ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΑΡΘΡΟ ΘΕΛΕΙ ΠΟΛΥ ΣΥΖΗΤΗΣΗ,ΠΟΛΥ ΣΚΕΨΗ ΚΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟ,ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΠΑΘΗΣΕΙ ΠΟΛΥ ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ ΤΙ ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ
ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΕΣΑΣ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΤΕ ΚΑΙ ΕΜΑΣ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΑΛΛΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ..........
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 19ης Μαρτίου 2010 της εφημερίδας Πρωινός Λόγος των Ιωαννίνων.
Είναι νύχτα της 30ης προς την 31η Μαΐου του 1941.
Η σκλαβωμένη Αθήνα κοιμάται βαθειά. Δυο σκιές γλιστρούν μέσα στην νύχτα. Τα διαπεραστικά των βλέμματα σχίζουν το σκοτάδι και πετάν σπίθες.
Είναι δυο Ελληνόπουλα που η αδούλωτη ψυχή τους δεν τους αφήνει να κοιμηθούν. Θέλουν να ταπεινώσουν και να ξεφτιλίσουν τον κατακτητή της πατρίδας των. Έχουν συλλάβει και καταστρώσει ένα σατανικό σχέδιο.
Θα κατεβάσουν την Ναζιστική σημαία που κυματίζει στον ιερό βράχο της Ακροπόλεως.
Τα ονόματά τους, δεν είναι Γιώργος Θαλάσσης και Κατερίνα, όπως πιθανόν να φανταστήκατε, ούτε διαβάζετε τον «Μικρό Ήρωα» του Στέλιου Ανεμοδούρα.
Τα ονόματά των είναι Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας.
Το εγχείρημα είναι δύσκολο και άκρως επικίνδυνο.
Η Ακρόπολη είναι απόρθητη. Έχει μια πρόσβαση μόνον από τα προπύλαια και εκεί βρίσκεται μια διμοιρία από καμιά τριανταριά Γερμανούς.
Τώρα, τι χρειάζονται τριάντα Γερμανοί για μια σκοπιά με τέσσερα νούμερα, που απαιτούνται για να φυλάν μια γερμανική σημαία, σε ένα ουσιαστικά απροσπέλαστο μέρος; Άγνωστο!
Μια άλλη απορία που γεννιέται είναι, υπάρχει στρατός στον κόσμο ο οποίος να αφήνει την νύχτα την σημαία του αναπεπταμένη;
Την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα την βρήκα σε μια παραπομπή όπου αναφέρεται ότι στρατηγός της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, δυστυχώς δεν αναφέρεται το όνομά του, μόνον το αρχικό Κ. επισκέφθηκε στην Γερμανία τον τότε Γερμανό φρούραρχο Αθηνών και τον ρώτησε γι’ αυτό. Η απάντηση που πήρε ήταν αρνητική και κατηγορηματική. Την νύχτα δεν υπάρχουν αναπεπταμένες στρατιωτικές σημαίες. Τα Ελληνόπουλα όμως έχουν καταστρώσει ένα έξοχο σχέδιο.
Πήγαν πρώτα στην Εθνική Βιβλιοθήκη, ή στην Μπενάκειο, δεν έχει διευκρινισθεί ακριβώς πού, σε άλλα κείμενα αναφέρεται η μία, σε άλλα η άλλη, πήραν την Εγκυκλοπαίδεια και πήγαν στην λέξη Ακρόπολη.
Εκεί, στην εγκυκλοπαίδεια, με φωτογραφικό εγκέφαλο επεσήμαναν και αποστήθισαν όλες τις ρωγμές, τρύπες, μυστικές σπηλιές που έχει η Ακρόπολη, και με βάση αυτές τις πληροφορίες, από την εγκυκλοπαίδεια, και οπλισμένοι με έναν μικρό φακό κι ένα μαχαιράκι αναρριχήθηκαν στον ιερό βράχο και «με μια … τελική έλξη έφτασαν επάνω».
Πώς ακριβώς έγινε η αναρρίχηση και από πού δεν μπόρεσα να καταλάβω. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές τις οποίες βρήκα με πολλές ασάφειες και αοριστίες οι οποίες ποικίλουν από αφήγηση σε αφήγηση. Η άποψή μου είναι ότι μόνον ο άνθρωπος αράχνη μπορεί να ανέβη στην Ακρόπολη, και μάλιστα νύχτα, χωρίς να περάσει από τα Προπύλαια.
Τέλος πάντων οι δύο αγωνιστές κατά τις εννέα και μισή φθάνουν στον ιστό όπου «κυμάτιζε» η σημαία. Βέβαια για να κυματίζει μια πάνινη σημαία τέτοιου μεγέθους, 4×2 μέτρα αναφέρουν οι ήρωες, πρέπει, να φύσαγαν πολλά μποφόρ.
Αφηγείται ο Σάντας: «Ψηλά κυμάτιζε η σημαία τους. Λύσαμε το συρματόσχοινο και τραβήξαμε για να την κατεβάσομε.
Μα την είχαν μπλέξει στην κάτω άκρη της με τα τρία συρματόσχοινα που στήριζαν τον κοντό. Κρεμόμαστε κι οι δυο για να την κατεβάσομε μα δεν κατέβαινε.
Αρχίσαμε τότε με την σειρά να σκαρφαλώνομε στον σιδερένιο κοντό για να την φτάσομε και να την κόψομε.
Μα ήταν 20 μέτρα ο κοντός και λείος κι ήταν αδύνατο να την φτάσομε.
Κουρασμένοι σταθήκαμε για λίγο κι απογοητευτήκαμε, σκεφτόμαστε τι να κάνομε.
Να φύγομε χωρίς την σημαία τους λάφυρο, δεν το σκεφτήκαμε ούτε μια στιγμή.
Και μέσα στην ένταση της σκέψης μας, σκεφτήκαμε ότι πρέπει να σπάσομε τα τρία συρματόσχοινα για να μπορέσομε να την κατεβάσομε.
Αρχίσαμε τότε με τα χέρια μας, με τα δόντια μας, με ό,τι μπορούσαμε να προσπαθούμε να ξεκολλήσομε τα συρματόσχοινα απ’ τους σκουριασμένους χαλκάδες με τους οποίους κρατιότανε στα γύρω μάρμαρα».
Τελικά αφού έκοψαν τα συρματόσχοινα με τα δόντια των, τα κατάφεραν.
Η σημαία, «το μισητό σύμβολο του φασισμού κατέβηκε».
Δεν έχει διευκρινισθεί ακόμα μέχρι σήμερα ποιος ακριβώς την κατέβασε.
Οι δύο ήρωες δεν μιλιούνταν μεταξύ των για περίπου μισό αιώνα γιατί διαφωνούσαν στο σημείο αυτό.
Σήμερα όμως έχουν συμφιλιωθεί γιατί συμφώνησαν ότι δεν έχει καμιά σημασία ποιος ακριβώς την κατέβασε, άλλα το ότι κατέβηκε. Εν τούτοις το ποιος παραμένει ακόμα ασαφές.Αμέσως έσκισαν από ένα κομμάτι από τον αγκυλωτό σταυρό και το υπόλοιπο το τύλιξαν και το πήραν μαζί τους. «Μετά», συνεχίζει ο Σάντας, «κατεβήκαμε απ’ το ίδιο μέρος.
Για να την πάρομε μαζί μας, (την σημαία), ήταν αδύνατο γιατί η ώρα της κυκλοφορίας είχε περάσει. Τότε αποφασίσαμε να την κρύψομε μέσα στην ίδια τη σπηλιά, κάτω στο ξεροπήγαδο.
Κατεβήκαμε σιγά-σιγά μέχρι κάτω, φτάσαμε στο χείλος του ξεροπήγαδου και την πετάξαμε όπως ήταν, τυλιγμένη σε μπόγο, μέσα». Αν είναι αδύνατο να σκαρφαλώσει κανείς στην Ακρόπολη, είναι εκατό φορές πιο αδύνατο να κατέβη από το «ίδιο μέρος» νύχτα, φορτωμένος με μια τεράστια σημαία.
Η αδάμαστη θέληση όμως και η αποφασιστικότητα των ηρώων τους έκανε να τα καταφέρουν.
Η ώρα ήταν μία και μισή. Επί 4 ώρες προσπαθούσαν να κατεβάσουν την σημαία, χωρίς να εμφανισθεί κανένας Γερμανός σκοπός, χωρίς να γίνει καμία αλλαγή σκοπιάς καμία έφοδος.
Οι στρατιώτες του πιο πειθαρχημένου και αυστηρού στρατού της Ευρώπης χασκογελούσαν, όπως άκουγαν από τόση απόσταση και παρά τον δυνατό αέρα, έπιναν κρασί και μπύρες, όπως διέκριναν με το αετίσιο μάτι των μέσα στο σκοτάδι, οι ήρωες μας, συζητούσαν για την μάχη της Κρήτης όπως καταλάβαιναν από τα άπταιστα Γερμανικά που γνώριζαν και διασκέδασαν έχοντας συντροφιά Ελληνίδες πόρνες τις οποίες ως πρώτη προτεραιότητα έσπευσαν να βρουν μόλις πάτησαν το πόδι των στην Αθήνα, τρεις μέρες πριν.
Όσο κι αν έψαξα δεν βρήκα κανένα αντικειμενικό στοιχείο το οποίο να θεμελιώνει την άποψη ότι οι Γλέζος και Σάντας κατέβασαν την Γερμανική σημαία από την Ακρόπολη.
Πιστεύω δε ότι δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, διότι αν υπήρχε θα μας το τρίβανε κάθε μέρα στα μούτρα. Η σημαία που πέταξαν στο ξεροπήγαδο δεν βρέθηκε ποτέ. Τα κομμάτια που πήρανε τα έκαψαν οι γονείς των.
Η όλη αφήγηση είναι γεμάτη μελοδραματισμούς, κενά, και εκπέμπει μια ψεύτικη ατμόσφαιρα, όπως μπορεί εύκολα να αντιληφθεί κάποιος. Σκοπός είναι να εγκλωβιστεί ο αφελής Έλληνας στο φιλότιμο του οποίου σκοπεύει.
Το μόνο στοιχείο που επιβεβαιώνει το εγχείρημα είναι η δήλωση του Γλέζου στον «Ριζοσπάστη» της 5/03/45 και του Σάντα στην «Ελευθερία» την ίδια μέρα. Προκαλεί έκπληξη αυτός ο ταυτοχρονισμός, όπως προκαλεί έκπληξη και ο χρόνος της ανακοινώσεως.
Έξη μήνες μετά την αποχώρηση των Γερμανών;
Γιατί;
Γιατί τόσο αργά;
Γιατί όχι στα Δεκεμβριανά που μια τέτοια ανακοίνωση θα ήταν πολύ χρήσιμη για τον αντιστασιακό ΕΛΛΑΣ; Λέγεται ότι το Γερμανικό φρουραρχείο εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση: «Κατά τη νύκτα της 30ης προς την 31η Μαΐου υπεξηρέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα Γερμανική Πολεμική Σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις.
Οι ένοχοι και οι συνεργοί αυτών θα τιμωρηθώσι διά της ποινής του θανάτου».
Πιστεύω ότι είναι πλαστή.
Όχι μόνον διότι δεν τεκμηριώνεται από πουθενά, όχι μόνο διότι οι Γερμανοί δεν θα «ανακοίνωναν» κατ’ αυτόν τον τρόπο τα ρεζιλίκια των, άλλα και διότι δεν θα χρησιμοποιούσαν ποτέ την έκφραση «κυματίζουσα γερμανική σημαία», η οποία παραπέμπει σε ελληνικό ρομαντικό πατριωτισμό και όχι σε γερμανική αυστηρότητα.
Η δραματική όμως διάψευση έρχεται από κάπου αλλού, από τον χώρο της Αστρονομίας.
Την εποχή εκείνη είχαμε νέα Σελήνη στις 26 Μαΐου, στις επτά περίπου το πρωί. Οπότε στις 30 Μαΐου που έλαβα χώρα το εγχείρημα η Σελήνη ήταν ένα έβδομο, δηλ. πολύ αμυδρή, και όχι ένα τέταρτο που μας λέει ο Σάντας. Περαιτέρω έδυσε στις δέκα και μισή.
Οπότε εκφράσεις όπως «το φεγγαράκι μάς κοίταζε με συμπάθεια», «με το λιγοστό φως του φεγγαριού να λάμπει πάνω στα μάρμαρα», ή «σηκώσαμε τα κεφάλια μας να δούμε, ήταν ένα τέταρτο το φεγγάρι» που αναφέρει ο Σάντας είναι εντελώς ψευδείς.
Γιατί φεγγάρι ουσιαστικά δεν υπήρχε…
Υπάρχει όμως μια άλλη σημαία που κατέβασε σίγουρα ο Μ. Γλέζος.
Αυτή είναι η Ελληνική σημαία από την Μακεδονία.
Όπως μετέδωσε το Γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων, «ο κ. Γλέζος ευρισκόμενος εις την Μόσχαν δια την παραλάβει το Βραβείου Λένιν εξεφράσθη επίσης υπέρ της λύσεως του προβλήματος των Μακεδονικών μειονοτήτων δια διαπραγματεύσεων, διετύπωσε δε την ελπίδα ότι τριμερείς βαλκανικαί διαπραγματεύσεις θα επέτρεπον εις δεδομένην στιγμήν την ίδρυσιν μιας αυτονόμου Μακεδονίας». Θα ήταν ενδιαφέρον να ψάξουμε στα παλαιά τεύχη του «Μικρού Ήρωα».
Δεν θα εκπλησσόμουν αν βρίσκαμε εκεί μια παρόμοια περιγραφή του κατεβάσματος της Γερμανικής σημαίας από την Ακρόπολη, όπως την περιγράφουν οι δύο ήρωές μας, οι δύο προσωπικότητες της Αριστεράς, αλλά γραμμένη με την ανεπανάληπτη φαντασία του Στέλιου Ανεμοδουρά, αυτή την φορά…
ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΕΣΑΣ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΤΕ ΚΑΙ ΕΜΑΣ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΑΛΛΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ..........
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 19ης Μαρτίου 2010 της εφημερίδας Πρωινός Λόγος των Ιωαννίνων.
Είναι νύχτα της 30ης προς την 31η Μαΐου του 1941.
Η σκλαβωμένη Αθήνα κοιμάται βαθειά. Δυο σκιές γλιστρούν μέσα στην νύχτα. Τα διαπεραστικά των βλέμματα σχίζουν το σκοτάδι και πετάν σπίθες.
Είναι δυο Ελληνόπουλα που η αδούλωτη ψυχή τους δεν τους αφήνει να κοιμηθούν. Θέλουν να ταπεινώσουν και να ξεφτιλίσουν τον κατακτητή της πατρίδας των. Έχουν συλλάβει και καταστρώσει ένα σατανικό σχέδιο.
Θα κατεβάσουν την Ναζιστική σημαία που κυματίζει στον ιερό βράχο της Ακροπόλεως.
Τα ονόματά τους, δεν είναι Γιώργος Θαλάσσης και Κατερίνα, όπως πιθανόν να φανταστήκατε, ούτε διαβάζετε τον «Μικρό Ήρωα» του Στέλιου Ανεμοδούρα.
Τα ονόματά των είναι Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας.
Το εγχείρημα είναι δύσκολο και άκρως επικίνδυνο.
Η Ακρόπολη είναι απόρθητη. Έχει μια πρόσβαση μόνον από τα προπύλαια και εκεί βρίσκεται μια διμοιρία από καμιά τριανταριά Γερμανούς.
Τώρα, τι χρειάζονται τριάντα Γερμανοί για μια σκοπιά με τέσσερα νούμερα, που απαιτούνται για να φυλάν μια γερμανική σημαία, σε ένα ουσιαστικά απροσπέλαστο μέρος; Άγνωστο!
Μια άλλη απορία που γεννιέται είναι, υπάρχει στρατός στον κόσμο ο οποίος να αφήνει την νύχτα την σημαία του αναπεπταμένη;
Την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα την βρήκα σε μια παραπομπή όπου αναφέρεται ότι στρατηγός της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, δυστυχώς δεν αναφέρεται το όνομά του, μόνον το αρχικό Κ. επισκέφθηκε στην Γερμανία τον τότε Γερμανό φρούραρχο Αθηνών και τον ρώτησε γι’ αυτό. Η απάντηση που πήρε ήταν αρνητική και κατηγορηματική. Την νύχτα δεν υπάρχουν αναπεπταμένες στρατιωτικές σημαίες. Τα Ελληνόπουλα όμως έχουν καταστρώσει ένα έξοχο σχέδιο.
Πήγαν πρώτα στην Εθνική Βιβλιοθήκη, ή στην Μπενάκειο, δεν έχει διευκρινισθεί ακριβώς πού, σε άλλα κείμενα αναφέρεται η μία, σε άλλα η άλλη, πήραν την Εγκυκλοπαίδεια και πήγαν στην λέξη Ακρόπολη.
Εκεί, στην εγκυκλοπαίδεια, με φωτογραφικό εγκέφαλο επεσήμαναν και αποστήθισαν όλες τις ρωγμές, τρύπες, μυστικές σπηλιές που έχει η Ακρόπολη, και με βάση αυτές τις πληροφορίες, από την εγκυκλοπαίδεια, και οπλισμένοι με έναν μικρό φακό κι ένα μαχαιράκι αναρριχήθηκαν στον ιερό βράχο και «με μια … τελική έλξη έφτασαν επάνω».
Πώς ακριβώς έγινε η αναρρίχηση και από πού δεν μπόρεσα να καταλάβω. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές τις οποίες βρήκα με πολλές ασάφειες και αοριστίες οι οποίες ποικίλουν από αφήγηση σε αφήγηση. Η άποψή μου είναι ότι μόνον ο άνθρωπος αράχνη μπορεί να ανέβη στην Ακρόπολη, και μάλιστα νύχτα, χωρίς να περάσει από τα Προπύλαια.
Τέλος πάντων οι δύο αγωνιστές κατά τις εννέα και μισή φθάνουν στον ιστό όπου «κυμάτιζε» η σημαία. Βέβαια για να κυματίζει μια πάνινη σημαία τέτοιου μεγέθους, 4×2 μέτρα αναφέρουν οι ήρωες, πρέπει, να φύσαγαν πολλά μποφόρ.
Αφηγείται ο Σάντας: «Ψηλά κυμάτιζε η σημαία τους. Λύσαμε το συρματόσχοινο και τραβήξαμε για να την κατεβάσομε.
Μα την είχαν μπλέξει στην κάτω άκρη της με τα τρία συρματόσχοινα που στήριζαν τον κοντό. Κρεμόμαστε κι οι δυο για να την κατεβάσομε μα δεν κατέβαινε.
Αρχίσαμε τότε με την σειρά να σκαρφαλώνομε στον σιδερένιο κοντό για να την φτάσομε και να την κόψομε.
Μα ήταν 20 μέτρα ο κοντός και λείος κι ήταν αδύνατο να την φτάσομε.
Κουρασμένοι σταθήκαμε για λίγο κι απογοητευτήκαμε, σκεφτόμαστε τι να κάνομε.
Να φύγομε χωρίς την σημαία τους λάφυρο, δεν το σκεφτήκαμε ούτε μια στιγμή.
Και μέσα στην ένταση της σκέψης μας, σκεφτήκαμε ότι πρέπει να σπάσομε τα τρία συρματόσχοινα για να μπορέσομε να την κατεβάσομε.
Αρχίσαμε τότε με τα χέρια μας, με τα δόντια μας, με ό,τι μπορούσαμε να προσπαθούμε να ξεκολλήσομε τα συρματόσχοινα απ’ τους σκουριασμένους χαλκάδες με τους οποίους κρατιότανε στα γύρω μάρμαρα».
Τελικά αφού έκοψαν τα συρματόσχοινα με τα δόντια των, τα κατάφεραν.
Η σημαία, «το μισητό σύμβολο του φασισμού κατέβηκε».
Δεν έχει διευκρινισθεί ακόμα μέχρι σήμερα ποιος ακριβώς την κατέβασε.
Οι δύο ήρωες δεν μιλιούνταν μεταξύ των για περίπου μισό αιώνα γιατί διαφωνούσαν στο σημείο αυτό.
Σήμερα όμως έχουν συμφιλιωθεί γιατί συμφώνησαν ότι δεν έχει καμιά σημασία ποιος ακριβώς την κατέβασε, άλλα το ότι κατέβηκε. Εν τούτοις το ποιος παραμένει ακόμα ασαφές.Αμέσως έσκισαν από ένα κομμάτι από τον αγκυλωτό σταυρό και το υπόλοιπο το τύλιξαν και το πήραν μαζί τους. «Μετά», συνεχίζει ο Σάντας, «κατεβήκαμε απ’ το ίδιο μέρος.
Για να την πάρομε μαζί μας, (την σημαία), ήταν αδύνατο γιατί η ώρα της κυκλοφορίας είχε περάσει. Τότε αποφασίσαμε να την κρύψομε μέσα στην ίδια τη σπηλιά, κάτω στο ξεροπήγαδο.
Κατεβήκαμε σιγά-σιγά μέχρι κάτω, φτάσαμε στο χείλος του ξεροπήγαδου και την πετάξαμε όπως ήταν, τυλιγμένη σε μπόγο, μέσα». Αν είναι αδύνατο να σκαρφαλώσει κανείς στην Ακρόπολη, είναι εκατό φορές πιο αδύνατο να κατέβη από το «ίδιο μέρος» νύχτα, φορτωμένος με μια τεράστια σημαία.
Η αδάμαστη θέληση όμως και η αποφασιστικότητα των ηρώων τους έκανε να τα καταφέρουν.
Η ώρα ήταν μία και μισή. Επί 4 ώρες προσπαθούσαν να κατεβάσουν την σημαία, χωρίς να εμφανισθεί κανένας Γερμανός σκοπός, χωρίς να γίνει καμία αλλαγή σκοπιάς καμία έφοδος.
Οι στρατιώτες του πιο πειθαρχημένου και αυστηρού στρατού της Ευρώπης χασκογελούσαν, όπως άκουγαν από τόση απόσταση και παρά τον δυνατό αέρα, έπιναν κρασί και μπύρες, όπως διέκριναν με το αετίσιο μάτι των μέσα στο σκοτάδι, οι ήρωες μας, συζητούσαν για την μάχη της Κρήτης όπως καταλάβαιναν από τα άπταιστα Γερμανικά που γνώριζαν και διασκέδασαν έχοντας συντροφιά Ελληνίδες πόρνες τις οποίες ως πρώτη προτεραιότητα έσπευσαν να βρουν μόλις πάτησαν το πόδι των στην Αθήνα, τρεις μέρες πριν.
Όσο κι αν έψαξα δεν βρήκα κανένα αντικειμενικό στοιχείο το οποίο να θεμελιώνει την άποψη ότι οι Γλέζος και Σάντας κατέβασαν την Γερμανική σημαία από την Ακρόπολη.
Πιστεύω δε ότι δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, διότι αν υπήρχε θα μας το τρίβανε κάθε μέρα στα μούτρα. Η σημαία που πέταξαν στο ξεροπήγαδο δεν βρέθηκε ποτέ. Τα κομμάτια που πήρανε τα έκαψαν οι γονείς των.
Η όλη αφήγηση είναι γεμάτη μελοδραματισμούς, κενά, και εκπέμπει μια ψεύτικη ατμόσφαιρα, όπως μπορεί εύκολα να αντιληφθεί κάποιος. Σκοπός είναι να εγκλωβιστεί ο αφελής Έλληνας στο φιλότιμο του οποίου σκοπεύει.
Το μόνο στοιχείο που επιβεβαιώνει το εγχείρημα είναι η δήλωση του Γλέζου στον «Ριζοσπάστη» της 5/03/45 και του Σάντα στην «Ελευθερία» την ίδια μέρα. Προκαλεί έκπληξη αυτός ο ταυτοχρονισμός, όπως προκαλεί έκπληξη και ο χρόνος της ανακοινώσεως.
Έξη μήνες μετά την αποχώρηση των Γερμανών;
Γιατί;
Γιατί τόσο αργά;
Γιατί όχι στα Δεκεμβριανά που μια τέτοια ανακοίνωση θα ήταν πολύ χρήσιμη για τον αντιστασιακό ΕΛΛΑΣ; Λέγεται ότι το Γερμανικό φρουραρχείο εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση: «Κατά τη νύκτα της 30ης προς την 31η Μαΐου υπεξηρέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα Γερμανική Πολεμική Σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις.
Οι ένοχοι και οι συνεργοί αυτών θα τιμωρηθώσι διά της ποινής του θανάτου».
Πιστεύω ότι είναι πλαστή.
Όχι μόνον διότι δεν τεκμηριώνεται από πουθενά, όχι μόνο διότι οι Γερμανοί δεν θα «ανακοίνωναν» κατ’ αυτόν τον τρόπο τα ρεζιλίκια των, άλλα και διότι δεν θα χρησιμοποιούσαν ποτέ την έκφραση «κυματίζουσα γερμανική σημαία», η οποία παραπέμπει σε ελληνικό ρομαντικό πατριωτισμό και όχι σε γερμανική αυστηρότητα.
Η δραματική όμως διάψευση έρχεται από κάπου αλλού, από τον χώρο της Αστρονομίας.
Την εποχή εκείνη είχαμε νέα Σελήνη στις 26 Μαΐου, στις επτά περίπου το πρωί. Οπότε στις 30 Μαΐου που έλαβα χώρα το εγχείρημα η Σελήνη ήταν ένα έβδομο, δηλ. πολύ αμυδρή, και όχι ένα τέταρτο που μας λέει ο Σάντας. Περαιτέρω έδυσε στις δέκα και μισή.
Οπότε εκφράσεις όπως «το φεγγαράκι μάς κοίταζε με συμπάθεια», «με το λιγοστό φως του φεγγαριού να λάμπει πάνω στα μάρμαρα», ή «σηκώσαμε τα κεφάλια μας να δούμε, ήταν ένα τέταρτο το φεγγάρι» που αναφέρει ο Σάντας είναι εντελώς ψευδείς.
Γιατί φεγγάρι ουσιαστικά δεν υπήρχε…
Υπάρχει όμως μια άλλη σημαία που κατέβασε σίγουρα ο Μ. Γλέζος.
Αυτή είναι η Ελληνική σημαία από την Μακεδονία.
Όπως μετέδωσε το Γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων, «ο κ. Γλέζος ευρισκόμενος εις την Μόσχαν δια την παραλάβει το Βραβείου Λένιν εξεφράσθη επίσης υπέρ της λύσεως του προβλήματος των Μακεδονικών μειονοτήτων δια διαπραγματεύσεων, διετύπωσε δε την ελπίδα ότι τριμερείς βαλκανικαί διαπραγματεύσεις θα επέτρεπον εις δεδομένην στιγμήν την ίδρυσιν μιας αυτονόμου Μακεδονίας». Θα ήταν ενδιαφέρον να ψάξουμε στα παλαιά τεύχη του «Μικρού Ήρωα».
Δεν θα εκπλησσόμουν αν βρίσκαμε εκεί μια παρόμοια περιγραφή του κατεβάσματος της Γερμανικής σημαίας από την Ακρόπολη, όπως την περιγράφουν οι δύο ήρωές μας, οι δύο προσωπικότητες της Αριστεράς, αλλά γραμμένη με την ανεπανάληπτη φαντασία του Στέλιου Ανεμοδουρά, αυτή την φορά…
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου