική γλώσσα, (για μαθητές που διαθέτουν πολιτισμικό υπόβαθρο), για τα έτη σπουδών έως την δεκάτη τάξη, από το τέλος του 2013.
Η πρόταση αυτή έχει σοβαρές επιπτώσεις για τους μαθητές και για το μέλλον της Νέας Ελληνικής στο Αυστραλιανό Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών.
Αν και θα ήταν ιδανικό να αναπτυχθούν περισσότερα από ένα επίπεδα διδασκαλίας (όπως συμβαίνει με την κινεζική γλώσσα), το επίπεδο διδασκαλίας που αντιπροσωπεύει καλύτερα τις τωρινές, αλλά και τις μελλοντικές ομάδες των μαθητών μας, είναι αυτό που χαρακτηρίζεται ως δεύτερη ξένη γλώσσα (δηλαδή, ό,τι ακριβώς προβλέπεται για τα Γαλλικά, Γερμανικά, Ινδονησιακά, Ιταλικά, ιαπωνικά, Κορεατικά και Ισπανικά) και όχι όπως έχει προταθεί, μόνο για μαθητές που διαθέτουν το ανάλογο πολιτισμικό υπόβαθρο.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, 44,8% από αυτούς που δήλωσαν ότι είναι «ελληνικής καταγωγής», ήταν δεύτερης γενιάς Αυστραλοί και 24,3% ήταν τρίτης γενιάς.
Αντανακλώντας τη μεταβαλλόμενη φύση της κοινότητας μας, το 26,2 % ανέφερε επίσης «άλλη καταγωγή».
Με άλλα λόγια, αν και η πολιτιστική παράδοση εντός της Ελληνο- Αυστραλιανής κοινότητας παραμένει ισχυρή, τα αγγλικά είναι η κυρίαρχη γλώσσα ανάμεσα σε μαθητές που διδάσκονται τα Νέα Ελληνικά στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η διδασκαλία των Γλωσσών, όπως τονίζεται στο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, είναι ένας από τους βασικούς τομείς μάθησης και ένα βασικό συστατικό της εκπαιδευτικής εμπειρίας όλων των μαθητών.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το πνεύμα και το σκεπτικό αυτό η ανάπτυξη της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας θα μπορέσει να:
• Ενεργοποιήσει όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από το πολιτιστικό και γλωσσικό υπόβαθρό τους να συμμετάσχουν στην εκμάθηση της Νέας Ελληνικής, αν το επιλέξουν.
Στο πλαίσιο αυτό, η αξία της Νέας Ελληνικής θα αποτελέσει επιπλέον εφόδιο για όλους τους μαθητές της Αυστραλίας που θα κατευθυνθούν στις Κλασικές Σπουδές, Βιβλικές Σπουδές, Ιατρική και Φαρμακολογία κ.ά.
• Θα αγκαλιάσει τις μελλοντικές γενιές των μαθητών που επιθυμούν να σπουδάσουν Νέα Ελληνικά, ενώ παράλληλα δεν θα δημιουργήσει προβλήματα σε αυτούς που τώρα φοιτούν.
• Θα αντιμετωπίσει τη λανθασμένη, εδώ και χρόνια, αντίληψη ότι η ελληνική είναι διαθέσιμη μόνο για τους μαθητές που μιλούν την Ελληνική στο σπίτι (και η σχετική εικόνα της γλώσσας θα είναι αντικίνητρο για τη μελέτη της γλώσσας που υπάρχει σήμερα).
• Θα εξασφαλίσει το κύρος της Νέας Ελληνικής, στα πλαίσια του Αυστραλιανού Προγράμματος Σπουδών για όλες τις παρούσες αλλά και τις μελλοντικές γενιές των μαθητών».
Οι εκπαιδευτικοί φορείς της ομογένειας υποστηρίζουν ότι τα Νέα Ελληνικά, για την πλειοψηφία των σημερινών μαθητών, είναι μια νέα γλώσσα και ως εκ τούτου η ανάπτυξη ενός επιπέδου διδασκαλίας ως δεύτερης γλώσσας είναι η πιο ενδεδειγμένη.
Αυτό το επίπεδο είναι και το πιο κατάλληλο για όλες τις μελλοντικές γενιές μαθητών και που εξασφαλίζει την επιβίωση της Νέας Ελληνικής στο μέλλον. Ως εκ τούτου», συμπληρώνουν, «αυτό είναι επιτακτικό να αποτυπωθεί στο Εθνικό Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών και να ισχύσει για όλους τους μαθητές.
Τα Νέα Ελληνικά, για πολλούς λόγους, αναγνωρίζονταν πάντα ως γλώσσα προτεραιότητας σε εθνικό επίπεδο.
Πιστεύουμε ότι η ελληνική γλώσσα, ως πολύτιμο μέλος της οικογένειας των ευρωπαϊκών γλωσσών, δεν θα πρέπει να είναι το "προνόμιο" μόνο λίγων, αλλά θα πρέπει να είναι προσβάσιμη σε όλους.
Ο αποκλεισμός της από την ομάδα των γλωσσών που θα διδάσκονται ως δεύτερη ξένη γλώσσα, είναι αντίθετη με όλα τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία».
Όπως αναφέρει ο Βασίλειος Γκόκας, συντονιστής Εκπαίδευσης Αυστραλίας και Ν.Ζηλανδίας, το γραφείο έχει ενημερωθεί, για κάποιες εξελίξεις στο ζήτημα της διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών στα πλαίσια του αυστραλιανού εθνικού αναλυτικού προγράμματος (ACARA).
Όπως προκύπτει από επιστολή που απευθύνουν οι εμπλεκόμενοι στην Εκπαίδευση στον αρμόδιο φορέα, προτείνεται η ελληνική γλώσσα να διδάσκεται σε ένα επίπεδο για τους μαθητές που διαθέτουν πολιτισμικό υπόβαθρο ενώ οι εκπαιδευτικοί φορείς της ομογένειας αντιπροτείνουν να διδάσκεται χαρακτηριζόμενη ως δεύτερη ξένη γλώσσα.
Στην επιστολή μεταξύ άλλων αναφέρουν: «Χαιρετίζουμε και επικροτούμε τη συμπερίληψη της Νέας Ελληνικής ως μία από τις γλώσσες που θα αναπτυχθούν από το Αυστραλιανó Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών και Αξιολόγησης (ACARA).
Ωστόσο, θέλουμε να εκφράσουμε τις ανησυχίες μας σχετικά με την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της ACARA για την ανάπτυξη ενός επιπέδου διδασκαλίας για την ελληνική γλώσσα, (για μαθητές που διαθέτουν πολιτισμικό υπόβαθρο), για τα έτη σπουδών έως την δεκάτη τάξη, από το τέλος του 2013.
Η πρόταση αυτή έχει σοβαρές επιπτώσεις για τους μαθητές και για το μέλλον της Νέας Ελληνικής στο Αυστραλιανό Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών.
Αν και θα ήταν ιδανικό να αναπτυχθούν περισσότερα από ένα επίπεδα διδασκαλίας (όπως συμβαίνει με την κινεζική γλώσσα), το επίπεδο διδασκαλίας που αντιπροσωπεύει καλύτερα τις τωρινές, αλλά και τις μελλοντικές ομάδες των μαθητών μας, είναι αυτό που χαρακτηρίζεται ως δεύτερη ξένη γλώσσα (δηλαδή, ό,τι ακριβώς προβλέπεται για τα Γαλλικά, Γερμανικά, Ινδονησιακά, Ιταλικά, ιαπωνικά, Κορεατικά και Ισπανικά) και όχι όπως έχει προταθεί, μόνο για μαθητές που διαθέτουν το ανάλογο πολιτισμικό υπόβαθρο.
Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, 44,8% από αυτούς που δήλωσαν ότι είναι «ελληνικής καταγωγής», ήταν δεύτερης γενιάς Αυστραλοί και 24,3% ήταν τρίτης γενιάς.
Αντανακλώντας τη μεταβαλλόμενη φύση της κοινότητας μας, το 26,2 % ανέφερε επίσης «άλλη καταγωγή».
Με άλλα λόγια, αν και η πολιτιστική παράδοση εντός της Ελληνο- Αυστραλιανής κοινότητας παραμένει ισχυρή, τα αγγλικά είναι η κυρίαρχη γλώσσα ανάμεσα σε μαθητές που διδάσκονται τα Νέα Ελληνικά στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η διδασκαλία των Γλωσσών, όπως τονίζεται στο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, είναι ένας από τους βασικούς τομείς μάθησης και ένα βασικό συστατικό της εκπαιδευτικής εμπειρίας όλων των μαθητών.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το πνεύμα και το σκεπτικό αυτό η ανάπτυξη της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας θα μπορέσει να:
• Ενεργοποιήσει όλους τους μαθητές, ανεξάρτητα από το πολιτιστικό και γλωσσικό υπόβαθρό τους να συμμετάσχουν στην εκμάθηση της Νέας Ελληνικής, αν το επιλέξουν.
Στο πλαίσιο αυτό, η αξία της Νέας Ελληνικής θα αποτελέσει επιπλέον εφόδιο για όλους τους μαθητές της Αυστραλίας που θα κατευθυνθούν στις Κλασικές Σπουδές, Βιβλικές Σπουδές, Ιατρική και Φαρμακολογία κ.ά.
• Θα αγκαλιάσει τις μελλοντικές γενιές των μαθητών που επιθυμούν να σπουδάσουν Νέα Ελληνικά, ενώ παράλληλα δεν θα δημιουργήσει προβλήματα σε αυτούς που τώρα φοιτούν.
• Θα αντιμετωπίσει τη λανθασμένη, εδώ και χρόνια, αντίληψη ότι η ελληνική είναι διαθέσιμη μόνο για τους μαθητές που μιλούν την Ελληνική στο σπίτι (και η σχετική εικόνα της γλώσσας θα είναι αντικίνητρο για τη μελέτη της γλώσσας που υπάρχει σήμερα).
• Θα εξασφαλίσει το κύρος της Νέας Ελληνικής, στα πλαίσια του Αυστραλιανού Προγράμματος Σπουδών για όλες τις παρούσες αλλά και τις μελλοντικές γενιές των μαθητών».
Οι εκπαιδευτικοί φορείς της ομογένειας υποστηρίζουν ότι τα Νέα Ελληνικά, για την πλειοψηφία των σημερινών μαθητών, είναι μια νέα γλώσσα και ως εκ τούτου η ανάπτυξη ενός επιπέδου διδασκαλίας ως δεύτερης γλώσσας είναι η πιο ενδεδειγμένη.
Αυτό το επίπεδο είναι και το πιο κατάλληλο για όλες τις μελλοντικές γενιές μαθητών και που εξασφαλίζει την επιβίωση της Νέας Ελληνικής στο μέλλον. Ως εκ τούτου», συμπληρώνουν, «αυτό είναι επιτακτικό να αποτυπωθεί στο Εθνικό Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών και να ισχύσει για όλους τους μαθητές.
Τα Νέα Ελληνικά, για πολλούς λόγους, αναγνωρίζονταν πάντα ως γλώσσα προτεραιότητας σε εθνικό επίπεδο.
Πιστεύουμε ότι η ελληνική γλώσσα, ως πολύτιμο μέλος της οικογένειας των ευρωπαϊκών γλωσσών, δεν θα πρέπει να είναι το "προνόμιο" μόνο λίγων, αλλά θα πρέπει να είναι προσβάσιμη σε όλους.
Ο αποκλεισμός της από την ομάδα των γλωσσών που θα διδάσκονται ως δεύτερη ξένη γλώσσα, είναι αντίθετη με όλα τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία».
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου