Εκπληκτικά επίκαιρες αποδεικνύονται οι 37 ιδιόχειρες επιστολές του Ιωάννη Καποδίστρια, οι οποίες θα δημοπρατηθούν στις 24/06 από τον οίκο δημοπρασιών Πέτρος Βέργος μαζί με συνολικά 442 σπάνια βιβλία, έγγραφα και χαρακτικά. Πρόκειται για επιστολές που απευθύνονται στον στενό συνεργάτη του Αλέξανδρο Κοντόσταυλο (1789-1865) και αναφέρονται σε τρέχουσες κρατικές υποθέσεις, κυρίως οικονομικού χαρακτήρα, των ετών 1828-30.
Οι ανέκδοτες, ως τώρα, επιστολές του Καποδίστρια είναι εξαιρετικά επίκαιρες, αφού αποκαλύπτουν τις αγωνιώδεις προσπάθειές του να βάλει τάξη στις υποθέσεις του νεοσύστατου κράτους χωρίς να υπολογίζει το οποιοδήποτε κόστος.
Χαρακτηριστικά είναι όσα γράφει για τους ισχυρούς Έλληνες της εποχής: «…Θα με λυπούσε πολύ αν ο εγωισμός και η φιλοχρηματία των οικονομικά ισχυρών, των ανθρώπων με υπόληψη και των γαιοκτημόνων με ανάγκαζε να καταφύγω στη βία. Όμως, αν πρέπεινα το κάνω δεν θα διστάσω, γιατί μου είναι αδύνατον να σταματήσω ή να κάνω πίσω…» (29/02/1828).
Σε άλλη επιστολή του απαντάει στη διαβεβαίωση του Κοντόσταυλου ότι ο προϋπολογισμός του κράτους είναι ισοσκελισμένος: «…Δεν συμμερίζομαι τη γνώμη σας σχετικά με τους εθνικούς πόρους και την ισορροπία που βρίσκετε ανάμεσα στα έξοδα και τα έσοδα. Αν συνυπολογίσετε τη φοβερή δυστυχία του λαού και την αφορία που θα μπορούσε να πλήξει επί μακρόν το έδαφος της Ελλάδας, ελλείψει πιστώσεων και κεφαλαίων, θα βλέπατε ότι τα μέσα που διαθέτουμε είναι τελείως δυσανάλογα προς τις ανάγκες μας, πράγμα που με ανησυχεί, διότι μπορώ και συμπάσχω, και υποφέρω περισσότερο από τους δυστυχείς που μου ζητούν ψωμί και δεν μπορώ να τους δώσω…»(13/04/1828). Θα μπορούσαν να είναι τα λόγια ενός σύγχρονου πολιτικού (σχόλιο: όχι δεν θα μπορούσαν).
Ο Αλέξανδρος Κοντόσταυλος ήταν ο επιχειρηματίας και πολιτικός που αγόρασε τα μηχανήματα του πρώτου νομισματοκοπείου με εντολή του κυβερνήτη. Ο Καποδίστριας προσπάθησε να ανορθώσει την κατεστραμμένη ελληνική οικονομία (υπό τον έλεγχο των «προστάτιδων» Δυνάμεων από τον Αγώνα κιόλας) με την βοήθεια του φίλου του από την Ελβετία (αυτός την έκανε το κράτος υπόδειγμα που είναι από τον 18ο αι.) Εϋνάρδου (Jean-Gabriel Eynard, 1775-1863), ο οποίος είχε την άποψη αυτή για τους «Έλληνες» πολιτικούς: «Οι πληγές της Ελλάδος είναι οι αρχηγοί της. Άπαντες έχουν γλώσσαν χρυσωμένην. Ασχολούνται (κατά το πλείστον τουλάχιστον) αποκλειστικώς με τα ιδιαίτερα συμφέροντά των. Καί τούτο υπό το πρόσχημα του αγνοτέρου πατριωτισμού. Άπαντες είναι ικανότατοι εις το να προβάλλουν τον εαυτόν των και να εκμηδενίζουν τους αντιπάλους των με εκθέσεις πλήρεις υπερβολής».Απόσπασμα από την μακροσκελή επιστολή(30/11/1832) προς τον Όθωνα, που μόλις είχε επιλεγεί από τις Μ. Δυνάμεις ως 1ος Έλληνας βασιλιάς.
Διαχείριση του δημοσίου χρήματος και πάταξη της διαφθοράς Ο Καποδίστριας προχώρησε και οργάνωσε την κάθε κρατική υπηρεσία με λογιστική τάξη και ακρίβεια ώστε να γίνεται έλεγχος για τη διαχείριση του δημοσίου χρήματος και να επιβάλλονται κυρώσεις κατά της διαφθοράς. Στις περιπτώσεις όπου: «… παράπονα κατά της παρανόμου πολιτείας των τε λιμεναρχών και των υγειονόμων και των δασμοτελωνών, εκτρεπομένων ειςκαταχρήσεις πιεστικάς του λαού, των οποίων λαμπρά απόδειξις είναι ο σήμερον όχι μόνον άνετος βίος, αλλά και η σκανδαλώδης πολυτέλειααυτών,… Θέλει διορισθή άνευ αναβολής επίτηδες γενικός επιθεωρητής όλων των λιμένων της επικρατείας με αρμοδιότητες οπόταν ευρίσκη ελλείψεις, υποψίαν διδούσας σφετερισμού ή κακοπολιτείας, να τους διαπαύη της υπηρεσίας, να τους εγκαλή προς την κυβέρνησιν, και αντ’ αυτών να καθιστά άλλους προσωρινώς…».
Οι υπόλογοι πολιτικοί και στρατιωτικοί έπρεπε να αποδώσουν τα πεπραγμένα για τον χειρισμό λογαριασμών: «Δεν αγνοείτε δε ότι ο έλεγχος συνίσταται όχι μόνο εκ της εξετάσεως των λογαριασμών και των αυτοίς προσκείμενων εγγράφων, αλλά και εκ του βασανισμού των πεπραγμένων. Και ουδείς πολιτευτής διατάξας ή τελέσας δαπάνας υπέρ της πολιτείας δύναται να απαλλαχθή της ευθύνης, εαν το ελεγκτικό συμβούλιον δεν λάβη απόδειξιν οτι τα εις τας δαπάνας προσνεμηθέντα χρήματα εδαπανήθησαν άνευ καταχρήσεως και σφετερισμού».
Προασπίστηκε την οικονομία του δημοσίου χρήματος:«Ελπίζομεν ότι, όσοι εξ υμών μεθέξωσι μετά της Κυβερνήσεως εις την προσωρινήν Διοίκησιν, καθώς και οι λοιποί των πολιτών, όσοι προσκληθώσιν επί τούτω θέλουν γνωρίσει μεθ’ ημών, ότι εις τας παρούσας περιστάσεις οι εν δημοσίοις υπουργήμασι δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμόν του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ’ ότι οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσίαν της».
Σε κρίσιμες στιγμές μάλιστα εκάλεσε τους δημοσίους υπαλλλήλους να παραιτηθούν, όσοι είχαν την δυνατότητα, οριστικά ή προσωρινά από το μισθό τους ολικά ή μερικά. Ο Καποδίστριας γνώριζε ότι η διαφθορά του δημοσίου βίου είναι καταστρεπτική για τον τόπο.Ο ίδιος αποκάλυψε κάτι συγκλονιστικό και εν πολλοίς άγνωστο στους νεώτερους Έλληνες:«…Τούτο αν δε βάλωμεν εις τάξιν, αδύνατος είναι ο επισιτισμός του στρατεύματος. Έχω δε ανά χείρας υλικήν την απόδειξιν, ότι και η συντριβή του Μεσολογγίου από τοιούτων ιεροσυλιών προήλθε, πωλουμένων ανοσιοκερδώς εν Ιθάκη και εν Ζακύνθω των διά μεγίστων δυσκολιών εις Μεσολόγγιον πεμπομένων τροφών και του οψαρίου αυτού. Το χρέος μου λοιπόν έκαμα και τους τοιούτους ανθρώπους εις τρόμον έβαλα, λαλήσας κατά πρόσωπον στερράς αληθείας. Οι λόγοι όμως πρέπει να έχωσι τέλος, και τότε φθάνει ο πάταγος, και πατάξω, και υμάς παρακαλώ να πατάξετε ισχυρώς».
‘Άρτου και χρημάτων ανάγκην έχομεν Ο Καποδίστριας πραγματοποίησε πάμπολλες εκκλήσεις προς τους Έλληνες και φιλέλληνες του εξωτερικού να βοηθήσουν οικονομικάτην χώρα: «…’Άρτου και χρημάτων ανάγκην έχομεν. Εγώ εκ των λειψάνων της μικράς μου περιουσίας έδωκα ήδη. Κάμετε και εσείς, Κύριοι παν ό,τι δύνασθε προς βοήθειάν μας,στέλλοντες σίτον αραβόσιτον, όρυζαν και άλευρα και ό,τι εξοδεύσετε θα σας πληρωθεί εν καιρώ και παρά της Εθνικής Τραπέζης. Θαρσείτε Κύριοι ότι η Θεία Πρόνοια δεν θέλει μας εγκαταλείψει. Αλλά θυμηθείτε συγχρόνως ότι αυτή τους κόπους σας ευλογήσασα και βίους καλλίστους εξασφαλίσασα εις υμάς, σας προετοίμασε να αισθάνεσθε χαράν και ικανοποίησιν εις την εκπλήρωσιν των οφειλομένων προς την Ελλάδα».
Ο Καποδίστριας σύναψε δάνεια με στόχο να ενισχυθούν οι γεωργοί και οι ακτήμονες: «… η κυβέρνησις δανείζουσα εις αυτούς(γεωργούς και ακτήμονας) ίνα κατασκευάσωσι καλύβας, και αγοράσωσι βόας και σπόρους, ήθελε τους αναδείξη πολίτας ειρηνικούς και χρησίμους». Η επιβολή και η είσπραξη των φόρων έγινε απ’ ευθείας από την Κυβέρνηση με δικαιοσύνη και ισότητα χωρίς τη μεσολάβηση των προκρίτων ώστε να αποφευχθεί η φοροδιαφυγή και η δυνάστευση των πολιτών. Είχε δε να παλέψει όχι μόνο με την ένδεια των πολιτών αλλά και τη νοοτροπία ορισμένων περιοχών όπου διακήρυτταν: «Ουδέποτε επλήρωσεν η Μάνη, και δεν έπρεπε να καθιερωθή τοιαύτη κακή συνήθεια». Αλλά όχι μόνο δεν επλήρωναν τους φόρους αλλά ενίοτε άρπαζαν και τα δημόσια ταμεία.Αξιοποιήθηκαν οι εθνικοί πόροι και τα κληροδοτήματα του εσωτερικού και εξωτερικού. Όλα αυτά τα μέτρα απέδωσαν, όπως ο ίδιος ομολογεί: «Αι πρόσοδοι της Ελλάδος εδιπλασιάσθησαν σχεδόν αφ’ ότου εγώ ήλθον.Το μεν παρελθόν έτος έδωκαν περί τα 3.000.000 φράγκων, το δε παρόν υπόσχονται περί τα 5.000.000». Το κράτος άρχισε να λειτουργεί, τα έσοδα συνήχθησαν, αξιοποιήθηκε ο εθνικός πλούτος, αν και τα έξοδα για τις στρατιωτικές δαπάνες λόγω του πολέμου τα χρόνια 1828-9 ανέρχονταν στο 73% των εσόδων και τα χρόνια 1829-30 στο 63%.
Η διαφορά του Καποδίστρια από τους σημερινούς κυβερνήτες! Ο Καποδίστριας δεν αγκιστρώθηκε στην εξουσία και δεν θέλησε να κυβερνήσει για πάντα την Ελλάδα ακόμα και όταν του δόθηκε η ευκαιρία. Όταν «Οι δ’ επιζώντες ενθυμούνται ότι, ότε η παρά της εν Άργει Εθνοσυνελεύσεως σταλείσα επιτροπή ίνα υποβάλη αυτώ το εξ εκατόν πεντήκοντα χιλιάδων φοινίκων ψήφισμα είπεν ότι το έθνος ην έτοιμον να ονομάση και ηγεμόνα τον Κυβερνήτην, εκείνος προέτεινεν ως άλλος Φερεκύδης την δεξιάν, υπονοών ότι ο ηγεμών έπρεπε να κατάγεται εξ αίματος βασιλικού και να μη έχη τας χείρας τραχείας ως αυτός ένεκα της πολλής εργασίας». Πίστευε ότι το συμφέρον της Ελλάδος ήταν να έχει ηγεμόνα από βασιλική γενιά ώστε οι Μεγάλες Δυνάμεις να αναγνώριζαν πιο εύκολα την ανεξαρτησία της.Επίσης, ήταν αντίθετος στην ιδέα ότι, για να κυβερνήσει, έπρεπε να στηριχθεί στα όπλα. «…. Δεν φρονώ ότι η νέα ελληνική κυβέρνησις πρέπει να έλθη εις την Ελλάδα επί κεφαλής λόχων και πυροβόλων. Τούτο είναι έξω των δυνάμεών μου, αλλά και αν ηδυνάμην, δεν θα ηρχόμην τοιουτοτρόπως».
Αυτή ήταν η ευγενική ψυχή του Καποδίστρια ο οποίος προέτασσε των πάντων το συμφέρον της πατρίδας την οποία υπηρέτησε χωρίς ουδόλως να τη ζημιώσει. Η προσωπική του ζωή ήταν πρότυπο ήθους. Έλληνες από τη Μαριανούπολη, θέλοντας να τον ευχαριστήσουν για τη βοήθειά του προς την κοινότητά τους, του έδωσαν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Αρνήθηκε να το δεχθεί και για να μην τους προσβάλλει τους είπε: «… δέχομαι το δώρο σας. Αλλά με τον όρο να καταθέσετε αυτά τα χρήματα σε Τράπεζα και με τους τόκους να προσλάβετε Έλληνα διδάσκαλο για να σας διδάσκει τη μητρική σας γλώσσα. Γιατί αποτελείεντροπή, όντας Έλληνες στην καταγωγή, στο φρόνημα και στη θρησκεία, να αγνοείτε την ευγενέστερη και πλουσιότερη γλώσσα του κόσμου, που την διδάσκονται τόσοι άλλοι αλλοεθνείς …».
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου