Ο Σίσυφος, βασιλιάς της Κορίνθου, ήταν γιος του Αιόλου και της Εναρέτης και εγγονός του Δευκαλίωνα και της Πύρρας Μια μέρα ο Δίας, μεταμορφωμένος σε αετό, έκλεψε την Αίγινα και την πήγε στο ομώνυμο νησί του Σαρωνικού. Ο Ασωπός ζητούσε απεγνωσμένα την κόρη του. Κανένας όμως δεν του μαρτυρούσε το μυστικό. Μόνο ο Σίσυφος του μήνυσε πως μπορούσε να του δώσει την πληροφορία που ήθελε, στην περίπτωση που θα έδινε ως αντάλλαγμα μια πηγή πόσιμου νερού στον Ακροκόρινθο, που ήταν το καταφύγιο των Κορινθίων σε κάθε κίνδυνο. Η πηγή που έδωσε ο Ασωπός στον Ακροκόρινθο ήταν η Άνω Πειρήνη ή Δρακονέρα, γιατί υπήρχαν δύο δράκοι για να την φυλάνε. Ο Δίας όταν ανέβηκε στον Όλυμπο, έστειλε το θάνατο να πάρει το Σίσυφο και να τον οδηγήσει στον Άδη. Ο Σίσυφος παμπόνηρος, ζήτησε από τη γυναίκα του να μην του κάνει θρησκευτικές τελετές. Πήγε λοιπόν στον Άδη, να του ζητήσει να επιστρέψει στη Γη, για να την τιμωρήσει. Ο Πλούτωνας του αρνήθηκε. Τελικά ανέβηκε με τη μεσολάβηση της Περσεφόνης. Όμως δεν τήρησε την υπόσχεσή του και έζησε στην Κόρινθο μέχρι τα γεράματά του. Ο Σίσυφος, προδότης των μυστικών των θεών, τιμωρήθηκε στον Άδη, να κυλά συνεχώς μια μεγάλη πέτρα και να προσπαθεί να την πάει στην κορυφή ενός λόφου. Η τιμωρία αυτή ήταν ατέλειωτη, γιατί η πέτρα πάντοτε του ξέφευγε πριν φτάσει στην κορυφή και έφτανε στους πρόποδες, οπότε πάλι αγωνιζόταν από την αρχή!
Άλλοι μύθοι λένε ότι η τιμωρία του επιβλήθηκε γιατί ήταν ο δολιότερος των ανθρώπων. Ζητούσε διόδια από τους διαβάτες και εκμεταλλευόταν με πανουργία την πλούσια πόλη της Κορίνθου.
Άλλοι μύθοι λένε ότι η τιμωρία του επιβλήθηκε γιατί ήταν ο δολιότερος των ανθρώπων. Ζητούσε διόδια από τους διαβάτες και εκμεταλλευόταν με πανουργία την πλούσια πόλη της Κορίνθου.
Προμηθέας
Βλέποντας την κατάντια του ανθρώπινου γένους και την αδυναμία του απέναντι στη φύση, ο Προμηθέας αποφασίζει να του χαρίσει τη φωτιά. Έτσι, επισκεπτόμενος το εργαστήρι του Ήφαιστου, τοποθετεί τη φωτιά σε ένα κούφιο καλάμι και τη δίνει κρυφά στους ανθρώπους. Ως τόπος παράδοσης της φωτιάς αναφέρεται η πόλη Σικυώνα της Πελοποννήσου. Ο Προμηθέας έμαθε τους ανθρώπους να χειρίζονται τη φωτιά, να δημιουργούν εργαλεία και τους έμαθε τις Επιστήμες (που έκλεψε από την Αθηνά) και τα Γράμματα. Για να γλυτώσει την ανθρωπότητα από το μένος των θεών, την έμαθε να τους λατρεύει και να τους κάνει θυσίες.
Ο Δίας θέλοντας να τιμωρήσει τους ανθρώπους, που έγιναν κακοί και άδικοι, και τον Προμηθέα, βρίσκει ευκαιρία να προκαλέσει κατακλυσμό. Η αιτία ήταν οι γιοί του Λυκάονα, απόγονοι του Πελασγού. Επισκεπτόμενος τους γιους του Λυκάονα, μεταμφιεσμένος σε ταξιδιώτη, του προσφέρθηκε ως φίλεμα μια σούπα φτιαγμένη από τα μέλη του σκοτωμένου αδελφού τους, του Νύκτιμου. Εξοργισμένος τους μετατρέπει σε λύκους και ανασταίνει τον Νύκτιμο. Αποφασίζει να εξαφανίσει την ανθρωπότητα (Χάλκινο Γένος). Ο Προμηθέας ενημερώνει τον γιο του Δευκαλίωνα, βασιλιά της Φθίας, για τις βουλές του Δία και τον προτρέπει να φτιάξει μια κιβωτό (λάρνακα), να την γεμίσει με εφόδια και ζώα και να μείνει μέσα μαζί με την γυναίκα του Πύρρα, κόρη του Επιμηθέα. Πράγματι όταν έγινε ο Κατακλυσμός, σώθηκε ο Δευκαλίωνας με την Πύρρα που δημιούργησαν το Γένος των Ηρώων (Τέταρτο Γένος) και την ανθρωπότητα
Φυσικά, αυτό εξόργισε τον Δία ο οποίος έδεσε τον Προμηθέα σε βράχια, στο όρος Καύκασο, και έβαλε έναν αετό να του τρώει το συκώτι κάθε πρωί. Επειδή ο Προμηθέας ήταν αθάνατος, κάθε βράδυ τα σπλάχνα του γιατρεύονταν. Στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου, μαθαίνουμε τη στάση του Τιτάνα απέναντι στην τιμωρία του και το μυστικό που κρατούσε από τον Δία. Τελικά ο Προμηθέας αποκαλύπτει το μυστικό που αφορούσε την Θέτιδα, την οποία ποθούσε ο Δίας, σε αντάλλαγμα την απελευθέρωσή του. Πράγματι περνώντας από τον Καύκασο ο Ηρακλής, με κατεύθυνση τη Χώρα των Εσπερίδων, σκοτώνει τον αετό και σπάει τις αλυσίδες του Ήφαιστου. Ο Προμηθέας, από ευγνωμοσύνη προς τον ημίθεο, του λέει πως θα πάρει τα Χρυσά Μήλα. Όμως ο Προμηθέας ήταν Τιτάνας και δεν μπορούσε να κατοικήσει τα δώματα του Ολύμπου. Η λύση δόθηκε από τον Κένταυρο Χείρωνα. Ο Χείρωνας τραυματίστηκε κατά λάθος από βέλος του Ηρακλή, το οποίο είχε ποτιστεί με το δηλητηριώδες αίμα της Λερναίας Ύδρας. Το αίμα αυτό σκότωνε οτιδήποτε ζωντανό άγγιζε.
Ο Χείρων επειδή ήταν αθάνατος, βασανιζόταν φρικτά από την πληγή που του έκανε το βέλος. Έτσι ζήτησε από τον Δία να δώσει την αθανασία του σε κάποιον άλλον, ώστε να πεθάνει και να λυτρωθεί από τους πόνους. Με αυτήν την αίτηση, η αθανασία του Κένταυρου Χείρωνα δόθηκε στον Προμηθέα.
Γλαύκος
Ο Γλαύκος ήταν ήρωας της Κορίνθου. Τον θεωρούσαν επίσης ως θαλασσινή θεότητα. Ο Γλαύκος, γιος του Σίσυφου και της Μερόπης, έγινε βασιλιάς της Κορίνθου μετά τον πατέρα του. Κατά τη μυθολογία, αγαπούσε πολύ τα άλογα και για να κερδίζουν στους αγώνες τα τάιζε με ανθρώπινες σάρκες. Ο Γλαύκος ήταν νικητής σε όλους σχεδόν τους αγώνες ιπποδρομίας, σε όλη την Ελλάδα. Στους νεκρικούς αγώνες που έγιναν στη μνήμη του Πελία, ο Γλαύκος νικήθηκε και τα άλογά του τον κατασπάραξαν. Αυτή ήταν η τιμωρία του από την Αφροδίτη, επειδή έτσι όπως ήταν αφοσιωμένος στα άλογά του, δεν την τιμούσε αρκετά.
Γαλινθιάδα
Όταν επρόκειτο η Αλκμήνη να γεννήσει τον Ηρακλή, η Ειλείθυια και οι Μοίρες, οι θεότητες του τοκετού, ύστερα από εντολή της Ήρας την παρεμπόδιζαν και δεν της επέτρεπαν να γεννήσει, κρατώντας σταυρωμένα τα χέρια τους. Ο "δεσμός", τα πλεγμένα χέρια της Ειλείθυιας και των Μοιρών, αποτελούσε εμπόδιο, "δέσιμο", της γέννας. Εννιά μέρες και νύχτες εμπόδιζαν με τα ξόρκια τους τη γέννηση του Ηρακλή. Τότε η Γαλινθιάδα, από τη στενοχώρια της για το μαρτύριο της Αλκμήνης, εξαπάτησε τις θεές λέγοντάς τους ότι η Αλκμήνη είχε φέρει στον κόσμο ένα αγόρι ύστερα από εντολή του Δία. Εκείνες γεμάτες τρόμο, και αγανάκτηση, επειδή νόμιζαν πως είχαν περιφρονηθεί, εγκατέλειψαν τη στάση που "έδενε" την Αλκμήνη και τότε εκείνη γέννησε αμέσως τον Ηρακλή. Οι θεές εκδικήθηκαν τη Γαλινθιάδα που τις εξαπάτησε και τη μεταμόρφωσαν σε νυφίτσα. Η Εκάτη τη λυπήθηκε και την έκανε ακόλουθο και ιερό ζώο της. Ο Ηρακλής, όταν μεγάλωσε, έχτισε ένα ιερό κοντά του στο σπίτι του προς τιμή της και της πρόσφερε θυσία. Οι Θηβαίοι γιόρταζαν τα Γαλινθιάδια προς τιμή της και θυσίαζαν πάντα σε αυτήν μια μέρα πριν τη γιορτή του Ηρακλή.
Αράχνη
Η Αράχνη ήταν κόρη του Ίδμονα και της Κολοφωνά, κατοικούσε στην πόλη της Λυδίας. Η υφαντική της τέχνης ήταν τόσο ξακουστή ώστε ακόμα και οι Νύμφες πήγαιναν για να θαυμάσουν τα έργα της. 'Ολοι πίστευαν πως η Αράχνη είχε διδαχθεί την τέχνη της από τη θεά Αθηνά. Εκείνη όμως το αρνιόταν και προκάλεσε μάλιστα τη θεά σε διαγωνισμό για να φανεί ποια υφαίνει καλύτερα. Η Αθηνά στο υφαντό της απεικόνιζε τη διαμάχη της με τον Ποσειδώνα για την Αθήνα, ενώ η Αράχνη στο υφαντό της περιγελούσε τα ερωτικά κατορθώματα των θεών του Ολύμπου. η Αθηνά πήρε το υφαντό της Αράχνης στα χέρια της και προσπάθησε να του βρει ψεγάδια. Όταν δεν κατάφερε να του βρει κάποιο ελάττωμα Οργισμένη η Αθηνά και τυφλωμένη από ζήλια έσκισε το υφαντό της. Η Αράχνη από ντροπή για την προσβολή που της έγινε επιχείρησε να κρεμαστεί, η Αθηνά όμως δεν την άφησε να πεθάνει την μεταμόρφωσε στο γνωστό έντομο και την καταράστηκε να είναι πάντα κρεμασμένη καθώς θα εξασκεί την παλιά της τέχνη.
Μινυάδες
Στην ελληνική μυθολογία Μινυάδες ονομάζονταν συλλογικά οι τρεις κόρες του βασιλιά του Ορχομενού Μινύα, οι οποίες είχαν τα ιδιαίτερα ονόματα Αλκοθόη, Αρσίππη και Λευκίππη. Ο σχετικός με αυτές μύθος έχει πολλές παραλλαγές, αλλά το κοινό στοιχείο είναι ότι σε κάποια εορτή του Διονύσου οι Μινυάδες έμεναν στο σπίτι τους κλώθοντας και υφαίνοντας, ενώ οι γυναίκες του Ορχομενού (ή των Θηβών) έτρεχαν στα βουνά για να λατρέψουν τον θεό. Για την περιφρόνησή τους προς τη λατρεία του, ο Διόνυσος τιμώρησε τις Μινυάδες: Τους ενέβαλε τρέλα (μανία) ώστε να δουν τους εαυτούς τους τυλιγμένους από κισσό και αμπελόφυλλα, ενώ από τη στέγη έσταζε πάνω τους κρασί και γάλα. Μυστηριώδη φώτα φάνηκαν στις αίθουσες των ανακτόρων του Ορχομενού, ενώ ακούστηκαν φωνές από άγρια ζώα και ήχοι από αυλούς και τύμπανα. Μετά από αυτά, οι Μινυάδες άρπαξαν τον μικρό Ίππασο, γιο της Λευκίππης, και τον καταξέσκισαν γιατί τον πέρασαν για μικρό ελαφάκι. Τελικά στεφανώθηκαν με κισσούς και έτρεξαν να συναντήσουν τις άλλες γυναίκες που εόρταζαν στα βουνά. Σύμφωνα με μία εκδοχή, μεταμορφώθηκαν σε νυχτερίδες.
Άτλας
Φλεγύας
Γιος του Άρη και της Χρύσης. Μυθικός πρόγονος των Φλεγύων, λαού Θεσσαλικού. Ο Ιξίονας, η Κορωνίδα και η Γυρτώνη ήταν παιδιά του. Όταν πληροφορήθηκε ότι η Κορωνίδα περίμενε παιδί από τον Απόλλωνα, οργίστηκε και προσπάθησε να καταστρέψει τον ναό του θεού στους Δελφούς. Σύμφωνα με μια εκδοχή κατατοξεύθηκε από τον Απόλλωνα. Κατ’ άλλη εκδοχή καταδικάστηκε να τον ρίξουν στον Τάρταρο, όπου πάνω από το κεφάλι του κρέμεται αιώνια ένας πελώριος βράχος.
Τάνταλος
Ο Τάνταλος φέρονταν ως Βασιλιάς της Φρυγίας με έδρα την Σίπυλο. Ήταν γιος του Δία ή του Τμώλου και της Πλουτούς, πατέρας της Νιόβης του Πέλοπα και του Βραττέα. Ο Τάνταλος λοιπόν ως γιος της Πλουτούς (της αφθονίας) έφθασε να θεωρείται φίλος και ομοτράπεζος των Ολύμπιων Θεών όπου εκ της απληστίας του υπέκλεψε νέκταρ και αμβροσία που μετέφερε στ΄ ανάκτορό του. Παράλληλα δε προσπάθησε να μεταδώσει μυστικά των Θεών στους ανθρώπους. Εκείνο όμως που αποτέλεσε το φρικαλέο των πράξεών του ήταν που ήθελε να διαπιστώσει αν οι Ολύμπιοι θεοί θα μπορούσαν να εξαπατηθούν. Για τον σκοπό αυτό έφθασε στο σημείο να σφάξει τον πρωτότοκο γιο του και να τον προσφέρει σε γεύμα σ΄ αυτούς. Λέγεται πως μόνο η θεά Δήμητρα απορροφημένη στη θλίψη της από την απώλεια της κόρης της Περσεφόνης έφαγε τμήμα από τον βραχίονα του παιδιού, οι δε άλλοι θεοί που αντελήφθησαν το ανούσιο έγκλημα του παιδοκτόνου Ταντάλου, ανάστησαν τον Πέλοπα, αποκατέστησαν τον ακρωτηριασμό του και τιμώρησαν τον πατέρα του σε αιώνια καταδίκη.
Σύμφωνα με τον Όμηρο η επιβληθείσα θεία και αιώνια καταδίκη του ήταν η ακόλουθη: Αφού κεραυνοβολήθηκε από τον πατέρα των θεών Δία κατήλθε στον Άδη όπου κατ΄ εντολή των θεών, τοποθετήθηκε σε λάκκο γεμάτο νερό κάτω ακριβώς από κλαδιά δένδρων κατάφορτων με ποικίλους καρπούς. Πεινώντας όμως και διψώντας αφόρητα μόλις άπλωνε το χέρι του να κόψει καρπούς οι κλάδοι ανέρχονταν αμέσως σε μεγάλο ύψος, όταν δε, έσκυβε να πιει νερό αυτό εξαφανιζόταν ή απομακρύνονταν από τα πόδια του. Η θεία και αιώνια αυτή τιμωρία έμεινε περισσότερο γνωστή ως ''μαρτύριο του Ταντάλου''.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου