ΕΛΛΑΔΑ

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

ΑΝΤΙΟΧΟΣ Α ΘΕΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΜΜΑΓΗΝΗΣ


1. Οικογένεια – καταγωγή – άνοδος στο θρόνο

Ο Αντίοχος Α΄ Θεός, βασιλιάς της Κομμαγηνής (περ. 69-36 π.Χ.), ήταν γιος του Μιθριδάτη A΄ Καλλίνικου και της Λαοδίκης, κόρης του Σελευκίδη Αντιόχου Η΄ Γρύπου.1 Η ακριβής ημερομηνία της γέννησής του δεν είναι γνωστή, αφού ο ίδιος στο Νόμο του αναφέρει μόνο το μήνα της γέννησής του και της ανάληψης της εξουσίας, χωρίς άλλο χρονολογικό προσδιορισμό.2 Σε γενικές γραμμές πάντως πρέπει να τοποθετηθεί στα τέλη του 2ου ή στις αρχές του 1ου αι. π.Χ.

Ο Αντίοχος ανήγε την καταγωγή της βασιλικής του δυναστείας στους Αχαιμενίδες από την πλευρά του πατέρα του και στους Μακεδόνες και τον Αλέξανδρο από την πλευρά της μητέρας του. Επιπλέον, για λόγους δυναστικής προπαγάνδας, τόνιζε ιδιαίτερα τη σύνδεσή του με τους βασιλικούς οίκους του Πόντου, της Καππαδοκίας, της Αρμενίας, της Παρθίας, της Βακτρίας, της Αιγύπτου και της Συρίας.3 Διαδέχτηκε τον πατέρα του Μιθριδάτη στο θρόνο του βασιλείου της Κομμαγηνής το 69 π.Χ.

2. Ιστορικό πλαίσιο

2.1. Εξωτερική πολιτική

Η άνοδος του Αντιόχου στο θρόνο συνέπεσε με μια περίοδο ανακατατάξεων εξαιτίας της παγίωσης των εδαφικών συμφερόντων των δυνάμεων που δρούσαν στην περιοχή. Στα πρώτα χρόνια της εξουσίας του η πολιτική του νέου βασιλιά διαμορφωνόταν σε μεγάλο βαθμό από τη δράση των γειτόνων του Αρμενίων και Πάρθων, καθώς και από τη σταδιακή ισχυροποίηση των Ρωμαίων. Η νομισματοκοπία του, ως ισχυρό μέσο δυναστικής προπαγάνδας, είναι ενδεικτική των συνθηκών που επικρατούσαν κατά την περίοδο αυτή. Ο βασιλιάς υιοθέτησε ως εικονογραφικό τύπο την αρμενική τιάρα, υποδηλώνοντας έμμεσα το σύνδεσμό του με την ισχυρή ακόμη Αρμενία.4 Μετά την ήττα όμως του Τιγράνη της Αρμενίας στα Τιγρανόκερτα από το Λούκουλλο το 69 π.Χ., στο πλαίσιο του Γ’ Μιθριδατικού πολέμου, ο Αντίοχος, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει τα συμφέροντα του μικρού βασιλείου, τάχθηκε με το μέρος του ισχυρού. Ο διπλωματικός αυτός ελιγμός έφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα, δηλαδή την αποδέσμευση της Κομμαγηνής από τον έλεγχο των Αρμενίων. Ο βασιλιάς έσπευσε να διακηρύξει τη συμμαχία με τη Ρώμη υιοθετώντας τον τίτλο «Φιλορώμαιος», όπως είχε κάνει πρόσφατα για τον ίδιο λόγο ο Αριοβαρζάνης Α΄ της Καππαδοκίας.

Η στρατηγική θέση της Κομμαγηνής έπαιζε καθοριστικό ρόλο στη στάση των ισχυρών προς το μικρό βασίλειο, εξαιτίας της γειτνίασής της με την Παρθία, που αποτελούσε ακόμη υπολογίσιμη δύναμη. Ο παράγοντας αυτός δε διέφυγε φυσικά της προσοχής ούτε του Λούκουλλου ούτε του Πομπηίου αργότερα. Η ισχυροποίηση του βασιλείου της Κομμαγηνής σε μια περίοδο που δεν είχε διαμορφωθεί οριστικά η ισορροπία των δυνάμεων σε αυτή την περιοχή με την τεράστια στρατηγική σημασία, εξυπηρετούσε άμεσα τα ρωμαϊκά συμφέροντα. Επιπλέον, η Κομμαγηνή αποτελούσε ιδανικό ορμητήριο και εναντίον της Μεσοποταμίας, της Συρίας, της Κιλικίας και της Καππαδοκίας. Με γνώμονα τα δεδομένα αυτά ο Πομπήιος φρόντισε στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης της Ανατολής (64 π.Χ.) να ανανεώσει τη «φιλία» της Ρώμης με το βασιλιά της Κομμαγηνής.5 Επιπλέον, η Ρώμη αναγνώρισε το βασιλικό τίτλο του Αντιόχου και τον αντάμειψε για τη στάση του επικυρώνοντας την εξουσία του στην επικράτειά του και παραχωρώντας του την πόλη Σελεύκεια στη Μεσοποταμία ως έρεισμα εναντίον των Πάρθων.6 Φυσικά η Ρώμη εξυπηρετούσε τα δικά της συμφέροντα, αφού επιδίωκε να διασφαλίσει τις στρατηγικές αυτές θέσεις παραχωρώντας τες τυπικά μόνο στο μικρό συμμαχικό βασίλειο.

Παρά τα όποια συμφέροντα που του επέβαλαν συμμαχία με τη Ρώμη, ο Αντίοχος δεν έπαυε να είναι ένας ηγεμόνας της Ανατολής και δεν μπορούσε να αγνοήσει τους στενούς δεσμούς του με τους Πάρθους και τους Αρμενίους. Μια στρατιωτική σύγκρουση μάλιστα μεταξύ Ρώμης και Παρθίας τον οδήγησε αργότερα σε πολιτική προσεταιρισμού των Πάρθων. Το 53 π.Χ., οι ρωμαϊκές λεγεώνες διέσχισαν την Κομμαγηνή με στόχο να επιτεθούν στην Παρθία. Η σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή τους στις Καρρές έκανε τον Αντίοχο να συνειδητοποιήσει τους κινδύνους για το βασίλειό του και να καταφύγει στη δοκιμασμένη λύση των επιγαμιών, αρχής γενομένης με το γάμο της κόρης του Λαοδίκης με τον Ορόδη Β΄ της Παρθίας. Η τακτική αυτή ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματική, αφού την ακολούθησαν οι διάδοχοί του μέχρι και τον Μιθριδάτη Γ΄.7

Λίγο αργότερα, στον αντίποδα της πολιτικής αυτής, ο Αντίοχος ενέργησε ξανά υπέρ των ρωμαϊκών συμφερόντων. Όταν ο παρθικός στρατός εισέβαλε στην επικράτειά του (51 π.Χ.), έσπευσε να ειδοποιήσει τον Κικέρωνα, που ήταν τότε ανθύπατος Κιλικίας. Παρόμοια ενέργησαν και οι γείτονες ηγεμόνες, ο Δηιόταρος Α΄ της Γαλατίας, ο Αριοβαρζάνης Γ΄ της Καππαδοκίας, ο Ταρκονδίμοτος Α΄ της Κιλικίας και ο Ιάμβλιχος Α΄ της Έδεσσας. Τελικά ο κίνδυνος αποσοβήθηκε το καλοκαίρι του 50 π.Χ. 8 με συσπείρωση εναντίον των εισβολέων, νίκη των Ρωμαίων και έντονη διπλωματική δράση.

Η επόμενη κρίσιμη καμπή της διακυβέρνησης του Αντιόχου ήταν το ξέσπασμα του ρωμαϊκού εμφύλιου πολέμου. Ο ηγεμόνας τάχθηκε σοφά υπέρ του Πομπηίου και απέστειλε συμβολικά 200 άνδρες στη Φάρσαλο το 48 π.Χ.,9 στρατιωτική δύναμη που ήταν αμελητέα. Μετά την επικράτησή του, ο Καίσαρας αναγνώρισε τη δικαιοδοσία των ηγεμόνων που έμειναν πιστοί στη Ρώμη, έστω και με το μέρος του Πομπηίου. Έτσι, ο Αντίοχος διατήρησε το βασίλειό του και ήταν μεταξύ των ηγεμόνων που έσπευσαν να συναντήσουν τον Καίσαρα στη Συρία το 47 π.Χ., όταν ο τελευταίος βάδιζε εναντίον του Φαρνάκη Β΄. Όταν από την άλλη ο Πάκορος Α΄, γιος του γαμπρού του Αντιόχου Ορόδη Β΄, διέσχισε τον Ευφράτη τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Αντίοχος επέλεξε να του προσφέρει τη βοήθειά του, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Πάρθοι ήταν ακόμη ισχυροί. Η επιλογή του αποδείχτηκε σωστή, αφού η πορεία του παρθικού στρατού στο εσωτερικό της Ασίας τερματίστηκε μόνο με το θάνατο του Πακόρου το 38 π.Χ. Μετά την υποταγή των Πάρθων οι Ρωμαίοι πήραν μέτρα εναντίον όσων είχαν συνεργαστεί μαζί τους. Έτσι, ο Ρωμαίος διοικητής Βεντίδιος πολιόρκησε την πρωτεύουσα του Αντιόχου Σαμόσατα, ενώ σύμφωνα με πληροφορίες ο βασιλιάς προσπάθησε να τον δωροδοκήσει με 1.000 τάλαντα. Στο κρίσιμο αυτό σημείο έφτασε ο Αντώνιος, ο οποίος πήρε την κατάσταση στα χέρια του και αντικαθιστώντας το διοικητή κατέλαβε τελικά την πόλη. Οι πηγές διασώζουν την πληροφορία ότι το βασικό κίνητρο του Αντωνίου ήταν ο πλούτος του μικρού βασιλείου,10 ενώ κάνουν λόγο και για μυστική συμφωνία με τον Αντίοχο για να αποφευχθεί ενδεχόμενη αποτυχία που θα αμαύρωνε τη δημόσια εικόνα των Ρωμαίων.11

2.2. Εσωτερική πολιτική

Ο Αντίοχος ήταν νεωτεριστής ως προς τη θρησκευτική του πολιτική. Θεωρείται εισηγητής ενός ιδιόμορφου θρησκευτικού συγκρητισμού που εκφραζόταν μέσω της λατρείας ελληνικών και περσικών θεοτήτων, καθώς και της θεοποίησης των μελών του βασιλικού οίκου της Κομμαγηνής. Το ταφικό μνημείο του στο Νεμρούτ Νταγ με τα πολυάριθμα αγάλματα ελληνικών και ανατολικών θεοτήτων αποτελεί ίσως την πιο χαρακτηριστική έκφανση των θρησκευτικών αντιλήψεων του Αντιόχου.12 Οι εργασίες ξεκίνησαν πιθανότατα το 62 π.Χ., όταν ο βασιλιάς ήταν σε ηλικία σαράντα ετών περίπου. Οι θρησκευτικές του μεταρρυθμίσεις σώζονται σε μια μεγαλοπρεπή επιγραφή λαξευμένη σε βράχο στην Αρσάμεια παρά τω Ευφράτη. Ο ίδιος απεικονίζεται συχνά στα χαρακτηριστικά ανάγλυφα της Κομμαγηνής, σε σκηνές δεξιώσεως με ελληνικές και ανατολικές θεότητες. Σε αυτά ο βασιλιάς φέρει την αρμενική τιάρα, στοιχείο που εξυπηρετούσε τη δυναστική του προπαγάνδα όπως άλλωστε και η νομισματοκοπία του.

Επιπλέον, ο Αντίοχος ίδρυσε ιεροθέσιον για τον πατέρα του Μιθριδάτη Α΄ Καλλίνικο στην Αρσάμεια παρά τω Νυμφαίω, ενώ για τον εαυτό του επέλεξε την επιβλητική τοποθεσία του Νεμρούτ Νταγ. Το κόστος των κατασκευών αυτών πρέπει να ήταν τεράστιο για τους χωρικούς της Κομμαγηνής, οι οποίοι συν τοις άλλοις εξαναγκάστηκαν όχι μόνο να του παραχωρήσουν τα εδάφη τους, αλλά και να προσφέρουν προσωπική εργασία για την ολοκλήρωση του έργου.

Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Αντίοχος έχασε την εξουσία του παραμένουν αδιευκρίνιστες. Σύμφωνα πάντως με τις πηγές, δολοφονήθηκε από τον Αρσακίδη Φραάτη Δ΄ το 38/7 π.Χ.,13 ενώ την ίδια τύχη είχαν προηγουμένως τα εγγόνια του στην Παρθία. Συγκεκριμένα, αναφέρεται πως όταν ο Αντίοχος διαμαρτυρήθηκε έντονα για την άδικη δολοφονία των εγγονών του δολοφονήθηκε και ο ίδιος από το Φραάτη. Η εκδοχή αυτή όμως έχει αμφισβητηθεί· θεωρείται πιο πιθανό ότι ο Αντίοχος πέθανε γύρω στο 34 π.Χ., αφού σύμφωνα με άλλη πηγή14 ήδη το 31 π.Χ. στο θρόνο της Κομμαγηνής βρισκόταν ο Μιθριδάτης Β΄.

3. Αποτίμηση

Ο Αντίοχος Α΄ ήταν αναμφισβήτητα ικανός ηγεμόνας, ιδιαίτερα αποτελεσματικός στους πολιτικούς χειρισμούς και στη διπλωματική δράση. Η διακυβέρνησή του, παρά την κάποια αστάθεια στο ξεκίνημα, είναι μια από τις μακροβιότερες στην ιστορία του μικρού βασιλείου της Κομμαγηνής. Ο βασιλιάς άφησε στους διαδόχους του ένα βασίλειο που διατηρούσε όχι μόνο την εδαφική του ακεραιότητα, αλλά και τη θρησκευτική του παράδοση. Έτσι, σταθεροποίησε την εξουσία της δυναστείας για τα επόμενα 140 χρόνια.

Ο Αντίοχος δεν έγινε ποτέ πιστός σύμμαχος της Ρώμης. Ενεργούσε πάντοτε με γνώμονα τα εκάστοτε συμφέροντα του μικρού βασιλείου του, φροντίζοντας να διατηρεί καλές σχέσεις τόσο με τους Ρωμαίους όσο και με τους γείτονές του.

Επιπλέον, στο ταφικό του μνημείο στο Νεμρούτ Νταγ, ο Αντίοχος φρόντισε να αποδώσει τιμές στους Σελευκίδες προγόνους του, κυρίως τον παππού του Αντίοχο Γρύπο, και επίσης στους Αρμενίους. Εκεί πιστοποιείται ότι προτιμούσε να ανάγει την καταγωγή του στην Περσίδα πρόγονό του Ροδογούνη, ακόμη και στο Δαρείο το Μεγάλο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι δε δήλωνε το συγγενικό δεσμό του –από το γάμο της κόρης του– με την παρθική δυναστεία, μια στάση που πιθανότατα υπαγορευόταν από τις νέες συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί την εποχή εκείνη. Το επιβλητικό ταφικό του μνημείο με τα πολυάριθμα γλυπτά των προγόνων του δε θα μπορούσε να συνοψίζει καλύτερα τη δυναστική του προπαγάνδα.

Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

ΔΙΕΔΩΣΕ ΤΟ

Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More