Το 2000 στη Βολιβία ξέσπασε ο πόλεμος του νερού. Η Βολιβία πάμφτωχη χώρα της λατινικής Αμερικής και ταυτόχρονα υπερχρεωμένη, κατέφυγε στο σύμμαχο όλων των αβοήθητων και οικονομικά δυσπραγούντων κρατών, το ΔΝΤ. Το ΔΝΤ πέρα από την απλόχερη οικονομική στήριξη του, της παρείχε και συμβουλές (-διαταγές) αναδιάρθρωσης και ανάκαμψης της οικονομίας της.
Μεταξύ των αξιόλογων προτάσεων του, συμπεριέλαβε και την όσο δυνατόν μεγαλύτερη ιδιωτικοποίηση των κρατικών πόρων και την αποκρατικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων.
Στο πλαίσιο αυτό η κυβέρνηση της χώρας υπό τη διεύθυνση του πρώην δικτάτορα Hugo Banzer, αποφάσισε την ιδιωτικοποίηση της κρατικής εταιρείας ύδρευσης και την παροχή δικαιωμάτων σε ξένες εταιρείες για εκμετάλλευση των υδάτινων πόρων και του αρδευτικού συστήματος της Cochabamba, της τρίτης μεγαλύτερης πόλης της Βολιβίας. Στον πλειοδοτικό διαγωνισμό που έγινε τα δικαιώματα πήρε έναντι 2,5 δισεκατομμυρίων μια κοινοπραξία υπό την επωνυμία Aguas del Tunari, στην οποία βασικός μέτοχος ήταν κατά διαβολική σύμπτωση ένα μεγαθήριο της παγκόσμιας οικονομίας, η πολυεθνική κατασκευαστική Becthel.
Τις υποσχέσεις της Becthel για ριζικές αλλαγές και αναδιοργάνωση του τοπικού υδρευτικού και αρδευτικού συστήματος, χωρίς ουσιώδη επιβάρυνση της λαϊκής κοινότητας ακολουθούν ανατιμήσεις των παρεχόμενων σχετικών με το νερό υπηρεσιών κατά 200% και 300%. Σε μία πόλη που το 70% των κατοίκων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας οι πολίτες καλούνται να πληρώσουν υπέρογκα ποσά για να καλύψουν τις απόλυτα στοιχειώδεις ανάγκες τους για νερό.
Όπως είναι φυσικό, ο κόσμος ξεσηκώνεται. Τις επόμενες μέρες η πόλη και τους επόμενους μήνες η χώρα ολόκληρη ακινητοποιείται από απεργίες, διαδηλώσεις και επιθέσεις των διαμαρτυρομένων. Το πρόβλημα του νερού φέρνει στην επιφάνεια και όλη τη σαθρή κατάσταση της χώρας, την ανεργία, την υπό - ανάπτυξη και το χαμηλό βιοτικό επίπεδο. Δεκάδες διαδηλωτές δολοφονούνται, ενώ η χώρα κηρύσσεται σε κατάσταση πολιορκίας. Έπειτα από τετράμηνες διενέξεις οι διαδηλωτές καταφέρνουν να αποκτήσουν τον έλεγχο του νερού και η ξένη εταιρεία εκμετάλλευσης αποσύρεται.
Μετά από αιματηρές διαδηλώσεις, λοιπόν, ο λαός της Βολιβίας κατάφερε να γλυτώσει το ξεπούλημα του νερού. Δεν απέφυγε, όμως και το ξεπούλημα της ίδιας της χώρας. Δυνάμει της εσωτερικής κρίσης, η Βολιβία πούλησε το σύνολο σχεδόν των κρατικών της επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων την εταιρεία ηλεκτρισμού, τον οργανισμό σιδηροδρόμων, την κρατική αεροπορική εταιρεία της. Προχώρησε σε ιδιωτικοποίηση ακόμα και των ορυχείων της και των πηγών φυσικού αερίου (δεδομένου ότι η Βολιβία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα σε αποθέματα φυσικού αερίου στη Λατινική Αμερική). Στερούμενη από κάθε σχεδόν παραγωγικό πόρο και κεφάλαιο, βούλιαξε στην ύφεση και τη δυσπραγία.
Η Βολιβία αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα της νομοτελειακής σχεδόν πορείας προς την ανεπιστρεπτί ύφεση, των χωρών που επιλέγουν το δρόμο της στήριξης μέσω διεθνών οικονομικών οργανισμών. Ταυτόχρονα και ένα απλό παράδειγμα στο οποίο φαίνεται πώς το ΔΝΤ δρα προς τη δημιουργία ενός παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, στο οποίο οι επιμέρους εθνικές περιουσίες περνούν στα χέρια λίγων κεφαλαιοκρατών ανά την υφήλιο. Συγκεκριμένα το ΔΝΤ επιλέγει τα «θύματα» του ανάμεσα σε χώρες που λόγω χρόνιας κακοδιαχείρισης και υπέρογκων χρεών έχουν έντονη ανάγκη δανειοδότησης, προκειμένου να αποπληρώσουν τα δυσβάστακτα χρέη τους.
Την ίδια στιγμή που αυτοί προτείνουν ελκυστικά δάνεια με χαμηλά επιτόκια, οι αγορές εμφανίζονται αρνητικές απέναντι στα κράτη, τα spreads ανεβαίνουν (ύστερα από επιμελημένη φυσικά συμφωνία) και η λύση του ΔΝΤ εμφανίζεται ως μονόδρομος. Τη δανειοδότηση συνοδεύουν συμβουλές για περικοπές σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Καθώς όμως ό,τι εξασφαλίζεται από τους μικρότατους μισθούς των υπαλλήλων δεν αρκεί για την ισορροπία της χώρας, η επόμενη λύση αναζητείται στις ιδιωτικοποιήσεις. Ό,τι έχει απομείνει στο ήδη υπό διάλυση κράτος πωλείται σε τιμή ευκαιρίας και έτσι πολυεθνικές και πολυεκατομμυριούχοι αγοράζουν κοψοχρονιά ολόκληρες κρατικές επιχειρήσεις. Όσο λοιπόν το παγκόσμιο κεφάλαιο συσσωρεύεται στα χέρια λίγων πανίσχυρων επενδυτών, τα κράτη βουλιάζουν και το σύνολο του πληθυσμού τους μεταβαίνει στη φτώχεια.
Στην Ελλάδα, οι ιδιωτικοποιήσεις ξεκίνησαν πριν καν σκάσει η βόμβα της κρίσης. Η ΔΕΗ, ο ΟΤΕ (πλάνα θέλουν και την εταιρεία ύδρευσης), η Ολυμπιακή, όλα πρότερη κρατική περιουσία έχουν περάσει στα χέρια ξένων μεγαλοεπενδυτών, με αντάλλαγμα χρήματα που μεταφράστηκαν σε μίζες των εκάστοτε υπουργών. Και φυσικά όλα ξεπουλήθηκαν και συνεχίζονται να ξεπουλιούνται με όρους που ο απλός κόσμος δε θα μάθει ποτέ. Αν δηλαδή επιλέχθηκε η πιο συμφέρουσα προσφορά, ή απλά η προσφορά της πολυεθνικής η οποία τυχαίνει να λαδώνει την κυβέρνηση κ.λ.π.
Η προσφυγή στο ΔΝΤ δεν μπορεί παρά να εκμηδενίσει και την όποια εθνική περιουσία και κατ’ επέκταση κυριαρχία της Ελλάδας. Τα υπέρογκα ποσά που μας έχει δανείσει δεν μπορούν παρά να ξεπληρωθούν με ό,τι απέμεινε: με δικαιώματα σε λιμάνια που παραμένουν ακόμα σε ελληνικά χέρια, με τουριστικές επιχειρήσεις ακόμα και με την ίδια την Ακρόπολη. Τη σβάστικα που κατάφεραν κάποτε να κατεβάσουν από αυτήν, στην κατοχή μην εκπλαγείτε αν την δείτε δυνάμει κρίσης να υψώνεται και πάλι στην Ακρόπολη και στις ζωές όλων μας. Μια χώρα που αποξενώνεται από τον παραγωγικό πλούτο της, όσα χρήματα κι αν κερδίσει πρόσκαιρα, χάνει οριστικά τη δυνατότητα να ενισχύσει τις παραγωγές της, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και να αναδιαρθρώσει την οικονομία της. Ενώ ταυτόχρονα αδυνατεί να οργανώσει κοινωνική πολιτική όταν το σύνολο των κοινωφελών υπηρεσιών παρέχονται με βάση τα συμφέροντα των ιδιωτών που τις κατέχουν. Αυτονόητο βέβαια είναι ότι ανυπαρξία οικονομικής αυτοδιάθεσης συνεπάγεται και την ανυπαρξία κρατικής αυτοδιάθεσης, θεμελιώδες στοιχείο του κάθε εθνικά κυρίαρχου κράτους.
Μια χώρα που εξαρτάται οικονομικά από τρίτους δε μπορεί να υψώσει με αξιώσεις το ανάστημα της, όταν απειλούνται εθνικά της συμφέροντα. Τώρα λοιπόν που η αξιοπιστία της Ελλάδας έχει διασυρθεί σε τεράστιο βαθμό, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν ο λόγος της για το όνομα των Σκοπίων, για τις αξιώσεις της μειονότητας στη Θράκη, για τις απαιτήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο, για το θέμα της Κύπρου κ.λ.π. θα έχει τελικά έστω και ελάχιστη σημασία.
Υποθέτω βέβαια ότι τα παραπάνω είναι γνωστά σε πολλούς, δεν παύουν ωστόσο να είναι πάντοτε επίκαιρα σε μια εποχή όπου οι φήμες για κοιτάσματα πετρελαίου στο Αιγαίο και συνδιαχείριση Ελλάδας και Τουρκίας σ αυτά φουντώνουν. Ποιες άραγε μπορεί να είναι οι αξιώσεις της Ελλάδας στον ορυκτό της πλούτο, τη στιγμή που είναι καταχρεωμένη, υπό την κηδεμονία ΕΕ και ΔΝΤ και ταυτόχρονα με πολιτικούς που αδυνατούν να κάνουν κάτι περισσότερο από απλή αντιπροσώπευση των συμφερόντων ξένων πολιτικών και πολυεθνικών εταιρειών ;
**Η Βολιβία, πάντως, φαίνεται να διατήρησε μία μόνο από τη βασική της πηγή εσόδων άθικτη από εξωτερικές παρεμβάσεις………….. που δεν είναι άλλη από την παραγωγή και εξαγωγή κοκαΐνης!
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου