Ο Αετός είναι ένα από τα πολλά χωριά της πατρίδας μας που έχουν χαρακτηριστεί Μαρτυρικά. Η ιστορική του διαδρομή διέρχεται αιώνες αγώνων δόξας μα και καταστροφών. Είναι γνωστό ότι στη θέση του Αετού υπήρχε αρχαίο πόλισμα και μάλιστα κατά την Προϊστορική εποχή. Τούτο μαρτυρούν τα σωζόμενα μέχρι σήμερα, στο κάτω μέρος του χωριού, Κυκλώπεια τείχη, υστεροελλαδικής εποχής (1580—1120 π. Χ.), μήκους 1000 μέτρων περίπου. Στη περιοχή του Αετού υπάρχουν αρκετά τεκμήρια ζωής κατά τους Ιστορικούς χρόνους, με συνέχεια, από την υστερομυκηναϊκή εποχή και κάτω, ως τη Βυζαντινή, τη Ενετοκρατία και την Τουρκοκρατία. Εντός δε του Ναΐσκου της Θεοτόκου (κτίσμα περίπου του 600 μ.Χ.) στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου (κτίσμα του 1827) υπάρχουν ,εκτός των αγιογραφιών βυζαντινής τέχνης, των οποίων έχουν καταστρέψει τους οφθαλμούς τα ξίφη των Τούρκων και τρεις σπόνδυλοι κιόνων από λευκό μάρμαρο αρχαιότατης εποχής.
Από τους μεσαιωνικούς χρόνους, λόγω γεωγραφικής θέσης και μορφολογίας του εδάφους ο Αετός, με το Φράγκικο κάστρο του το σημερινό ερειπωμένο Παλιόκαστρο, χρησίμευε ως φυσικό οχυρό μεγάλης στρατηγικής σημασίας κι έδωσε το παρόν και το προβάδισμα στους μεγάλους Εθνικούς αγώνες με πολλές θυσίες. Περίπου το 1385 ο Αετός αναφέρεται σαν μια από τις πιο σημαντικές πόλεις της Μεσσηνίας στην περίοδο της Φραγκοκρατίας. Είχε συνοικισμούς στις πρόποδες της Πύλας , όπου και η σημερινή του θέση, στο Λόπεσι ,στο Παληοχώρι και σε άλλα μέρη όπου υπήρχε νερό.
Την εποχή των Παλαιολόγων στο Μιστρά έγινε μεταφορά και εγκατάσταση Αλβανόφωνων πληθυσμών στη Μάνη και στην Τριφυλία. Στην Τριφυλία εγκαταστάθηκαν στα Σουλιμοχώρια ,εξελληνίσθηκαν, έζησαν ειρηνικά στην αρχή με τους Παλαιολόγους και προσέφεραν τα μέγιστα αργότερα στην υπόθεση της Ελληνικής Επανάστασης. Μετά την άλωση της Πόλης ο Πρίγκιπας του Βυζαντίου Μανουήλ Κατακουζηνός καταφεύγει στην Πελοπόννησο και συγκεντρώνει 30.000 στρατιώτες, έχοντας μαζί του και τους Χριστιανούς Αρβανίτες της Τριφυλίας ,υπό τον Πέτρο Μπούα και αυτοανακηρύσσεται Δεσπότης του Μιστρά. Οι αδελφοί του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου Θωμάς και Δημήτριος δεν μπορούν να τον αντιμετωπίσουν έχοντες φιλονικία μεταξύ τους για τον ανύπαρκτο θρόνο της Βασιλεύουσας και καλούν σε βοήθεια τον Σουλτάνο Μωάμεθ ,ο οποίος στέλνει στην Πελοπόννησο τον φοβερό Τουραχάν. Τον Οκτώβριο του 1454 δεν είχε ακόμα περάσει ενάμισι έτος από την άλωση της Πόλης και στον Αετό στη θέση Πλατανάκια συγκροτείται ηρωική και πεισματώδης μάχη με αντιπάλους το φοβερό Τούρκο στρατηγό Τουραχάν και τον Πέτρο Μπούα. Η μάχη κράτησε πολλές ώρες ,με μεγάλες απώλειες και από τις δύο πλευρές. Ο Τουραχάν νικά, παίρνει χίλιους αιχμαλώτους από Ιθώμη και Αετό , τον οποίο και κατακαίει. Ο Γεώργιος Φραντζής ή Σφραντζής, που υπήρξε Μέγας Λογοθέτης (Μέγας Αξιωματούχος) του Βυζαντίου και ιστορικός, στο Χρονικό της Αλώσεως μεταξύ άλλων αναφέρει για τις βαρβαρότητες του Τουραχάν:
«Αυτός ελθών εν μέσω τόπου, τα μεν ηχμαλώτισε, τα δε ηφάνισε και εξέπρησεν, εξαιρέτως δε την Άκοβαν, τον Αετόν και τα Πενταχύρια».Έχουμε εδώ την πρώτη καταστροφή του Αετού από τους Τούρκους.
Ύστερα από 193 χρόνια ,στα 1647, ο Αετός και η γειτονική Βυδίσοβα καταστράφηκαν πάλι από τους Τούρκους. Οι Ενετοί εκμεταλλεύθηκαν τον άσβεστο πόθο των Ελλήνων για την απαλλαγή τους από την Τουρκική τυραννία και ξεσήκωσαν τους Μεσσήνιους και ιδιαιτέρως τους Τριφύλιους κατά των Τούρκων. Αυτό έγινε κατά την διάρκεια του πολέμου των Ενετών προς τους Τούρκους (1645 — 1669) για την κατοχή της Κρήτης.Προς αντιπερισπασμό στους Τούρκους οι Ενετοί υποκίνησαν δύο εξεγέρσεις στην ορεινή Τριφυλία. Αυτή που έγινε το 1647 από τους Αλβανοφώνους και ντόπιους της ορεινής Τριφυλίας είχε σαν αποτέλεσμα οι οικίες των Τούρκων να υποστούν μεγάλες ζημιές και λεηλασίες. Απέτυχε όμως αυτή η εξέγερση, με τους Ενετούς να εγκαταλείπουν ανυπεράσπιστους τους ντόπιους πληθυσμούς στο έλεος των Τούρκων. Επακολούθησε η άγρια εκδίκηση των Τούρκων. Ολόκληρη η περιοχή της ορεινής Τριφυλίας παραδόθηκε στο πυρ και τον σίδηρο. Τότε πυρπολήθηκε το Ρουπάκι το χωριό των προγόνων των Κολοκοτρωναίων (των Τσεργίνηδων),η Κοπρινίτσα, το Λόπεσι και ο Αετός.
Στο μεσοδιάστημα από το 1647 μέχρι το 1821 ο Αετός ανέδειξε αξιόλογους κλεφταρματολούς. Πρώτος και καλύτερος ο Γιώργος Μπέλκος ,ο αδελφός του Σταματέλλος (Κουτσοσταματέλλος) ,ο Στρατηγός Μήτρος Αναστασόπουλος ,ο Θεόδωρος Αναστασόπουλος, ο Αναγνώστης Γκότσης (έπεσε στο Μανιάκι),ο Κωνσταντής Γκότσης, ο Γεώργιος Γκότσης ,ο Χιλίαρχος Λυμπέρης Δημητρακόπουλος κ.α. Από το 1836 ο Αετός έγινε έδρα του δήμου Αετού στον οποίο εντάχθηκαν και τα χωριά Βυδίσοβα (Δροσοπηγή), Μαλίκι (Πολυθέα), Βαρυμπόπι (Μοναστήρι), Σαρακηνάδα (Κρυονέρι), Μποντιά (Μάλθη), με πρώτο Δήμαρχο τον οπλαρχηγό προεστό και βουλευτή Γιώργο Γκότση.
Στα επόμενα χρόνια ο Αετός αναπτύσσεται και είναι το κέντρο της περιοχής των Κοντοβουνίων αριθμώντας περίπου τους 2500 κατοίκους με Ειρηνοδικείο ,Ταχυδρομείο, Σταθμό Χωροφυλακής και όλα τα απαραίτητα επαγγέλματα που είναι χρήσιμα στη ζωή μιας κωμόπολης.
Μετά την νικηφόρα πορεία του λαού μας στο πόλεμο του 1940, τον Ιούνιο 1941 ο νικημένος Ιταλικός στρατός έφθασε στην επαρχία Τριφυλίας, σαν καταχτητής τώρα. Στην ορεινή Τριφυλία λίγες ήσαν οι Ιταλικές δυνάμεις. Περί τους 150 άνδρες εγκαταστάθηκαν στο κέντρο της ορεινής Τριφυλίας το Κοπανάκι.
Οι Γερμανοί κατασκεύασαν οχυρά και τοποθέτησαν βαρύ πυροβολικό βορειοανατολικά κοντά στην Κυπαρισσία στην περιοχή του χωρίου Ράχες, με το οποίο όπως θα δούμε κανονιοβόλησαν τον Αετό. Οι Ιταλοί, από τις πρώτες ημέρες, έβαλαν υπό τον έλεγχό τους όλες τις Ελληνικές αρχές, δικαστικές, αστυνομικές, διοικητικές και τα αρχεία τους ήσαν πάντοτε στη διάθεση τους.
Έτσι, μέσα σε λίγες ήμερες η επαρχία Τριφυλίας βρέθηκε διοικητικά κάτω από την κυριαρχία του Ιταλικού στρατού κατοχής.
Κατά την απογραφή του 1940 η Τριφυλία είχε περίπου 62.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 20.500 περίπου ήσαν κάτοικοι στο ορεινό τμήμα της. Στις πλαγιές των βουνών οι κάτοικοι της ορεινής Τριφυλίας προσπαθούν να καλλιεργήσουν δημητριακά λάδι και σταφίδα. Πιο αποδοτική φυσικά ήταν η κτηνοτροφία. Στον Αετό στα μικρά πεζούλια φυτεύουν κρεμμύδια και άλλα κηπευτικά με το ευλογημένο νερό του κεφαλόβρυσου.
Κατά την Εθνική Αντίσταση εναντίον των Ιταλογερμανών κατακτητών 1941-1944 ο Αετός συμμετέχει ενεργά σε αντιστασιακές οργανώσεις ,σχεδόν με ολόκληρο τον πληθυσμό του, που μετέχει από ενωρίς στην ιδέα της λευτεριάς της πατρίδας με τις τριάδες που σχηματίζουν στα πρότυπα της Φιλικής Εταιρείας, στη «Νέα Φιλική Εταιρεία». Η ΝΦΕ ιδρύθηκε αρχές Ιουλίου 1941.Το πρόγραμμά της ήταν αντιστασιακό, και στηριζόταν στη θέληση όλου του λαού για λευτεριά. Η ΝΦΕ της ορεινής Τριφυλίας ιδρύθηκε κι' αυτή τον Ιούλιο του 1941, σε σύσκεψη πού έγινε σ' ένα σταφιδόσπιτο του Αετού κοντά στο Κοπανάκι. Οι σκοποί της ήταν καθαρά εθνικοί, πατριωτικοί και απελευθερωτικοί. Αγώνας κατά των καταχτητών με όλα τα μέσα και μέχρι την ένοπλη σύγκρουση. Στον αγώνα αυτό είχαν το δικαίωμα άλλά και το καθήκον να πάρουν μέρος όλοι οι Έλληνες, γιατί όλους τους βάραινε η σκλαβιά και όλοι ποθούσαν την ελευθερία. Η ΝΦΕ ήταν οργάνωση Εθνική, πάνω από κομματικές, πολιτικές και πολιτειακές πεποιθήσεις. Ένα ήταν το κριτήριο για να γίνει ο καθένας μέλος της ΝΦΕ: η θέληση να αγωνιστεί κατά των κατακτητών, για τη λευτεριά της σκλαβωμένης πατρίδας.
Στις αρχές ο τρόπος μύησης των μελών στην οργάνωση ήταν συνωμοτικός σε τριάδες, η μία τριάδα να μη γνωρίζει τα μέλη της άλλης. Όταν σχηματιζόταν μια τριάδα γινόταν κοινή συνεδρίαση και των τριών μελών της αναλυόταν με πολλές λεπτομέρειες το πρόγραμμα και οι σκοποί της Ν.Φ.Ε. και στο τέλος ο καθένας αναλάμβανε το καθήκον να σχηματίσει άλλη τριάδα χωρίς να αποκαλύψει την ύπαρξη της τριάδας πού ανήκε. Με ιδιαίτερο ενθουσιασμό δέχονταν όλοι να μπουν στη Ν.Φ.Ε. για να αναμετρηθούν και πάλι με τους Ιταλούς. Σε 3 - 4 μήνες όλα σχεδόν τα χωριά δέθηκαν με το μυστικό της οργάνωσης και η ΝΦΕ υπάρχει στα πιο πολλά χωριά της ορεινής Τριφυλίας. Φυσικά πρώτος σε τριάδες είναι ο Αετός, ακολουθεί η Αυλώνα, το Βασιλικό, το Ψάρι, το Σιδηρόκαστρο, το Κοπανάκι, το Πιτσά και τα άλλα χωριά. Στο διάστημα Σεπτέμβρη 1941 - Γενάρη 1942 όλες οι αντιστασιακές οργανώσεις του τύπου της ΝΦΕ, επώνυμες και ανώνυμες, προσχώρησαν στο ΕΑΜ. Το τμήμα της ΝΦΕ ορεινής Τριφυλίας προσχώρησε την Κυριακή 25 Γενάρη 1942.
Από τις αρχές του Μάη του 1942 άρχισε ο αγώνας κατά της φορολογίας των αγροτικών προϊόντων πού έκαιγε όλους τους κατοίκους οργανωμένους στο ΕΑΜ ή όχι ,καθώς και της πάταξης της ζωοκλοπής που είχε σαν θύματα σχεδόν ολόκληρο τον πληθυσμό. Την περίοδο αυτή ο Αετός πληρώνει με το αίμα του Νικολή Λόντου ,ενός παλικαριού πρωτοπόρου της Αντίστασης. Τον Λόντο καταδικάζει σε θάνατο και τον εκτελεί το στρατοδικείο των Ιταλών.
Μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας οι αντάρτες πήραν την απόφαση να κατέβουν στην Πεδινή Τριφυλία, στα Αστικά Κέντρα (Κυπαρισσία, Φιλιατρά, Γαργαλιάνους, Πύλο) και να αφοπλίσουν τους 2500 εκεί Ιταλούς. Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 1943 κλιμάκιο ανταρτών 80-90 ανδρών,2 διμοιρίες του 9-ου συντάγματος, ερχόμενο από το Δυρράχι της Αρκαδίας και κατευθυνόμενο προς Φιλιατρά και Χώρα βρισκόταν στον Αετό με αρχηγό τον Ναπολέοντα Παπαγιαννόπουλο. Στον Αετό οι αντάρτες έφθασαν, ύστερα από πορεία πολλών ωρών, μετά τα μεσάνυχτα. Παρέμειναν το πρωινό της Παρασκευής, έως να ετοιμασθεί πρόχειρο φαγητό να φάνε και να φύγουν. Οι θερμές εκδηλώσεις των κατοίκων και ο διάχυτος ενθουσιασμός, ύστερα από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, προμήνυμα της λευτεριάς ,καθυστέρησαν την αναχώρηση τους. Ο σύνδεσμος των ανταρτών τους ειδοποιεί ότι έρχονται περίπου 14 Γερμανοί με ποδήλατα στον Αετό.
Η ομάδα των Γερμανών στρατιωτών φθάνει στον Αετό για να ζητήσει να πάρει τρόφιμα από την Κοινότητα. Προερχόταν από το γερμανικό κινητό τάγμα του Δωρίου, το οποίο δεν είχε τακτική επιμελητεία και εξαναγκαζόταν να προμηθεύεται κατά διαστήματα τρόφιμα από τις Κοινότητες των γειτονικών του Δωρίου χωριών.
Λέγεται ακόμα πως οι Γερμανοί, για να μην ενθαρρυνθούν οι Έλληνες από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, έκαναν επίδειξη δυνάμεως κινητοποιώντας μικρές στρατιωτικές ομάδες στα χωριά απ' όπου περνούσαν αντάρτες. Έγινε σύσκεψη των ανταρτών στου Παπαγιάννη το σπίτι με παρόντες και τους τοπικούς αρχηγούς των ανταρτών για το αν έπρεπε να χτυπηθούν οι Γερμανοί στο χωριό φοβούμενοι τα αντίποινα. Αποφασίζουν να χτυπήσουν τους Γερμανούς που είχαν μπει σε μια ταβέρνα του χωριού. Διατάχτηκε μια ομάδα ελασίτες με ομαδάρχη τον Αετοβουναίο λοχία Πανάγο Καζάντζα να μπλοκάρει και να εξοντώσει τους Γερμανούς μέσα στην ταβέρνα. Τα αλλά τμήματα κινήθηκαν να πιάσουν θέσεις στις άκρες του χωριού και κατά μήκος του κεντρικού δρόμου.
Μα οι Γερμανοί, ώσπου να φθάσει ο Καζάντζας, είχαν αφήσει την ταβέρνα. Μια ομάδα τους προχώρησε προς το Μαλίκι και οι άλλοι έμειναν στον Αετό. Η εμπλοκή των ανταρτών με τους Γερμανούς έγινε στο σπίτι του Καζάντζα (Περιστέρως) με τον Πανάγο Καζάντζα να αρχίζει την μάχη με το περίστροφο καθότι το αυτόματό του έπαθε εμπλοκή. Στη σύγκρουση οι αντάρτες δεν είχαν καμιά απώλεια. Οι Γερμανοί μέτρησαν στο παθητικό τους 3 νεκρούς, 2 τραυματίες και 7 αιχμαλώτους, ενώ 2 πρόφθασαν να φύγουν. Οι 7 με τον επικεφαλής τους υπολοχαγό, που πιάστηκαν αιχμάλωτοι, μεταφέρθηκαν στο χωριό Σελλά με τον οπλισμό τους και τα ποδήλατα, με τα οποία είχαν ανέβει στον Αετό.
Οι Γερμανοί κατακτητές, όπως συνέβαινε σε παρόμοια περιστατικά σε ολόκληρη την Ελλάδα το 1943, εφάρμοσαν σκληρά και απάνθρωπα αντίποινα σε βάρος των αόπλων κατοίκων του Αετού. Στις 11 Σεπτέμβρη ημέρα Σάββατο και ώρα 7π.μ. τέσσερις Γερμανικές πυροβολαρχίες ,δύο από το Σανοβά μία από το Δώριο και μία από τις Ράχες, βομβαρδίζουν τον Αετό. Ακόμη ένα Γερμανικό σύνταγμα συνοδευόμενο με οκτώ άρματα μάχης μετά το βομβαρδισμό καταφθάνει στον Αετό σε παράταξη μάχης και με τη χρήση εύφλεκτης σκόνης βάζει φωτιά και κατακαίει όλα σχεδόν τα σπίτια του χωριού. Οι κάτοικοι άοπλοι, απροστάτευτοι, άυπνοι, νηστικοί και ρημαγμένοι, ασθμαίνοντας παίρνουν των ομματίων τους πανικόβλητοι για τα βουνά. Μερικοί υπερήλικες, αδύνατοι να τρέξουν, παρέμειναν στα σπίτια, για να βρουν λίγο αργότερα μαρτυρικό θάνατο από τους Γερμανούς ναζί. Το πεζικό των Γερμανών φθάνει στον Αετό και επιδίδεται σε λεηλασίες και αφανισμούς. Ουρλιάζει, κλωτσοπατεί, χτυπά αλύπητα με υποκόπανους όσους βρίσκει μπροστά του, βασανίζει απάνθρωπα, σκοτώνει. Οι άμαχοι έχουν βγει όλοι έξω από τα σπίτια τους με ότι πρόλαβαν να πάρουν από ρούχα και τρόφιμα. Οι άνδρες έχουν διασκορπιστεί στα βουνά και στα διπλανά χωριά, καθώς και μερικοί άμαχοι. Όσοι από τους αμάχους δεν πρόλαβαν να διαφύγουν τους συγκέντρωσαν έξω από το δημοτικό σχολείο σκοπεύοντάς τους με οπλοπολυβόλα. Άρχισαν τις ανακρίσεις για την ανεύρεση των σωρών των σκοτωμένων Γερμανών ενώ παράλληλα λεηλατούσαν τα έρημα σπίτια του χωριού. Εφτά μεγάλα φορτηγά αυτοκίνητα υπερφορτώνονται με λάφυρα και ξεφορτώνονται στο Δώριο, για να σταλούν στη Γερμανία σαν λάφυρα πολέμου. Αρπάζονται μεταφορικά ζώα και ζώα σφαγής. Εξειδικευμένες και οργανωμένες για εμπρησμούς ομάδες, μετά τη λεηλασία των σπιτιών εκσφενδόνιζαν με ειδικά πιστόλια στο εσωτερικό κάθε σπιτιού μια άσπρη εύφλεκτη σκόνη, την πυροβολούσαν και αφού έπαιρνε φωτιά ολόκληρο το σπίτι γινόταν παρανάλωμα. Σπίτια, καταστήματα, δημόσια γραφεία, σχολεία, εκτός των εκκλησιών και μικρού αριθμού σπιτιών, έγιναν στάχτη. Το χωριό που πριν λίγες ημέρες έσφυζε από ζωή, είναι κρανίου τόπος. Εκεί όπου κυλούσαν τα γάργαρα νερά και γλυκοκελαϊδούσαν τα πουλιά, εκεί όπου φυσούσε απαλά το δροσερό αεράκι γεμίζοντας την ατμόσφαιρα από αρώματα βασιλικού, μόσκου, γαρυφαλλιάς και τσετσεκιάς (καντιφέ) και την ψυχή από τη γλυκεία της λευτεριάς ελπίδα, είχε μέσα σε μια ημέρα μεταβληθεί σε κολαστήριο του Δάντη.
Σκοτώθηκαν εκείνη τη φοβερή ημέρα οι κάτοικοι Αετού: 1) Θεόδωρος Καζάντζας (Κοκώνης) του Κωνσταντίνου, Εισπράκτορας του Δημοσίου Ταμείου Τριφυλίας. 2) Μήτρος Ρέμπελος (Μητρογληγόρης) του Γρηγορίου. Με τις διόπτρες τους είδαν να κινούνται και τους έρριξαν με πυροβόλο όπλο. 3) Αλέξιος Γκότσης (Προκόπης) του Δημητρίου. Τον σκότωσαν μπρος στα μάτια της αδελφής του, που απ' εκείνη τη στιγμή έχασε τη μνήμη της από το ισχυρό σοκ. Διάτρητος από σφαίρες βρέθηκε έξω από την ανατολική πόρτα του πατρικού του σπιτιού, που το έκαψαν. 4) Κωνσταντίνος Χαϊμανάς (Γυφτογεωργακάς) του Γεωργίου. Τον σκότωσαν κι αυτόν εν ψυχρώ. Ήταν κεντημένος κυριολεκτικά από σφαίρες.
Έκαψαν ζωντανούς τους:
1) Γεώργιο Γεωργιλά του Θεοδώρου, 2) τον τυφλό Κωνσταντίνο Γκότση (Κόρο) του Πανάγου και 3) τον Γεώργιο Χαϊμανά (Γεωρηγιαννή) του Ιωάννου, πρωτοξάδερφο του προηγουμένου Χαϊμανά.
Την ίδια μέρα στα γειτονικά χωριά εκτελούν τους: Κατσιάρα Κωνσταντίνο ,Πετρόπουλο Μήτσο ,Δημητροπούλου Γιαννούλα και τον 20-χρονο Μανωλόπουλο Νικόλαο.
Όλοι, μικροί μεγάλοι, υπήρξαν θύματα εκείνης της ολέθριας καταστροφής. Έμειναν ανέστιοι, με ότι φορούσαν και με την ψυχή κομματιασμένη. Μπροστά σε λοφίσκους στάχτης και ερειπίων θρηνήσανε πικρά τα αθώα νεκρά θύματα, το χαμένο βίος τους και το αβέβαιο μέλλον, που διαγραφόταν ζοφερό. Μείνανε γυμνοί, κρυώσανε, πεινάσανε, αρρωστήσανε. Η κρατική βοήθεια ήταν ανύπαρκτη τότε. Ουσιαστικά μηδαμινή και απλώς συμβολική ήταν η βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Ο Ερυθρός Σταυρός έδωσε ένα σακί αλεύρι ,δέκα οκάδες όσπρια και μια οκά ζάχαρη. Επιτροπή από χωρικούς επισκέφτηκε αργότερα τον Άγγλο Ρήντ αρχηγό της Διασυμμαχικής Αποστολής ο οποίος έδωσε διαταγή και δόθηκαν από μία λίρα και ένα αλεξίπτωτο για κάθε δύο οικογένειες . Αυτή ήταν όλη μα όλη η βοήθεια που δόθηκε τότε και φυσικά όχι άμεσα στους πρώτους μήνες που υπήρχε η μεγαλύτερη ανάγκη.
Ο Αετός χάνει τα πάντα παίρνουν τα αρχεία του με το δικαιολογητικό: «Δεν υπάρχουν στον Αετό οικήματα για να στεγασθούν». Έτσι πήραν το Ειρηνοδικείο, το Αγρονομείο, το Συμβολαιογραφείο και το Ημιγυμνάσιο. Πολλά παιδιά αναγκάζονται να σταματήσουν το σχολείο και λιγοστά να συνεχίσουν το σχολείο πηγαίνοντας στην Κυπαρισσία και αργότερα στο Κοπανάκι επιβαρύνοντας κατά πολύ τις εξαθλιωμένες τους οικογένειες. Όλες οι προμήθειες είχαν καεί στη φωτιά των Γερμανών με τη πείνα να στους πρώτους μήνες να είναι δυσβάσταχτη.
Εκείνη η αναπάντεχη, η μαύρη, η φρικιαστική περιπέτεια, έγινε ορόσημο οπισθοδρόμησης του Αετού και φράγμα αδιαπέραστο στην εξελικτική του πορεία.
Μετά το κάψιμο των σπιτιών μαζί με όλα τα υπάρχοντα ρούχα και τρόφιμα αρχίζει ο Γολγοθάς των κατοίκων. Τουλάχιστον για 3 έως 4 μήνες χρησιμοποιούν ότι ξώσπιτα υπήρχαν ,όπως στο Λόπεσι ,Βάλες και αλλού. Προσπαθούν μέσα στη πείνα και τις αρρώστιες να επισκευάσουν όπως-όπως τα καμένα σπίτια για να «βγει ο χειμώνας» και αργότερα αβοήθητοι να τα ξανακτίσουν από την αρχή. Το 1947 η προσωρινή στέγαση με επικεφαλής το Στυλιανό Γονατά σε σύσκεψη με τα κοινοτικά συμβούλια Αετού ,Δωρίου και το Σύλλογο Αετού (είχε ιδρυθεί το 1945) αποφασίζουν να φτιάξουν σπίτια για τους πυροπαθείς Αετοβουναίους στο Δώριο ,όπου και έχτισαν τον Νέο Αετό. Όσοι δεν αποφάσισαν να μετοικίσουν στο Δώριο αλλά να παραμείνουν στο τόπο τους, στον Αετό ,δεν πήραν καμία βοήθεια από την πολιτεία. Στο Δώριο δε ,έμειναν αδιανέμητα οικόπεδα τα οποία δεν δόθηκαν ποτέ στους δικαιούχους ,δηλαδή σε όσους πυροπαθείς αποφάσισαν να μείνουν στον Αετό και να μη μετοικήσουν στο Δώριο. Οι δε Γερμανοί μετά από πολλά χρόνια έδωσαν ελάχιστες αποζημιώσεις με διακρατική συμφωνία που δεν είναι άξια λόγου να αναφερθεί ,γιατί στους πολύπαθους κατοίκους των μαρτυρικών χωριών της Ελλάδας δεν έφθασε σχεδόν τίποτε.
Κάναμε μια σύντομη ιστορική αναδρομή, όχι βέβαια ολοκληρωμένη, για να τιμήσουμε τη σεπτή μνήμη των αθώων νεκρών θυμάτων εκείνης της αποφράδας ημέρας, της 11ης Σεπτεμβρίου, ημέρας Σάββατο, του 1943, δίδοντας στη δημοσιότητα τα ονόματα τους και για να δώσουμε ακριβή ημέρα της μάχης και της πυρκαγιάς του Αετού. Επίσης να τιμήσουμε και όλους τους κατοίκους του Αετού που κατάφεραν να νικήσουν την πείνα και το θάνατο και να ξανακτίσουν μόνοι και αβοήθητοι το χωριό μας.
ΑΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΣ ΤΟΠΟΣ (Της Ιφιγένειας Γκότση ,Λαογάφου.)
Τρίζουν τα δέντρα, τα βουνά, βογγούν τα Κυπαρίσσια.
Σκούζουν τα μαύρα τα πουλιά και τα λουλούδια κλαίνε.
Τρέμει το ξωκκλήσι τ' Αϊ Λιά, θρηνεί το Αετοβούνι,
κι αυτός ο Κεφαλόβρυσος θόλωσε τα νερά του...
Κλαίνε παιδιά, βαρηόχηρες, γονείς για τα παιδιά τους.
Κλαίνε αδέρφια, συγγενείς, συγχωριανοί και φίλοι.
Κλαίει κι ο καθένας χωριστά για το καμένο βίος του.
Κι από τον Άδη ακούστηκαν φωνές των πεθαμένων,
εκείνων που σκοτώθηκαν, κι εκείνων που κάηκαν:
- «Αητέ μας, υπερήφανε κι απροσκυνήτων τόπε,
σκληρά που σ' εβασάνισε η αγριάδα των πολέμων!...
Ετρίτωσες στην πυρκάιά μέσα σε δυο αιώνες!...
Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, τριγύρω νεκραμάρα!
Μη φοβηθείς, μη πτοηθείς και ρίξεις τα φτερά σου.
Πάτα γερά τα πόδια σου στων Πελασγών τα τείχη
κι όλο ψηλά ν' αγνάντευε μ' αγέρωχο το βλέμμα».
Με το Νόμο "Καποδίστριας" ο Δήμος Αετού ανασυστάθηκε με έδρα το Κοπανάκι. Το δε χωριό σήμερα ακολουθεί τη φθίνουσα πορεία της Ελληνικής υπαίθρου αριθμώντας περίπου 270 ψυχές ,διατηρώντας όμως μια εξαίσια ομορφιά σε τοπία και μια απαράμιλλη ζεστασιά στις καρδιές των ανθρώπων του.