Δύο σημαντικές αρχαιολογικές θέσεις έχουν εντοπιστεί στην ανατολή πλευρά του βουνού των μύθων και των Κενταύρων, δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για μελλοντικές έρευνες στην περιοχή του Πηλίου.
Ειδικότερα, μια σημαντική αρχαιολογική θέση έχει εντοπιστεί, στην περιοχή του Κεραμιδίου, φέρνοντας στο φως μια πόλη με ιστορία χιλιάδων ετών, την οποία αναμένεται να ...
αποκαλύψουν οι μελλοντικές έρευνες της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Σύμφωνα με την άποψη που έχει κατατεθεί, χωρίς να έχει τεκμηριωθεί ωστόσο μέχρι στιγμής από την αρχαιολογική έρευνα, είναι η αρχαία Κασθαναία, η οποία ήκμασε στα κλασικά και ελληνιστικά χρόνια.
Η αρχαία πόλη, που είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από την εποχή του Θεοχάρη, την δεκαετία δηλαδή του ’60, βρίσκεται στην θέση του Αγίου Ιωάννη και εντοπίζεται στον ευρύτερο κόλπο που εκτείνεται από το ακρωτήριο Δερματάς μέχρι το ακρωτήριο Πουρί. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ηρόδοτο, η καταστροφή του στόλου του Ξέρξη «άρχισε από την βραχώδη παραλία της Κασθαναίας». Αναφορά για την ίδια πόλη γίνεται επίσης από τον Στράβωνα, που την θεωρεί «κώμη εξαρτώμενη από την Δημητριάδα» αλλά και τον Ρωμαίο γεωγράφο Πλίνιο, ο οποίος την τοποθετεί, ωστόσο, κοντά στην αρχαία πόλη Σπάλαθρα και στο ακρωτήρι της Σηπιάδος.
Οι εκτιμήσεις των ειδικών συγκλίνουν υπέρ της άποψης ότι οι παλαιότεροι ερευνητές κατόρθωσαν να προσεγγίσουν την αρχαία πόλη, για την οποία, ωστόσο, δεν υπάρχουν αναφορές σχετικές με την πραγματοποίηση αρχαιολογικών ερευνών. Τα ισχυρά τείχη που περιβάλλουν την αρχαία πόλη χρονολογούνται μεταξύ του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ. και κατασκευάστηκαν για να προσφέρουν ασφάλεια στους κατοίκους της. Σε ορισμένα σημεία, το τείχος, το οποίο είναι κατασκευασμένο από γωνιολίθους ασβεστολίθου, σώζεται σε ύψος 4 μέτρων και είναι ευδιάκριτο από μεγάλη απόσταση. Όπως αναφέρει στο σημείο αυτό ο κ. Χαράλαμπος Ιντζεσίλογλου, αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων «δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής ανασκαφές στην συγκεκριμένη αρχαιολογική θέση. Τα στοιχεία που έχουμε στην διάθεσή μας, προέρχονται κατά βάση από τις μαρτυρίες παλαιότερων ερευνητών, όπως ο Τότζερ και ο Μεζιέρ. Η πρόσβαση στην αρχαία πόλη σήμερα είναι δύσκολη, λόγω του πυκνού δάσους μέσα στο οποίο κρύβεται ολόκληρος ο αρχαίος οικισμός».
Παρά τις δυσκολίες προσέγγισης και εντοπισμού της αρχαίας πόλης, οι περισσότεροι από τους νεότερους ερευνητές και λόγιους περιηγητές θεωρούν ότι η αρχαία Κασθαναία ήταν πιθανότατα χτισμένη στο χώρο του Κεραμιδιώτικου Κάστρου ή έστω δίπλα και νότια, σύμφωνα με την επισήμανση του συγγραφέα Κώστα Λιάπη. «Ο αρχαίος οικισμός δεν έχει ερευνηθεί, με αποτέλεσμα να στηριζόμαστε κυρίως στις γραπτές μαρτυρίες των παλαιότερων, αλλά για να πούμε κάτι καινούργιο, θα πρέπει να σχεδιαστεί να τοπογραφηθεί ο χώρος του Αϊ-Γιάννη στο Κεραμίδι, προκειμένου να δούμε καλύτερα την κάτοψη των τειχών» επισημαίνει ο αρμόδιος αρχαιολόγος.
Στην περιοχή του Πουρίου
Η δεύτερη αρχαιολογική θέση, εντοπίζεται παραλιακά μεταξύ Ζαγοράς και Πουρίου και ονομάζεται Παλιόκαστρο. Η θέση του οικισμού βρίσκεται αρκετά ψηλά. Από την μια πλευρά στο βάθος βρίσκεται το ρέμα «Καλοκαιρινού» και στα δεξιά του πάνω στην κορυφή ενός ψηλού κωνικού λόφου βρίσκεται το Παλιόκαστρο. Ο αρχαίος οικισμός είναι ένας από τους κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους και όπως αναφέρει ο κ. Ιντζεσίλογλου «στην διάρκεια αυτοψίας που πραγματοποίησα στον συγκεκριμένο χώρο, διέκρινα αρχαία ερείπια, υπολείμματα τειχών, οχυρωματικών συγκεκριμένα έργων, τα οποία δεν γνωρίζουμε αν ανήκουν στα αρχαία ή τα Βυζαντινά χρόνια, διότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή. Παρά το ότι ήταν κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από τη δεκαετία του 1960 ολόκληρη η πόλη είχε χαθεί μέσα στο πυκνό δάσος που αναπτύχθηκε με την πάροδο του χρόνου και έτσι τον ξαναποκαλύψαμε πριν από ένα χρόνο» προσθέτει ο ίδιος.
Οι μελλοντικές αρχαιολογικές έρευνες εκτιμάται ότι θα δώσουν απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα που ανακύπτουν, σχετικά με τα ίχνη κατοίκησης που έχουν εντοπιστεί στην συγκεκριμένη θέση. Αξίζει να καταγραφεί η επισήμανση «εις απόστασιν ημισείας ώρας, κατά την θέσιν «ποτάμι Παπαναγιώτη» εν τέταρτον άνωθεν της θαλάσσης, υπάρχει λοφίσκος με αρχαίο φρούριον καλούμενον Παληόκαστρον, ένθα φαίνονται ερείπια αρχαίας πόλεως, ήτις πιθανότατα είναι η παλαιά Θαυμακία, ης μνείαν ποιείται ο Σκύλαξ και ην νεώτεροι τοπογράφοι τοποθετούσι παρά το χωρίον Σκίτι». Η συγκεκριμένη πληροφορία έχει καταγραφεί από τον ακούραστο Κώστα Λιάπη στο βιβλίο του για τα «Παλιόκαστρα του Πηλίου» και υπογραμμίζει την ύπαρξη της παραπάνω αρχαιολογικής θέσης. Παλαιότερες μαρτυρίες κάνουν λόγο για «παλιά ξίφη, νομίσματα με παραστάσεις της Αργούς, τάφους με πήλινα αγγεία, πολύτιμους δακτυλιόλιθους» και άλλα σημαντικά ευρήματα.
Το βλέμμα των αρχαιολόγων είναι στραμμένο προς την κατεύθυνση της μελλοντικής έρευνας κι όπως υπογραμμίζει μάλιστα ο αρμόδιος αρχαιολόγος της ΙΓ΄ ΕΠΚΑ «θα μπορούσε ίσως ένας απλός καθαρισμός της πυκνής βλάστησης να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε καλύτερα τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης αρχαίας πόλης, η οποία όταν ανασκαφεί, θα μας δώσει πολύ σημαντικές πληροφορίες για το παρελθόν της, το οποίο ίσως θα μπορούσε να βοηθήσει ως ένα σημαντικό αναπτυξιακό εφαλτήριο, ολόκληρη την περιοχή».
Ειδικότερα, μια σημαντική αρχαιολογική θέση έχει εντοπιστεί, στην περιοχή του Κεραμιδίου, φέρνοντας στο φως μια πόλη με ιστορία χιλιάδων ετών, την οποία αναμένεται να ...
αποκαλύψουν οι μελλοντικές έρευνες της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Σύμφωνα με την άποψη που έχει κατατεθεί, χωρίς να έχει τεκμηριωθεί ωστόσο μέχρι στιγμής από την αρχαιολογική έρευνα, είναι η αρχαία Κασθαναία, η οποία ήκμασε στα κλασικά και ελληνιστικά χρόνια.
Η αρχαία πόλη, που είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από την εποχή του Θεοχάρη, την δεκαετία δηλαδή του ’60, βρίσκεται στην θέση του Αγίου Ιωάννη και εντοπίζεται στον ευρύτερο κόλπο που εκτείνεται από το ακρωτήριο Δερματάς μέχρι το ακρωτήριο Πουρί. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ηρόδοτο, η καταστροφή του στόλου του Ξέρξη «άρχισε από την βραχώδη παραλία της Κασθαναίας». Αναφορά για την ίδια πόλη γίνεται επίσης από τον Στράβωνα, που την θεωρεί «κώμη εξαρτώμενη από την Δημητριάδα» αλλά και τον Ρωμαίο γεωγράφο Πλίνιο, ο οποίος την τοποθετεί, ωστόσο, κοντά στην αρχαία πόλη Σπάλαθρα και στο ακρωτήρι της Σηπιάδος.
Οι εκτιμήσεις των ειδικών συγκλίνουν υπέρ της άποψης ότι οι παλαιότεροι ερευνητές κατόρθωσαν να προσεγγίσουν την αρχαία πόλη, για την οποία, ωστόσο, δεν υπάρχουν αναφορές σχετικές με την πραγματοποίηση αρχαιολογικών ερευνών. Τα ισχυρά τείχη που περιβάλλουν την αρχαία πόλη χρονολογούνται μεταξύ του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ. και κατασκευάστηκαν για να προσφέρουν ασφάλεια στους κατοίκους της. Σε ορισμένα σημεία, το τείχος, το οποίο είναι κατασκευασμένο από γωνιολίθους ασβεστολίθου, σώζεται σε ύψος 4 μέτρων και είναι ευδιάκριτο από μεγάλη απόσταση. Όπως αναφέρει στο σημείο αυτό ο κ. Χαράλαμπος Ιντζεσίλογλου, αρχαιολόγος της ΙΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων «δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής ανασκαφές στην συγκεκριμένη αρχαιολογική θέση. Τα στοιχεία που έχουμε στην διάθεσή μας, προέρχονται κατά βάση από τις μαρτυρίες παλαιότερων ερευνητών, όπως ο Τότζερ και ο Μεζιέρ. Η πρόσβαση στην αρχαία πόλη σήμερα είναι δύσκολη, λόγω του πυκνού δάσους μέσα στο οποίο κρύβεται ολόκληρος ο αρχαίος οικισμός».
Παρά τις δυσκολίες προσέγγισης και εντοπισμού της αρχαίας πόλης, οι περισσότεροι από τους νεότερους ερευνητές και λόγιους περιηγητές θεωρούν ότι η αρχαία Κασθαναία ήταν πιθανότατα χτισμένη στο χώρο του Κεραμιδιώτικου Κάστρου ή έστω δίπλα και νότια, σύμφωνα με την επισήμανση του συγγραφέα Κώστα Λιάπη. «Ο αρχαίος οικισμός δεν έχει ερευνηθεί, με αποτέλεσμα να στηριζόμαστε κυρίως στις γραπτές μαρτυρίες των παλαιότερων, αλλά για να πούμε κάτι καινούργιο, θα πρέπει να σχεδιαστεί να τοπογραφηθεί ο χώρος του Αϊ-Γιάννη στο Κεραμίδι, προκειμένου να δούμε καλύτερα την κάτοψη των τειχών» επισημαίνει ο αρμόδιος αρχαιολόγος.
Στην περιοχή του Πουρίου
Η δεύτερη αρχαιολογική θέση, εντοπίζεται παραλιακά μεταξύ Ζαγοράς και Πουρίου και ονομάζεται Παλιόκαστρο. Η θέση του οικισμού βρίσκεται αρκετά ψηλά. Από την μια πλευρά στο βάθος βρίσκεται το ρέμα «Καλοκαιρινού» και στα δεξιά του πάνω στην κορυφή ενός ψηλού κωνικού λόφου βρίσκεται το Παλιόκαστρο. Ο αρχαίος οικισμός είναι ένας από τους κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους και όπως αναφέρει ο κ. Ιντζεσίλογλου «στην διάρκεια αυτοψίας που πραγματοποίησα στον συγκεκριμένο χώρο, διέκρινα αρχαία ερείπια, υπολείμματα τειχών, οχυρωματικών συγκεκριμένα έργων, τα οποία δεν γνωρίζουμε αν ανήκουν στα αρχαία ή τα Βυζαντινά χρόνια, διότι δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή. Παρά το ότι ήταν κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από τη δεκαετία του 1960 ολόκληρη η πόλη είχε χαθεί μέσα στο πυκνό δάσος που αναπτύχθηκε με την πάροδο του χρόνου και έτσι τον ξαναποκαλύψαμε πριν από ένα χρόνο» προσθέτει ο ίδιος.
Οι μελλοντικές αρχαιολογικές έρευνες εκτιμάται ότι θα δώσουν απαντήσεις σε διάφορα ερωτήματα που ανακύπτουν, σχετικά με τα ίχνη κατοίκησης που έχουν εντοπιστεί στην συγκεκριμένη θέση. Αξίζει να καταγραφεί η επισήμανση «εις απόστασιν ημισείας ώρας, κατά την θέσιν «ποτάμι Παπαναγιώτη» εν τέταρτον άνωθεν της θαλάσσης, υπάρχει λοφίσκος με αρχαίο φρούριον καλούμενον Παληόκαστρον, ένθα φαίνονται ερείπια αρχαίας πόλεως, ήτις πιθανότατα είναι η παλαιά Θαυμακία, ης μνείαν ποιείται ο Σκύλαξ και ην νεώτεροι τοπογράφοι τοποθετούσι παρά το χωρίον Σκίτι». Η συγκεκριμένη πληροφορία έχει καταγραφεί από τον ακούραστο Κώστα Λιάπη στο βιβλίο του για τα «Παλιόκαστρα του Πηλίου» και υπογραμμίζει την ύπαρξη της παραπάνω αρχαιολογικής θέσης. Παλαιότερες μαρτυρίες κάνουν λόγο για «παλιά ξίφη, νομίσματα με παραστάσεις της Αργούς, τάφους με πήλινα αγγεία, πολύτιμους δακτυλιόλιθους» και άλλα σημαντικά ευρήματα.
Το βλέμμα των αρχαιολόγων είναι στραμμένο προς την κατεύθυνση της μελλοντικής έρευνας κι όπως υπογραμμίζει μάλιστα ο αρμόδιος αρχαιολόγος της ΙΓ΄ ΕΠΚΑ «θα μπορούσε ίσως ένας απλός καθαρισμός της πυκνής βλάστησης να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε καλύτερα τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης αρχαίας πόλης, η οποία όταν ανασκαφεί, θα μας δώσει πολύ σημαντικές πληροφορίες για το παρελθόν της, το οποίο ίσως θα μπορούσε να βοηθήσει ως ένα σημαντικό αναπτυξιακό εφαλτήριο, ολόκληρη την περιοχή».
Posted in: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου