O αγωνιστής Ν. Μαριακάκης, γεωπόνος από τα Χανιά της Κρήτης, και το ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε λίγο πριν από την εκτέλεσή του την Πρωτομαγιά του 1944.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Όταν ένας Γερμανός στρατηγός, τρεις αξιωματικοί και αρκετοί στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους σε ενέδρα ανταρτών στους Μολάους, οι κατοχικές δυνάμεις αποφάσισαν την εκτέλεση των Διακοσίων κομμουνιστών, καθώς και την εκτέλεση όλων των ανδρών που θα συλλαμβάνονται μεταξύ Μολάων και Σπάρτης. Ποιος, όμως, έφτιαξε εκείνο τον κατάλογο; Μήπως οι Μεταξικοί δεν παραδώσανε στους Γερμανούς τα κλειδιά της φυλακής των κρατουμένων κομμουνιστών; Φαίνεται, λοιπόν, πως έπρεπε οι κομμουνιστές ν’ αφανιστούν μόνο και μόνο γιατί ήσαν κομμουνιστές.
Απ' αυτούς, περίπου 170 ήταν πρώην κρατούμενοι στην Ακροναυπλία και οι υπόλοιποι πρώην εξόριστοι στην Ανάφη. Ο εχθρός είχε κάνει γνωστές τις προθέσεις του λίγες ημέρες πριν, όταν δημοσιοποίησε μέσω του κατοχικού Τύπου και ανάρτησε στους τοίχους των σπιτιών της πρωτεύουσας την εξής ανατριχιαστική ανακοίνωση:
«Την 27.4.1944 κομμουνιστικαί συμμορίαι, παρά τους Μολάους, κατόπιν μίας εξ ενέδρας επιθέσεως, εδολοφόνησαν ανάνδρως ένα Γερμανό στρατηγό και τρεις συνοδούς του αξιωματικούς και ετραυμάτισαν πολλούς Γερμανούς στρατιώτες. Εις αντίποινα θα εκτελεσθούν:
1. Ο τυφεκισμός 200 κομμουνιστών την 1η Μαΐου 1944.
2. Ο τυφεκισμός όλων των ανδρών, τους οποίους θα συναντήσουν τα γερμανικά στρατεύματα επί της οδού Μολάων προς Σπάρτην, έξωθι των χωρίων.
Υπό την εντύπωσιν του κακουργήματος τούτου, Ελληνες εθελονταί (σ.σ. πρόκειται για ταγματασφαλίτες) εφόνευσαν αυτοβούλως 100 άλλους κομμουνιστάς.
Ο στρατιωτικός διοικητής Ελλάδος».
Στις 30 Απριλίου 1944 κυκλοφόρησε στο Χαϊδάρι η φήμη ότι οι S.S. σκόπευαν να εκτελέσουν διακόσιους κρατουμένους ως αντίποινα για τη δολοφονία Γερμανού στρατηγού και τριών αξιωματικών του κοντά στη Σπάρτη από «κομμουνιστικάς συμμορίας». Ο διοικητής κάλεσε κάποιους από τους προϊσταμένους στα συνεργεία, όλους Ακροναυπλιώτες κομμουνιστές. Ο Fischer τούς ζήτησε να υποδείξουν ποιοι μη Μεταξοκρατούμενοι κρατούμενοι θα μπορούσαν να τους αντικαταστήσουν, καθώς οι ίδιοι θα μεταφέρονταν την επομένη σε άλλο στρατόπεδο. Επίσης, διέταξε τους Χαλκιδέους να πάρουν πίσω τα προσωπικά τους είδη και να βρίσκονται μπροστά στα μαγειρεία την επομένη το πρωί, προκειμένου να μεταφερθούν σε άλλο στρατόπεδο.
Με δεδομένη τη φήμη για μαζική εκτέλεση, που αναφέραμε παραπάνω, όλοι όσοι μίλησαν με τον Fischer πίστεψαν ότι επρόκειτο να εκτελεστούν. Έτσι, οι Ακροναυπλιώτες προσπάθησαν να αποχαιρετήσουν όσους περισσότερους από τους φίλους τους ήταν δυνατόν. Ακολούθως μαζεύτηκαν στον θάλαμο 1 του Μπλοκ 3, όπου με μουσική από δύο κιθάρες κι ένα βιολί έγινε αποχαιρετιστήριο γλέντι. To επόμενο πρωί, πριν από το προσκλητήριο, συγκέντρωσαν τους Χαλκιδαίους και τους επιβίβασαν σε φορτηγά που τους απομάκρυναν από το στρατόπεδο. Μετά το πρωινό συσσίτιο, ο Fischer κάλεσε γενικό προσκλητήριο, στο οποίο διάβασε μια λίστα διακοσίων ονομάτων. Αυτοί ήταν οι διακόσιοι που θα εκτελούνταν, ως αντίποινα για τη δολοφονία του Γερμανού στρατηγού. Η ομάδα των μελλοθανάτων περιλάμβανε όλους τους Ακροναυπλιώτες, πλην δεκαέξι ατόμων, τους Αναφιώτες και μερικούς γερμανοκρατούμενους.
Συγκεντρώθηκαν μπροστά στα μαγειρεία, όπου πριν επιβιβαστούν στα αυτοκίνητα, άρχισαν να τραγουδούν τον εθνικό ύμνο, το τραγούδι της Ακροναυπλίας και τον Ζάλογγο μπροστά στα μάτια των έκπληκτων Ναζί που δεν τολμούσαν να αντιδράσουν. Ο Ζήσης Ζωγράφος υπήρξε μάρτυρας αυτής της συγκλονιστικής σκηνής:
«Τώρα τους παρακολουθούμε από μακριά Γελούν και τραγουδούν. Έχουν στήσει εδώ στη μέση του στρατόπεδου των Ες-Ες χορό. Χωριστά οι γέροι. Μπροστά ο Μακέδος, τιμημένος καπνεργάτης της Καβάλας. Χωριστά οι νέοι. Μπροστά ο Μανασής (Παπαδόπουλος). Κι έπειτα ενώνονται πάλι όλοι μαζίγια να βγει απ' τ' αντριωμένα τους στήθια μ' όλη τους τη δύναμη το αθάνατο τραγούδΐ: Ακροναυπλία, Ακροναυπλία, Πίστη, Ελπίδα, Πειθαρχία [...] »Δενμπορούμε να τους αντικρύσουμε. Η καρδιά μας ματώνει. Τα μάτια βουρκώνουν. Οι λυγμοί πάνε να πνίξουν τη φωνή όλων εμάς που μείναμε. Μα όχι. Κάνουμε ύστατη προσπάθεια. Ούτε ένα δάκρυ να μην αφήσουμε να κυλήσει. Ξεθυμαίνει έτσι το μίσος και η δίψα για εκδίκηση σβήνει. Ας στεγνώσουν στα μάτια τα δάκρυα. Ας γίνουν φλόγα που μας καίει τα σωθικά και μέρα και νύχτα. Να μην ξεχάσουμε ποτέ την ώρα τούτη, ποτέ όσο ζούμε.
»Τα αυτοκίνητα που θα τους πάρουν φάνηκαν στη στροφή του δρόμου. Βαριά οπλισμένοι στρατιώτες παρατάχθηκαν στην πόρτα. Άρχισαν να μπαίνουν μέσα.
Ύστατη στιγμή! Ο Ανέστης (Λαζαρίδης) ανεβαίνει σ' ένα πεζούλι. Με τη δυνατή φωνή του δίνει το παράγγελμα Προσοχή! Οι Γερμανοί δεν τολμούν να εμποδίσουν. Βγάζουν όλοι τα καπέλα τους. Σιγή νεκροταφείου. Καμιά ιεροτελεστία δεν έγινε με τόση κατάνυξη. Τραγουδούν-. Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή... »Ποτέ ο χαιρετισμός της Λευτεριάς δεν αντιλάλησε στις πολιτείες και τα χωριά, τα βουνά και τα φαράγγια της Ελλάδας πιο συγκινητικά, πιο ειλικρινά, πιο αντρειωμένα... »Τώρα είναι έτοιμοι.
Είκοσι-είκοσι προχωρούν. [...]
Πετάν τα καπέλα τους στον αέρα. Βαδίζουνε με σταθερό βήμα. Φωνάζουν "Ζήτω η Λευτεριά" και χάνονται μεσ' το κλειστό αυτοκίνητο. Έφυγαν!».
Οι διακόσιοι του Χαϊδαρίου μεταφέρθηκαν στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, όπου τους εκτέλεσαν με οπλοπολυβόλα. Οι σοροί μεταφέρθηκαν στο Γ Νεκροταφείο, όπου τάφηκαν σε ατομικούς τάφους.
Μνήμη Νίκου Γλέζου«Αγαπητή μητέρα, σας φιλώ. Χαρετισμούς. Σήμερα πάω για εκτέλεση πέφτοντας για τον ελληνικό λαό». 10 Μαΐου 1944, μαζί με 90 άλλους πατριώτες στέκεται μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα στο Σκοπευτήριο Καισαριανής και ο 19χρονος Νίκος Γλέζος. Ηταν μια πράξη σπάνια, μοναδική, τέτοια που μόνον ένα παλικάρι θα έκανε. Τη φωνή του είχε γνωρίσει μέσα από το χωνί όλη η Αθήνα, στις διαδηλώσεις από τους πρώτους, ακούραστος στα συνθήματα κατά των κατακτητών στους τοίχους. Οταν τον συνέλαβαν, άντεξε στα βασανιστήρια μέχρι το τέλος και μπορούσε να δίνει κουράγιο στους συγκρατούμενούς του.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου